default-image

Καταργούνται οι Πανελλήνιες - Πως θα γίνει η εισαγωγή

Κρήτη
Καταργούνται οι Πανελλήνιες - Πως θα γίνει η εισαγωγή

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Το παρόν σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει εξαντλήσει τη δυναμική του», είχε δηλώσει ο υπουργός Παιδείας, Νίκος Φίλης, την ημέρα ανακοίνωσης των βάσεων, προαναγγέλλοντας εμμέσως πλην σαφώς αλλαγές στον τρόπο εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αν και τότε δεν είχε δώσει λεπτομέρειες, πλέον μπορούμε να μιλάμε για προωθούμενη ριζική αλλαγή όλου του συστήματος.

Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας, Γιάννης Παντής, αποκάλυψε πως συζητείται η κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων, η πρόσβαση στα πανεπιστήμια με το βαθμό του απολυτηρίου λυκείου και η αλλαγή του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα. Η σχετική πρόταση θα διαμορφωθεί μέσα στην τρέχουσα σχολική χρονιά και θα στηρίζεται εν πολλοίς στα συμπεράσματα της επιτροπής Λιάκου.

«Θα υπάρξει σύντομα μια πρόταση - ελπίζω μέσα στη χρονιά - που θα είναι πάνω στην εντολή που έχουμε από τον υπουργό. Θα πάμε, δηλαδή, μέσω του σχολικού συστήματος, να μπαίνουν τα παιδιά στα πανεπιστήμια. Δε θα χρειάζεται παράλληλο σύστημα. Θα αναβαθμιστεί ο ρόλος του Λυκείου. Με το απολυτήριο του Λυκείου και το βαθμό ουσιαστικά θα μπορεί κάποιος να πηγαίνει στις σχολές εκείνες που θα έχει τη δυνατότητα λόγω του βαθμού να μπει», εξήγησε ο κ. Παντής.

Ο ίδιος σημείωσε πως η πολιτική ηγεσία οφείλει να αναβαθμίσει το δημόσιο Λύκειο, το οποίο σήμερα - ως γνωστό - χρησιμεύει απλά ως ένας προθάλαμος των πανελλαδικών εξετάσεων. Δεν είναι τυχαίο πως οι μαθητές της Γ' λυκείου δεν πηγαίνουν καν στο σχολείο τους, αλλά εξαντλούν το σύνολο των απουσιών τους προκειμένου να κάτσουν στο σπίτι τους για να... διαβάσουν!

Να σπουδάζουν οι νέοι αυτό που πραγματικά επιθυμούν

Βασική επιδίωξη του νέου τρόπου πρόσβασης θα είναι να σπουδάζουν οι νέοι αυτό που πραγματικά επιθυμούν. Σήμερα μόνο ο ένας στους 8 εισάγεται σε σχολή που τον ενδιαφέρει. Έτσι οι 2 στους 3 που εισάγονται στα ΤΕΙ δεν ολοκληρώνουν ποτέ τις σπουδές τους, ενώ το 40% των εισακτέων των ΑΕΙ καθυστερεί πολύ να πάρει πτυχίο. Για να αλλάξουν αυτά τα αρνητικά δεδομένα, το προωθούμενο σύστημα θα δίνει μεγάλη βαρύτητα στις 10 πρώτες προτιμήσεις του παιδιού. Ανάλογα με τη σειρά προτίμησης, θα υπάρχει ένας κλιμακούμενος συντελεστής βαρύτητας, ο οποίος από την 11η επιλογή και κάτω θα γίνεται μηδενικός. Θεωρείται πως, αν αγαπούν οι νέοι αυτό που σπουδάζουν, τότε και η απόδοσή τους θα βελτιωθεί και πιο γρήγορα θα περατώσουν τη φοίτησή τους.

Ο συντελεστής βαρύτητας έχει ειπωθεί πως μπορεί να εφαρμοστεί και άμεσα, από την επόμενη σχολική χρονιά, και χωρίς να έχουν εφαρμοστεί οι αλλαγές στο σύνολό τους, με την κατάργηση των πανελλαδικών. Βοηθώντας ο συντελεστής το μαθητή να περάσει στις σχολές της πρώτης του επιλογής, κρίνεται πως θα μειωθούν η σημασία της βαθμοθηρίας και η ένταση προετοιμασίας. Επιπλέον κρίνεται πως θα επιτρέψει την ομαλότερη κατανομή των σπουδαστών στα τμήματα των ΤΕΙ και των Πανεπιστημίων.

Το προωθούμενο σύστημα θα πρέπει να ξεπεράσει, βέβαια, το σκόπελο της αντικειμενικής βαθμολόγησης στο Λύκειο. Το ατού εξάλλου των πανελλαδικών, το πλεονέκτημα που εξασφάλισε τη μακροβιότητά τους, ήταν η αδιαβλητότητά τους. Απέναντι σ' αυτό, αν και αναγνωρίζει το "σκόπελο" της αντικειμενική βαθμολόγησης, η Επιτροπή Λιάκου είναι κατηγορηματική: «Βρισκόμαστε στην ιστορικά παράδοξη θέση να θεωρούμε επιτυχές ένα σύστημα το οποίο έχει αποδειχτεί πολλαπλώς καταστροφικό. Πώς διαφορετικά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα σύστημα στο οποίο οι οκτώ στους δέκα φοιτητές δε σπουδάζουν αυτό που θέλουν και έχουν κοπιάσει; Και πώς μπορεί να λειτουργήσει η πανεπιστημιακή εκπαίδευση όταν, στη μεγάλη πλειοψηφία των τμημάτων της, λιγότεροι από ένας στους δέκα έχει επιλέξει το τμήμα που παρακολουθεί;».

