default-image

Επισιτιστική απειλή

Απόψεις
Επισιτιστική απειλή

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επισιτιστική απειλή: Εάν μας ρωτούσε κάποιος σήμερα σχετικά με το ποιά είναι η καλύτερη επένδυση, ειδικά στην Ελλάδα της κρίσης, όπου οι τιμές έχουν βυθιστεί σκόπιμα στο ναδίρ από τους εντολείς του ΔΝΤ, θα απαντούσαμε χωρίς κανένα δισταγμό: η αγροτική γη.

Η παραγωγή τροφίμων θα πρέπει να αυξηθεί τουλάχιστον κατά 60% μέχρι τα μέσα του αιώνα, εάν δεν θέλουμε να παρουσιαστούν μεγάλες ελλείψεις - οι οποίες θα προκαλούσαν έντονες κοινωνικές αναταραχές, λαϊκές εξεγέρσεις και εμφυλίους πολέμους, ειδικά στην ασιατική ήπειρο.

Ήδη τα παιδιά στην Ασία απειλούνται από «ελλειμματική» διατροφή - ενώ το 20% υποφέρει από ασθένειες, οι οποίες έχουν σχέση με τον υποσιτισμό τους. Εάν δε υπολογίσει κανείς ότι, ο παγκόσμιος πληθυσμός θα ξεπεράσει σύντομα τα 9 δις, τότε το πρόβλημα θα ενταθεί σε μεγάλο βαθμό (πηγή: Οργάνωση διατροφής και γεωργίας).

Μεταξύ άλλων, η αύξηση του βιοτικού επιπέδου έχει σαν αποτέλεσμα την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών των ανθρώπων - μία από τις συνέπειες της οποίας είναι η κατανάλωση περισσότερων θερμίδων ανά άτομο.

Περαιτέρω, παρά το ότι οι παγκόσμιες ανάγκες για περισσότερα τρόφιμα αυξάνονται, δαπανώνται όλο και λιγότερα χρήματα στην αγροτική έρευνα, λόγω κυρίως της υπερχρέωσης κρατών, τραπεζών και επιχειρήσεων - γεγονός που δημιουργεί μεγάλες αμφιβολίες στους επιστήμονες, σχετικά με το εάν η ζήτηση στο μέλλον «διατηρήσει σταθερό βηματισμό» με την προσφορά. Διαπιστώνοντας δε την αρπαγή γης από τους κερδοσκόπους (ανάλυση), σε χώρες που αδυνατούν να αμυνθούν στις αιμοβόρες επιθέσεις τους, όπως στην Αφρική, οι αμφιβολίες μετατρέπονται σε βεβαιότητες.    

Ο ρόλος δυστυχώς του ΔΝΤ, το οποίο προωθεί τα σχέδια λεηλασίας των κρατών από τα αχόρταγα επενδυτικά κεφάλαια (ανάλυση), είναι κάτι παραπάνω από σκοτεινός - όπως διαπιστώνεται, εάν παρακολουθήσει κανείς όλες τις μέχρι σήμερα επιδρομές του.

Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του μέλλοντος είναι ο επισιτισμός των αναπτυσσομένων και αναδυομένων χωρών - στις οποίες η παραγωγή τροφίμων θα πρέπει να αυξηθεί κατά 80%, εάν θέλουμε να αποφύγουμε την κορύφωση της τρομοκρατίας, λόγω της εξέγερσης των πεινασμένων. Ήδη σήμερα υπάρχουν 842 εκ. άνθρωποι στον πλανήτη που υποφέρουν από χρόνια πείνα, εκ των οποίων το 70% περίπου ζει στην Ασία - με το 25% των παιδιών κάτω των πέντε ετών να μη αναπτύσσεται φυσιολογικά, λόγω υποσιτισμού.    

Σύμφωνα τώρα με τον ΟΗΕ, για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα θα πρέπει αφενός μεν να αυξηθεί η καλλιεργήσιμη γη, αφετέρου η παραγωγικότητα της ήδη υφιστάμενης - όπου όμως σχεδόν ολόκληρα τα διαθέσιμα χωράφια χρησιμοποιούνται ήδη, ενώ η παραγωγικότητα είναι στα όρια της.  

Ειδικότερα, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας του ρυζιού και των σιτηρών ήταν της τάξης του 3,5% ετησίως τη δεκαετία του 1980, ενώ έκτοτε έχει περιορισθεί μεταξύ του 0,6% και 0,8%. Για να υπάρχει όμως έστω η θεωρητική δυνατότητα αποφυγής της έλλειψης τροφίμων στο μέλλον, ο ρυθμός αύξησης θα έπρεπε να ξεπερνάει το 1% ετησίως, σύμφωνα με τους ειδικούς.

