default-image

Σενάρια και προοπτικές – Analyst.gr

Απόψεις
Σενάρια και προοπτικές – Analyst.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην είναι ώριμος, αλλά οι πολίτες είναι αρκετά οργισμένοι ώστε να μην δέχονται τίποτα λιγότερο. Αντιθέτως δυσανασχετούν πολλοί εκ των ψηφοφόρων του με τα πρώιμα σημάδια ενός συμβιβασμού με τη γερμανική ηγεμονία και τους τραπεζίτες.

Ας προσπαθήσουμε να εξετάσουμε διάφορα σενάρια εκλογικού αποτελέσματος, όπως κάνουν όλοι οι πολίτες. Πολλοί ρωτούν: Κι αν ο Τσίπρας καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση, θα τα καταφέρει να κυβερνήσει; Ας δούμε επομένως όλα τα σενάρια, ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι για το χειρότερο.

ΣΕΝΑΡΙΟ ΠΡΩΤΟ: Υποθέτουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα αλλά δεν έχει αυτοδυναμία 151 εδρών στη Βουλή. Τότε υπάρχουν κατά το Σύνταγμα δύο πιθανότητες: Να σχηματίσει συμμαχική κυβέρνηση αν υπάρχουν σύμμαχοι, ή να σχηματίσει κυβέρνηση ανοχής με 121 ψήφους και με την ανοχή των άλλων κομμάτων, ή μερικών εξ αυτών. Τίποτα δεν εμποδίζει τον ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει το πρόγραμμά του και μετά από 3 έως 6 μήνες να προσφύγει στον ελληνικό λαό, ώστε να εγκρίνει όσα έκανε ή να τα απορρίψει. Τι μπορεί να κάνει; Να επαναφέρει την 13η σύνταξη όπως έχει υποσχεθεί και να καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ. Να υιοθετήσει τα μέτρα που έχει εξαγγείλει για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και είναι γνωστά ως το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης». Είναι μια εύκολη άσκηση επί χάρτου την οποία ακόμα και ο χειρότερος ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εφαρμόσει. Αλλά δεν λύνει κανένα από τα μακροπρόθεσμα προβλήματα της Ελλάδας και της Ευρώπης. Μπορεί όμως να στρώσει το χαλί για τη λύση τους και βάζοντας στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης νέα «ατού» που δεν υπάρχουν. Αυτό είναι ο ελληνικός λαός, ο οποίος ως τώρα έχει αποκλειστεί ως μέρος της διαπραγμάτευσης. Δηλαδή να εξαγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι η όποια μελλοντική συμφωνία με την ΕΕ για την οριστική έξοδο από την κρίση και την επιστροφή στην βιώσιμη, αειφόρο ανάπτυξη, όπως και για την μετατροπή του χρέους σε βιώσιμο χρέος, θα εγκριθεί ή θα απορριφθεί με δημοψήφισμα από τον ελληνικό λαό. Είναι ένα βήμα για την επανάκτηση της λαϊκής κυριαρχίας στο εσωτερικό και για την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας του κράτους της Ελλάδας, ώστε να μπορεί να διαπραγματευθεί με όρους πολιτικής ισοτιμίας.

Αυτό φυσικά δεν αρκεί. Πρέπει να προετοιμαστεί να αντιμετωπίσει τους εκβιασμούς των τραπεζιτών όπως το να κλείσουν τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, ή μάλλον να απειλήσουν ότι θα το κάνουν, όπως έκαναν και με την Κύπρο. Ήδη έχουν δηλώσει οι ντόπιοι εκπρόσωποι της ΕΚΤ (δηλαδή η τράπεζα της Ελλάδος) ότι αυτή τη φορά δεν θα υπάρχουν αεροπλανιές με χαρτονομίσματα, όπως το 2012. Δηλαδή ενδεχομένως να υποχρεωθούν τα ΑΤΜ των τραπεζών να λειτουργούν για κάποιο χρονικό διάστημα με όριο αναλήψεων π.χ. τα 300 ευρώ την ημέρα ή και λιγότερα.

