Δημήτρης Ξενάκης: «Στην Ελλάδα επικρατεί η παλαιοκομματική νοοτροπία»

Κρήτη
Δημήτρης Ξενάκης: «Στην Ελλάδα επικρατεί η παλαιοκομματική νοοτροπία»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το κράτος... “λάφυρο” για τις εκάστοτε κυβερνήσεις, ο σφιχτός εναγκαλισμός του με την αναξιοκρατία και η “κατάρα” της οικογενειοκρατίας

Από την εκκωφαντική συστημική ευθύνη που επανέφερε στο προσκήνιο μια ακόμη τραγωδία στην Ελλάδα μέχρι την πολιτική υστέρηση που έθρεψε η οικογενειοκρατία με τις... “ευλογίες” των ψηφοφόρων και το προβλέψιμο debate για το “θεαθήναι”, ο καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, Δημήτρης Ξενάκης, αναλύει γεγονότα και εξελίξεις.

Τα Τέμπη υπενθύμισαν τις διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού κράτους (και δεν ήταν μόνο τα Τέμπη, ήταν το Μάτι κ.ά.). Συμπερασματικά, κύριε Ξενάκη, αν δούμε τη μεγάλη εικόνα, διαπιστώνουμε πως πίσω από κάθε τραγωδία κρύβεται η φαυλότητα και η ανικανότητα του ελληνικού πολιτικού συστήματος και του ελληνικού κρατικού μηχανισμού. Είναι έτσι;

«Στο πρώτο Υπουργικό Συμβούλιο μετά τα Τέμπη, ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στο “βαθύ κράτος” που έχει “δομηθεί επί δεκαετίες πάνω σε κατεστημένες νοοτροπίες [και] συστημικές αδράνειες [...]”. Δύο βδομάδες πριν από το δυστύχημα είχε πει σε ομιλία του για την ψηφιακή διακυβέρνηση: “Γινόμαστε επιτέλους σοβαρό κράτος, που σέβεται τον πολίτη και χτίζει σχέσεις εμπιστοσύνης”. Δυστυχώς, πολλά από τα προβλήματα της σύγχρονης Ελλάδας εδράζονται στο πελατειακό κράτος και τον σφιχτό εναγκαλισμό του με το κομματικό κατεστημένο, την αναξιοκρατία και τον νεποτισμό. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με επιστρώσεις παλαιοκομματικής νοοτροπίας, όπου εκ παραδόσεως το κράτος θεωρείται λάφυρο για το κυβερνών κόμμα και η εμπιστοσύνη χορηγείται πρωτίστως σε συγγενείς και φίλους. Με λίγα λόγια, η Ελλάδα είναι μια σχιζοειδής χώρα, της οποίας η καταγωγική αντίφαση μεταξύ νεωτερικού κελύφους και παλαιοκομματικών εθισμών διαπερνά τον δημόσιο βίο, συγκαλύπτεται και μετατρέπεται σε υποκριτική συμπεριφορά: άλλα λέω και άλλα κάνω».

Μπορούν μονοκομματικές κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν αυτές τις παθογένειες;

«Δυστυχώς έχει αποδειχτεί πως ούτε οι κυβερνήσεις συνεργασίας μπορούν να επιτύχουν πολλά. Δεν υπάρχει κουλτούρα πολιτικών συναινέσεων και συνεργασίας που σε άλλες ευρωπαϊκές δημοκρατίες είναι καθεστώς. Και το χειρότερο είναι πως δεν την επιζητούν ούτε οι πολίτες. Θα φανεί αυτό και από τα ποσοστά των μεγάλων κομμάτων στις επερχόμενες εκλογές».

