default-image

Παρανοήσεις σχετικά με την ημερομηνία του Πάσχα

Κρήτη
Παρανοήσεις σχετικά με την ημερομηνία του Πάσχα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Υπάρχει μια συνηθισμένη παρανόηση μεταξύ των Ορθοδόξων, σύμφωνα με την οποία ο λόγος για τον οποίο το Ορθόδοξο Πάσχα συχνά έπεται κατά πολύ του Πάσχα των χριστιανών της Δύσεως είναι επειδή η Ορθόδοξη Εκκλησία τηρεί τους κανόνες που εξέδωσε η Πρώτη Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας το 325 μ.Χ. για τον υπολογισμό της ημερομηνίας του Πάσχα.

Έτσι οι Ορθόδοξοι πρέπει να περιμένουν να εορτασθεί το ιουδαϊκό Πάσχα από την ιουδαϊκή κοινότητα πριν λάβει χώρα το Πάσχα των Ορθοδόξων.

Αυτή η άποψη δεν είναι ακριβής παρά το γεγονός ότι βρίσκει σύμφωνους πολλούς Ορθόδοξους και επίσης προβάλλεται σε δημοφιλή άρθρα γραμμένα από κάποιους Ορθόδοξους ιερείς.

Ο λόγος για τον οποίο το Ορθόδοξο Πάσχα έπεται τόσο πολύ του Πάσχα που εορτάζεται από τους Ρωμαιοκαθολικούς και τους Προτεστάντες δεν έχει καμία σχέση με την τήρηση από την Ορθόδοξη Εκκλησία του πασχάλιου κανόνα της Συνόδου της Νικαίας και τη μη τήρησή του από τις Δυτικές Εκκλησίες, ούτε με το ότι οι Ορθόδοξοι θα πρέπει να περιμένουν να εορτασθεί πρώτα το ιουδαϊκό Πάσχα.

Απεναντίας, το Ορθόδοξο Πάσχα συχνά έπεται του Πάσχα των Δυτικών επειδή η Ορθόδοξη Εκκλησία χρησιμοποιεί ανακριβείς επιστημονικούς υπολογισμούς, που βασίζονται στο ανακριβές Ιουλιανό ημερολόγιο για τον προσδιορισμό κάθε χρόνο της ημερομηνίας του Πάσχα. Μερικές πρόσθετες πληροφορίες θα βοηθήσουν στην εξήγηση των προβλημάτων αυτής της παρανόησης.

Από ιστορική άποψη, ο θάνατος και η ανάσταση του Ιησού συνέβησαν σε συνάρτηση με το ιουδαϊκό Πάσχα, αν και τα Συνοπτικά Ευαγγέλια (κατά Μάρκον, κατά Ματθαίον, κατά Λουκάν) περιέχουν διαφορές από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, όσον αφορά στην ακριβή ημέρα του συγκεκριμένου ιουδαϊκού Πάσχα.

Λόγω των διαφορών αυτών, οι πρωτοχριστιανικές εκκλησίες ανέπτυξαν διαφορετικές πρακτικές σχετικά με το χρόνο εορτασμού του χριστιανικού Πάσχα και τον τρόπο προσδιορισμού της ημερομηνίας του Πάσχα.

Μερικές αρχαίες Εκκλησίες εόρταζαν το Πάσχα την Κυριακή αμέσως μετά το ιουδαϊκό Πάσχα, ενώ άλλες συνέδεαν τα πάθη και τον θάνατο του Ιησού με το Πάσχα και έτσι τελούσαν την εορτή την ίδια ημέρα με το ιουδαϊκό Πάσχα, ανεξάρτητα από την ημέρα της εβδομάδας στην οποία έπεφτε το Πάσχα.

Οι χριστιανικές κοινότητες που ακολουθούσαν είτε τη μία είτε την άλλη πασχάλια παράδοση συχνά στηρίζονταν στους υπολογισμούς για το Πάσχα των τοπικών ιουδαϊκών κοινοτήτων τους, προκειμένου να προσδιορίσουν την ημερομηνία του δικού τους χριστιανικού Πάσχα.

