default-image

Η εθελοθυσία της ιστορικής Μονής Αρκαδίου (video + photos)

Κρήτη
Η εθελοθυσία της ιστορικής Μονής Αρκαδίου (video + photos)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Oι αγώνες των Κρητικών κατά των Τούρκων μέχρι να επιτύχουν την ένωσή τους με την Μητέρα Ελλάδα κράτησαν αιώνες και αποτελούν ένα λαμπρό Έπος ηρωισμών και θυσιών! Ένα από τα πιο ένδοξα επεισόδια του Έπους αυτού είναι το Ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου που έγινε σαν σήμερα… Πρόκειται για το σημαντικότερο επεισόδιο της Κρητικής Επανάστασης του 1866, μια κορυφαία πράξη του απελευθερωτικού αγώνα των Κρητών, σύμβολο ηρωισμού και θυσίας.

Η κακοδιοίκηση και η καταπίεση της τουρκικής διοίκησης ανάγκασε την Παγκρήτια Συνέλευση που συνήλθε στα Χανιά να αποστείλει στις 14 Μαΐου 1866 αναφορά στο σουλτάνο με μια σειρά αιτημάτων. Συγκεκριμένα, ζητούσε βελτίωση του φορολογικού συστήματος, σεβασμό της χριστιανικής θρησκείας, αναγνώριση του πληθυσμού να εκλέγει ελεύθερα τους δημογέροντές του και τη λήψη μέτρων για την οικονομική ανάπτυξη του νησιού.

Γενική Συνέλευση Κρητών (1866)

Παράλληλα, απέστειλε μυστικό υπόμνημα προς τους μονάρχες της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, με το οποίο τους καλούσε να ενεργήσουν για την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ή να μεσολαβήσουν στη χορήγηση από το σουλτάνο «Οργανικού Νόμου». Στη συγκέντρωση αυτή συμμετείχε και ο Γαβριήλ Μαρινάκης, ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, που ήταν το επαναστατικό κέντρο της περιοχής Ρεθύμνης.

Οι Μεγάλες Δυνάμεις αδιαφόρησαν, ενώ η ελληνική κυβέρνηση δήλωνε ουδετερότητα και δεν πήρε ανοιχτά το μέρος των επαναστατών. Μόνο η Ρωσία κινήθηκε δραστήρια, χάρη στους υποπροξένους της στο νησί Ιωάννη Μιτσοτάκη και Σπυρίδωνα Δενδρινό.

Μη αναμένοντας βοήθεια από πουθενά, οι Κρητικοί αποφάσισαν να ξεσηκωθούν μόνοι τους και ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης στις 21 Αυγούστου 1866, με το σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος» και αρχηγούς τον Ιωάννη Ζυμβρακάκη στα Χανιά, τον Ελλαδίτη συνταγματάρχη Πάνο Κορωναίο στο Ρέθυμνο και τον Μιχαήλ Κόρακα στο Ηράκλειο. Στην Ελλάδα συγκροτήθηκαν εθελοντικές ομάδες, που βοήθησαν τους Κρητικούς με χρήματα, τρόφιμα και άλλα εφόδια.

Ο σουλτάνος θορυβήθηκε από την εξέγερση και έστειλε στις 30 Αυγούστου 1866 τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, με εντολή να την καταστείλει, αφού προηγουμένως είχε απορρίψει τα αιτήματα των Κρητικών. Ο Πασάς έφερε το προσωνύμιο Γκιριτλί (Κρητικός), επειδή είχε συντελέσει στην κατάπνιξη της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη. Πρώτα προσπάθησε να καλοπιάσει τους επαναστάτες και να τους πείσει να επιστρέψουν στις δουλειές τους. Όταν αυτοί αρνήθηκαν, αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή το στρατιωτικό του σχέδιο για την κατάπνιξη της επανάστασης.

Η Μονή Αρκαδίου

Το Σεπτέμβριο και Οκτώβριο προέβη σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή των Χανίων και στη συνέχεια στράφηκε προς το Ρέθυμνο και τη Μονή Αρκαδίου, όπου ήταν η έδρα της τοπικής επαναστατικής επιτροπής, αποθήκη πολεμοφοδίων και τροφίμων, καθώς και καταφύγιο πολλών χριστιανών. Ο Μουσταφά Πασάς έφτασε έξω από το μοναστήρι το απόγευμα της 6ης Νοεμβρίου 1866. Στη διάθεσή του είχε 15.000 άνδρες (Τούρκους, Αλβανούς, Αιγυπτίους και Τουρκοκρητικούς) και ισχυρό πυροβολικό. Στη Μονή βρίσκονταν 966 άνθρωποι, από τους οποίους μόνο 250 μπορούσαν να πολεμήσουν. Oι άλλοι ήταν γέροι και γυναικόπαιδα.