Ένα επόμενο πρόβλημα είναι η έλλειψη νερού, κυρίως στην Κίνα και στην Ινδία - ενώ στην Κίνα, λόγω της ασύμμετρης οικονομικής ανάπτυξης των τελευταίων δεκαετιών, περί τα 3,3 εκατομμύρια εκτάρια αγροτικής γης έχουν ήδη μολυνθεί, όπως επίσης η ατμόσφαιρα των περισσοτέρων πόλεων.  

Η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση - όπως οι πλημμύρες και οι ξηρασίες σε εποχές σοδειάς, για λόγους που μπορούμε να φαντασθούμε, με κυριότερα «θύματα» την Αυστραλία, τον Καναδά, την Κίνα, τη Ρωσία και τις Η.Π.Α.

Στα πλαίσια αυτά δεν μπορούμε παρά να διαπιστώσουμε πόσο παραδεισένια είναι η πατρίδα μας, ακόμη και από αυτήν την πλευρά - ελπίζοντας να την προστατεύσουμε επαρκώς, εκδιώκοντας όλους όσους επιβουλεύονται τα πάσης φύσεως περιουσιακά της στοιχεία.

Το πρόβλημα των τιμών

Στις Η.Π.Α., οι τιμές των τροφίμων τον Ιανουάριο εκτοξεύθηκαν στα ύψη - αφού αυξήθηκαν κατά 19% (γράφημα). Η αύξηση αποδόθηκε στα καιρικά προβλήματα που αντιμετώπισε η χώρα και όχι στη διαχρονική μείωση της παραγωγής, στους κερδοσκόπους ή στον πληθωρισμό που ελλοχεύει - λόγω των τριών πακέτων ρευστότητας, με τα οποία η κεντρική τράπεζα πλημμύρισε τις αγορές.

Εν τούτοις, είναι πολλοί αυτοί που αμφιβάλλουν για την αιτιολογία, γνωρίζοντας πως οι τιμές των γεωργικών προϊόντων αυξάνονταν σταθερά τα τελευταία χρόνια - γεγονός που μάλλον διατηρείται κρυφό, με τη βοήθεια των «δημιουργιών στατιστικών». Ειδικότερα, το καλάθι του πληθωρισμού διαμορφώνεται κάθε φορά «κατά το δοκούν», έτσι ώστε να μην «εγγράφει» σημαντικές αυξήσεις - οπότε να μην κλιμακώνονται οι απαιτήσεις των εργαζόμενων για υψηλότερους μισθούς.

Οι «κρατικοί λειτουργοί» έχουν άλλωστε εξασκηθεί πλέον στην παραποίηση των στατιστικών, καθώς επίσης στον αντίστροφο ρόλο του Ρομπέν των δασών - στο να παίρνουν δηλαδή τα χρήματα των φτωχών (μέσω της υψηλής φορολόγησης, των αυξήσεων των μισθών κάτω από την παραγωγικότητα κοκ.) και να τα δίνουν στους πλουσίους: στις πολυεθνικές δηλαδή και στους τοκογλύφους.  

Μία από τις αιτίες της αύξησης των τιμών είναι η μεγαλύτερη ζήτηση, η οποία πηγάζει από την κλιμάκωση του παγκόσμιου πληθυσμού - ενώ οι αυξήσεις των τιμών των γεωργικών  προϊόντων διαχρονικά, φαίνονται στο επόμενο γράφημα.

Ένα μέρος των αυξήσεων οφείλεται προφανώς στη χρηματιστηριακή κερδοσκοπία - ιδιαίτερα όσον αφορά τα σιτηρά, το καλαμπόκι, τη σόγια, τον καφέ και κάποια άλλα γεωργικά προϊόντα, τα οποία διαπραγματεύονται καθημερινά στα χρηματιστήρια. Εν τούτοις, δεν είναι μόνο αυτή η αιτία της έκρηξης των τιμών, από την οποία υποφέρουν κυρίως οι φτωχές χώρες του πλανήτη. Ειδικότερα τα εξής:

Η ΕΚΡΗΞΗ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ

Ο διεθνής δείκτης τιμών των τροφίμων του ΟΗΕ (Food Price Index), αυξήθηκε κατά περίπου 50% μεταξύ των ετών 2007 και 2008 - ενώ μετά από τη μείωση του λόγω της κρίσης, αυξήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο της ιστορίας του, παραμένοντας έκτοτε στο ίδιο επίπεδο, όπως φαίνεται από το προηγούμενο γράφημα.