Ας το εξετάσουμε ψύχραιμα αυτό το επιχείρημα. Πράγματι είναι πρόβλημα. Αλλά ένα μέρος των Ελλήνων δεν θα καταλάβει τη διαφορά. Γιατί και τώρα μπορούν να έχουν λογαριασμούς στην τράπεζα, αλλά δεν κάνουν ανάληψη πάνω από 100 ευρώ την ημέρα για να αντιμετωπίσουν τις βιοποριστικές ανάγκες της οικογένειάς τους. Μια μέση οικογένεια στην οποία δουλεύουν και οι δύο γονείς, εισπράττει στον τραπεζικό της λογαριασμό περίπου 2.000 ευρώ το μήνα, (συνήθως σε δύο δόσεις ή σε τέσσερις δόσεις των περίπου 500 ευρώ τη φορά. Αυτοί είναι σχεδόν το 75% των Ελλήνων. Δηλαδή οι άνεργοι, οι απλήρωτοι, οι άεργοι, οι συνταξιούχοι, και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Στο υπόλοιπο 25% περιλαμβάνονται οι επιχειρηματίες, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι επενδυτές, τα στελέχη των επιχειρήσεων με τους μεγάλους μισθούς και η οικονομική, πολιτική και δημοσιογραφική ελίτ. Είναι πρόβλημα για την οικονομία και κυρίως για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, για τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρίες, όσο και για τους αποταμιευτές οι οποίοι θα βιώσουν μια ανασφάλεια λίγων ημερών ή εβδομάδων, μέχρι να ομαλοποιηθούν τα πράγματα. Αν αντιμετωπίσει την κατάσταση με απάθεια, τότε θα φανεί ότι εκείνοι που έχουν το πρόβλημα δεν είναι η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού αλλά το ίδιο το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι φτωχοί Έλληνες μπορεί να δυσκολευτούν, αλλά οι τραπεζίτες θα πάψουν να είναι τραπεζίτες. Ποιος λέτε να υποχωρήσει γιατί έχει περισσότερα να χάσει;

Μεγαλύτερο πρόβλημα από την έλλειψη ρευστότητας για λίγες μέρες, είναι η επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος. Αν οι τραπεζίτες παραδέχονταν ότι με αυτό τον τρόπο εκβιάζουν τους πολίτες για να μην υποστηρίζουν μια φιλολαϊκή κυβέρνηση δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Αλλά ισχυρίζονται ότι δεν προκαλούν εκείνοι την έλλειψη ρευστότητας, αλλά η κυβέρνηση η οποία δεν έχει τίποτα να κερδίσει από αυτό. Τα μέσα ενημέρωσης που ελέγχονται από το μεγάλο κεφάλαιο, θα φωνασκούν ότι η κυβέρνηση δεν ενεργεί «υπεύθυνα», δηλαδή σύμφωνα  με τα συμφέροντα των τραπεζών και θα υπάρχουν πολλοί καλοπροαίρετοι πολίτες που θα το πιστέψουν ή θα υποκύψουν στον εκβιασμό λέγοντας ότι «με τη φιλική προς τους τραπεζίτες κυβέρνηση ήταν καλύτερα».

