“Ψαρεύοντας” για ψηφοφόρους

Απόψεις
“Ψαρεύοντας” για ψηφοφόρους

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η προσπάθεια των κομμάτων να εξασφαλίσουν μεγαλύτερο μερίδιο του εκλογικού σώματος επικεντρώνεται και στους απέχοντες

Οι εκλογές πλησιάζουν και τα κομματικά επιτελεία προσπαθούν να ξεκαθαρίσουν τόσο τις στοχεύσεις τους, όσο και τον τρόπο με τον οποίο θα προσεγγίσουν τους ψηφοφόρους ώστε να πετύχουν τα καλύτερα δυνατά εκλογικά αποτελέσματα. Βεβαίως η προσπάθεια δε συντελείται αυτήν την περίοδο αποκλειστικά, για την ακρίβεια οι στοχεύσεις των επιτελείων αποτελούν μια σταθερά στην πολιτική των κομμάτων και είναι μέρος της ταυτότητάς τους.

Θα ξεκινήσουμε από εκεί που σταματήσαμε στο πρόσφατο άρθρο σχετικά με τη συμμετοχή στις εκλογικές αναμετρήσεις και τη φθίνουσα πορεία της. Εκεί κάναμε αναφορά στην “επιμέρους αποχή”, δηλαδή σε συγκεκριμένες ομάδες με κοινά χαρακτηριστικά που απέχουν γενικά ή από συγκεκριμένες πολιτικές αναμετρήσεις. Μια άλλη ομαδοποίηση που θα εξετάσουμε γιατί έχει πολύ ενδιαφέρον (και μεγάλη σημασία για το εκλογικό αποτέλεσμα) είναι εκείνη της αποχής ψηφοφόρων συγκεκριμένων κομμάτων. Φυσικά θα ασχοληθούμε με ηλικιακές ομάδες και κοινωνικές/οικονομικές τάξεις σε σχέση με τους πολιτικούς χώρους που διεκδικούν την ψήφο τους. Όλα αυτά σε μια προσπάθεια να εντοπίσουμε τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία των κομμάτων, να αναλύσουμε τη στρατηγική προσέλκυσης ψηφοφόρων και να δούμε πώς μπορούν να “μεταφραστούν” όλα αυτά στην κάλπη.

Τα χρήσιμα (και κρίσιμα) στατιστικά

Η εξέλιξη της αποχής από το 2009 έως τις εκλογές του 2019 “αφαίρεσε” πάνω από το 20% του εκλογικού σώματος. Να υπενθυμίσουμε βεβαίως κάτι πολύ ουσιαστικό: αν δούμε τα δημογραφικά δεδομένα της χώρας, αφαιρέσουμε τους ανήλικους και τους αλλοδαπούς, καταλήγουμε σε ένα συνολικό αριθμό δυνητικά ψηφοφόρων περί τα 8,5 εκατομμύρια, συν-πλην 200.000 ίσως. Αυτό είναι το εκλογικό σώμα της χώρας, όχι τα σχεδόν 10 εκατομμύρια που εμφανίζονται στους εκλογικούς καταλόγους και περιλαμβάνουν πολύ κόσμο που είναι πλέον μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού και ακόμη περισσότερους (πολύ περισσότερους) που δε βρίσκονται πια εν ζωή, αλλά παραμένουν εγγεγραμμένοι, αφού ουδείς ενδιαφέρεται να εκκαθαρίσει τους εκλογικούς καταλόγους. Οπότε το ποσοστό συμμετοχής του 57% της τελευταίας εκλογικής αναμέτρησης δεν είναι τόσο τραγικά χαμηλό όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως και στην πραγματικότητα είναι περίπου 10% υψηλότερο. Το ποσοστό αυτό είναι αρκετά υψηλότερο, δηλαδή, από τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η αδιαφορία για τα πολιτικά πράγματα έχει φτάσει σε υψηλά επίπεδα εδώ και δεκαετίες κι οι κυβερνήσεις αναδεικνύονται πάγια από μειοψηφίες.

