Ο Γιαννάκης γεννήθηκε στο Μαρούσι, ο Γιωργάκης γεννήθηκε στη Μήλο: Ποιος έχει περισσότερες πιθανότητες να προσληφθεί ως δικηγόρος;

Εθνικές Εκλογές
Ο Γιαννάκης γεννήθηκε στο Μαρούσι, ο Γιωργάκης γεννήθηκε στη Μήλο: Ποιος έχει περισσότερες πιθανότητες να προσληφθεί ως δικηγόρος;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παιδεία… ανισοτήτων - Γράφει η Μαρία-Ελένη Νικηφόρου

Παράδειγμα 1ο: Ο Γιαννάκης γεννήθηκε σε ιδιωτικό μαιευτήριο του Αμαρουσίου. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, έξω από το σπίτι του σταματούσε το σχολικό λεωφορείο, προκειμένου να τον μεταφέρει στον παιδικό σταθμό, όπου περνούσε αρκετές ώρες. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, μάλιστα, οι γονείς του αντιλήφθηκαν την αγάπη του για το ποδόσφαιρο και τον «έγραψαν» στην ποδοσφαιρική λέσχη για παιδιά της περιοχής. Όσο μεγάλωνε, τόσο αυξάνονταν οι δραστηριότητες: Να μην ξέρει να κολυμπάει; Να μη μάθει πιάνο; Στο πιάνο, δε, μέχρι τα 17 του, είχε πάρει και το πτυχίο του. Την πρωτοβάθμια εκπαίδευση την ολοκλήρωσε σε ιδιωτικό σχολείο - οι γονείς του μετάνιωσαν που τον είχαν ήδη «γράψει» στο κολυμβητήριο, αφού, στο μάθημα της Γυμναστικής, τα παιδιά έκαναν μάθημα στην πισίνα του σχολείου - το ίδιο και τη δευτεροβάθμια. Και μπορεί στο σχολείο του να διδασκόταν Αγγλικά, Γερμανικά και Γαλλικά, ωστόσο οι γονείς του αποφάσισαν να κάνει ιδιαίτερα στα Αγγλικά, προκειμένου να «πάρει» το Proficiency και να μάθει, στο φροντιστήριο, ακόμη δύο γλώσσες της επιλογής του. Ο Γιαννάκης, λοιπόν, μιλάει (άπταιστα) Αγγλικά, Γερμανικά, Γαλλικά, Ιταλικά και Ισπανικά. Μέχρι την Τρίτη Λυκείου, ο Γιαννάκης δεν ήξερε αν θέλει να σπουδάσει στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Έτσι, ξεκίνησε να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα, στο σπίτι του, σε όλα τα μαθήματα που θα «έδινε» στις Πανελλήνιες. Τελικά, αποφάσισε να αξιοποιήσει τα προγράμματα συμβουλευτικής του ιδιωτικού του σχολείου, δεν έδωσε Πανελλήνιες, έκανε αίτηση στη Σχολή Νομικής του Queen Mary University of London, όπου και τον δέχτηκαν. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του, έκανε μεταπτυχιακό στο Universite Paris 1 Pantheon - Sorbonne, όπου εξειδικεύτηκε στο Ευρωπαϊκό και Συγκριτικό Δίκαιο και επέστρεψε στην Αθηνα.

Παράδειγμα 2ο: Ο Γιωργάκης γεννήθηκε στη Μήλο. Δεν τον δέχτηκαν στο δημοτικό παιδικό σταθμό και έτσι μάθαινε ανάγνωση και αριθμητική με τη γιαγιά του. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, έπαιζε ποδόσφαιρο με τους φίλους του στη γειτονιά του Κωστάκη, που ήταν αδιέξοδο. Αγαπούσε πολύ τον παππού του, που ήταν ψαράς, και δίπλα του έμαθε να κολυμπάει. Από μικρός του άρεσαν πολύ τα Ρεμπέτικα και ο θείος του, που είχε μπουζούκι, του έμαθε μερικούς σκοπούς. Ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο σχολείο του χωριού του. Στο σχολείο, σαν δεύτερη ξένη γλώσσα, επέλεξε τα Γερμανικά, τα οποία και του άρεσαν πολύ, όμως οι γονείς του αποφάσισαν πως είναι καλύτερο να πάει στο φροντιστήριο και να πάρει το Lower στα Αγγλικά, προκειμένου να έχει, έστω, ένα πτυχίο στα χέρια του. Ο Γιωργάκης ήθελε να γίνει δικηγόρος. Έτσι, έκανε φροντιστήριο, σε 3 από τα 6 μαθήματα των Πανελληνίων. Έδωσε Πανελλήνιες, εισήχθη στη Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ παράλληλα εργαζόταν, γιατί ήθελε να κάνει και μεταπτυχιακό. Τα κατάφερε και ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές τους σπουδές στις «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές» της Νομικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου στην Αθήνα, όπου και παρέμεινε για να βρει δουλειά.

