Η «εποχή των δικαστών»

Απόψεις
Η «εποχή των δικαστών»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από τον Σαρτζετάκη στον Πικραμμένο, τη Θάνου και τη Σακελλαροπούλου

Από τα μαθητικά χρόνια εκείνο που διδάσκεται κάποιος στα σχολεία είναι η διάκριση των εξουσιών. Νομοθετική, Εκτελεστική και Δικαστική. Μάλιστα, οι εξουσίες είναι διακριτές, η μια δεν επικαλύπτει την άλλη, αλλά αλληλοελέγχονται ώστε να παραμένουν ακηδεμόνευτες και να αποτελούν τους θεματοφύλακες του πολιτεύματος. Χονδρικά αυτά... Τα τελευταία χρόνια, τα χρόνια της κρίσης, συμβαίνει κάτι παράξενο. Η τρίτη εξουσία, η δικαστική, έχει αναδειχθεί σε κυρίαρχη... στη συνείδηση των πολιτών. Και εξηγούμαι αμέσως...

Σε μια εποχή που κλονίστηκε το οικονομικό, αξιακό και κοινωνικό σύστημα της χώρας, ο πολίτης έχασε την εμπιστοσύνη του στο πολιτικό σύστημα. Αυτό ως συμπέρασμα είναι κοινώς αποδεκτό. Όλοι ψέγουν όλους, καταλήγοντας πως δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη ούτε στα πρόσωπα ούτε στους θεσμούς. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι έμμεσα ο πολίτης αμφισβητεί τόσο τη νομοθετική όσο και την εκτελεστική εξουσία. Αυτό συνέβαινε πάντα στο πλαίσιο του αέναου αντιμαχόμενου αγώνα του κράτους με τους πολίτες.

Όμως το κοινωνικό συμβόλαιο όπως οι διαφωτιστές το διατύπωσαν έχει πλέον κλονιστεί. Τουλάχιστον μεταξύ των ταλαιπωρημένων από τη δεκαετή οικονομική κρίση Ελλήνων και του δύο αιώνων σύγχρονου κράτους τους, που ετοιμάζονται όμως να γιορτάσουν του χρόνου, τιμώντας τα 200 χρόνια από την απαρχή για τη σύστασή του, την Ελληνική Επανάσταση. Στο κοινωνικό συμβόλαιο κράτους-πολίτη, όπου ο δεύτερος έχει παραδώσει τις ελευθερίες και τα δικαιώματά του στο πρώτο για τη διαφύλαξή τους, έχει εμφανιστεί ένας νέος εταίρος.

Η δικαστική εξουσία, που μαζί με τη νομοθετική και την εκτελεστική ενσαρκώνουν το κάθε κράτος, πλέον αποτελεί στη συνείδηση των πολιτών τη μόνη σταθερή αξία που θα εποπτεύσει τη σωστή εκτέλεση του κοινωνικού συμβολαίου. Δεν είναι τυχαίο ότι σε χρόνια κρίσεως επιστρατεύονταν πρόσωπα που “ενσάρκωναν” θεσμούς στη δικαστική εξουσία για να ασκήσουν την εκτελεστική εξουσία.

Η περίπτωση του Χρήστου Σαρτζετάκη, ο οποίος επελέγη για πρόεδρος της Δημοκρατίας το 1985, ήταν από τις πρώτες που ανακαλώ στη μνήμη. Μια περίοδος στο τέλος της οποίας σκάνδαλα κυριαρχούσαν στην επικαιρότητα. Βέβαια δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, αν και προδρομικό και προφητικό ως φαινόμενο, πρωτόγνωρο για την ελληνική πολιτική, οι ρίζες βρίσκονταν σε άλλο... χωράφι. Ένας Παπανδρέου αιφνιδίασε και νίκησε τον Καραμανλή!

Στα χρόνια της δεκαετούς κρίσης στην Ελλάδα, τρία πρόσωπα της δικαστικής εξουσίας έχουν επιστρατευτεί να αναλάβουν ρόλο στην εκτελεστική εξουσία. Ο Παναγιώτης Πικραμμένος ήταν ο πρώτος δικαστής που έγινε πρωθυπουργός, έστω και υπηρεσιακός. Όμως και η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην Ελλάδα, αν και υπηρεσιακή, δεν ήταν παρά μια ανώτατη δικαστής, η Βασιλική Θάνου. Η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου θα είναι η πρώτη γυναίκα που θα αναλάβει το τιμόνι του θεσμού του προέδρου της Δημοκρατίας.