Το ιουδαϊκό Πάσχα είναι στην πραγματικότητα μια σεληνιακή εορτή, που σηματοδοτεί την έναρξη του νέου έτους και τηρείται σε ετήσια βάση κατά την εαρινή πανσέληνο—ημερομηνία που ορίζεται στο ιουδαϊκό ημερολόγιο ως η 14η Νισάν (βλ. Εξ 12:1-6).

Κατά την αρχαιότητα οι ιουδαϊκές κοινότητες αντιμετώπιζαν πολλές προκλήσεις στη ρύθμιση του έτους βάσει του σεληνιακού ημερολογίου. Επειδή το ιουδαϊκό σεληνιακό ημερολόγιο συχνά δεν συνέπιπτε με τις εποχές του ηλιακού έτους, οι Ιουδαίοι πρόσθεταν έναν επιπλέον μήνα στο ημερολόγιό τους κάθε δύο ή τρία χρόνια ως διόρθωση, ώστε να μην λάβει χώρα το Πάσχα εκτός εποχής.

Μια καθυστερημένη απόφαση για την προσθήκη ενός μήνα στο ιουδαϊκό ημερολόγιο, ή/και δυσκολίες στην επικοινωνία, είχε ως αποτέλεσμα να μην γίνεται γνωστό σε όλες τις ιουδαϊκές κοινότητες αυτός ο επιπλέον μήνας.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εορτάζουν ορισμένες ιουδαϊκές κοινότητες το Πάσχα σε διαφορετικούς μήνες, ενώ άλλες ιουδαϊκές κοινότητες κατέληγαν λανθασμένα να εορτάζουν το Πάσχα δύο φορές μέσα στο ίδιο έτος.

Λόγω του ότι οι χριστιανοί βασίζονταν στους αναξιόπιστους ιουδαϊκούς υπολογισμούς της εαρινής πανσελήνου για το ιουδαϊκό Πάσχα, και λόγω των διαφορετικών χριστιανικών παραδόσεων για την ημερομηνία του εορτασμού του Πάσχα, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, όπου έγινε προσπάθεια να επιλυθούν αυτά τα ζητήματα και να προωθηθεί η χριστιανική ενότητα εκδίδοντας έναν κανόνα για τον υπολογισμό του χριστιανικού Πάσχα.

Η Σύνοδος της Νίκαιας καθόρισε ότι το Πάσχα θα έπρεπε να εορτάζεται: την πρώτη Κυριακή, μετά την πρώτη πανσέληνο, μετά την εαρινή ισημερία.

Ο κανόνας της Συνόδου της Νικαίας έλυσε πολλά πρακτικά ζητήματα:

Πρώτον, η Εκκλησία καθόρισε ότι το χριστιανικό Πάσχα δεν θα εορτάζεται την ίδια ημέρα με την εαρινή πανσέληνο, η οποία σηματοδοτούσε τη εορτή του ιουδαϊκού Πάσχα.

Με την απόφαση να εορτάζεται το Πάσχα την πρώτη Κυριακή μετά την εαρινή πανσέληνο, το χριστιανικό Πάσχα συνδέθηκε για πάντα με το ιουδαϊκό Πάσχα, χωρίς να ταυτίζεται με αυτό, διατηρώντας έτσι την ιστορική συνάρτηση του θανάτου και της ανάστασης του Ιησού με το ιουδαϊκό Πάσχα.

Δεύτερον, με την απόφαση ότι ο χριστιανικός εορτασμός του Πάσχα θα λαβαίνει χώρα σε ετήσια βάση μετά την εαρινή ισημερία, η Εκκλησία διασφάλισε ότι το Πάσχα θα λάβει χώρα μόνο μία φορά κάθε ηλιακό έτος.

Τρίτον, ο κανόνας της Συνόδου της Νικαίας σήμαινε ότι η Εκκλησία δεν θα εξαρτιόταν πλέον από το ιουδαϊκό ημερολόγιο για τον υπολογισμό του ιουδαϊκού Πάσχα (την εαρινή πανσέληνο, δηλαδή στις 14 Νισάν), και ότι η Εκκλησία δεν θα ήταν υποχρεωμένη να περιμένει τις ιουδαϊκές κοινότητες να εορτάσουν το ιουδαϊκό Πάσχα, πριν από τον εορτασμό του χριστιανικού Πάσχα.

