default-image

Αγία Σοφία, η «Μεγάλη Εκκλησία»

Απόψεις
Αγία Σοφία, η «Μεγάλη Εκκλησία»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Λίκνο της Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως και της Ορθοδοξίας

«Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη, σημαίνουν τα επουράνια... Σημαίνει κι η Αγια-Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι» (“Της Αγιάς Σοφιάς”, δημοτικό τραγούδι)...

*Γράφει ο Κωνσταντίνος Αγγελιδάκης.

«Η Αγία Σοφία, η “Μεγάλη Εκκλησία”, προκάλεσε και προκαλεί τον θαυμασμό και υμνήθηκε όσο καμία άλλη από ξένους περιηγητές και προσκυνητές. Για αιώνες στέγασε τις δόξες αλλά και τις δοκιμασίες μιας εμβληματικής πόλης, της Βασιλεύουσας, αλλά και μιας αυτοκρατορίας, υπό τη σκέπη της οποίας συναντήθηκαν Ελληνισμός και Χριστιανισμός, για να φωτοδοτήσουν με την πνευματική τους λάμψη τον σύγχρονο κόσμο», αναφέρει η Ευγενία Γαβριηλίδου.

Από τον Μ. Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ., όταν άρχισε να χτίζεται ο πρώτος ναός, μέχρι τον Κωνστάντιο, τον Αρκάδιο και τον Θεοδόσιο Β’, έχουμε μια πορεία καταστροφών και επισκευών του ναού. Το 532 επί Ιουστινιανού, κατά τη Στάση του Νίκα, καταστράφηκε ολοσχερώς. Στις 23 Φεβρουαρίου του 532 ο Ιουστινιανός διατάζει την ανοικοδόμηση του ναού. Για την αποπεράτωση του μεγαλοπρεπούς έργου δούλεψαν αδιάκοπα επί 5 χρόνια 10.000 τεχνίτες. Δύο αρχιτέκτονες, ο Ανθέμιος από τις Τράλλεις και ο Ισίδωρος από τη Μίλητο, ανέλαβαν να κατασκευάσουν τον ναό. Το έργο ολοκληρώθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 537. Όταν ο αυτοκράτορας εισήλθε στο εσωτερικό του ναού είπε το περίφημο «Νενίκηκά σε Σολομών!».

Την ωραιότερη περιγραφή του ναού, μας την κάνει ο Φώτιος Σταυρίδης. «Η εκκλησία έχει μήκος 75 μέτρα και πλάτος 70 μέτρα. Ο τρούλος έχει περίμετρο 32 μέτρα και φωτίζεται από 40 παράθυρα. Ο θόλος του ναού έχει ύψος 55 μέτρα, πλάτος 31 μέτρα και στηρίζεται σε τέσσερις μεγάλες αψίδες. Εκατό κολόνες από πολυτελές μάρμαρο υποστηρίζουν τα τόξα και τους θόλους. Η Αγία Σοφία είναι τύπου βασιλικής με τρούλο, μιας τεχνοτροπίας που είχε εμφανιστεί στη Μικρά Ασία ήδη από τον 5ο αιώνα. Στο εσωτερικό του ναού ξεχώρισαν οι κίονες από πράσινο θεσσαλικό διάστικτο μάρμαρο και πορφυρίτη. Οι τοίχοι καλύπτονταν από ζωγραφισμένα μάρμαρα και από υπέροχα ψηφιδωτά. Η Αγία Τράπεζα ήταν κατασκευασμένη από καθαρό χρυσό και ήταν διακοσμημένη με πολύτιμους λίθους και χρυσά κεντήματα. Ο πολυέλαιος περιείχε χιλιάδες κεριά, τα οποία οι υπεύθυνοι του ναού φρόντιζαν να έχουν αναμμένα κατά τη διάρκεια της νύχτας για να φωτίζουν τη Μεγάλη Εκκλησία, και αυτή με τη σειρά της να καλωσορίζει τους ναυτικούς που πλησίαζαν με τα πλοία τους. Στο αίθριο υπήρχε πάνω από μία μαρμάρινη κρήνη η περίφημη επιγραφή “ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ”. Ενδεικτικό της ταχύτητας κατασκευής της Αγίας Σοφίας είναι ότι οι εκκλησίες που κατασκευάστηκαν πολλούς αιώνες αργότερα κατάφεραν να ολοκληρωθούν σε πολύ μεγαλύτερο διάστημα. Ο ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη ολοκληρώθηκε σε 120 χρόνια (1506-1626) και ο ναός της Παναγίας των Παρισίων (Notre Dame de Paris) σε 87 χρόνια (1163-1250)».

Στη συνέχεια παραθέτουμε τη σπουδαία ανάλυση του διακεκριμένου ιστορικού Σαράντου Καργάκου... «Ο ναός αυτός δεν είναι απλώς ένα θαύμα αρχιτεκτονικής και διακοσμητικής, είναι ένα έργο πολιτικής, όπως ήταν και ο Παρθενών. Είναι ένα έργο που υποδηλώνει τη δόξα και το μεγαλείο της χριστιανικής θρησκείας και της επίγειας εκφράσεώς της που είναι η Αυτοκρατορία, κατοπτρισμός της ουράνιας βασιλείας.

