Το διαχρονικό αίτημα της κοινωνικοποίησης του πλούτου

Απόψεις
Το διαχρονικό αίτημα της κοινωνικοποίησης του πλούτου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η επαναχάραξη ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου είναι πιο αναγκαία από ποτέ

Ο πλούτος σημαίνει χρήμα. Όχι απλά κάλυψη βιοτικών αναγκών. Σημαίνει επιπλέον χρήμα, όπου ο κάτοχος μπορεί να το διοχετεύσει ανά πάσα στιγμή σε οποιαδήποτε δραστηριότητα, η οποία όμως δεν είναι κουραστική.

*Γράφει ο Νίκος Κοσμαδάκης

Η κοινωνικοποίηση του πλούτου, ωστόσο, συναντάται σε όλες τις ιστορικές περιόδους. Είναι ένα αίτημα διαχρονικό και σχεδόν ευθυγραμμισμένο με την ανθρώπινη φύση.

Σε περιόδους της ανθρωπότητας όπου το χρήμα ήταν ανύπαρκτο, η μυϊκή και νοητική δύναμη ήταν ο βασικός λόγος ύπαρξης. Οι μικρές αγροτικές κοινωνίες μερικών χιλιάδων χρόνων πριν διαφεντεύονταν κυρίως από ανθρώπους με μυϊκή δύναμη, που είχαν δίπλα τους ανθρώπους που επιδείκνυαν νοητικές δυνάμεις (στρατηγική σκέψη κ.λπ.). Το αίτημα της κοινωνικοποίησης του πλούτου δεν υφίστατο. Γιατί οι άνθρωποι λειτουργούσαν σαν μία αυτόνομη συλλογική οντότητα, της οποίας αρχηγοί ήταν άνθρωποι με εξαιρετικές σωματικές και νοητικές δεξιότητες. Είναι το πρώτο στάδιο της ανθρώπινης ύπαρξης σύμφωνα με τον Μαρξ, όπου κοινωνικές τάξεις δεν υπάρχουν. Υπάρχει ένας πρωτόγονος και ακούσιος κουμμουνισμός. Ωστόσο, υπάρχει «ο αρχηγός της φυλής». Όσο και να ακούγεται παράξενο, αναμειγνύεται η βεμπεριανή χαρισματική κυριαρχία με το μαρξιστικό πρώτο στάδιο της ανθρωπότητας.

Την περίοδο της αρχαίας Ελλάδας, το αίτημα της κοινωνικοποίησης του πλούτου τίθεται με τρόπο σαφή. Οι αιματηρές κινητοποιήσεις των ειλώτων στην αρχαία Σπάρτη υποδεικνύουν πως οι μη χειραφετημένοι άνθρωποι επιζητούσαν, πέραν της ελευθερίας τους, γρήγορη και άμεση κοινωνικοποίηση του πλούτου. Ήταν ένα αίτημα που συνδυάστηκε με τη βία.

Στην αρχαία Αθήνα, τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Ο αρχαίος δούλος συνυπάρχει με τον αφέντη του. Η αριστοτελική θεωρία υποστηρίζει πως ο οίκος είναι μια οργανική οντότητα, που συγκροτείται από τους γονείς, τα παιδιά και τους δούλους. Συνυπάρχουν για το συμφέρον του οίκου και ο οίκος με τη σειρά του αποτελεί βασικό παράγοντα κοινωνικής ευρυθμίας. Ο οίκος είναι δομικό συστατικό της πόλεως, όπως κάνει λόγο ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά».