Άρα, κύριε Ξενάκη, αν δεν αλλάξει το μοντέλο διακυβέρνησης, τι σημασία έχει αν θα είναι στην εξουσία Ν.Δ., ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ ή κάποιο άλλο κόμμα;

«Όλα τα κόμματα έχουν διαφορές στα προγράμματά τους, καθώς και στον τρόπο επίτευξης των στόχων που θέτουν. Έχουν διαφορετικό πρόσημο και στόχευση τα μέτρα π.χ. κοινωνικής πολιτικής, καθώς και πολύ διαφορετικά αποτελέσματα ανάλογα με τον τρόπο εφαρμογής».

Ναι, αλλά πέρα από τα προγράμματα των κομμάτων, υπάρχει και ένας κρατικός μηχανισμός που απαιτεί “εξυγίανση”. Π.χ. να βρίσκονται οι σωστοί άνθρωποι στα αντίστοιχα πόστα, ανεξαρτήτως αν είναι κολλητοί, φίλοι και “μπατζανάκηδες” του όποιου πολιτικού-κόμματος. Η τραγωδία στο Μάτι ανέδειξε - μεταξύ άλλων - το μείζον ζήτημα του συντονισμού φορέων και δημόσιων υπηρεσιών στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Τα πορίσματα των εμπειρογνωμόνων σε κάθε τραγωδία που σημειώνεται σε αυτή τη χώρα αναδεικνύουν αυτό ακριβώς: την ανάγκη για ριζική αναδιοργάνωση σε όλα τα επίπεδα. Αυτό είναι ανεξάρτητο με τα προγράμματα-προεκλογικές παροχές των κομμάτων. Είναι πιο βαθύ και πολύπλοκο.

«Διεκδικώντας τη διακυβέρνηση της χώρας, τα κόμματα εξουσίας προβάλλουν την αντίληψή τους περί κράτους μέσα από ένα κοινό μοτίβο: Υπόσχονται αλλαγές που θα αντικαταστήσουν το υπάρχον κομματικό-πελατειακό, αναποτελεσματικό, και, ενίοτε, θανατηφόρο κράτος με ένα άλλο, “αξιόπιστο”, “σύγχρονο”, “αποτελεσματικό”. Μερικές φορές κωδικοποιούν την αντίληψή τους σε μια εύπεπτη έννοια: “open gov”, “επανίδρυση του κράτους”, “επιτελικό κράτος”, κ.λπ. Η περίπτωση του επιτελικού κράτους είναι χαρακτηριστική, καθώς ο αρχικός στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα ισχυρό κέντρο που θα παρακολουθεί την ενιαία λειτουργία της κυβέρνησης με κεντρικούς στόχους και όχι υπουργεία-φέουδα. Επιτελικότητα όμως δε σημαίνει ανέλεγκτος πανεποπτισμός. Η σύγχρονη διακυβέρνηση προϋποθέτει συντονισμό διάσπαρτης εμπειρογνωμοσύνης, σε βάθος χρόνου. Επιτυγχάνεται μέσα από ακομμάτιστους και στιβαρούς θεσμούς, θεσμική μνήμη και θεσμικά αντίβαρα. Πέρα από τη ρητορική, τι συγκεκριμένες αυτοδεσμεύσεις έχουν αναλάβει τα κόμματα εξουσίας για να τα αποκτήσουμε; Μια ματιά αν ρίξετε στα προεκλογικά προγράμματά τους, θα βάλετε τα γέλια ή τα κλάματα».

Γιατί ο Έλληνας διαχρονικά ανανέωνε την εμπιστοσύνη του σε συγκεκριμένα πρόσωπα; Υπάρχει αποκωδικοποίηση ως προς αυτό; (από τρεις οικογένειες είχαμε επτά ή οκτώ πρωθυπουργούς).

«Δυστυχώς, η οικογενειοκρατία στο πολιτικό μας σύστημα είναι άλλο ένα δείγμα της πολιτικής υστέρησης και σίγουρα βασική τροχοπέδη στην ανανέωση του πολιτικού προσωπικού της χώρας και της γενικότερης υπανάπτυξης που επιδεινώθηκε δραματικά στην εποχή των μνημονίων και των διαδοχικών κρίσεων».