Όπως στον ουρανό εποπτεύει η σοφία του Θεού, στον γήινο χώρο εποπτεύει η σοφία του Ιουστινιανού. Από αυτή την αντίληψη μπορεί να ερμηνευτεί καλύτερα και το αυτοεγκωμιαστικό επιφώνημα του Ιουστινιανού “Νενίκηκά σε Σολομών!”. Στον ναό αυτό επιτυγχάνεται καλλιτεχνικά η συνάντηση θείου και ανθρωπίνου. Γι’ αυτό τέτοια λαμπρότητα, τέτοια λάμψη και φωτεινότητα. Η πίστη για την Αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως ήταν μία οιονεί ιδεολογία και γι’ αυτό ο κυριότερος οίκος του Θεού, της Σοφίας του Θεού, θα έπρεπε να έχει κάτι ασύγκριτο σε σχέση με προηγούμενους ναούς άλλων θρησκειών. Αλλά, και ως προς τον χριστιανικό του χαρακτήρα, ο ναός αυτός έπρεπε να δηλώνει οπτικά ότι ήταν “θέλημα Θεού” να έχει εναποτεθεί το Άγιο Πνεύμα του στη Βασιλεύουσα, που ο Ιουστινιανός φιλοδόξησε να την κάνει πλανητάρχουσα δύναμη. Η “Μεγάλη Εκκλησία” ήταν για τον Ιουστινιανό το ορατό σύμβολο της χριστιανικής οικουμενικής Εκκλησίας. Και τέτοια - ακόμη και ως τουρκικό τζαμί - ήταν στη συνείδηση των χριστιανών της Ανατολής ως τη νεότερη εποχή. Το σημαντικό με την Αγία Σοφία είναι τούτο: παρότι ήταν η αυτοκρατορική εκκλησία, ποτέ δεν έπαυσε να είναι η κατεξοχήν εκκλησία του λαού.

Αλλά η λαμπρότητα της Αγίας Σοφίας όχι ως κτίσματος αλλ’ ως ιδέας, ως οράματος θρησκευτικού και εν ταυτώ πολιτικού, είχε την αντανάκλασή της ως τους πρόσφατους καιρούς. Ήταν η συμβολική υποτύπωση της Μεγάλης Ιδέας».

Η Αγία Σοφία, όπως έγραψε ο Χρ. Ε. Αγγελομάτης, «υπήρξε το σύμβολο του Έθνους, όταν κουρασμένον από τον υπερχιλιετή του ένοπλον αγώνα της μεσαιωνικής του ιστορίας εναντίον των ποικίλων βαρβάρων και υπέρ του πολιτισμού υπέκυψεν εις τον κατακτητήν. Το τραγούδι της Αγια-Σοφιάς που κατέληγε με τον συγκλονιστικόν εκείνον στίχον: “Σώπασε Κυρά Δέσποινα, και μην πολυδακρύζεις” ήτο το συμβόλαιον το οποίον υπέγραψε το Γένος επί της κληρονομίας των πατέρων του».

Από το 1204 έως το 1261 ο ναός έγινε ρωμαιοκαθολικός, ενώ μετά το 1453, αφού προστέθηκαν τέσσερις μιναρέδες, έγινε τζαμί. Το 1934, επί Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, μετατράπηκε σε μουσείο. Από την UNESCO στις 6 Δεκεμβρίου 1985 ανακηρύχθηκε Μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Στις ημέρες μας το Συμβούλιο Επικρατείας της Τουρκίας μετέτρεψε την Αγία Σοφία σε ισλαμικό τέμενος, με τη σύμφωνη γνώμη του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, στις 10 Ιουλίου του 2020. Στις 24 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε η πρώτη μουσουλμανική προσευχή. Υπήρξαν διεθνείς αντιδράσεις, η Αγία Σοφία όμως λειτουργεί πλέον ως τέμενος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το σύμβολο της Ορθοδοξίας χάνει την ιστορική του αξία.

Παρά τις ιστορικές αλλαγές που σημειώθηκαν κατά το παρελθόν και σημειώνονται και στην εποχή μας, ποτέ δε διαγράφηκε από την ψυχή του Ελληνικού Έθνους ο πόθος της Αγια-Σοφιάς. Παραμένει - παρά την παλαιότερη “τζαμοποίηση”, τη μετέπειτα “μουσειοποίηση” και στις ημέρες μας ξανά “τζαμοποίησή” της - μνημείο της Ορθοδοξίας και του Γένους μας με ανεκτίμητο ιστορικό, πολιτιστικό και πνευματικό συμβολισμό.

* Ο Κωνσταντίνος Αγγελιδάκης είναι ιστορικός του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News