Επειδή τώρα οι άνθρωποι στις αναδυόμενες χώρες καταναλώνουν έως και το 90% των εισοδημάτων τους για την τροφή τους, οι αυξήσεις των τιμών είναι ιδιαίτερα επώδυνες για αυτούς. Ακριβώς για το συγκεκριμένο λόγο κοινωνικές οργανώσεις, όπως η Food watch, η WEED και η  Oxfam, διοργανώνουν καμπάνιες εναντίον της κερδοσκοπίας με τα τρόφιμα - την οποία θεωρούν υπεύθυνη για τις αυξήσεις.  

Εάν συνέβαινε πράγματι αυτό, εάν δηλαδή η αιτία της αύξησης των τιμών των τροφίμων ήταν η κερδοσκοπία, θα έπρεπε κανείς να τεθεί στο πλευρό αυτών των οργανώσεων - απαιτώντας τον αποκλεισμό των κερδοσκόπων από τις συναλλαγές. Εν τούτοις, εάν αναζητήσει κανείς πιο προσεκτικά τις αιτίες, θα διαπιστώσει πως είναι πολύ πιο πολύπλοκες, ενώ οφείλονται στην πραγματική οικονομία. Ειδικότερα στα εξής:

(α)  Αύξηση του πληθυσμού και μείωση της φτώχειας: Μεταξύ των ετών 1990 και 2013, ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε σημαντικά - από τα 5,3 δις στα 7,1 δις. Το ίδιο χρονικό διάστημα η φτώχεια μειώθηκε σε μεγάλο βαθμό - οπότε η ζήτηση για τρόφιμα ήταν μεγαλύτερη από την αύξηση του πληθυσμού.

(β)  Κατανάλωση κρέατος: Η αύξηση του βιοτικού επιπέδου στις αναδυόμενες χώρες άλλαξε τις διατροφικές συνθήκες και ειδικά την κατανάλωση κρέατος. Λόγω της αύξησης της, υπήρξε άνοδος των αναγκών τροφής για τη κτηνοτροφία.

(γ)  Κακές σοδειές: Τα αποθέματα των προμηθευτών αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν μεταξύ των ετών 2007 και 2010 οπότε, σε συνδυασμό με τις κακές σοδειές των παραπάνω ετών, δημιουργήθηκαν προβλήματα (ελλείψεις, στενότητα) ανεφοδιασμού.   

(δ)  Βιοενέργεια: Η υιοθέτηση και η προώθηση των βιολογικών καυσίμων αφαίρεσε ένα μεγάλο μέρος της καλλιεργήσιμης γης για τρόφιμα, ειδικά στην Αφρική, γεγονός που μείωσε δραματικά την προσφορά.  

(ε)  Απαγόρευση εξαγωγών: Σημαντικές γεωργικές χώρες απαγόρευσαν από τα τέλη του 2007 τις εξαγωγές τροφίμων - αντιδρώντας πολιτικά στις μεγάλες αυξήσεις των τιμών, οι οποίες τους δημιουργούσαν κοινωνικά προβλήματα.

Στο γράφημα που ακολουθεί διαπιστώνεται πώς έχουν επιδράσει οι παραπάνω «διαδικασίες» στην τιμή των σιτηρών, μεταξύ των ετών 2004 και 2013 - ενώ συνολικά οι τιμές των πρώτων υλών στις αγορές αυξήθηκαν περισσότερο, από το μέσο όρο των τιμών των τροφίμων.

Η εξέλιξη των τιμών εξηγείται από την κλασσική θεωρία της ζήτησης και της προσφοράς - όπου στο γράφημα η οικονομική ανάπτυξη οδήγησε στην αυξημένη κατανάλωση κρέατος, στην άνοδο των τιμών, καθώς επίσης στη μείωση των παγκοσμίων αποθεμάτων (2004 - 2008), στη συνέχεια η αύξηση της παραγωγής και η παγκόσμια ύφεση είχαν σαν αποτέλεσμα την αύξηση των αποθεμάτων και τη μείωση της τιμής (2009-2010), ενώ τελικά τα κλιματικά προβλήματα μείωσαν τα αποθέματα και αύξησαν την τιμή (2011), η οποία έμεινε σταθερή τα επόμενα χρόνια (2012-2013).   

Η κερδοσκοπία και οι τιμές

Χωρίς καμία αμφιβολία η κερδοσκοπία συνετέλεσε στην αύξηση των τιμών - αν και σε μικρότερο βαθμό, από όσο υποθέτουν οι παγκόσμιοι οργανισμοί. Για παράδειγμα, οι επενδύσεις σε χρηματιστηριακά συμβόλαια που διαπραγματεύονται τρόφιμα αυξήθηκαν, από τα 32 δις € το 2008 στα 62 δις € το 2011.