Απεναντίας, ο κανόνας της Συνόδου της Νικαίας διασφάλιζε ότι ο χριστιανικός υπολογισμός του Πάσχα θα γινόταν ανεξάρτητα από τον ιουδαϊκό υπολογισμό του Πάσχα χρησιμοποιώντας αντ' αυτού τα αστρονομικά δεδομένα της εαρινής ισημερίας και της εαρινής πανσελήνου προκειμένου να υπολογιστεί η Κυριακή του Πάσχα.

Με αυτόν τον τρόπο διατηρήθηκαν οι ιστορικές και οι θεολογικές σχέσεις μεταξύ του ιουδαϊκού και του χριστιανικού Πάσχα, ενώ επέτρεπε στην Εκκλησία να εξακριβώσει την εαρινή πανσέληνο (δηλαδή, ποια θα ήταν η 14η Νισάν και ως εκ τούτου το ιουδαϊκό Πάσχα) χωρίς τα προβλήματα του ιουδαϊκού ημερολογίου.

Επειδή η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου είχε τη φήμη κορυφαίου κέντρου της αστρονομίας στον αρχαίο κόσμο, η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας ανέλαβε την ευθύνη να εκτελεί τους επιστημονικούς υπολογισμούς που χρησιμοποιούνταν για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του χριστιανικού Πάσχα.

Παρά το γεγονός ότι σήμερα πολλοί παραδοσιαρχικοί Ορθόδοξοι ισχυρίζονται ότι είναι επιτρεπτή η χρήση μόνο του Ιουλιανού ημερολογίου για τον καθορισμό των πασχάλιων ημερομηνιών με τη χρήση των αρχαίων αλεξανδρινών επιστημονικών υπολογισμών, στην ουσία παραγνωρίζεται το γεγονός ότι οι Αλεξανδρινοί χριστιανοί χρησιμοποιούσαν τις δικές τους ημερομηνίες βάσει του αιγυπτιακού ημερολογίου για να υπολογίσουν την ημερομηνία του Πάσχα, η οποία μετατρεπόταν στη συνέχεια στις ημερομηνίες του Ιουλιανού ημερολογίου για άλλα μέρη της αυτοκρατορίας.

Επιπλέον, μολονότι η Σύνοδος της Νικαίας εξέδωσε έναν σαφή κανόνα για τον υπολογισμό του Πάσχα, δεν ρύθμιζε με ακρίβεια τις τεχνικές λεπτομέρειες, τις μεθόδους ή το ημερολόγιο, με τα οποία θα προσδιοριζόταν η εαρινή ισημερία και η εαρινή πανσέληνος.

Απεναντίας, η Αλεξάνδρεια ανέλαβε μεγαλύτερη ευθύνη για την εκτέλεση των πασχάλιων υπολογισμών, επειδή η Εκκλησία ανέμενε ότι τα καλύτερα διαθέσιμα επιστημονικά μέσα θα χρησιμοποιούνταν για τον προσδιορισμό των πασχάλιων ημερομηνιών.

Παρά το γεγονός ότι τόσο η Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο και οι Δυτικές Εκκλησίες συνεχίζουν να ακολουθούν τον κανόνα της Συνόδου της Νκαίας για τον προσδιορισμό του αντίστοιχου εορτασμού του Πάσχα, οι διαφορές στις αντίστοιχες ημερομηνίες του εορτασμού είναι αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της χρήσης διαφορετικών ημερολογίων (Ιουλιανού έναντι Γρηγοριανού) και των διαφορετικών μεθόδων επιστημονικού υπολογισμού για την εξακρίβωση της εαρινής ισημερίας και της εαρινής πανσελήνου.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εφαρμόζει έναν πολύπλοκο μαθηματικό τύπο για τον υπολογισμό του Πάσχα, ο οποίος χρησιμοποιεί το πιο ανακριβές Ιουλιανό ημερολόγιο (επί του παρόντος με 13 ημέρες διαφορά από το Γρηγοριανό ημερολόγιο) και τη «σταθερή» ημερομηνία της 21ης Μαρτίου βάσει του Ιουλιανού ημερολογίου (3η Απριλίου κατά το Γρηγοριανό) ως την ημερομηνία της εαρινής ισημερίας, καθώς και μια μαθηματικά υπολογιζόμενη προσέγγιση της εαρινής πανσελήνου βάσει ενός σεληνιακού κύκλου 19 ετών (Μετώνιος κύκλος).

