Αισχύλος: Τύμμα τύμματι τίσαι

Απόψεις
Αισχύλος: Τύμμα τύμματι τίσαι

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αυτό που δυστυχώς έχει περάσει στην καθημερινότητά μας, δηλαδή, αυτή η συρρίκνωση σαν κάτι «αποδεκτά δεδομένο», αντιστρόφως για την άλλη πλευρά θεωρείται ως κάτι «αποδεκτά δεδομένο» η επέκταση των συνόρων της στα μέρη όπου είχε ασκήσει την κυριαρχία της πριν από τη Συνθήκη της Λωζάνης

Του Σωκράτη Αργύρη

Με αφορμή τα γεγονότα που βιώνουμε τελευταία, θα θέλαμε να κάναμε μία αναφορά στον Παναγιώτη Κονδύλη, που ήταν η μοναδική σύγχρονη ελληνική απάντηση απέναντι στη σοβαρή ευρωπαϊκή διανόηση με ένα πλούσιο συγγραφικό έργο, που δύσκολα θα βρεθεί κάποιος να το συνεχίσει εδώ, γιατί η πρωτοτυπία του είναι πέρα από το κλασικό μοντέλο των κάθε είδους καθηγητών που, πίσω από κρατικοδίαιτα ιδρύματα, γράφουν τετριμμένες αναλύσεις που στηρίζουν περισσότερο το σύστημα και τη σκέψη αυτών που τους τρέφουν.

Έτσι στο βιβλίο του “Θεωρία του Πολέμου”, που η Neue Zürcher Zeitung είχε γράψει ότι «θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για μίαν επανάσταση στην ερμηνεία του Clausewitz... ύψιστη ερμηνευτική δεξιοτεχνία... Χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, η μελέτη του Κονδύλη διεκδικεί τα σκήπτρα της μόνης έγκυρης ερμηνείας του Clausewitz από το αντίστοιχο έργο του Raymond Aron», περιέγραφε από το 1998 κάτι που τότε ίσως ακουγόταν λίγο περίεργο, αλλά ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να το πει τόσο παραστατικά:

«Στον βαθμό όπου η Ελλάδα θα καθίσταται ανεπαίσθητα γεωπολιτικός δορυφόρος της Τουρκίας, ο κίνδυνος πολέμου θα απομακρύνεται, οι ψευδαισθήσεις θα αυγατίζουν και η παράλυση θα γίνεται ακόμη ηδονικότερη... Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ότι στην πραγματικότητα θα συνιστά κάμψη της ελληνικής αντίστασης, κάτω από την πίεση του υπέρμετρου τουρκικού δυναμικού, οι Έλληνες θα συνηθίσουν σιγά-σιγά να το ονομάζουν “πολιτισμένη ατμόσφαιρα”, “υπέρβαση του εθνικισμού” και εξευρωπαϊσμό».

Γιατί ενώ για τον 19ο και τον 20ό αιώνα γράφει: «...Το κράτος ζητούσε να επεκταθεί, για να κλείσει μέσα του τουλάχιστον όσα τμήματα του έθνους βρίσκονταν εκάστοτε στις παρυφές του, και αυτό το κατόρθωσε, μετά την ένωση των Ιονίων Νήσων, προ παντός µε τους Βαλκανικούς Πολέμους, φτάνοντας σε μίαν ανεπανάληπτη κορύφωση το 1920.

Έκτοτε αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση, που διαρκεί ως σήμερα. Το έθνος συνέπεσε εν τέλει µε το κράτος όχι γιατί το κράτος διευρύνθηκε, αλλά γιατί το έθνος ακρωτηριάσθηκε και συρρικνώθηκε, γιατί αφανίσθηκε ή εκτοπίσθηκε ο ελληνισμός της Ρωσίας (μετά το 1919), της Μ. Ασίας (μετά το 1922), των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής (ιδίως μετά το 1945).

Ακολούθησε η εκδίωξη του Ελληνισμού από την Κωνσταντινούπολη (1955) και τη βόρειο Κύπρο (1974)».

Εμείς θα συμπληρώναμε και όλους όσοι έφυγαν με τον εμφύλιο πόλεμο και βρέθηκαν σε περιοχές του πλανήτη που η πραγματικότητα εκεί δεν είχε καμιά σχέση με την κοινωνία που ονειρεύονταν.

Αυτό που δυστυχώς έχει περάσει στην καθημερινότητά μας, δηλαδή, αυτή η συρρίκνωση σαν κάτι «αποδεκτά δεδομένο», αντιστρόφως για την άλλη πλευρά θεωρείται ως κάτι «αποδεκτά δεδομένο» η επέκταση των συνόρων της στα μέρη όπου είχε ασκήσει την κυριαρχία της πριν από τη Συνθήκη της Λωζάνης.

Και επειδή σ’ αυτή τη χώρα πολλοί αναπολούν τη Συνθήκη των Σεβρών του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο Παναγιώτης Κονδύλης γράφει: «Όταν ο µόνος Έλληνας πολιτικός ολκής, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ζητούσε να συνταχθεί η Ελλάδα µε κάθε θυσία, ακόμα και µε αντίτιμο τον εμφύλιο πόλεμο, στο πλευρό των Δυτικών Δυνάμεων, το έκανε γιατί διέβλεπε ότι η χώρα μόνον ως τοποτηρητής τους μετά τη νίκη τους θα ήταν σε θέση να πραγματώσει τα μείζονα εθνικά της όνειρα. Και δεν δίστασε να μετατρέψει τον ελληνικό στρατό ακόμα και σε μισθοφόρους των Αγγλογάλλων (π.χ. στην Ουκρανία), προκειμένου να πάρει ως αντάλλαγμα την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. Τέτοιες αποφάσεις δεν τις υπαγόρευε η εθελοδουλία, αλλά η πολιτική ιδιοφυΐα και το πολιτικό μεγαλείο, το ένστικτο του μεγάλου παίκτη στο μεγάλο παιγνίδι της πολιτικής».

Βέβαια ο Θουκυδίδης πρώτος είχε γράψει στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου (Β 62) «αίσχιον δε έχοντας αφαιρεθήναι ή κτωμένους ατυχήσαι».

Και επειδή το υπουργείο Παιδείας τον έχει υποβαθμίσει, αλλά και όλο το εκπαιδευτικό σύστημα, αν και θεωρείται ο μεγαλύτερος αναλυτής, γι’ αυτό που ο Henri Poincaré, ο μεγάλος Γάλλος μαθηματικός, είπε κάποτε ότι «ο πόλεμος είναι πειραματική επιστήμη στην οποία δεν είναι δυνατόν να διεξαχθούν πειράματα», το μεταφράζουμε γιατί συμπυκνώνει την εξωτερική μας πολιτική και τη μεταμοντέρνα θεωρία των γκρίζων ζωνών, που βλέπουμε να μας επιβάλλει η άλλη πλευρά.

«Είναι πολύ μεγαλύτερη ντροπή να χάσει κανείς κάτι που έχει στην κατοχή του, παρά να ατυχήσει ενώ αγωνίζεται να το κατακτήσει».

* Το παρόν κείμενο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Πέτρου Μηλιαράκη.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News