Το θρυλικό Αρκάδι, που το έπος του ξεπερνάει όλες τις μεγάλες στιγμές του αγώνα για Ελευθερία στο 19ο αιώνα

Ανάμεσά τους ήταν και η οπλαρχηγός - ηρωίδα - Χαρίκλεια Δασκαλάκη (Δασκαλάκαινα), κόρη, σύζυγος και μάνα πολεμιστών. O πατέρας της είχε σκοτωθεί σε προηγούμενη επανάσταση, τρεις γιοι της σκοτώθηκαν στην επανάσταση εκείνης της χρονιάς (1866), ο δε σύζυγός της ήταν απόγονος του Εθνομάρτυρα Δασκαλογιάννη.

Ηγούμενος ήταν ο Γαβριήλ Μαρινάκης, εξέχουσα προσωπικότητα, αστείρευτη πηγή πατριωτισμού και θάρρους. Ήταν το καταφύγιο των καταπιεζομένων που τους εμψύχωνε με τις επαναστατικές ιδέες της ελευθερίας και της Ένωσης με την Ελλάδα.

Ο Ηγούμενος Γαβριήλ του Αρκαδίου το 1866, Αρχείο-Συλλογή: Δανδόλειος Βιβλιοθήκη.

Φρούραρχος ήταν ο Πελοποννήσιος ανθυπολοχαγός Ιωάννης Δημακόπουλος, που πήγε εθελοντής στην Κρήτη.

Οι προτάσεις προς παράδοση απορρίφθηκαν από τους πολιορκημένους και το πρωί της 8ης Νοεμβρίου άρχισαν οι εχθροπραξίες.

Μετά τη λειτουργία, ο ηγούμενος είπε στους πολιορκημένους: «Παιδιά μου, αδέλφια μου, γλυκύτερος και δικαιότερος θάνατος δεν υπάρχει από το ν' αποθάνει κανείς υπέρ Πίστεως και Πατρίδος... Ζήτω η Ελευθερία!».

O νεαρός φρούραρχος Δημακόπουλος είπε στους μαχητές: «Θα πολεμήσουμε ως άνδρες για την Πίστη και την Πατρίδα».

Oι άνδρες πήγαν στις πολεμίστρες και τα γυναικόπαιδα τους προμήθευαν με πυρομαχικά. Επικρατούσε γενικός ενθουσιασμός και πνεύμα αυταπάρνησης και αυτοθυσίας. Γι' αυτό, όταν οι Τούρκοι ρώτησαν τους Έλληνες αν θα παραδοθούν, ο ηγούμενος τους απάντησε: «Θα πολεμήσουμε!» και ύψωσε το λάβαρο και τη σημαία.

Και σε άλλες προτροπές του Μουσταφά να παραδοθούν, απαντούσαν: «Μόνο νεκροί θα παραδοθούμε!».

Η ανατίναξη της Μονής Αρκαδίου (Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη)

Όλοι πολέμησαν ηρωικά. Λέγεται πως η Δασκαλάκαινα τρεις φορές ξανασήκωσε τη σημαία, την οποία κατέβαζαν τουρκικές σφαίρες. Oι λίγοι αψηφούσαν τους πολλούς και οι λυσσαλέες επιθέσεις των Οθωμανών που έλαβαν χώρα την πρώτη μέρα εξουδετερώθηκαν τελικά από τους πολιορκημένους. Οι Οθωμανοί δεν είχαν προσώρας καταφέρει να καταλάβουν τη Μονή.

Το Ολοκαύτωμα

Τα πολεμοφόδια όμως ήταν ελάχιστα, βοήθεια απ' έξω δεν ήταν δυνατό να φτάσει και η αριθμητική υπεροχή των Τούρκων ήταν συντριπτική (15.000 έναντι μόνο 250 Ελλήνων). Όλα προμηνούσαν το φριχτό τέλος του δράματος! Τη νύχτα ο Γαβριήλ κοινώνησε τους πολιορκημένους, που είχαν αποφασίσει να αντισταθούν «μέχρις εσχάτων».

Το βράδυ οι Οθωμανοί ζήτησαν ενισχύσεις και μετέφεραν ένα μεγάλο πυροβόλο από το Ρέθυμνο.

Την επομένη, 9 Νοεμβρίου, άρχισε το δεύτερο κύμα της επίθεσης. Νωρίς το απόγευμα γκρεμίστηκε το δυτικό τείχος της Μονής από τις βολές του πυροβόλου και οι επιτιθέμενοι εισέβαλαν στο μοναστήρι, αρχίζοντας τη μεγάλη σφαγή.

