default-image

Κρητικοί επιστήμονες τα "έβαλαν" με Αλτσχάιμερ και σκλήρυνση

Κρήτη
Κρητικοί επιστήμονες τα "έβαλαν" με Αλτσχάιμερ και σκλήρυνση

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Να νικήσουν το Αλτσχάιμερ, τη σκλήρυνση κατά πλάκας, την εκφύλιση του αμφιβληστροειδούς και τη νόσο του κινητικού νευρώνα προσπαθούν επιστήμονες της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και του Ιδρύματος Τεχνολογίας & Έρευνας (ΙΤΕ), σε συνεργασία με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ) στην Αθήνα, που προχώρησαν σε μια πολύ σημαντική μελέτη.

Συγκεκριμένα, η ομάδα των επιστημόνων αυτών προχώρησε στη δημιουργία νέων θεραπευτικών ουσιών, οι οποίες προστατεύουν το νευρικό ιστό από τις διαδικασίες νευροεκφύλισης. Οι επιστήμονες μελετούν τη δραστικότητα μιας συνθετικής ουσίας, της ΒΜΝ27 (συνθετική μικρονευροτροφίνη), σε πειραματικά μοντέλα ποντικών, των νευροεκφυλιστικών νόσων του ανθρώπου, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, η εκφύλιση του αμφιβληστροειδούς, η νόσος του κινητικού νευρώνα (ALS), καθώς και η σκλήρυνση κατά πλάκας.

Τα πρώτα αποτελέσματα του συνεργατικού αυτού ερευνητικού προγράμματος δημοσιεύτηκαν την προηγούμενη εβδομάδα στο επιστημονικό περιοδικό "Neuropharmacology", ενώ για τις θεραπευτικές εφαρμογές και για τις έρευνες που γίνονται μιλά ο καθηγητής Φαρμακολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και ερευνητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ, Αχιλλέας Γραβάνης.

Στόχος της έρευνας

Οι ενδογενείς νευροτροφίνες είναι πολυπεπτιδικές μεγαλομοριακές ουσίες, πολύ σημαντικές για την ανάπτυξη, τη διατήρηση και την προστασία της εγκεφαλικής ουσίας, από τη στιγμή που θα γεννηθούμε μέχρι τα βαθιά γεράματα. Έχουν νευροπροστατευτική και νευροαναγεννητική δράση. Δυστυχώς, όμως, αυτές οι ουσίες είναι μεγαλομοριακές και δεν μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε σαν φάρμακα, διότι δε διέρχονται τον αιματεγκεφαλικό φραγμό, που προστατεύει τον εγκέφαλο απ' ό,τι είναι τοξικό στο περιβάλλον.

Όπως εξηγεί ο κ. Γραβάνης, «ο στόχος μας είναι να μιμηθούμε με φαρμακολογικό τρόπο τη νευροπροστατευτική δράση που υπάρχει, ούτως ή άλλως, από την αρχή της γεννήσεώς μας μέχρι τα γεράματα στον εγκέφαλο, η οποία ελέγχεται από τις νευροτροφίνες.

Επιδιώκουμε αφενός να αναστείλουμε τη διαδικασία της εκφύλισης του νευρικού ιστού, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει, οπότε στην ουσία η δράση αυτή είναι νευροπροστατευτική, και αφετέρου να προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε τον εγκέφαλο, ώστε να κάνει ο ίδιος αυτοεπιδιόρθωση της βλάβης του.

Προσπαθούμε, λοιπόν, να μελετήσουμε με ποιον μηχανισμό πολλαπλασιάζονται αυτά τα νευρικά βλαστικά κύτταρα, να διεγείρουμε φαρμακολογικά τον πολλαπλασιασμό τους και να τα ωθήσουμε να μεταναστεύσουν στις περιοχές του εγκεφάλου που πάσχουν. Αυτό προσπαθούμε να το κάνουμε με τη δημιουργία μικρών μορίων, που μιμούνται τις νευροτροφίνες, οι οποίες είναι οι πιο ισχυροί διεγέρτες τους και οι αναγεννητικοί παράγοντες του νευρικού συστήματος. Η βασική μας έρευνα αυτή τη στιγμή γίνεται για τη νόσο του κινητικού νευρώνα, τη νόσο ALS, όπως λέγεται.

Έχουμε χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να φτιάξουμε, σε συνεργασία με το ΜΙΤ στη Βοστόνη, τρισδιάστατη δομή, η οποία φιλοξενεί ανθρώπινους κινητικούς νευρώνες από ασθενείς με ALS. Η ιδέα είναι να δημιουργήσουμε μια ανθρώπινη πειραματική πλατφόρμα για να βρούμε καινούργια φάρμακα ή και να μελετήσουμε την παθοφυσιολογία της νόσου όχι πλέον σε πειραματόζωα, αλλά χρησιμοποιώντας τρισδιάστατες καλλιέργειες ανθρώπινων κινητικών νευρώνων και αστροκυττάρων, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Βλαστικών Κυττάρων του Πανεπιστημίου Harvard και τον καθηγητή Lee Rubin», αναφέρει ο κ. Γραβάνης.