Μάλιστα, με συγκεκριμένα παραδείγματα η Επιτροπή επισημαίνει ότι το σύστημα λειτουργεί επαρκώς μόνο για το ένα τέταρτο περίπου των υποψηφίων που μπορεί να πραγματοποιήσει τις πρώτες του επιλογές. «Το κόστος λειτουργίας του, όμως, είναι δυσανάλογα μεγάλο και βαρύνει συνολικά και στη σταδιοδρομία των νέων, και στην εκπαίδευση και στην κοινωνία. Δημιουργείται κάθε χρόνο ένα ντόμινο με τη μορφή χιονοστιβάδας. Αυτή η χιονοστιβάδα η οποία δημιουργείται από τους αποτυχόντες των τμημάτων υψηλής βαθμολογίας κατρακυλά στα τμήματα χαμηλότερης βαθμολογίας, διώχνοντας από εκεί όσους τα είχαν προτιμήσει. Η χιονοστιβάδα διογκώνεται με νέους αποτυχόντες και κατρακυλώντας προς τα τμήματα χαμηλής βαθμολογίας διώχνει όσους επιθυμούν να σπουδάσουν σε αυτά, τοποθετώντας τυχαίως άλλους που αδιαφορούν πλήρως για αυτά».

Και δίνει η επιτροπή Λιάκου δύο παραδείγματα:

Α. «Σχολές υψηλής ζήτησης: Στο ΕΜΠ, Τμηiμα Μεταλλειολόγων. Το Τμήμα πρόσφερε 63 θέσεις. Ως πρώτη επιλογή το είχαν επιλέξει 19 υποψήφιοι, ως δεύτερη 30, και ως τρίτη 31 (σύνολο 80 υποψήφιοι). Συνολικά όμως το Τμήμα συγκέντρωνε 1.362 προτιμήσεις από το μηχανογραφικό. Από αυτούς που τελικά φοίτησαν στο τμήμα, στις τρεις πρώτες προτιμήσεις τους το είχαν θέσει μόλις οι 18, και υπόλοιποι 45 επιτυχόντες προήλθαν από τη χιονοστιβάδα του μηχανογραφικού (22 εκ των οποίων είχαν δηλώσει το Τμήμα από 7η και πέρα επιλογή).

Β. Σχολές χαμηλής ζήτησης: Στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμηiμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας. Το Τμήμα πρόσφερε 144 θέσεις. Ως πρώτη επιλογή το είχαν επιλέξει 20 υποψήφιοι, ως δεύτερη 56, και ως τρίτη 54 (σύνολο 130 υποψήφιοι). Συνολικά, όμως, το Τμήμα συγκέντρωνε 4.470 προτιμήσεις από το μηχανογραφικό. Από αυτούς που τελικά φοίτησαν στο Τμήμα, στις τρεις πρώτες προτιμήσεις τους το είχαν θέσει μόνο 11 φοιτητές, και από τη χιονοστιβάδα του μηχανογραφικού προήλθαν οι υπόλοιποι 133 επιτυχόντες (120 εκ των οποίων είχαν δηλώσει το Τμήμα από 7η και πέρα επιλογή). Δηλαδή δε σπούδασαν εκεί 130 από όσους το είχαν δηλώσει στις τρεις πρώτες τους επιλογές, και τελικά εισήχθησαν 120 που είχαν συμπεριλάβει το Τμήμα μόνο για να συμπληρώσουν το μηχανογραφικό».

Μεγάλο το κόστος...

Η Επιτροπή Λιάκου δεν παραβλέπει τα θετικά των πανελλαδικών. Επισημαίνει, ωστόσο, και το βαρύτατο κόστος τους τόσο οικονομικά, όσο και ψυχολογικά για όλη την οικογένεια. Επιπλέον, κατ' έτος, εξαιτίας των εξετάσεων χάνονται τουλάχιστον δύο μήνες από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δηλαδή αφαιρείται ένας ολόκληρος χρόνος διδασκαλίας σε κάθε παιδί. Εκείνη όμως η βαθμίδα που θυσιάζεται κυριολεκτικά στο βωμό των εξετάσεων είναι το Λύκειο. «Μία από τις πιο σημαντικές βαθμίδες της εκπαίδευσης καταστρέφεται εντελώς», εκτιμούν τα μέλη της Επιτροπής, τα οποία θεωρούν πως αυτό που χρειάζεται είναι να ξαναβρεί άμεσα το Λύκειο το χαμένο του κύρος και να μπορεί να στέλνει στην επόμενη βαθμίδα καλούς μαθητές και ολοκληρωμένους ανθρώπους.

Ρεπορτάζ : Ελένη Σταυρουλάκη

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News