Oι Έλληνες, αποφασισμένοι να πεθάνουν, πολεμούν με αφάνταστο ηρωισμό. Ως και οι μάνες αφήνουν τα παιδιά τους και μάχονται μαζί με τους άντρες τους. Αλλά η Μονή έχει γεμίσει πια από Τούρκους. O ηγούμενος Γαβριήλ Μαρινάκης σκοτώνεται...

Ο Κωστής Γιαμπουδάκης

Στην μπαρουταποθήκη της μονής γράφτηκε η τελευταία πράξη του δράματος και μία ακόμα ένδοξη σελίδα της ελληνικής ιστορίας. Ο Κωστής Γιαμπουδάκης φωνάζει: «Όποιος θέλει την τιμή και την υπόληψή του να 'ρθει να καεί μαζί μας!». Όσοι τον άκουσαν τον ακολούθησαν... O Γιαμπουδάκης άφησε ανοιχτή την πόρτα της μπαρουταποθήκης και όταν είδε πως μπήκαν μέσα και πολλοί Τούρκοι άδειασε την πιστόλα του στο μπαρούτι και τινάχτηκαν όλοι στον αέρα, σκορπίζοντας το θάνατο όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους εισβολείς. Αμέσως μετά, οι Τουρκοκρητικοί και οι Αλβανοί όρμησαν και κατέσφαξαν όσους είχαν διασωθεί, ενώ έκαψαν το ναό και λεηλάτησαν τα ιερά κειμήλια.

Έτσι ο Γιαμπουδάκης πήγε ν' ανταμώσει τον καλόγερο Σαμουήλ και τον Χρήστο Καψάλη, που πέρασαν στην αθανασία με τον ίδιο τρόπο, στο Κούγκι και στο Μεσολόγγι! Βέβαια, υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές για τον πυρπολητή της Μονής.

Βλέποντας οι Τούρκοι τις μεγάλες απώλειές τους συνέχισαν με μεγαλύτερη λύσσα τις σφαγές και τους βανδαλισμούς. Πυρπόλησαν τον Ναό του Σωτήρος και "κουράστηκαν να σκοτώνουν" σύμφωνα με περιγραφή ενός Άγγλου.

Από τους 966 πολιορκημένους διέφυγαν τελικά μόνο 3 ή 4 ενώ περίπου 100 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Όσοι επέζησαν σκοτώθηκαν μετέπειτα από τους Τούρκους με βασανιστήρια και λογχισμούς. Τα οστά τους φυλάσσονται τώρα στη Μονή, σαν ιερά κειμήλια. Τον ίδιο τραγικό θάνατο είχε και ο φρούραρχος Δημακόπουλος, που αποδείχθηκε γενναίος πολεμιστής.

Oι σφαγείς έκοψαν το κεφάλι του Γαβριήλ και το παρέδωσαν στον Μουσταφά. Οι νεκροί και τραυματίες του Μουσταφά ανήλθαν σε 1.500 (ή σε 3.000 κατά άλλους).

Η Δασκαλάκαινα σώθηκε και έδωσε τις πληροφορίες γι' αυτή την εποποιία. Όταν αργότερα πήγε στην Αθήνα και κυκλοφορούσε με τα μισοκαμμένα ρούχα της, οι Αθηναίοι ξεσπούσαν σε ζητωκραυγές!

To εσωτερικό της μονής

Το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, όπως είχε συμβεί με την καταστροφή των Ψαρών και την Έξοδο του Μεσολογγίου, συγκίνησε όλο το χριστιανικό κόσμο κι ένα νέο κύμα φιλελληνισμού δημιουργήθηκε στην Ευρώπη. Σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι και ο Βίκτωρ Ουγκό, πήραν θέση υπέρ του Κρητικού Αγώνα και ξένοι εθελοντές έσπευσαν να ενισχύσουν από κοντά την Επανάσταση. Σημαντικές ήταν και οι χρηματικές συνεισφορές από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, με προεξάρχοντα το φιλέλληνα Σαμουήλ Χάου.

Η Κρητική Επανάσταση φυλλορρόησε τον Ιανουάριο του 1869, αλλά ο σουλτάνος δεν μπόρεσε να καθυποτάξει ολοκληρωτικά τους χριστιανούς της Κρήτης. Έτσι, υπό την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων, αναγκάστηκε να παραχωρήσει τον «Οργανικό Νόμο» (3 Φεβρουαρίου 1868), ένα είδος Συντάγματος, που προέβλεπε προνόμια για τους χριστιανούς και καθεστώς ημιαυτονομίας για το νησί. Η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα πήρε αναβολή για το 1912.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News