Λογικά αυτά τα προβλήματα είναι μπροστά μας, αφού και η διαπραγμάτευση είναι μπροστά μας. Οι τραπεζίτες και οι πολιτικοί που τους υποστηρίζουν όπως η Μέρκελ και οι σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης, θα πέσουν στον πειρασμό να κάνουν την Ελλάδα θύμα τους, ώστε να φρονηματίσουν όλους τους άλλους να μην σηκώσουν κεφάλι. Το έκαναν ήδη το 2010 και το έχουν παραδεχθεί ήδη από το 2012. Αυτό δεν θα τους εμποδίσει να το ξανακάνουν, όπως ήδη είδαμε τη γερμανική κυβέρνηση να διαρρέει στο Σπήγκελ το παραμύθι ότι δήθεν η Ευρώπη μπορεί να αντιμετωπίσει χωρίς συνέπειες μια έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Την επομένη έπεσαν πάνω της φυσικά όλοι οι Ευρωπαίοι λέγοντας ότι παίζει με τη φωτιά και ότι η Γερμανία και η Ευρώπη έχουν να χάσουν περισσότερα από την Ελλάδα, πράγμα ακριβέστατο. Αλλά αν η επόμενη κυβέρνηση δεν είναι ψοφοδεής όπως η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου και η κυβέρνηση Σαμαρά, θα τα καταφέρει. Η σωστή προετοιμασία είναι απαραίτητη και φυσικά ένας τεχνικός σύμβουλος με εμπειρία σε τέτοιες διαπραγματεύσεις είναι χρήσιμος. Ένας επαγγελματίας επικοινωνιακός σύμβουλος είναι επίσης απαραίτητος για να χαλιναγωγηθούν τα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Ας υποθέσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και παρόλα αυτά, σχηματίζει συμμαχική κυβέρνηση με μικρότερα κόμματα με βάση μια προγραμματική συμφωνία. Μια τέτοια κυβέρνηση έχει ισχυρή δημοκρατική νομιμοποίηση και επομένως αυξημένο κύρος στις διαπραγματεύσεις. Οίκοθεν νοείται ότι πρέπει αμέσως να υλοποιήσει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, δηλαδή το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» και οι διαπραγματεύσεις να αρχίσουν από κει και πέρα. Οι δανειστές δεν θα έχουν σημαντικές αντιρρήσεις και σιωπηρά θα το αποδεχτούν. Γιατί το συνολικό κόστος ύψους 9 έως 11 δισεκατομμύρια ευρώ, δεν επιδρά στο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης. Φυσικά δεν πρόκειται και να το χρηματοδοτήσουν. Αν όμως η κυβέρνηση καταφέρει να το χρηματοδοτήσει με τους υπάρχοντες εσωτερικούς πόρους, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα. Φυσικά η κυβέρνηση Σαμαρά, εφαρμόζει τακτική καμένης γης, στεγνώνοντας τη ρευστότητα του δημοσίου και παραδίδοντας άδεια ταμεία. Όχι μόνον τα βραχυπρόθεσμα έσοδα έχουν σημειώσει ρεκόρ μη είσπραξης, αλλά και έχει δώσει νομοθετικά περιθώριο ως τον Ιούνιο του 2015 σε όσους θέλουν να κάνουν ρύθμιση 100 δόσεων για όσα χρωστούν και μπορούν να πληρώσουν. Έχουν στρώσει δηλαδή το χαλί στον Σόϊμπλε και στη Μέρκελ, ώστε να «καρφώσουν» την επόμενη ελληνική κυβέρνηση, δικαιώνοντας έτσι τον εαυτό τους και δικαιολογώντας τον «μονόδρομο» που διατυμπανίζουν.

Αυτή η κυβέρνηση που θα καταφέρει να βάλει το νερό στο αυλάκι τις πρώτες 100 μέρες, και να διαχειριστεί ευφυώς την κατάσταση, έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να υιοθετήσει εκείνες τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις, (καθιέρωση της απλής αναλογικής, δημοψηφίσματα και με λαϊκή πρωτοβουλία, νομοθετική πρωτοβουλία στη Βουλή αντί για τους υπουργούς κλπ) που θα επαναφέρουν σε ισχύ τη λαϊκή κυριαρχία και θα μπορέσει στη συνέχεια να δώσει τη μάχη στο έδαφός της. Δηλαδή με την κυριαρχία του ελληνικού κράτους στο τραπέζι, το οποίο θα βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος και κάτω από την κρατική κυριαρχία της Ελλάδας. Από κεί και πέρα χρειάζονται και όλα όσα αναφέραμε στο πρώτο σενάριο.

ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΡΙΤΟ: Η Μέρκελ και ο Αντώνης Σαμαράς, αντιμετωπίζουν σήμερα την ίδια κατάσταση που αντιμετώπισαν για λίγες ώρες το 2012, όταν για ένα 24ωρο ο Γιώργος Παπανδρέου, απείλησε με δημοψήφισμα πριν βάλει την ουρά στα σκέλια και αποσυρθεί σαν δαρμένος σκύλος, παραχωρώντας τη θέση του στον Λουκά Παπαδήμο για να κάνει τη συμφωνία όπως ακριβώς ήθελαν η Μέρκελ και οι τραπεζίτες της. Έπεσαν από την Ακρόπολη και στάθηκαν όρθιοι. Αυτό ελπίζουν να επαναλάβουν και τώρα. Προς το παρόν δεν τους βγαίνει το σενάριο τρομοκράτησης των Ελλήνων. Ελπίζουν όμως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και αν βγει πρώτο κόμμα, δεν θα μπορεί να σχηματίσει συμμαχική κυβέρνηση, λόγω έλλειψης συμμάχων. Δηλαδή ότι εκτός της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στη Βουλή θα εκπροσωπείται μόνον η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ που έχει δηλώσει ότι δεν θα συμμετάσχει σε καμία κυβέρνηση και ενδεχομένως να μην δώσει ούτε την ανοχή του δηλώνοντας παρών. Αν καταφέρουν επομένως να μείνουν εκτός Βουλής, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του Πάνου Καμμένου (ο οποίος έχει δείξει απρόσμενη αντοχή στις επιθέσεις που έχει δεχθεί) και η ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη, τότε πράγματι ο ΣΥΡΙΖΑ στερείται αξιόλογων συμμάχων και δύσκολα μπορεί να ανοίξει διάλογο απευθείας με τη Δεξιά και με την κεντροαριστερά. Μάλιστα σε ότι αφορά την ΔΗΜΑΡ, μόνος του έβγαλε τα μάτια του, γιατί δεν εκτίμησε ως στρατηγική ανάγκη τις συμμαχίες, αλλά έδωσε μεγαλύτερη σημασία στο περιεχόμενο της προγραμματικής συμφωνίας των δύο κομμάτων και δεν θέλησε να αναλάβει καμία προεκλογική δέσμευση. Οι σφυγμομετρήσεις οι οποίες είναι εν μέρει κατευθυνόμενες, αλλά και διαμορφώνουν το κλίμα των εκλογών, προβλέπουν ότι και τα δύο αυτά κόμματα θα μείνουν εκτός Βουλής. Κανείς φυσικά δεν εμποδίζει τον Αλέξη Τσίπρα να τους περιλάβει στην κυβέρνηση ως άτομα, αναγνωρίζοντας την πολιτική τους αυτοτέλεια και να τους δώσει το φιλί της ζωής, ώστε να παραμείνουν στο παιχνίδι και να ανακάμψουν στην περίπτωση υιοθέτησης της απλής αναλογικής.

Σε συνθήκες πόλωσης η λαϊκή θέληση παραχαράσσεται ευκολότερα και δυστυχώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έδειξε και στο θέμα αυτό ότι διαθέτει στρατηγική σκέψη, ενώ έδειξε να διαθέτει τακτική που τον ευνοεί κομματικά και βραχυπρόθεσμα. Ο εκλογικός νόμος πάντως δεν επιτρέπει εύκολα να σχηματιστεί άλλου τύπου κυβέρνηση «εκ προσωπικοτήτων» η οποία θα στηρίζεται σε άλλα κόμματα πλην του ΣΥΡΙΖΑ. Χοντρικά με τις 50 έδρες της καλπονοθείας, οι υπόλοιπες 250 έδρες του κοινοβουλίου μοιράζονται σχεδόν σαν να είχαμε απλή αναλογική και μάλιστα εις βάρος του δεύτερου κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ με ένα ποσοστό γύρω στο 33% θα πάρει τις 100 από αυτές τις έδρες. Είναι απίθανο ότι μπορούν να συνασπιστούν όλοι οι άλλοι για να σχηματίσουν έστω και κυβέρνηση ανοχής με 121 ψήφους εμπιστοσύνης.

Πάντως είναι μια κατάσταση που θα δώσει την ευκαιρία στους ξένους να κάνουν εκείνες τις μανούβρες που χρειάζονται για να ακυρώσουν τις δυνατότητες ανάκτησης της λαϊκής κυριαρχίας των πολιτών. Οι ντόπιοι σύμμαχοί τους όχι μόνον είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν μαζί τους, αλλά και διαγκωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος είναι πιο αποτελεσματικός. Ο Σαμαράς νιώθει την ανάσα μιας δεκάδας υπουργών του που θα ήθελαν να τον αντικαταστήσουν έστω και για λίγες ώρες ή μέρες και ο Βενιζέλος έχει ήδη μπροστά του τον Γιωργάκη που επιστρέφει από περιέργεια για να ρίξει μια ματιά, και τους Λοβέρδο, Φλωρίδη, Διαμαντοπούλου, Θεοδωράκη κλπ που θα ήθελαν να τον αντικαταστήσουν ως … αχθοφόροι του πάλαι ποτέ ένδοξου ονόματος της … Δημοκρατικής Παράταξης!

