default-image

Βαρουφάκης - Λαπαβίτσας 0 - 0

Απόψεις
Βαρουφάκης - Λαπαβίτσας 0 - 0

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πριν μιλήσουμε για το «ντέρμπυ» των συγκεκριμένων προσώπων, καλό είναι να ξέρουμε κάποια πράγματα για το «άθλημα» και τους «αθλητές». Για την οικονομία και τους οικονομολόγους. Οι περισσότερες «καραμέλες» που σερβίρονται στους λαούς είναι από το χώρο της οικονομίας. Όροι βαρύγδουποι, «κυριλέ», «πιασάρικοι» αλλά και τεχνοκρατικοί. Ό,τι πρέπει δηλαδή αν (λέω αν) κάποιος θέλει να αποπροσανατολίσει. Άλλωστε οι οικονομολόγοι είναι οι άνθρωποι που θα μας πουν αύριο πού έκαναν λάθος σήμερα. Π.χ. στην Ελλάδα, πότε τα τελευταία 20 χρόνια υπολόγισαν και πρόβλεψαν σωστά; Ποτέ. Αν έκαναν στοιχειωδώς σωστά τη δουλειά που ο ελληνικός λαός τους ανέθεσε να κάνουν, η πατρίδα και οι Έλληνες δε θα βρισκόντουσαν στην τραγική σημερινή κατάσταση.

Του Χρήστου Γιαννίμπα

Σύμφωνοι, δεν είναι όλοι ίδιοι ούτε η οικονομία το ευκολότερο «άθλημα» στον κόσμο. Κάθε άλλο μάλιστα. Φτάνει να σκεφτείτε πως κανένα οικονομικό μοντέλο δεν μπορεί να διατυπώσει με ακρίβεια τις διαδραστικές σχέσεις των οικονομικών στοιχείων (ατόμων, νοικοκυριών, επιχειρήσεων, τραπεζών, κρατών κ.λπ.). Ακόμα και η βασική θεώρηση, οποιουδήποτε μοντέλου, πως τα οικονομικά στοιχεία (μεμονωμένα άτομα, νοικοκυριά, επιχειρήσεις, τράπεζες κ.λπ.) δρουν στη βάση της λογικής είναι λαθεμένη, αφού πάντα θα υπάρχουν αποκλίσεις από τη λογική (συστημικές αποκλίσεις). Άρα συνέπειες στη μακροοικονομική συμπεριφορά. Αν προσθέσουμε και τις δράσεις που κινούνται στη γκρίζα ζώνη της νομιμότητας και πολύ περισσότερο αυτές που δρουν εκτός αυτής (και τέτοιες δράσεις θα υπάρχουν πάντα), καταλαβαίνει κανείς ότι το όποιο οικονομικό μοντέλο είναι εξ αρχής ναρκοθετημένο. Ο Τζον Κ. Γκαλμπρέιθ[1] το είχε πει πολύ πιο απλά. «Η μόνη λειτουργία των οικονομικών προβλέψεων είναι ότι κάνουν την αστρολογία να φαίνεται αξιοπρεπής.» Θα πείτε: Τι να κάνουμε, να καταργήσουμε την οικονομία και τους οικονομολόγους;  Όχι βέβαια. Χρειαζόμαστε την οικονομία και φυσικά τους οικονομολόγους. Αλλά με μια απαράβατη προϋπόθεση. Δεν θα βάζουμε το κάρο μπροστά από το άλογο. Θα το εξηγήσω, αλλά πρώτα σκεφτείτε τούτο.

Οι αρχαίοι Έλληνες ασχολήθηκαν με τα πάντα. Φιλοσοφία, ιστορία, πολιτική, αρχιτεκτονική, ιατρική, γλυπτική, ποίηση, θέατρο, μαθηματικά, αστρονομία κ.λπ. Τους απασχόλησαν όλοι οι τομείς της ανθρώπινης σκέψης και δράσης. Έχετε αναρωτηθεί γιατί δεν ασχολήθηκαν καθόλου με την οικονομία; Γιατί δεν υπήρξε ένας Αριστοτέλης, ένας Ιπποκράτης, ένας Πλάτωνας, ένας Ευκλείδης, ένας κάποιος τέλος πάντων οικονομολόγος; Μήπως δεν είχαν πλούσιους και φτωχούς; Είχαν. Μήπως δεν είχαν αγορά (προϊόντων και υπηρεσιών), νόμισμα, ανάπτυξη, παραγωγικότητα κ.λπ. μονολεκτικά οικονομία; Βεβαίως και είχαν. Ε, τότε γιατί δεν υπήρξε ο «οικονομολόγος Σωκράτης»; Απάντηση. Γιατί οι αρχαίοι Έλληνες από την αρχή διαπίστωσαν πως η οικονομία υπηρετεί την πολιτική και όχι η πολιτική την οικονομία. Η οικονομία δεν είναι παρά ένα εργαλείο της Πολιτικής και τίποτα παραπάνω. Ακόμα και ο Σόλωνας που έκανε το πρώτο haircut («κούρεμα»), δηλαδή τη διαγραφή χρεών, έμεινε στην Ιστορία ως νομοθέτης και πολιτικός και όχι ως οικονομολόγος.