Αν βάλουμε σε απόλυτους αριθμούς (και όχι ποσοστά) τη συμμετοχή στις εκλογές, θα δούμε ότι ο αριθμός των ψηφοφόρων “πίκαρε” το 2004, όταν προσήλθαν στις κάλπες περίπου 7,4 εκατ. ψηφοφόροι, ενώ στον αντίποδα ο χαμηλότερος αριθμός όλων των εποχών καταγράφηκε στις “εκλογές της μεγάλης απογοήτευσης”, καθώς είχε προηγηθεί η “μεγάλη κωλοτούμπα” του Αλέξη Τσίπρα, τα capital controls και βεβαίως η ψήφιση του τρίτου μνημονίου από ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, ΑΝ.ΕΛ. και Ποτάμι. Στις εκλογές αυτές, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ εξασφάλισε μια ολόκληρη τετραετία στο “τιμόνι” της χώρας, προσήλθαν στις κάλπες μόλις 5,4 εκατ. ψηφοφόροι. Στις επόμενες εκλογές του Ιουνίου του 2019, η “δεξιά πανστρατιά” ανέβασε τον αριθμό των ψηφοφόρων κοντά στα 5,6 εκατ., αλλά απελπιστικά μακριά από τις “καλές εποχές”, όταν ακόμη ο ελληνικός λαός στην πλειοψηφία του δεν αισθανόταν προδομένος από το πολιτικό μας σύστημα και προσερχόταν στις κάλπες σε μεγάλους αριθμούς.

Η δημογραφία των ψηφοφόρων της Ν.Δ.

Εξετάζοντας τη δημογραφία της αποχής, μπορούμε να καταλήξουμε σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Από το 2009 που ξεκίνησε η κατάρρευση του αριθμού των ψηφοφόρων, έως και τις δεύτερες εκλογές του 2015, η ηλικιακή ομάδα που απείχε σε μεγαλύτερο ποσοστό ήταν εκείνη των 55+. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, οι 55+, που είναι το 41% του εκλογικού σώματος, ήταν μόλις το 34% των ψηφισάντων! Είναι και η εξήγηση για τις δύο εκλογικές νίκες του ΣΥΡΙΖΑ (παρότι στη δεύτερη αναμέτρηση έχασε πολλούς ψηφοφόρους σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2015), καθώς η ομάδα των 55+ είναι προνομιακός χώρος της παραδοσιακής Δεξιάς, δηλαδή της Νέας Δημοκρατίας. Όταν οι συνταξιούχοι κινητοποιήθηκαν και πήγαν στις κάλπες, εκτοξεύοντας το “μερίδιό” τους στους ψηφίσαντες από το 34% του 2015, στο 43% του 2019, η Ν.Δ... έγινε κυβέρνηση και μάλιστα αυτοδύναμη! Και αυτό διότι το ποσοστό της Ν.Δ. στους 55+ είναι μακράν υψηλότερο από την “παραγωγική” ηλικιακή ομάδα των 35-54 και υπερδιπλάσιο αυτού που έχει στην ομάδα των 17-34. Για την ακρίβεια, οι εκτιμήσεις όσον αφορά στα έξιτ πολς του 2019 θέλουν το ποσοστό της Ν.Δ. στην ομάδα των 55+ να είναι από 43 έως 46%, ενώ στην προηγούμενη ηλικιακή ομάδα (35-54) ήταν μόλις 33-36%. Και στην ομάδα 17-34 η Ν.Δ., παρότι πήρε γενικό ποσοστό 40%, είχε μόλις... 20-22%! Η Ν.Δ. με άλλα λόγια είναι το κόμμα των συνταξιούχων και των... ευρισκόμενων κοντά στη σύνταξη, κάτι που αιτιολογεί και ότι το “γερό” προεκλογικό χαρτί της είναι η αύξηση στις συντάξεις, που αν είναι αυτή που έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση, θα δώσει ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα στο κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και θα “μπετονάρει” τα ποσοστά του σε αυτήν την ομάδα, περιορίζοντας τις διαρροές. Βεβαίως η κυβέρνηση Μητσοτάκη άδειασε μεγαλοπρεπώς τη μεγάλη πλειοψηφία των συνταξιούχων, δίνοντας τα αναδρομικά που επιδίκασε η Δικαιοσύνη μόνο στους υψηλοσυνταξιούχους, ωστόσο αυτό έγινε πριν από δύο χρόνια και, ως γνωστόν, “η τελευταία εντύπωση μένει”.

Μια και μιλήσαμε για τους συνταξιούχους, είναι η μία από τις τρεις κοινωνικές ομάδες που ψηφίζουν πλειοψηφικά Ν.Δ. Οι άλλες δύο είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αγρότες. Στην Κρήτη βεβαίως η αγροτική ψήφος γέρνει προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην υπόλοιπη χώρα το πρώτο κόμμα προτίμησης των αγροτών είναι η Ν.Δ. Όπως συμβαίνει και με τους ελεύθερους επαγγελματίες (επιχειρηματίες, καταστηματάρχες, επαγγελματίες). Οι οποίοι είναι και οι μεγάλοι ωφελούμενοι από την κυβερνητική πολιτική στην περίοδο της πανδημίας, με τη γενναιόδωρη (μη) επιστρεπτέα προκαταβολή.