Με άλλα λόγια, η εαρινή ισημερία που χρησιμοποιείται από την Ορθόδοξη Εκκλησία για τον υπολογισμό του Πάσχα δεν είναι η πραγματική αστρονομική εαρινή ισημερία, ούτε όμως και η εαρινή πανσέληνος, μετά την οποία ακολουθεί το Πάσχα (σύμφωνα με την απόφαση της Συνόδου της Νικαίας), είναι η πραγματική, αστρονομική εαρινή πανσέληνος.

Με απλά λόγια, δεν χρησιμοποιούνται πλέον ούτε το καλύτερο διαθέσιμο ημερολόγιο, ούτε η καλύτερη διαθέσιμη επιστήμη για τον υπολογισμό του Πάσχα, με αποτέλεσμα ο εορτασμός του Πάσχα των Ορθοδόξων να είναι συχνά εκτός συγχρονισμού με τα αστρονομικά φαινόμενα της εαρινής ισημερίας και της εαρινής πανσελήνου, και έτσι συχνά λαμβάνουν χώρα αργότερα την άνοιξη.

Αντίθετα, οι Δυτικές Εκκλησίες χρησιμοποιούν το Γρηγοριανό ημερολόγιο (πολύ πιο ακριβές ημερολόγιο, αν και όχι τέλειο) και έναν γενικότερα ακριβέστερο επιστημονικό υπολογισμό της εαρινής ισημερίας και της εαρινής πανσελήνου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον υπολογισμό του Πάσχα με τρόπο που ανταποκρίνεται καλύτερα με τα πραγματικά αστρονομικά φαινόμενα και ο οποίος είναι συνήθως πιο ακριβής.

Το τρέχον έτος 2016, για παράδειγμα, το Πάσχα των Δυτικών και το Πάσχα των Ορθοδόξων εορτάζονται σε πολύ διαφορετικές ημερομηνίες. Το Πάσχα των Δυτικών υπολογίστηκε ότι πέφτει στις 27 Μαρτίου, ενώ το Ορθόδοξο Πάσχα υπολογίστηκε ότι πέφτει στην 1η Μαΐου (18 Απριλίου κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο). Ωστόσο, μια πρόχειρη ματιά στα πραγματικά αστρονομικά δεδομένα καταδεικνύει άμεσα τα προβλήματα που έχει ο ισχύων Ορθόδοξος υπολογισμός του Πάσχα.

Σύμφωνα με το Ναυτικό Αστεροσκοπείο των ΗΠΑ, η εαρινή ισημερία για το 2016 έλαβε χώρα στις 20 Μαρτίου και ώρα 4:30 π.μ. ώρα Greenwich (UTC).

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η ημερομηνία και η ώρα της εαρινής ισημερίας εξαρτώνται από τον μεσημβρινό που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό (τη θέση δηλαδή πάνω στη γη που χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς).

Ως εκ τούτου, υπάρχει γενική συμφωνία ότι ο μεσημβρινός της Ιερουσαλήμ θα πρέπει να χρησιμοποιείται, δεδομένου ότι αποτελεί την ιστορική τοποθεσία του θανάτου και της ανάστασης του Ιησού. Έτσι, το 2016 η εαρινή ισημερία έλαβε χώρα στην Ιερουσαλήμ στις 20 Μαρτίου και ώρα 6:30 π.μ. (UTC+2).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Ναυτικό Αστεροσκοπείο των ΗΠΑ, η πρώτη πανσέληνος μετά την εαρινή ισημερία το 2016 συνέβη στις 23 Μαρτίου και ώρα 12:01 μ.μ. (UTC), και στην Ιερουσαλήμ στις 14:01 μ.μ. (UTC+2).

