default-image

Το δίκαιο του ισχυρότερου

Απόψεις
Το δίκαιο του ισχυρότερου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από τον Θουκυδίδη στον Πλάτωνα και από τον Διαφωτισμό στο σήμερα

Ο Θουκυδίδης είναι ο άνθρωπος που μετατρέπει την Ιστορία σε επιστημονικό αντικείμενο. Η περιγραφή του Πελοποννησιακού Πολέμου είναι ένα συγκλονιστικό και συνάμα επιστημονικό γεγονός. Δεν υπάρχει κάποια θεότητα ή υπερβατολογικές αναφορές που θα δημιουργήσουν στον αναγνώστη την ιδέα ενός φανταστικού πεδίου μάχης, αλλά υπάρχει μια ουδέτερη και απόλυτα αντικειμενική αποτύπωση των γεγονότων.

Ο Θουκυδίδης ως ιστορικός κάνει πράξη αυτό που πρέσβευε προτού γράψει αυτό το «κτήμα ες αεί». Πίστευε πως η Ιστορία πρέπει να αποτυπώνεται τη χρονική στιγμή που συντελείται. Δεν μπορεί να υπάρξει γραπτή αποτύπωση των γεγονότων, όταν τα συγκεκριμένα γεγονότα έχουν λάβει χώρα χρόνια πίσω (όπως για παράδειγμα έκανε ο Ηρόδοτος) και ο ιστορικός είναι παρών. Ο ιστορικός πρέπει να είναι παρών και να περιγράφει την κατάσταση όπως έχει, ώστε οι μελλοντικές γενεές να μάθουν. Ειδάλλως, η ιστορική αφήγηση κινδυνεύει να μετουσιωθεί σε μύθο.

Η ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου περιγράφεται με κυνισμό, ενώ ο ορθός λόγος είναι απών. Δε λογίζεται κανένας πως ο συγκεκριμένος πόλεμος έχει συνέπειες στις δύο αυτές μεγάλες πόλεις-κράτη, Αθήνα και Σπάρτη. Ο Θουκυδίδης ξεχωρίζει την προσωπικότητα του Περικλή και τη μετριοφροσύνη του Νικία. Τα άλλα πρόσωπα, όπως εμφανίζονται, είναι πλάσματα που τρέφονται από φιλοδοξίες και ψευδαισθήσεις. Θέλουν να επιβάλλουν τον δικό τους τρόπο οργάνωσης της πόλης, ενώ θέλουν να κυριαρχήσουν στρατιωτικά και οικονομικά. Κανένας δεν μπορεί να αντισταθεί στις δύο υπερδυνάμεις της εποχής εκείνης, ακόμη και η ιδέα του Δικαίου, η οποία υπερβαίνει τα κοινωνικά και πολιτικά πλαίσια και μετουσιώνεται ως μια στάση ζωής. Η ιδέα του Δικαίου αποκαθηλώνεται. Πώς όμως;

Σ’ ένα απόσπασμα από τις “Ιστορίες” του Θουκυδίδη, οι Αθηναίοι συναντιούνται με κατοίκους του νησιού της Μήλου. Οι Αθηναίοι είχαν ήδη κάνει προσπάθειες ώστε να εντάξουν τη Μήλο στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου πελάγους σχεδόν είχαν πάρει στάση υπέρ της Αθήνας, ενώ η Μήλος ήθελε να μείνει ουδέτερη και να μην πάρει στάση ούτε υπέρ της Αθήνας ούτε υπέρ της Σπάρτης.

