Σημαντικές διαφορές ανάμεσα στο διαλογισμό και στην προσευχή

Απόψεις
Σημαντικές διαφορές ανάμεσα στο διαλογισμό και στην προσευχή

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γράφει η Τάνια Ρούμκου

Ο διαλογισμός και η προσευχή είναι δύο δυνάμεις και τεχνικές, μέσω των οποίων στοχεύουμε στην ένωση με το Θεό. Μέσω του διαλογισμού και της προσευχής, λαμβάνουμε πνευματική δύναμη και βιώνουμε μακάριες εσωτερικές εμπειρίες.

Στην αληθινή προσευχή, οι άγιοι και οι πιστοί λάτρεις του Θεού αποζητούν με λαχτάρα την επικοινωνία και την ένωση με το Δημιουργό.

Δεν παρακαλούν ως επαίτες για γαλήνη, αγάπη ή μακαριότητα, πόσο μάλλον για φυσικά επιτεύγματα.

Δυστυχώς η προσευχή σήμερα έχει καταντήσει μία συνεχής επαιτεία προς το Θεό κι έτσι η ψυχή δε μπορεί να χτίσει μία αληθινή σχέση εμπιστοσύνης μαζί του.

Στο διαλογισμό η ψυχή γνωρίζει ότι είναι ένα άξιο και αγαπημένο παιδί του Δημιουργού και το βιώνει αυτό ως πραγματικότητα. Δε χρειάζεται να παρακαλέσει το Θεό για τίποτα, απλά διεκδικεί φυσικά την κληρονομιά της από Εκείνον ως πνευματικό του παιδί, την κληρονομιά των αρετών και των δυνάμεών του.

Όταν παρακαλάμε το Θεό, σημαίνει ότι δεν έχουμε αρκετή πίστη σε εκείνον, ενώ όταν διεκδικούμε, είμαστε σίγουροι ότι θα λάβουμε τα Θεϊκά του δώρα.

Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην προσευχή και στο διαλογισμό είναι ότι στην προσευχή η ψυχή μπορεί να επικοινωνήσει βαθιά με το Θεό, όχι όμως ως ψυχή, ως αιώνια ονυότητα, αλλά ως ανθρώπινο ον.

Και σίγουρα μπορεί να νιώσει βαθιά γαλήνη, χαρά και αγάπη αλλά συνήθως μέσα από έναν ενδιάμεσο, άγιο ή προφήτη.

Στο διαλογισμό η ψυχή ενώνεται κατευθείαν με το Δημιουργό της και αισθάνεται άξια να πετάξει εκεί ψηλά στον Αιώνιο Πατέρα.

Σε αυτή την ιερή ένωση, ψυχής με Ψυχή, γεμίζει με φως, εξαγνίζεται, αναγεννιέται και μέσα από αυτόν τον εξαγνισμό, καθαρίζει από φόβους, ανησυχίες και εσωτερικούς δαίμονες. Γίνεται και πάλι αγνή σαν ένα μικρό παιδί.

Η ψυχή παίρνει πολύ περισσότερη δύναμη από Το Θεό απευθείας, από ότι αν ενωθεί μαζί Του μέσω κάποιου προφήτη ή αγίου και φυσικά με αυτόν τον τρόπο νιώθει πιο κοντά του.

Αυτό δε σημαίνει ότι με την προσευχή δε μπορεί να επιτευχθεί ως ένα μεγάλο βαθμό αυτή η κοντινότητα με το Θεό ή ότι η προσευχή είναι υποδεέστερη, ως μέσο επικοινωνίας με το Θεό. Σαφώς και όχι.

Η αληθινή προσευχή μας ανυψώνει, μας χαροποιεί και μας γαληνεύει, αλλά αν επιθυμούμε καθολική κάθαρση της ψυχής και ένωσης με τον Αιώνιο Πατέρα, αν θέλουμε να σιωπήσουμε μέσα μας, να δημιουργήσουμε μία εγγύς σχέση Μαζί Του και να τον γνωρίσουμε όπως αληθινά είναι, τότε θα ήταν καλό να πειραματιστούμε με το διαλογισμό, χωρίς να αφήσουμε απαραίτητα και την προσευχή μας, αν ήδη προσευχόμαστε.

Είναι διαφορετική εμπειρία η ένωση με το Δημιουργό μας και διαφορετική εμπειρία, η επικοινωνία μαζί του.

Η επικοινωνία επιτυγχάνεται με την προσευχή, ενώ η ένωση μέσα από το διαλογισμό, κατά τη διάρκεια του οποίου, χρωματιζόμαστε απευθείας από τις Θεϊκές ιδιότητες του Δημιουργού μας. Και αυτό γιατί στο διαλογισμό, πηγαίνουμε στον Πατέρα ως αιώνιες αγνές ψυχές και όχι ως σωματικές, υλικές υπάρξεις.

Στην πρώτη περίπτωση βιώνω τον εαυτό μου ως πνεύμα και εύλογα μπορώ να ενωθώ με το Υπέρτατο πνεύμα, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, βιώνω τον εαυτό μου ως υλικό ον και η ακριβής ένωση μαζί του δεν είναι εφικτή.

Η διαφορά στην εμπειρία και στη δύναμη που λαμβάνουμε είναι σημαντική, και πραγματικά αξίζει να πειραματιστούμε για να το διαπιστώσουμε κι εμείς οι ίδιοι. Δεν είναι απαραίτητο να πιστεύουμε στα παραπάνω για να πειραματιστούμε με το διαλογισμό.

Αρκεί να είμαστε ανοιχτοί στις παραπάνω ιδέες. Όταν νιώθουμε τη γλυκύτητα της εσωτερικής σιωπής στο διαλογισμό, βιώνουμε πληρότητα και γινόμαστε αυθεντικοί με τον εαυτό μας, το Δημιουργό και τους συνανθρώπους μας.

*Η Τάνια Ρούμκου είναι Ομιλήτρια-Συγγραφέας

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News