Η δημογραφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ

Αν η εκλογική επιρροή των ψηφοφόρων της Ν.Δ. όσο κατεβαίνουμε ηλικιακή ομάδα τόσο φθίνει, στον ΣΥΡΙΖΑ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: το ποσοστό του είναι πολύ μεγαλύτερο στις μικρές ηλικίες απ' ό,τι στις μεγαλύτερες. Μάλιστα, στην ηλικιακή ομάδα 17-34 είναι μακράν πρώτο κόμμα, με εκτιμώμενη επιρροή στις εκλογές του 2019 μεταξύ 36% και 38%. Στην ίδια ηλικιακή ομάδα, η κυριαρχία της Αριστεράς ήταν πλειοψηφική: ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ25 αθροιστικά συγκέντρωσαν πάνω από 50% (50-52% η εκτίμηση) των ψήφων των νέων.

Στην αμέσως επόμενη ομάδα και στην ίδια εκλογική αναμέτρηση, το ποσοστό του κυμάνθηκε, σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, μεταξύ 30 και 32%, κάτι που το έφερε στη δεύτερη θέση, ενώ στην ίδια θέση ήταν και στην 55+ ομάδα, όπου κατέγραψε μεταξύ 28 και 30%.

Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οι ηλικιακές ομάδες στις οποίες έχει υψηλότερη εκλογική επιρροή στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση μείωσαν τα ποσοστά εκπροσώπησής τους στην κάλπη. Οι νέοι, έτσι κι αλλιώς, υποεκπροσωπούνται πάγια στην κάλπη - είναι ενδεικτικό της τάσης αποπολιτικοποίησης της νεολαίας, που είναι ισχυρή πλέον και στην Ελλάδα - αφού το ποσοστό του μεριδίου τους στους ψηφίσαντες υστερεί του συνολικού ποσοστού τους στην κοινωνία, έως και 3-4 ποσοστιαίες μονάδες. Επίσης η ηλικιακή ομάδα των 35-54, που ήταν εκείνη που πάγια υπερεκπροσωπείται στην κάλπη (η συμμετοχή της ήταν πάντα 2-5 μονάδες πάνω από το πραγματικό μερίδιό της στην κοινωνία) στις εκλογές του 2019 σημείωσε μια υποχώρηση σημαντική. Θα πρέπει να δούμε την προσέλευση στις επόμενες κάλπες, βεβαίως, για να δούμε αν μιλάμε για προσωρινή αποχή ή παγίωση της εικόνας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ αντλεί ψήφους κυρίως από τα εργατικά (μισθωτοί) και μικροαστικά (μικροεπαγγελματίες) στρώματα, δηλαδή τις δύο από τις τρεις κοινωνικές ομάδες που πάγια τροφοδοτούσαν το ΠΑΣΟΚ στις εποχές που εναλλασσόταν στην εξουσία με τη Ν.Δ. Έχει σημαντική επιρροή τοπικά (λ.χ. την Κρήτη) στους αγρότες.

Όσον αφορά στα λοιπά κόμματα, ΚΚΕ, ΜέΡΑ25 και τα λοιπά αριστερά σχήματα έχουν ισχυρή παρουσία στις δύο πρώτες ηλικιακές ομάδες και πολύ μικρότερα ποσοστά στην τρίτη, το ΚΙΝ.ΑΛ. έχει 10-12% στους 55+, 6-7% στους 35-54 και μόλις 3% στους κάτω των 34, τα ακροδεξιά κόμματα έχουν μικρή απήχηση στους 35-54 και υψηλότερη στους 55+ και στους κάτω των 34. Κοινωνικά, η απήχηση των αριστερών κομμάτων ακουμπά κυρίως στους μισθωτούς και τους μικροεπαγγελματίες, αντίθετα στους αγρότες υπερεκπροσωπείται το ΠΑΣΟΚ (ορισμένες συνήθειες δεν πεθαίνουν ποτέ).

Η “δεξαμενή” της αποχής

Αν “διαβάσουμε” μαζί το προηγούμενο άρθρο σχετικά με την αποχή και τούτο εδώ, καταλαβαίνουμε ότι τα δύο μεγάλα κόμματα τουλάχιστον προσπαθούν να προσελκύσουν στην κάλπη ψηφοφόρους που δεν προσήλθαν στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Βεβαίως για τη Ν.Δ. αυτό είναι πιο δύσκολο, καθώς πέτυχε ένα εξαιρετικά υψηλό βαθμό συσπείρωσης των δυνητικών ψηφοφόρων της τον Ιούνιο του 2019, οπότε η “δεξαμενή” επιπλέον ψήφων για τη συντηρητική παράταξη είναι μάλλον... φτωχή. Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως θα δούμε και παρακάτω, που θα μιλήσουμε για το “ταβάνι” των κομμάτων, έχει πολύ μεγαλύτερη δυνητική δεξαμενή, ψηφοφόρων που δεν ψήφισαν στις δύο τελευταίες αναμετρήσεις (τρεις μαζί με τις ευρωεκλογές).