Ο Θουκυδίδης με ειλικρίνεια παρουσιάζει την ιδέα του ισχυρού μέσα από τη συνάντηση Αθηναίων-Μηλίων. Οι Αθηναίοι, εφόσον έχουν συνειδητοποιήσει πως δεν πρόκειται να εντάξουν τη Μήλο στην Αθηναϊκή Συμμαχία, επιθυμούν την καταστροφή του νησιού. Επιθυμούν να βιαιοπραγήσουν. Να αφανίσουν κάθε κάτοικο που δεν επιθυμεί να ευθυγραμμίσει τη βούλησή του με το συμφέρον της Αθήνας. Οι κάτοικοι της Μήλου γνωρίζουν πως δεν υπάρχει προοπτική σ’ έναν επικείμενο πόλεμο και σπεύδουν να κάνουν λόγο στην αφηρημένη ιδέα του Δικαίου. Και με τρόπο αφοπλιστικό τονίζουν πως δεν είναι δίκαιο ούτε συνετό η Αθήνα, που έχει μια αξιόλογη και αξιοζήλευτη στρατιωτική και ναυτική δύναμη, να κάνει πόλεμο με τη Μήλο επειδή δε θα συμπράξει πολεμικά μαζί της.

Οι Αθηναίοι επέδειξαν αλαζονεία, η οποία αποτέλεσε προϊόν της παντοδυναμίας τους και της ανάδειξής της Αθήνας σ’ έναν από τους δύο βασικούς πόλους της ελληνικής επικράτειας κατά την περίοδο του 5ου αιώνα π.Χ. Οι Αθηναίοι όχι απλά δεν έδειξαν τη στοιχειώδη γνώση περί Δικαίου, αλλά με αλαζονική συμπεριφορά κατέσφαξαν τους άνδρες της Μήλου, πούλησαν τα γυναικόπαιδά της ως δούλους και το γραφικό νησί της Μήλου το μετοίκησαν Αθηναίοι πολίτες. Ο ανίσχυρος εξουδετερώθηκε.

Μερικά χρόνια αργότερα, ο ύπατος φιλόσοφος Πλάτων στην περίφημη πολιτική πραγματεία του “Πολιτεία” επικεντρώνεται στην ιδέα της Δικαιοσύνης. Ο Σωκράτης, ο ήρωας των πλατωνικών διαλόγων, προσπαθεί να αντικρούσει τις διαδεδομένες αντιλήψεις περί δικαιοσύνης. Μία εξ αυτών εκφράζεται από τα χείλη του σοφιστή Θρασύμαχου, ο οποίος είναι κυνικός και αυθάδης συνάμα. Δηλώνει ρητά και κατηγορηματικά, χωρίς να έχει προηγηθεί ένας νηφάλιος στοχασμός από την πλευρά του, πως το συμφέρον του ισχυρότερου καθορίζει το τι είναι δίκαιο και με τον όρο «ισχυρός» εννοεί τον άρχοντα. Δικαιοσύνη για τον Θρασύμαχο σημαίνει συμμόρφωση στην κυρίαρχη εξουσία, δηλαδή σεβασμό στους νόμους και στα διατάγματα της εξουσίας. Όποιος επιθυμεί να παραβεί τους κανόνες της κυρίαρχης εξουσίας, πρέπει να δέχεται την τιμωρία. Ακόμη κι εάν η εξουσία έχει άδικο.

Η αποκαθήλωση της ιδέας του ισχυρότερου ήρθε από τον Διαφωτισμό, όταν οι άνθρωποι αυτοπροσδιορίστηκαν ως έλλογα όντα και φορείς ίσης ηθικής αξίας. Οι ιεραρχίες που βασίστηκαν στο φύλο και στην οικονομική τάξη κατέρρευσαν, ωστόσο ο πόλεμος ως ένα οικονομικό, κοινωνικό και στρατιωτικό γεγονός συνεχίστηκε. Ο άνθρωπος θεωρήθηκε ως ένα πλάσμα ικανό να θέτει τους όρους ύπαρξής του, να αυτοπροσδιορίζεται και στη βάση της συνείδησής του να ελέγχει τα κίνητρα και τις πράξεις του. Ωστόσο, τα κράτη συνέχιζαν να πολεμούν και να βρίσκονται σε μια ατέρμονη κτηνώδη κατάσταση στην προσπάθειά τους να βρουν τον ζωτικό τους χώρο.

