default-image

Ξενιτεμένοι αγρότες δίνουν τη μάχη για το μεροκάματο

Κρήτη
Ξενιτεμένοι αγρότες δίνουν τη μάχη για το μεροκάματο

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πολλοί παραγωγοί κηπευτικών της Ιεράπετρας, έχουν επιλέξει την ξενιτιά της Αθήνας, έχοντας αφήσει πίσω τους την οικογένεια και την περιουσία τους, για να μπορούν να πουλούν σε καλύτερες τιμές τα δικά τους προϊόντα, δίνοντας καθημερινά τη μάχη για το μεροκάματο, κόντρα στα στοιχεία της φύσης, τον καυτό ήλιο, τη βροχή, το κρύο η τους θυελλώδεις ανέμους, ανάλογα την περίπτωση.

Το καθημερινό ξενύχτι, η σωματική κούραση από την πολύωρη ορθοστασία, και την «άρση βαρών» που κάνουν πρωί και βράδυ, φορτώνοντας και ξεφορτώνοντας, σε συνδυασμό με το άγχος και την αγωνία τους, να καταφέρουν στο τέλος της ημέρας να ξεπουλήσουν την παραγωγή τους, για να μην την αφήσουν να σαπίσει πάνω στους πάγκους, τους εξουθενώνουν.

«Όλες αυτές τις αντιξοότητες, προσπαθούμε να τις ξεπεράσουμε και στις περισσότερες των περιπτώσεων τα καταφέρνουμε. Αυτό το οποίο όμως δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε και δεν μπορούμε να ανεχτούμε άλλο, είναι να δεχόμαστε προσβολές από παραπληροφορημένους, που δεν γνωρίζουν με πιο τρόπο και ποιες μεθόδους παράγονται τα καθαρά από φυτοφάρμακα, πιστοποιημένα κηπευτικά της Ιεράπετρας. Τα κηπευτικά της Κρήτης έχουν δεχτεί μια φοβερή επίθεση από ορισμένους κύκλους που έχουν αναλάβει εργολαβικά τη δυσφήμιση τους, και αυτό προσπαθούμε να το ανατρέψουμε, γιατί αυτοί που μας κατηγορούν, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα», υποστηρίζει ο 46χρονος αγρότης κ. Γιώργος Πηγιάκης από τη Ρίζα Ιεράπετρας, μέλος της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Παραγωγών Λαϊκών Αγορών.

Ζωή σκληρή μακριά από τα σπίτια μας

«Η ζωή που κάνουμε ξενιτεμένοι 13 χρόνια στην Αθήνα είναι πάρα πολύ σκληρή. Ξυπνούμε στις 4 τα ξημερώματα κάθε μέρα. Παίρνουμε το αυτοκίνητο και πάμε να φορτώσουμε τις κλούβες η τα χαρτοτελάρα με τα προϊόντα που μας έχουν στείλει οι δικοί μας από την Κρήτη, στην αποθήκη της μεταφορικής εταιρείας με την οποία συνεργαζόμαστε.

Αφού φορτώσουμε τα κηπευτικά, ξεκινάμε για τη λαϊκή αγορά, όπου πρέπει να είμαστε πριν τις 6 π.μ. Μπαίνουμε με το αυτοκίνητο στο χώρο της λαϊκής, ξεφορτώνουμε τα προϊόντα που πριν λίγο φορτώσαμε, βγάζουμε το αυτοκίνητο έξω από τη λαϊκή αγορά και αρχίζουμε να στήνουμε τον πάγκο και την τέντα μας. Μετά αρχίζουμε να στήνουμε τα κηπευτικά μας πάνω στον πάγκο με τρόπο που να είναι ελκυστικά στο μάτι του διερχόμενου καταναλωτή. Στις 7 με 7:30 το πρωί αρχίζουν να φτάνουν οι πρώτοι πελάτες και τότε αρχίζει το παιχνίδι των πωλήσεων», μας λέει ο κ. Γιώργος Πηγιάκης.

Στην Άνω Γλυφάδα, στην Τερψιθέα, στη Νέα Σμύρνη, στη Βούλα, στον Άγιο Σώστη και στο Γκόλφ της Γλυφάδας, πηγαίνει από τη Δευτέρα μέχρι το Σάββατο ο κ. Γιώργος Πηγιάκης για να πουλήσει τα κηπευτικά του.

«Κάθε μέρα τρέχουμε σε διαφορετική λαϊκή αγορά. Κάθε μέρα ξενύχτι, κάθε μέρα σηκώνουμε βάρη, κάθε μέρα λιώνουμε στην ορθοστασία και κάθε μέρα είμαστε, με ότι καιρό και αν κάνει, εκεί στο πόστο μας. Τα ευπαθή αγροτικά προϊόντα που παράγουμε εμείς, δεν κρατάνε πολλές μέρες και πρέπει να τα πουλήσουμε γρήγορα.

Οι πρώτοι καθημερινά είναι εκείνοι οι τακτικοί πελάτες, που θέλουν να πάρουν τα καλύτερα προϊόντα χωρίς να ρωτούν την τιμή. Ακολουθούν εκείνοι που ξέρουν τι θέλουν και κοιτάνε μόνο την ποιότητα. Έπειτα έρχονται εκείνοι που γυρνούν όλοι την αγορά για να βρούν τα φθηνότερα αδιαφορώντας για την ποιότητα τους. Είναι συνήθως οικογενειάρχες που έχουν πολλά στόματα να θρέψουν με λίγα χρήματα. Μετά τις 3 το απόγευμα εμφανίζονται εκείνοι που ψάχνουν να πάρουν ότι έμεινε. Σε αυτούς τους πελάτες βλέπουμε την σκληρή πραγματικότητα της Αθηναϊκής κοινωνίας, που κρύβει την εξαθλίωση και πολλά κοινωνικά δράματα. Σε αυτούς τους πελάτες δίνουμε γεμάτες σακούλες με ένα ευρώ. Από αυτούς ακούμε τουλάχιστον και ένα ευχαριστώ. Οι περισσότεροι δίνουμε και πολλά πράγματα εντελώς δωρεάν, σε ανθρώπους που ξέρουμε ότι, δεν έχουν ούτε αυτό το ένα ευρώ… και πεινάνε. Στην Αθήνα υπάρχει μεγάλη πείνα, που στην Κρήτη δεν την βλέπουμε ακόμη», προσθέτει ο κ. Γιώργος Πηγιάκης.

Ένας παραγωγός που άντεξε 23 χρόνια την περιπλάνηση στις λαϊκές αγορές της Αθήνας είναι ο κ. Μανόλης Δοξανάκης, επίσης από τη Ρίζα της Ιεράπετρας.

«Έμεινα στην ξενιτιά της Αθήνας πουλώντας τα κηπευτικά μου στις λαϊκές αγορές 23 ολόκληρα χρόνια. Τότε ήμουν ελεύθερος. Από τη στιγμή όμως που έκανα οικογένεια γύρισα στην πατρίδα μου. Η ξενιτιά της Αθήνας είναι πάρα πολύ σκληρή για τους παραγωγούς που έχουν οικογένειες. Όσοι μένουν στην Αθήνα, αφήνοντας στις καλλιέργειες τη σύζυγο και τα παιδιά τους, δυσκολεύονται πάρα πολύ να τα φέρουν βόλτα», μας λέει ο κ. Μανόλης Δοξανάκης, που έχει επιστρέψει στη βάση του και στις καλλιέργειες του.

Ρεπορτάζ: Νίκος Πετάσης

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News