Δεδομένου ότι η εαρινή πανσέληνος που έλαβε χώρα στις 23 Μαρτίου 2016 στην Ιερουσαλήμ και ώρα 14:01 μ.μ. ήταν ημέρα Τετάρτη, αυτό σημαίνει ότι το Πάσχα θα έπρεπε να γιορτασθεί την πρώτη Κυριακή που θα ακολουθούσε, δηλαδή την Κυριακή 27 Μαρτίου, ακριβώς την ημερομηνία κατά την οποία εορτάστηκε φέτος το Πάσχα από τις Εκκλησίες των Δυτικών.

Ήταν ευρέως κατανοητό από τους αρχαίους χριστιανούς ότι η εαρινή πανσέληνος δεν θα μπορούσε να προσδιοριστεί με αξιοπιστία μέσω απλής παρατήρησης, καθώς αυτό που μερικές φορές φαίνεται στο μάτι ως πανσέληνος μπορεί να μην είναι στην πραγματικότητα.

Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους μετά τη Σύνοδο της Νικαίας διαφορετικές Εκκλησίες που βρίσκονταν σε κοινωνία μεταξύ τους ανέπτυξαν μια μεγάλη ποικιλία επιστημονικών/μαθηματικών υπολογισμών στο πέρασμα των αιώνων για να καθορίζουν την εαρινή πανσέληνο, που απαιτείται για να προσδιοριστεί η ημερομηνία του Πάσχα.

Ωστόσο, οι επιστημονικές μέθοδοι έχουν σήμερα προχωρήσει σημαντικά από την εποχή της αρχαιότητας, όπως επίσης και η ικανότητά μας να γνωρίζουμε με αξιοπιστία τις ημερομηνίες της εαρινής ισημερίας και της εαρινής πανσελήνου για οποιοδήποτε έτος.

Το 1920, το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης έθεσε το θέμα της χρήσης από όλες τις Εκκλησίες ενός κοινού ημερολογίου έτσι ώστε η Ανατολική και οι Δυτικές Εκκλησίας να μπορούν να εορτάζουν τις κύριες εορταστικές ημέρες από κοινού κατά τη διάρκεια του έτους.

Επιπλέον, το 1923 ένα Πανορθόδοξο Συνέδριο οργανώθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείου, που πρότεινε τη χρήση ενός αναθεωρημένου Ιουλιανού ημερολογίου (πολύ παρόμοιου με το Γρηγοριανό ημερολόγιο), καθώς, επίσης, και την επιστροφή στα πραγματικά αστρονομικά δεδομένα της εαρινής ισημερίας και της εαρινής πανσελήνου για τον υπολογισμό του Πάσχα.

Ωστόσο, διχαστικές αντιδράσεις ενάντια στην έγκριση του νέου ημερολογίου και των νέων πασχάλιων υπολογισμών οδήγησαν σε μια συμβιβαστική λύση που επέτρεπε στις αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες να επιλέξουν το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο ή το νέο (αναθεωρημένο Ιουλιανό) ημερολόγιο για τη ρύθμιση του εκκλησιαστικού έτους, αλλά διατηρούσε το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο και τους επιστημονικούς υπολογισμούς που βασίζονται σε αυτό για τον προσδιορισμό των πασχάλιων ημερομηνιών.

Υπό το φως της σημερινής προόδου σε πολλούς ημερολογιακούς και επιστημονικούς τομείς, οι Ορθόδοξοι θα πρέπει να αναρωτηθούν αν εναρμονίζεται με το πνεύμα της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου της Νικαίας η χρήση του ανακριβούς Ιουλιανού ημερολογίου, η χρήση της «σταθερής» ημερομηνίας της 21ης Μαρτίου κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο (3 Απριλίου κατά το Γρηγοριανό) για την εαρινή ισημερία, και η χρήση μιας μαθηματικά υπολογιζόμενης προσέγγισης της εαρινής πανσελήνου.