Η ανθρωπότητα έχει ζήσει μεγαλύτερες περιόδους πολέμου παρά ειρήνης και δημοκρατίας. Ο ισχυρότερος, έχοντας επίγνωση της ανωτερότητάς του, επιδιώκει να επιβάλλει τους δικούς του όρους ύπαρξης, καταβαραθρώνοντας τον αντίπαλο. Επιθυμεί να επιβάλλει τον “πολιτισμό” του, απαξιώνοντας και τιμωρώντας κραυγαλέα τον πολιτισμό του ανίσχυρου.

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, πραγματοποιούνται προσπάθειες ώστε κάθε πολεμική επιχείρηση να αποτρέπεται. Εάν κοιτάξουμε, ωστόσο, με κριτική ματιά τη σημερινή χρονική συγκυρία, θα διαπιστώσουμε πως ναι μεν πλέον η ανθρωπότητα έχει απομακρυνθεί από τη δίνη του πολέμου, ωστόσο ο ισχυρός έχει ακόμα τη ροπή να εξουσιάζει και να ασκεί την κυριαρχία ή αλλιώς την επιβολή του. Ακόμη και η έννοια του Δικαίου, μια έννοια αξιολογικά ουδέτερη, μετουσιώνεται σε μια ιδέα που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ισχυρών. Και οι διεθνείς ή ευρωπαϊκοί οργανισμοί που συστάθηκαν για την αποτροπή εμπόλεμης κατάστασης έχουν ρόλο παθητικό.

Σαφής απόδειξη του παραπάνω ισχυρισμού αποτέλεσε στο παρελθόν η στρατιωτική κατάληψη της Αιθιοπίας από την Ιταλία και η μετατροπή της σε ιταλική αποικία. Η Κοινωνία των Εθνών έδειξε αδυναμία και αναποτελεσματικότητα.

Σήμερα, επιβεβαιώνεται η ίδια αδυναμία από την πλευρά των διεθνών οργανισμών να διατηρήσουν την τάξη και παράλληλα να επιβάλλουν κυρώσεις στα ισχυρά κράτη.

Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η ανθρωποκτονία του Κασέμ Σολεϊμανί, ο οποίος ήταν Ιρανός στρατιωτικός ηγέτης. Οι ΗΠΑ έπρεπε να παραπεμφθούν σε διεθνές δικαστήριο για την παράνομη αυτή πράξη, που αντίκειται στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Κανένα κράτος-μέλος δεν έδρασε γνωρίζοντας τις επιπτώσεις που θα έχει σε περίπτωση που ασκήσει δριμεία κριτική στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.

Το είδαμε και στη δική μας περίπτωση μέσα από τη Διάσκεψη του Βερολίνου. Η Γερμανία δεν ήθελε να συμμετάσχει η Ελλάδα για να μην τεθούν στο τραπέζι τα κυριαρχικά της δικαιώματα, όταν το θέμα της συζήτησης ήταν η Λιβύη. Εάν η ελληνική ηγεσία έκανε αναφορά στα κυριαρχικά δικαιώματα με τη μορφή παρέμβασης, ο Ερντογάν θα δυσανασχετούσε. Προτίμησαν να καλέσουν τον Τούρκο πρόεδρο, ο οποίος είναι αφενός ο ισχυρός παίκτης στην περιφερειακή μας ζώνη, και αφετέρου είναι εκείνος που κινεί τα νήματα υπογείως στη Λιβύη, επηρεάζοντας τη συμπεριφορά του Σάρατζ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κάλεσε την Ελλάδα, όπως όφειλε για λόγους ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, αλλά την Τουρκία ως τον ισχυρότερο παίκτη, ο οποίος γνωρίζει “το Δίκαιο”. Το Δίκαιο του ισχυρότερου είναι εκείνο που καθορίζει ανθρώπινες συμπεριφορές και κρατικές δράσεις. Το Δίκαιο του ισχυρότερου δημιουργεί νέους συσχετισμούς και αποκαλύπτει τον κυνισμό και τη μισαλλοδοξία του ανθρώπου.

* Ο Νίκος Κοσμαδάκης είναι πολιτικός επιστήμονας ([email protected]).

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News