«Μία από τις μικρονευροτροφίνες που έχουμε αναπτύξει με τη διευθύντρια Ερευνών του ΕΙΕ δρ. Θεοδώρα Καλογεροπούλου, η ΒΝΝ27, έχει αποδειχτεί ότι είναι αποτελεσματική σε ένα πειραματικό μοντέλο στον ποντικό, που σχετίζονται με τη σκλήρυνση κατά πλάκας. Αφορά την καταστροφή της μυελίνης με τη νευροτοξίνη κουπριζόνη, και γίνεται σε συνεργασία με την ομάδα της καθηγήτριας της Ιατρικής Σχολής Κρήτης Δόμνας Καραγωγέως. Έχουμε δει προς το παρόν στα πειραματόζωα και μόνο ότι η BMN27 είναι εξαιρετικά αποτελεσματική να προστατεύσει τα πειραματόζωα από τη διαδικασία απομυελίνωσης», σημειώνει ο καθηγητής.

«Επίσης, η ομάδα του επίκουρου καθηγητή Φαρμακολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Ιωάννη Χαραλαμπόπουλου μελετά την αποτελεσματικότητα της μικρονευροτροφίνης ΒΝΝ27 στην προστασία του εγκεφάλου των διαγονιδιακών ποντικών 5xFAD, που είναι πειραματικό μοντέλο της νόσου Αλτσχάιμερ», συνεχίζει ο καθηγητής, συμπληρώνοντας πως «ένας άλλος θεραπευτικός στόχος είναι η εκφύλιση της αμφιβληστροειδούς, ιδιαίτερα σε ασθενείς με διαβητοπάθεια. Μελετούμε τη δραστικότητα της BMN27 σε ένα πειραματικό μοντέλο ωχροπάθειας σε ποντικούς, που πειραματικά οδηγούνται σε σακχαρώδη διαβήτη, σε συνεργασία με την ομάδα της δρ. Κυριακής Θερμού, καθηγήτριας Φαρμακολογίας της Ιατρικής Σχολής Κρήτης. Έχουμε βάσιμες ελπίδες ότι στα επόμενα χρόνια θα αναπτύξουμε σε μορφή κολλύριου μια από τις μικρονευροτροφίνες που διαπερνούν στο εσωτερικό του οφθαλμού, ώστε να προστατεύσουμε τους διαβητικούς ασθενείς που χάνουν την όρασή τους από την εκφύλιση της ωχράς.

Στόχος είναι να περιορίσουμε τη βλάβη και να ελαττώσουμε το βαθμό απώλειας της οπτικής τους ικανότητας. Θα το γνωρίζουμε αυτό με ασφάλεια μετά από την κλινική δοκιμασία των μικρονευροτροφινών στον άνθρωπο», σημείωσε ο κ. Γραβάνης.

Σε ποιο στάδιο βρίσκονται οι μελέτες

Οι μελέτες, όπως είπε ο κ. Γραβάνης, είναι όλες σε προκλινικό στάδιο, δηλαδή στο να αποδειχτεί ότι είναι δραστικές σε πειραματικά μοντέλα πειραματόζωων, που μιμούνται τις ανθρώπινες ασθένειες.

«Ειδικά για τη μία από τις μικρονευροτροφίνες, την BMN27, προχωρούμε στην Αμερική να τη δοκιμάσουμε σε υγιείς εθελοντές, προσδιορίζοντας καταρχάς το κατά πόσον είναι τοξική ή όχι στον άνθρωπο και ποια είναι η φαρμακοκινητική της συμπεριφορά στον άνθρωπο, με απώτερο στόχο μέσα στον επόμενο ενάμιση χρόνο, αν όλα πάνε καλά και δεν είναι τοξική ουσία, όπως στα πειραματόζωα, να τη χορηγήσουμε σε ασθενείς», τονίζει ο κ. Γραβάνης, επισημαίνοντας τέλος πως «είναι μια καινούργια φαρμακολογική προσέγγιση της νευροεκφύλισης και νευροπροστασίας, και ελπίζουμε ότι αυτά που βλέπουμε στα πειραματόζωα θα μπορέσουμε στα επόμενα 2-3 χρόνια να τα αναπαράγουμε στους ασθενείς, τονίζοντας πάντα τον οριακό παράγοντα μη τοξικότητας στον άνθρωπο».

Ρεπορτάζ: Μαρία Αντωνογιαννάκη

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News