Η Νίκαια εξέδωσε τον κανόνα για τον υπολογισμό του Πάσχα, έτσι ώστε οι Χριστιανοί οπουδήποτε κι αν βρίσκονται να μπορούν να εορτάσουν την πιο σημαντική χριστιανική γιορτή από κοινού με ενότητα, ως κοινή μαρτυρία στον κόσμο.

Η Νίκαια δεν ρύθμισε με ακρίβεια τις τεχνικές λεπτομέρειες, τις μεθόδους ή το ημερολόγιο με το οποίο θα πρέπει να καθορίζεται η εαρινή ισημερία και η εαρινή πανσέληνος, αλλά ανέμενε ότι θα χρησιμοποιείτο η καλύτερη διαθέσιμη επιστήμη για τον υπολογισμό του Πάσχα. Η καλύτερη διαθέσιμη επιστήμη δεν χρησιμοποιείται πλέον για τον υπολογισμό του Πάσχα!

Κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα, η Ορθόδοξη και οι Δυτικές Εκκλησίας θα εορτάσουν από κοινού το Πάσχα μόνο 31 φορές. Σε μετέπειτα αιώνες, ο κοινός εορτασμός του Πάσχα θα λάβει χώρα πολύ πιο σπάνια, καθώς τα σφάλματα του Ιουλιανού ημερολογίου θα διακρίνονται ολοένα και πιο ξεκάθαρα.

Αυτό θα οδηγήσει σε Ορθόδοξο Πάσχα που θα λάβει χώρα ακόμα πιο αργότερα μέσα στο έτος και θα χαθεί σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό η σχέση του με την εαρινή ισημερία και την εαρινή πανσέληνο. Εάν δεν ληφθούν μέτρα, το έτος 2698 θα είναι η τελευταία φορά που το Πάσχα των Ορθοδόξων και το Πάσχα των Δυτικών θα λάβει χώρα την ίδια ημέρα.

Μπορεί να υπάρξουν τελικά γενιές Χριστιανών που δυστυχώς θα φτάσουν στο σημείο να πιστεύουν ότι Ορθόδοξοι και Δυτικοί χριστιανοί ποτέ δεν εόρτασαν από κοινού το Πάσχα.

Μια Συνδιάσκεψη για το Πάσχα μεταξύ των εκπροσώπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των Δυτικών Εκκλησιών στα πλαίσια του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών το 1997 οδήγησε σε μια εξαιρετική διακήρυξη και σε εμπεριστατωμένες προτάσεις για έναν από κοινού εορτασμό του Πάσχα, αλλά, δυστυχώς, οι προτάσεις αυτές δεν εφαρμόστηκαν ποτέ.

Είναι πλέον καιρός οι Ορθόδοξοι να αρχίσουν και πάλι να συζητούν αυτό το σημαντικό θέμα του πασχάλιου υπολογισμού και εορτασμού, και ταυτόχρονα να εγκαταλείψουν διαδεδομένες παρανοήσεις μεταξύ Ορθοδόξων σχετικά με τους λόγους, για τους οποίους το Πάσχα συχνά έπεται τόσο πολύ του Πάσχα των Δυτικών.

Συμπερασματικά, οι χριστιανοί της Δύσεως ακολουθούν πράγματι τον κανόνα που εξέδωσε η Σύνοδος της Νικαίας για τον υπολογισμό του Πάσχα, ενώ οι Ορθόδοξοι δεν χρειάζεται να περιμένουν τον ιουδαϊκό εορτασμό του Πάσχα, ώστε να ακολουθήσει ο εορτασμός του Ορθοδόξου Πάσχα. Απλώς, η Ορθόδοξη Εκκλησία χρειάζεται ένα ακριβέστερο ημερολόγιο, καθώς και ακριβέστερους επιστημονικούς υπολογισμούς, έτσι ώστε το Ορθόδοξο Πάσχα να πέφτει και πάλι κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο, μετά την εαρινή ισημερία. Και φυσικά, να συνεορτάζει και πάλι μαζί με τους χριστιανούς αδελφούς και αδελφές μας της Δύσεως.

Πηγή: http://panorthodoxcemes.blogspot.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News