Καταλύτης για το κάθε ένα από τα τρία αυτά σενάρια, (τα οποία έχουν φυσικά πολλές παραλλαγές) είναι η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και αυτή τη φορά απαιτούνται 180 ψήφοι στην ιδανική περίπτωση, ή 151 ψήφοι στη φυσιολογική εξέλιξη ή 120 ψήφοι στην έσχατη περίπτωση μη συναινετικής εκλογής. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την ευκαιρία να εκλέξει όποιον επιθυμεί και θα είναι ένα πρώτο τέστ προθέσεων για τον ίδιο. Θέλει να ασκήσει στενά κομματική πολιτική οργανωτικού ελέγχου των θεσμών μέσω έμπιστων προσώπων, ή θέλει να ασκήσει εθνική πατριωτική πολιτική μέσω ευρύτερων συμμαχιών; Μπορεί να τα κάνει όλα.

Για παράδειγμα μπορεί να προτείνει ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας ένα πρόσωπο σαν τον Σταύρο Δήμα, ή τον Απόστολο Κακλαμάνη προερχόμενο από τη συντηρητική παράταξη ή την κεντροαριστερά και να εκλεγεί με σχεδόν 200 ψήφους αν και δεν απαιτούνται τόσοι πολλοί. Έτσι δημιουργεί κλίμα εθνικής συναίνεσης ενόψει των διαπραγματεύσεων με τους ξένους. Μπορεί να προτείνει και να εκλέξει ένα στέλεχος προερχόμενο από τις τάξεις του όπως ο Μανώλης Γλέζος ή ο Νίκος Κωνσταντόπουλος και συγκεντρώνοντας τις 151 ψήφους που απαιτούνται να έχει δεδομένη και την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνησή του. Τέλος μπορεί να επιμείνει και να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας με 120 ψήφους (όσες απαιτούνται και για κυβέρνηση ανοχής) ένα εν ενεργεία στέλεχός του όπως ο Γιάννης Δραγασάκης ή να προτείνει ακόμα και ένα στέλεχος του ΚΚΕ για να ενσωματώσει τους οπαδούς του.

Αυτοί είναι όλοι χειρισμοί που θα συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης και εμμέσως των πολιτών, αλλά δεν είναι η ουσία της πολιτικής. Είναι το «φαίνεσθαι» και όχι το «είναι».

Φυσικά πάντοτε υπάρχει η πιθανότητα να δείξει ο ΣΥΡΙΖΑ παροιμιώδη επιπολαιότητα και να μην μπορέσει να εκμεταλλευθεί καμία από τις δυνατότητες που έχει να ηγηθεί των Ελλήνων και της χώρας και να προτιμήσει την οικειοθελή αποχώρηση από το πεδίο της μάχης, επιστρέφοντας με κάποια δικαιολογία στην αντιπολίτευση και βεβαιώνοντας ότι δεν μπορεί να κυβερνήσει όπως θα ήθελε και σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Στην περίπτωση νέων εκλογών - χωρίς μάχη και υλοποίηση των προεκλογικών δεσμεύσεων - φυσικά θα δεί τη δύναμή του να συρρικνώνεται σταδιακά στα επίπεδα που είχε και πριν από το 2012. Το κάθε κόμμα έχει μία πιθανότητα να κερδίσει την εξουσία και να ριζώσει στην κοινωνία. Αν την απεμπολήσει, συνήθως δεν έχει δεύτερη. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που μετά την ευκαιρία που είχε το 2012 να σχηματίσει κυβέρνηση ανοχής, να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του και σε τρείς μήνες να πάει σε εκλογές ως κυβέρνηση εν ενεργεία, ευκαιρία την οποία απεμπόλησε, έχει 2,5 χρόνια αργότερα μια δεύτερη ευκαιρία. Με χειρότερες συνθήκες για τη χώρα γιατί ως τον Δεκέμβριο του 2012 η Βουλή δεν είχε κυρώσει τις συνθήκες και δανειακές συμβάσεις που είχε υπογράψει το ΠΑΣΟΚ.  Πάντως έχει μια πραγματική ευκαιρία και οι πολίτες δεν έχουν εναλλακτική.