Αυτή τη στιγμή, ο Γιαννάκης και ο Γιωργάκης κάθονται δίπλα - δίπλα και περιμένουν τη σειρά τους για την πρώτη τους συνέντευξη σε ένα μεγάλο δικηγορικό γραφείο της Αττικής. Από τα βιογραφικά τους (και μόνο), ποιον, πιστεύετε, πως θα προσλάβει ο μεγαλοδικηγόρος;

Το άρθρο μου για την «κοινωνική ανισότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος» θα μπορούσε να τελειώνει εδώ.

Όμως θα σας δώσω ένα ακόμη παράδειγμα:

Έτος 2020, Πανεπιστήμιο Κρήτης. Δεκάδες φοιτητές βρίσκονται στη διαδικασία της επιλογής τους (από τον καθηγητή) σε ένα ΥΕΣ (Υποχρεωτικό Σεμινάριο Επιλογής) - ναι, αντί να επιλέγουν οι φοιτητές τα Σεμινάρια που θέλουν, λόγω της έλλειψης διδακτικού προσωπικού, οι καθηγητές επιλέγουν τους φοιτητές, αλλά αυτό είναι για άλλο άρθρο - ο καθηγητής, λοιπόν, λόγω του όγκου των φοιτητών θέτει κάποιες προϋποθέσεις προκειμένου να διαλέξει τους «20» (βαριά «25») που θα πάρει. Η προϋπόθεση που θέτει είναι η δεύτερη ξένη γλώσσα! Και είναι, πράγματι, μια ουσιώδης προϋπόθεση, μιας και η βιβλιογραφία είναι κατά πολύ πλουσιότερη, εάν γνωρίζεις περισσότερες από μία ξένες γλώσσες, ωστόσο, τι γίνεται με τους φοιτητές από οικογένειες που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τους «στείλουν» σε φροντιστήριο ή ιδιαίτερα, προκειμένου να πάρουν πτυχίο και σε δεύτερη γλώσσα;

Έχετε σκεφτεί ποτέ το ρόλο που διαδραματίζει η κοινωνική προέλευση των μαθητών, αναφορικά με τις σχολικές τους επιδόσεις; Πόσο πιο εύκολο, δηλαδή, καθίσταται για ένα παιδί που μεγαλώνει σε μία οικογένεια με οικονομική ευμάρεια να είναι «καλύτερος» μαθητής από ένα παιδί που δεν βρίσκεται μέσα σε ένα (οικονομικά) προνομιούχο περιβάλλον; Και - φυσικά - δεν αναφέρομαι στην πνευματική ικανότητα των δύο παιδιών, ούτε και είναι de facto πως ο ένας μαθητής θα είναι «καλύτερος» από τον άλλον, όμως, σκεφτείτε, απλώς, την πρόσβαση του ενός και του άλλου παιδιού στα πνευματικά αγαθά.

Ο μαθητής που βρίσκεται σε ένα (οικονομικά) προνομιούχο περιβάλλον είναι πολύ πιο πιθανό να έχει ευκολότερη πρόσβαση σε βιβλία, συχνότερη πρόσβαση σε μουσεία, Ιδρύματα, Ινστιτούτα κ.λπ., ενώ, ας μην ξεχνάμε και τη γλωσσική επάρκεια∙ ο μαθητής αυτός, είναι πιθανότερο να έχει «πλουσιότερο» λεξιλόγιο από το μαθητή που δεν μεγαλώνει σε (οικονομικά) προνομιούχο περιβάλλον.

Θέλετε, επίσης, να λάβουμε υπ’ όψιν μας και την πρόσβαση στην τεχνολογία; Ναι, μπορεί, σήμερα, η τεχνολογία να βρίσκεται - κυριολεκτικά «στο χέρι μας» ανά πάσα στιγμή, ωστόσο, ένα παιδί που προέρχεται από ένα (οικονομικά) προνομιούχο περιβάλλον, έχει πρόσβαση σε περισσότερα τεχνολογικά αγαθά, γεγονός που εντείνει το ψηφιακό χάσμα μεταξύ των μαθητών και μετέπειτα των ενηλίκων.

Ενώ, ποιος μαθητής είναι πιθανότερο να «παρατήσει» ακόμη και την 9χρονη υποχρεωτική του εκπαίδευση;

Όλα αυτά, μας οδηγούν στο συμπέρασμα πως, (ακόμη και) η εκπαίδευση, «τρώει» τις ασθενείς οικονομικά ομάδες. Τα παραδείγματα που φέρνω στην αρχή του κειμένου, είναι χαρακτηριστικά για να αντιληφθούμε, μάλιστα, τις επιπτώσεις αυτής της κατάστασης.

Απλώς, ας μη μιλάμε για δημόσια Παιδεία. Είναι αστείο να κάνουμε λόγο για δημόσια («δημόσιος»: για το δήμο, για το λαό, για όλους) Παιδεία, όταν εκείνη ευνοεί τους οικονομικά ισχυρότερους και τα αποτελέσματά της διαφοροποιούνται ανάλογα με το που κατατάσσεσαι στην κοινωνική διαστρωμάτωση. (Όσο για τη δωρεάν, εκείνη είναι για άλλο άρθρο...)

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News