Η συσπείρωσή του κινήθηκε ελαφρώς άνω του 65% τον Ιούνιο του 2019. Βεβαίως έχει και πολύ μεγάλη “ψαλίδα” από τη Ν.Δ. να κλείσει, οπότε στην Κουμουνδούρου δεν μπορούν να είναι βέβαιοι για τίποτε. Οι προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ να προσεγγίσει επαγγελματικές και ηλικιακές κατηγορίες σχεδόν δεν ακουμπούν καθόλου τους συνταξιούχους και τους 55+, κάτι που φέρνει σε... παραδοχή ότι έχει χάσει αυτές τις ομάδες, που μοιάζουν να είναι “τσιφλίκι” της Ν.Δ.

Επίσης είναι περίεργο που μέχρι αυτήν την ώρα δεν έχουμε δει από κανέναν εκ των δύο “μονομάχων” ενεργές προσπάθειες, με στοχευμένες κινήσεις, για να πεισθούν να πάνε στην κάλπη οι απέχοντες, μόνιμα ή προσωρινά. Διότι οι απέχοντες δεν πείθονται με συνεχείς επιθέσεις κατά του “αντιπάλου”, αλλά με επιχειρήματα που να τους “ακουμπούν” (είτε είναι σοβαρά είτε όχι, αυτό λίγη σημασία έχει). Και μέχρι τώρα η αντιπαράθεση Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει με... κοκορομαχία. Ούτε καν αγώνα πλειοδοσίας (βεβαίως αυτοί μάλλον ανήκουν στο παρελθόν, όταν... λεφτά υπήρχαν - όχι ότι τώρα δεν υπάρχουν, αλλά είναι... ρεζερβέ για τους... ολίγους και εκλεκτούς).

Συσπείρωση - Ποιο είναι το “ταβάνι” των κομμάτων

Από την επεξεργασία των δεδομένων που έχουμε δει μέχρι τώρα, εξάγεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υψηλότερο θεωρητικό ταβάνι από τη Νέα Δημοκρατία. Αυτό προκύπτει από το ότι η εκλογική του βάση ανανεώνεται συνεχώς κατά τη διάρκεια των πέντε εκλογικών αναμετρήσεων της περασμένης δεκαετίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε πολύ χαμηλή συσπείρωση στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, ενώ αντίθετα η Ν.Δ. προσέγγισε σε επίπεδο συσπείρωσης το απόλυτο ταβάνι της στις εκλογές του 2019.

Πιο συγκεκριμένα, οι εκτιμήσεις των στατιστικολόγων που επεξεργάζονται τα δεδομένα θέλουν τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει ψηφιστεί από περισσότερων των 2,6 εκατ. ψηφοφόρων (η εκτίμηση φτάνει έως και 2,95 εκατ.), ενώ οι αντίστοιχες εκτιμήσεις για το ταβάνι της Ν.Δ. ξεκινούν από 2,2 εκατ. και φτάνουν στα 2,6 εκατ.). Οι δημοσκοπήσεις βεβαίως συνεχίζουν να παίζουν το ίδιο... βιολί εδώ και πάνω από 10 χρόνια, ήτοι να χαμηλώνουν τα ποσοστά των αριστερών κομμάτων και να “φουσκώνουν” της Ν.Δ. και κατά περίπτωση του ΠΑΣΟΚ (και, παλιότερα, της Χ.Α.). Είναι χαρακτηριστικό ότι στις εκλογές που κέρδισε με 6 μονάδες διαφορά ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015, οι δημοσκοπήσεις έως και μία μέρα πριν έδιναν... ισοπαλία με τη Ν.Δ. Βεβαίως η... μεγάλη ώρα των δημοσκόπων έφτασε το 2019, όταν το ποσοστό της Ν.Δ. όχι απλώς δικαίωσε, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπέρασε τις περισσότερες δημοσκοπήσεις (όχι όμως και η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο ήθελαν στο 25% οι περισσότεροι δημοσκόποι).

Βεβαίως όλα αυτά είναι θεωρητικές εκτιμήσεις, αφού η “ώρα της αλήθειας” θα έλθει στην κάλπη. Μέχρι τότε... υπομονή.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News