Συμπεράσματα. Πρώτο. Τα οικονομικά μοντέλα με τα οποία παραμυθιάζουν αναλυτές και οικονομολόγοι τις πολιτικές ηγεσίες, έχουν την ίδια αξία με τα παραμύθια της γιαγιάς. Είναι χρήσιμα για να κοιμίζουν και ταυτόχρονα να κρύβουν από την κοινή θέα τις ανομολόγητες επιδιώξεις των κατασκευαστών τους. Δεύτερο και σπουδαιότερο. Η Πολιτική χρησιμοποιεί την οικονομία με το βλέμμα στους ανθρώπους και τις επερχόμενες γενιές. Η οικονομία χρησιμοποιεί την πολιτική με το βλέμμα στους ισολογισμούς και τα ποσοστά κέρδους. Η πολιτική ηγεσία επιλέγει ποια από τις δυο θα βάλει μπροστά από το «κάρο» της κοινωνίας.

Αυτό δεν φαίνεται να το αντιλαμβάνεται ο νομπελίστας Joseph Stiglitz όταν διαπιστώνει πως: «τα ελαττωματικά μοντέλα οδηγούν και σε ελαττωματική πολιτική». Κάνει λάθος, γιατί συμβαίνει ακριβώς το ανάποδο. Η ελαττωματική πολιτική οδηγεί σε αποδοχή των ελαττωματικών μοντέλων. Έτσι δεν εκπλήσσουν οι συλλογισμοί του. «Ακόμη αναζητείται ο υπαίτιος για τη χειρότερη οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Ύφεση: είναι τα στελέχη του χρηματοοικονομικού κλάδου, που έκαναν τόσο κακή δουλειά στη διαχείριση κινδύνου, ή οι αξιωματούχοι που απέτυχαν να τους εμποδίσουν; Αυτοί που έχουν το μεγαλύτερο μέρος ευθύνης είναι οι οικονομικοί αναλυτές. Εκείνοι έδωσαν τα μοντέλα που οδήγησαν σε εφησυχασμό τους αξιωματούχους, αφού τους έπεισαν ότι οι αγορές αυτορρυθμίζονται και  έχουν την ικανότητα να διορθώσουν εσωτερικά, χωρίς έξωθεν παρέμβαση, τις ανισορροπίες.» (Άρθρο στους Financial Times Οκτώβρης 2010. Οι υπογραμμίσεις δικές του). «Σωστός» ο Mr. Stiglitz. Φταίνε οι «οικονομικοί αναλυτές», αφού οι πολιτικοί απλώς… προεδρεύουν. Λες και οι λαοί δεν ψήφισαν τους πολιτικούς αλλά τους οικονομικούς αναλυτές. Οι «καημένοι» οι νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί που όχι μόνο διαλαλούν αλλά και εφαρμόζουν τα νεοφιλελεύθερα δόγματα είναι θύματα των «οικονομικών αναλυτών». Mr. Stiglitz, λυπάμαι που θα σε στενοχωρήσω, αλλά έρχεσαι δεύτερος και καταϊδρωμένος. Ο Καραμανλής πολύ πριν από σένα διαπίστωνε, για τα δομημένα ομόλογα, πως έφταιγαν οι «άπληστοι χρηματιστές» και οι «αδαείς διοικήσεις».