Επειδή δε τα συμβόλαια αυτά είναι συνδεδεμένα με την εξέλιξη των τιμών των τροφίμων, όταν αυξάνονται οι τιμές τους γίνονται πιο ελκυστικά στους επενδυτές - οι οποίοι κερδίζουν χρήματα από την άνοδο της τιμής των συμβολαίων. Έτσι, μεταξύ των ετών 2007 και 2008, καθώς επίσης 2010 και 2011, υπήρξαν αφενός μεν αυξήσεις των τιμών των τροφίμων, αφετέρου μεγαλύτερες τοποθετήσεις στα συμβόλαια που διαπραγματεύονται στις αγορές.

Εάν λοιπόν συγκρίνει κανείς και τις δύο «τάσεις», θα μπορούσε να του δημιουργηθεί η εντύπωση ότι, οι κερδοσκόποι δεν αντιδρούν επενδύοντας, λόγω των αυξήσεων των τιμών, αλλά τις προκαλούν. Επειδή όμως οι επενδυτές αυτοί δεν έχουν στην ιδιοκτησία τους πραγματικά τρόφιμα αλλά μόνο χαρτιά (συμβόλαια), οπότε δεν τα καταναλώνουν, μπορούν μεν να αυξήσουν τις τιμές των τροφίμων, αλλά μόνο βραχυπρόθεσμα.

Μακροπρόθεσμα οι τιμές των τροφίμων θα μπορούσαν τότε μόνο να αυξηθούν από τους κερδοσκόπους, εάν αγόραζαν τα εμπορεύματα και τα αποθήκευαν - προσδοκώντας να τα πουλήσουν αργότερα σε υψηλότερες τιμές, όταν η ζήτηση θα ήταν μεγαλύτερη της προσφοράς. Η δυνατότητα όμως αυτή είναι περιορισμένη, ειδικά όσον αφορά τα τρόφιμα, επειδή δεν μπορούν να διατηρηθούν αποθηκευμένα για μεγάλο χρονικό διάστημα - όπως, για παράδειγμα, το πετρέλαιο.   

Η καταπολέμηση της έλλειψης τροφίμων, καθώς επίσης της φτώχειας στις αναδυόμενες χώρες έχει απόλυτη προτεραιότητα - ενώ η λύση δεν είναι η απαγόρευση της κερδοσκοπίας, αλλά η αύξηση της καλλιεργήσιμης γης, η μεγαλύτερη παραγωγικότητα της, η απαγόρευση των βιολογικών καυσίμων, η αύξηση των δημοσίων δαπανών για την απαιτούμενη επιστημονική έρευνα κοκ.    

Εκτός αυτού, θα πρέπει να διενεργηθούν κατάλληλες επενδύσεις στις υποδομές των αναπτυσσομένων χωρών, μεταξύ άλλων σε καλύτερες μεταφορικές εγκαταστάσεις, έτσι ώστε να διευκολύνεται η ταχύτερη διακίνηση των τροφίμων - οπότε να μειώνεται η «φθορά» τους (σάπισμα κλπ.). Επί πλέον, θα πρέπει να παρέχονται στους αγρότες οι απαιτούμενες γνώσεις, με στόχο την αύξηση της παραγωγής τους.

Οι καταναλωτές θα μπορούσαν επίσης να συμβάλλουν στην όλη διαδικασία - μεταξύ άλλων με την αποφυγή της κατανάλωσης βιολογικών καυσίμων, με την αγορά αγροτικών προϊόντων από χώρες που δεν τα παράγουν εις βάρος των εργαζομένων τους, με την επιλογή προϊόντων ανάλογα με την ποιότητα και όχι με την τιμή τους, προτιμώντας τα δικά τους προϊόντα που δημιουργούν θέσεις εργασίας στη χώρα τους κα όχι τα ξένα κοκ.      

Τα κράτη και οι τράπεζες μπορούν επίσης να βοηθήσουν, επιδοτώντας τα κράτη και  παρέχοντας δάνεια οι τράπεζες, με καλύτερες προϋποθέσεις στους αγρότες - διευκολύνοντας παράλληλα την ίδρυση και τη λειτουργία των νέων αγροτικών επιχειρήσεων.

Σε κάθε περίπτωση,  θα πρέπει να δημιουργηθούν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις, με βάση τις οποίες θα πάψουν να αυξάνονται οι τιμές των τροφίμων ή να υπάρχουν ελλείψεις - εάν θέλουμε να αποφευχθούν οι τεράστιες κοινωνικές αναταραχές και οι εμφύλιοι πόλεμοι που προβλέπονται να ξεσπάσουν, ειδικά στις φτωχότερες περιοχές του πλανήτη.

Από Analyst.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News