Ο Χριστιανισμός έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνικοποίηση του πλούτου. Όπως θα τονίσει αυτολεξεί σε μια αναφορά του ο επίκουρος καθηγητής Ιστορίας της Φιλοσοφίας ΑΠΘ Κωνσταντίνος Μποζίνης, στην ημερίδα (2019) με θέμα «Πλούσιοι και φτωχοί στην Καινή Διαθήκη, τον πρώιμο Χριστιανισμό και το Βυζάντιο», η φιλανθρωπία την οποία κηρύττει (ο Χριστιανισμός) ως έμπρακτη απόδειξη της αρετής της αγάπης ουσιαστικά αποσκοπεί σ’ ένα πράγμα: την κοινωνικοποίηση του πλούτου και τη διάχυσή του στους φτωχούς και αδυνάτους για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών. Πολύ απλά, ο Χριστιανισμός είναι μια θεωρία με μεταφυσικό/θεολογικό περιεχόμενο, που υποστηρίζει με επιτακτικό τρόπο την άμεση οικονομική συνδρομή στους πένητες εάν επιθυμεί ο εύπορος στη μεταθανάτια ζωή του να μεταφερθεί στο «Βασίλειο των Ουρανών». Η αληθινή πίστη στον Χριστό και η ευθυγράμμιση του τρόπου ζωής σου με την εν Χριστώ ζωή διαπερνάει μέσα από τη φιλανθρωπία. Ο πλούσιος πρέπει να προσφέρει στον φτωχό.

Η γερμανική διανόηση και πιο συγκεκριμένα ο μακροχρόνιος και παραγωγικός προβληματισμός του Καρόλου Μαρξ θα συνδέσει το ηθικό και θεολογικό αίτημα της κοινωνικοποίησης του πλούτου με την πολιτική πράξη. Σε αντίθεση με τη χριστιανική θεωρία, που επιπλήττει και καταδικάζει τον έμπορο ή τον άνθρωπο που κερδοφορεί, ο καπιταλιστής έχει άσυλο. Ο Μαρξ δεν άσκησε κριτική σε πρόσωπα. Για τη μαρξιστική θεωρία, ο καπιταλιστής είναι ένα τυφλό ανθρώπινο πλάσμα, που αδυνατεί να συλλάβει το συλλογικό συμφέρον. Τον έχει τυφλώσει το καπιταλιστικό σύστημα και γι’ αυτό είναι καταπιεστικός. Όπως σκιαγραφείται ο μη φιλοσοφημένος άνθρωπος στην “Πολιτεία” του Πλάτωνα ως ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να συλλάβει τη βαθύτερη αιτία των Ιδεών και το Αγαθό, έτσι είναι και ο καπιταλιστής. Αδυνατεί να συλλάβει τη βαθύτερη αιτία των ανισοτήτων, όπως λαμβάνουν χώρα, και αδυνατεί σε δεύτερο στάδιο να κατανοήσει πως η πρωτοκαθεδρία του αποβαίνει εις βάρος της πλειοψηφίας ή αλλιώς του συνόλου της ανθρωπότητας.

Ο μαρξιστικός προβληματισμός, ωστόσο, βαθαίνει. Το προλεταριάτο ή καλύτερα η ομάδα που είναι εισοδηματικά κατώτερη οφείλει να προχωρήσει σε μια μορφή αυτοσυνειδησίας. Να διαπιστώσει η ίδια τις δυνατότητές για ανασυγκρότηση του οικονομικού και παραγωγικού μοντέλου μέσα από τη διάλυση του υφιστάμενου μοντέλου. Η διάλυση του μοντέλου θα επιφέρει διάλυση των θεσμών, οι οποίοι είναι προϊόντα του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτόματα, ο προβληματισμός μετουσιώνεται σε πολιτική πράξη, αφού το προλεταριάτο θα απαιτήσει την κοινωνικοποίηση του πλούτου. Σε επίπεδο πολιτικής πραγματικότητας και ρεαλισμού του 19ου αιώνα, κοινωνικοποίηση του πλούτου δεν υπήρξε.