Εναλλακτική θα ήταν αν οι αντιμνημονιακές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ, δηλαδή σχεδόν το 35% από το 44% που είχε λάβει το 2009, είχαν καταφέρει να εκφραστούν πολιτικά μέσα από ένα μέρος της τότε ηγεσίας. Κανένα όμως από τα πρωτοκλασσάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ δεν τόλμησε να καταψηφίσει το πρώτο μνημόνιο, να αποχωρήσει και να παρασύρει μαζί του ένα μέρος του κομματικού μηχανισμού και της κοινοβουλευτικής ομάδας. Η Λούκα Κατσέλη και ο Χάρης Καστανίδης άργησαν πολύ διατηρώντας τα υπουργεία τους, και το 2012 ήταν πολύ αργά γιατί είχαν υπογράψει μαζί με τους άλλους τα ίδια μνημόνια επομένως δεν διέφεραν από τους Παπανδρέου, Παπακωνσταντίνου. Η Σοφία Σακοράφα και ο Γιάννης Δημαράς που ήταν οι δύο από τις τρείς αρνητικές ψήφους στο πρώτο μνημόνιο και ακολούθησε η διαγραφή τους, δεν ήταν καν ενταγμένοι στον κομματικό μηχανισμό. Ήταν μάλλον ανεξάρτητες συνεργαζόμενες προσωπικότητες με κάποια λαϊκή αναφορά, αλλά χωρίς κομματική επιρροή. Το κόμμα είχε αποτεφρωθεί από την εποχή του Σημίτη ως ζωντανός πολιτικός οργανισμός και είχαν απομείνει μόνον τα κρατικοδίαιτα στελέχη τα οποία και τώρα το απαρτίζουν. Έτσι δεν μπόρεσε να εκφράσει κανένα σχήμα τα 4/5 των πολιτών που συνέχιζαν να το ψηφίζουν ως το 2009. Από αυτούς τα 3/5 και πλέον επέλεξαν μόνοι τους τον ΣΥΡΙΖΑ ως εναλλακτική λύση ενώ ήταν το πέμπτο δηλαδή το μικρότερο κόμμα της ελληνικής Βουλής, μετά την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ.

Ήταν μια αξιοθαύμαστη λαϊκή πρωτοβουλία η οποία δεν καθοδηγήθηκε από κανένα κέντρο, δεν την προπαγάνδισε καμία εφημερίδα ή κανάλι ή ραδιόφωνο και δεν την προετοίμασε ούτε ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος στις δημοτικές εκλογές του 2010 έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να μην υπάρξει συνεργασία μεταξύ των αντιμνημονιακών δυνάμεων, (κατέβηκαν επτά αντιμνημονιακοί συνδυασμοί)  με αποτέλεσμα να κερδίσει ο μόνος μνημονιακός υποψήφιος στην Αττική Γ. Σγουρός με το … 8% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων!!!

Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην είναι ώριμος, αλλά οι πολίτες είναι αρκετά οργισμένοι ώστε να μην δέχονται τίποτα λιγότερο. Αντιθέτως δυσανασχετούν πολλοί εκ των ψηφοφόρων του με τα πρώιμα σημάδια ενός συμβιβασμού με τη γερμανική ηγεμονία και τους τραπεζίτες. Από αυτή την άποψη και κυρίως από την έλλειψη σχεδίου ολοκληρωμένου που να απαντάει στα μακροπρόθεσμα ελληνικά προβλήματα, υπάρχει η δυνατότητα να καναλιζαριστεί ο ριζοσπαστισμός και να προσγειωθεί σύντομα το κόμμα μέσα στο σύστημα, το οποίο μπορεί οριακά να εκσυγχρονίσει με τις πρωτοβουλίες του.

www.analyst.gr - Αντώνης Κοκκορίκος

© Copyright 2014 — Analyst.gr. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News