Υπό τον φόβο… του λάθους - «Ανούσιο debate, χωρίς ξεκάθαρο νικητή»

Πώς αξιολογείτε το debate των πολιτικών αρχηγών;

«Ήταν ένα, κατά γενική ομολογία, ανούσιο ντιμπέιτ, που δε μας πρόσφερε ειδήσεις και δεν ανέδειξε κάποιον ξεκάθαρο νικητή. Οι πολιτικοί αρχηγοί των σημερινών κοινοβουλευτικών κομμάτων εμφανίστηκαν μάλλον εγκλωβισμένοι στο στενό πλαίσιο κανόνων, που οι ίδιοι τελικά διαμόρφωσαν, μέσα από τη διακομματική επιτροπή. Προσπάθησαν να περάσουν τις θέσεις τους όσο πιο συνοπτικά και ταυτόχρονα ολοκληρωμένα μπορούσαν, να στείλουν τα μηνύματά τους στο εκλογικό σώμα και κάπως να δείξουν τη διαφοροποίησή τους από τους πολιτικούς αντιπάλους. Τα περισσότερα από τα θέματα που ανέλυσαν οι πολιτικοί αρχηγοί τα είχαμε ακούσει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στο πρόγραμμά τους ή στην προεκλογική τους εκστρατεία. Χθες (σ.σ. την Τετάρτη) κάπως τα συνόψισαν. Το μόνο θέμα ίσως που τάραξε περισσότερο τα νερά ήταν το θέμα των υποκλοπών, διότι ήταν και η πρώτη φορά που βρέθηκαν στο ίδιο τραπέζι ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Ανδρουλάκης - τα δύο πρόσωπα που εμπλέκονται στο μεγαλύτερο σκάνδαλο των τελευταίων δεκαετιών, και το οποίο παραμένει ομιχλώδες».

Πόσο δημοκρατικό θεωρείτε ότι είναι οι πολιτικοί (εκείνοι, δηλαδή, οι οποίοι κανονικά θα έπρεπε να ελέγχονται) να επιβάλλουν τους όρους διεξαγωγής του debate και όχι οι δημοσιογράφοι;

«Καθόλου δημοκρατικό, αλλά πολύ επικοινωνιακό. Η βασική οδηγία των επικοινωνιολόγων σε αυτού του είδους ντιμπέιτ είναι ότι δεν πρέπει να γίνει λάθος. Δε θα κερδίσει, δηλαδή, κάποιος από το ντιμπέιτ, αλλά δεν πρέπει και να χάσει. Οπότε το τελικό αποτέλεσμα είναι να παραμείνουν όλοι μαζεμένοι και να μη δημιουργηθεί ενδεχομένως μια λάθος εντύπωση, ίσως από μία λάθος έκφραση. Δημιουργείται έτσι κατά κάποιο τρόπο μια οριζόντια γραμμή, η οποία δεν άφησε να αναδειχθούν τα πλεονεκτήματα του καθενός. Ενδεχομένως και εφόσον προκύψει και δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, να αλλάξουν οι όροι διεξαγωγής της τηλεμαχίας των δύο επικρατέστερων μονομάχων».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρνείται ευθεία αντιπαράθεση σε μια “μονομαχία” με τον Αλέξη Τσίπρα. Επικοινωνιακά τι μήνυμα εκπέμπει αυτή η επιλογή;

«Νομίζω ότι είναι πολύ αρνητικό για τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος σε αρκετά σημεία στη διάρκεια του πρόσφατου ντιμπέιτ είχε απολογητικό ύφος. Οψόμεθα σε μια μελλοντική μονομαχία για να δούμε αν όντως οι επικοινωνιακές ικανότητες του κ. Τσίπρα μπορούν να κάνουν τη διαφορά».

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News