Η κοινωνικοποίηση του πλούτου δεν ενταφιάστηκε αποκλειστικά και μόνο σε μαρξιστικά σχέδια τα οποία έθρεψαν γενιές και γενιές αριστερών στελεχών. Για πρώτη φορά, οργανωμένη και μερική κοινωνικοποίηση του πλούτου θα συναντήσουμε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα συντρίμμια του αιματηρού πολέμου έδωσαν τροφή για σκέψη ανασυγκροτήσεως. Η ανασυγκρότηση της Ευρώπης ξεκίνησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και μπορεί ιστορικοί, ακαδημαϊκοί και δημοσιογράφοι να συναινούν πως η γέννηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκίνησε από την περίφημη εισήγηση του Ουίνστον Τσόρτσιλ στη Ζυρίχη, όταν μίλησε για τις «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις των εθνών-κρατών είχαν πάρει αυτοβούλως τις αποφάσεις τους: θα στήριζαν τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού και τους ανθρώπους που είχαν καταρρεύσει σωματικά και ψυχολογικά από τον πόλεμο.

Η κοινωνικοποίηση του πλούτου γίνεται πλέον πολιτική πράξη μέσα από τη συγκρότηση του κοινωνικού κράτους. Η κοινωνικοποίηση του πλούτου δεν εκπορεύεται από κάποιο ηθικολόγο, ούτε από το συναίσθημα που ενδεχομένως θα το κατευθύνει ο καταπιεστής. Η ίδια η κρατική εξουσία δημιουργεί τους όρους παροχής πλούτου μέσα από μια σειρά μέτρων. Η κοινωνικοποίηση του κρατικού πλούτου (και όχι του καπιταλιστικού πλούτου) είναι ορατή.

Ογδόντα χρόνια σχεδόν μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η κοινωνικοποίηση του πλούτου αποτελεί πλέον στόχο κατάκτησης των ανθρωπίνων κοινωνιών. Η αποψίλωση κοινωνικών παροχών, κοινωνικών δικαιωμάτων και η εξάπλωση της φτώχιας διαμορφώνουν σαθρούς όρους επιβίωσης για τον εργαζόμενο και τον μισθωτό. Την ίδια στιγμή, ένα νέο και πιο βίαιο καπιταλιστικό σύστημα ξεδιπλώνεται. Είναι πιο βίαιο γιατί πλέον δεν απαιτεί εργατικά χέρια. Είναι πιο καταπιεστικό γιατί σε μερικές δεκαετίες «καταβρόχθισε» τον εργάτη και πλέον διαμορφώνει μια νέα κανονικότητα. Είναι ο ψηφιακός καπιταλισμός, ο οποίος αμβλύνει τις ανισότητες.

Στο πλαίσιο αυτό, η κρατική εξουσία οφείλει να ανασυγκροτήσει τους ανθρώπινους όρους ύπαρξης. Να επιβάλει την κοινωνικοποίηση του πλούτου μερικώς σε όλους τους πολίτες, ώστε κανένας πολίτης να μη βρεθεί σε καθεστώς οικονομικής δυσμένειας. Να σεβαστεί την ύψιστη νεωτερική κατάκτηση, που είναι το καντιανό πρόταγμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και να το αναδείξει στις κοινωνίες των πολιτών. Είναι πλέον επιτακτικό αίτημα, οι κυβερνήσεις να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να σηκώσουν τη σημαία του ανθρωπισμού, ο οποίος αποτελεί αντιστάθμισμα στην περιθωριοποίηση του εργάτη, του εργαζομένου και του μισθωτού.

Το σημαντικότερο, ωστόσο, που πρέπει να γίνει είναι η μερική κοινωνικοποίηση του πλούτου να είναι διανεμητική και για πρώτη φορά το Κράτος να λειτουργήσεις προς όφελος του λαού. Η επαναχάραξη ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου είναι πιο αναγκαία από ποτέ.

* Ο Νίκος Κοσμαδάκης είναι πολιτικός επιστήμονας ([email protected]).

(φωτογραφία: pexels)

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News