Τις τελευταίες δεκαετίες με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού και της οικονομίας των αγορών, οι κυβερνήσεις εθίστηκαν με πολλές δόσεις ελεύθερης και ανεξέλεγκτης αγοράς. Ίσως γιατί τις έκαναν να αισθάνονται καλά. Τόσο καλά, που πωρώθηκαν στην ιδέα πως το επικερδές ιδιωτικό είναι πάντα ο καλύτερος και αποδοτικότερος τρόπος να γίνονται τα πράγματα. Πως όλα όσα χρειάζονται δεν είναι παρά η μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα. Οι πολιτικοί ηγέτες έγιναν λογιστές. Ανίκανοι κι ανήμποροι να παράξουν και να εφαρμόσουν πολιτικές υπέρ των λαών τους, ανήγαγαν τη λογιστική σε πρότυπο. Για το δημόσιο, για την εκπαίδευση και την έρευνα, για την υγεία, για την ασφάλεια για όλα. Π.χ. στη χώρα μας. Οι προϋπολογισμοί που ψηφίζονταν όλα αυτά τα χρόνια έβαζαν το κάρο μπροστά από το άλογο, αφού δεν ήταν οι πολιτικές που καθόριζαν την κατανομή των πόρων, αλλά οι προϋπολογιζόμενες δαπάνες που καθόριζαν τις πολιτικές και βέβαια τις προτεραιότητες. Το αποκορύφωμα ήταν τα μνημόνια και οι συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε.

Οι πολιτικοί που κυβέρνησαν δεν έδειξαν να κατανοούν (η επιεικής εκδοχή), την απλή αλήθεια πως η οικονομία δεν είναι πάνω από την πολιτική, αλλά το αντίθετο. Διαχρονικά οι λαοί θα είχαν λύσει όλα τα προβλήματα, αν αυτή η διαπίστωση δεν ίσχυε. Δεν θα είχαν παρά να διαλέξουν τους άριστους των οικονομικών επιστημών. Για να το πω κι αλλιώς, η πολιτική δεν υπηρετεί την οικονομία αλλά η οικονομία την πολιτική. Φυσικά για να υπηρετήσει η οικονομία την πολιτική πρέπει προηγουμένως να λειτουργεί αποτελεσματικά. Σε αντίθετη περίπτωση ακόμα και οι καλύτερες πολιτικές θα παραμένουν ασκήσεις επί χάρτου. Αυτό ως γενική διαπίστωση είναι σωστό. Επειδή όμως η οικονομία δεν είναι ασυνεχής και πάντα λειτουργούσε, αυτό που απομένει είναι το «αποτελεσματικά». Το πρόδηλο ερώτημα είναι:

Αποτελεσματικά για ποιους; Για παράδειγμα, στη χώρα μας την τελευταία εικοσαετία η οικονομία και λειτουργούσε και παραήταν αποτελεσματική. Υπήρξε ανάπτυξη (όσοι ενδιαφέρονται ας δουν το παράρτημα στο τέλος). Ένα μόνο αποδεικτικό στοιχείο είναι η επέκταση του κεφαλαίου, κυρίως του τραπεζικού αλλά όχι μόνο αυτού, στις βαλκανικές χώρες και αλλού (Πολωνία, Ρωσία κ.λπ.). Η ολιγαρχία αύξησε τον πλούτο της, απόλυτα και σχετικά, όσο ποτέ άλλοτε. Αυτή η αύξηση συνεχίστηκε και στην κρίση που ισχυροποίησε ακόμα περισσότερο την οικονομική ολιγαρχία. Π.χ. από τη φτωχοποίηση των Ελλήνων κερδήθηκαν τεράστια ποσά. Στα πέντε χρόνια των μνημονίων (2010-2014), το ΑΕΠ μειώθηκε (αθροιστικά) 25%. Όμως, το 95% του ΑΕΠ είναι εισοδήματα (συντάξεις, μισθοί κ.λπ.) που μειώθηκαν 40%. Η διαφορά πού πήγε; Οέοο!

Η συνέχεια στο δεύτερο μέρος όπου θα δούμε γιατί το «ντέρμπυ» Βαρουφάκη - Λαπαβίτσα είναι στο 0 - 0.

[1] Ο Τζον Κ. Γκαλμπρέιθ ήταν από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους του 20ου αιώνα και σίγουρα ο πιο μορφωμένος. Κατά την ταπεινή μου άποψη περισσότερο φιλόσοφος παρά οικονομολόγος.

Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης το χρέος της χώρας είναι περίπου το 20% του ΑΕΠ. Το 1993 έχει ήδη εκτιναχθεί στο 100% και από τότε παραμένει μονίμως πάνω απ' αυτό για να φτάσει στη στρατόσφαιρα με την κρίση και τα εγκλήματα των μνημονιακών κυβερνήσεων (PSI, PSI plus). Το κράτος δηλαδή χρηματοδοτούσε την ανάπτυξη με δανεικά. Δανειζόταν και δανειζόταν και δανειζόταν. Τα χρήματα αυτά όμως πήγαιναν όχι στην παραγωγική ανασυγκρότηση που θα απέφερε έσοδα, με τα οποία θα αποπληρώνονταν και τα δανεικά, αλλά σε μια παρασιτική οικονομική ελίτ που επιπλέον λεηλατούσε την κρατική περιουσία. Και ας πούμε πως τα δάνεια δεν αποπληρώνονταν στην πρώτη μεταπολιτευτική εικοσαετία, γιατί η ανάπτυξη ήταν από ανύπαρκτη έως πολύ μικρή. Όμως στη δεύτερη εικοσαετία (ειδικότερα την περίοδο 1994-2007), η ανάπτυξη (στρεβλή αλλά ανάπτυξη) ήταν πρωτόγνωρη για ολόκληρη την ιστορία του τόπου. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει την εξέλιξη του ΑΕΠ, του χρέους και των δαπανών από το 1998 έως και το 2008 που ξεσπά η παγκόσμια κρίση. (Πηγή Eurostat, τα ποσά είναι σε δισ. ευρώ.)

Είναι προφανές πως στο διάστημα αυτό το ΑΕΠ αυξάνεται συνεχώς. Από τα 117 δισ. του 1998 διπλασιάζεται στα 233 δισ. το 2008. Αντίστοιχα αυξάνεται εκρηκτικά και το χρέος της χώρας, που από 112 δισ. το 1998 υπερδιπλασιάζεται σε 263 δισ. το 2008. (Μεταξύ 1996 και 2008 ανάλογη εκρηκτική αύξηση έχουν τα χρέη νοικοκυριών, από 13 δισ. σε 140 δις., και επιχειρήσεων, από 59 δισ. σε 233 δισ. Αθροιστικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις δανείστηκαν 127 + 174 = 301 δισ. ευρώ). Στον πίνακα όμως βλέπουμε και τις δαπάνες, οι οποίες (με μικρές αυξομειώσεις) παραμένουν σταθερές για όλο αυτό το διάστημα. Κάτι που καταρρίπτει το μύθο πως το χρέος της χώρας αυξανόταν, γιατί τάχα αυξάνονταν υπέρογκα οι δαπάνες. Ο πίνακας που ακολουθεί δείχνει τα φορολογικά έσοδα της Ελλάδας και τον μέσο όρο φορολογικών εσόδων στην ΕΕ, εκφρασμένων ως % ποσοστό των ΑΕΠ.

Ένας λοιπόν σημαντικός λόγος της αύξησης του χρέους φαίνεται στο διάγραμμα αυτό. «Βγάζει μάτια» πως στην Ελλάδα, παρότι το ΑΕΠ αυξάνεται συνεχώς, τα έσοδα του κράτους από τη μεγέθυνση αυτή μειώνονται. Ενώ στην ΕΕ παραμένουν σταθερά και περίπου στο 25,5%, στη χώρα μας μειώνονται. Αν οι κυβερνώντες ασκώντας την εξουσία, εισέπρατταν έσοδα το 25,5% του ΑΕΠ, όπως και οι συνάδελφοί τους στην ΕΕ, το κράτος θα είχε εισπράξει (μεταξύ 2000 και 2008) επιπλέον έσοδα 87 δισ. ευρώ. Κι αν αυτά δίνονταν για αποπληρωμή του χρέους, τότε η κρίση το 2008 θα μας έβρισκε με χρέος 176 δισ. (75,5% του ΑΕΠ) και όχι 263 δισ. (113% του ΑΕΠ). Προσέξτε, δεν λέω να είχαν αυξήσει τη φορολογία πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Απλώς να εισέπρατταν ως % ποσοστό του ΑΕΠ, όσο και οι άλλες χώρες της ΕΕ. Το συμπέρασμα είναι πρόδηλο. Όχι μόνο στις «παχιές αγελάδες» δεν αυξήθηκαν ΚΑΙ τα δημόσια έσοδα, αλλά αντίθετα μειώθηκαν και αυξήθηκε ο ιδιωτικός πλούτος με μια πυραμίδα αναδιανομής δανεικών στην κορυφή της οποίας ήταν (και είναι) η οικονομική ελίτ.

* Ο Χρήστος Γιαννίμπας είναι αρθρογράφος και συγγραφέας

Πηγή: tvxs.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News