Όπως και ο Σαρτζετάκης, ο Πικραμμένος και η Θάνου, έτσι και η Σακελλαροπούλου είναι ανώτατος δικαστής. Εκείνο που φαινομενικά παρατηρεί κάποιος είναι ότι σε περιόδους κρίσης η ίδια η εκτελεστική εξουσία, θέλοντας να διασώσει το γόητρό της, επιλέγει να αναζητά πρόσωπα από τη δικαστική εξουσία για να “ενσαρκώσουν” τους θεσμούς.

Θα αναρωτηθεί κάποιος: Το 1985 υπήρχε κρίση; Όχι. Όμως υπήρχε έντονος κομματικός διχασμός και ένα κυοφορούμενο σκάνδαλο που ξέσπασε το ’89, με όλα τα γνωστά ιστορικά συμπαρομαρτούντα (οικουμενική κυβέρνηση, ειδικό δικαστήριο, αθώωση, θάνατος και πολλά λεφτά)!

Η περίοδος εκείνη είχε τα χαρακτηριστικά της δομής της αρχαίας δραματουργίας: αρχή-πλοκή-κάθαρση. Στη σημερινή περίοδο, ανάλογη αντιστοίχηση των γεγονότων ακόμη δεν είμαι σε θέση να κάνω... Ίσως η κάθαρση δεν έχει έρθει ακόμη, ωστόσο παρατηρώ ότι από το 2012 ως σήμερα, 2020, τρεις ανώτατοι δικαστές επιλέγονται για τους ανώτατους δημοκρατικούς θεσμούς. Γιατί συμβαίνει αυτό επιχείρησα να εξηγήσω ακριβώς παραπάνω (κρίση και έλλειψη εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος και την εκτελεστική εξουσία).

Γιατί, όμως, η εκτελεστική εξουσία επιλέγει να επιστρατεύει δικαστές για να την υποκαθιστούν, θα επιχειρήσω να εξηγήσω ευθύς αμέσως. Σχεδόν με πονηρό τρόπο η εκτελεστική εξουσία, θέλοντας να σώσει ό,τι μπορεί να της έχει απομείνει σε αξιοπιστία και εμπιστοσύνη στα μάτια του πολίτη, εκμεταλλεύεται τη δικαστική εξουσία πλασάροντας πρόσωπα τα οποία συνειδησιακά εγγυώνται νομιμότητα προς τον πολίτη. Ουσιαστικά η εκτελεστική εξουσία ανανεώνει με εγγυητές δικαστές τη σχέση της με τον πολίτη ή επιχειρεί να καθαρθεί των αμαρτιών της διά της... πλαγίας.

Το τρικ αυτό διατηρεί φαινομενικά ακλόνητη τη σχέση πολιτικών και πολιτών, που όμως στην πραγματικότητά έχει διαρραγεί εδώ και καιρό… Ωστόσο κόμματα και πρόσωπα, όλα ανεξαιρέτως, από το ΠΑΣΟΚ το 1985 ως τον ΣΥΡΙΖΑ με τη Θάνου και τη Ν.Δ. με Πικραμμένο και Σακελλαροπούλου, ανανεώνουν τη σχέση τους με την κοινωνία! Από την άλλη είναι εντυπωσιακό γιατί τα πρόσωπα της δικαστικής εξουσίας νιώθουν την ανάγκη να “κηλιδώσουν” με την ενασχόλησή τους με την πολιτική το αδέκαστο παρελθόν τους.

Κάθε άνθρωπος, όσο ψηλά και να φτάσει, πάντοτε επιδιώκει δύο πράγματα: το χρήμα και τη δόξα! Έχω ακούσει ιστορίες πολιτικών που πλούτισαν, και άλλων όμως που έχασαν περιουσίες. Στην προκειμένη περίπτωση ποιο είναι το κίνητρο; Το ρητό «το χρήμα πολλοί εμίσησαν, τη δόξα ουδείς» δίνει μια γρήγορη απάντηση γιατί ένας δικαστής επιλέγει να ολοκληρώσει το βιογραφικό του ως πολιτικός! Εξάλλου είναι τέτοιες και οι συγκυρίες που, όπως προανέφερα, δικαστές και ενίοτε δικηγόροι επιστρατεύονται ως εγγυητές της κοινωνίας... σε διάφορες θεσμικές θέσεις της εκτελεστικής εξουσίας. Ίσως να διάγουμε μια περίοδο που και η κοινωνία έχει ανάγκη επιλογές τέτοιου τύπου για την περιφρούρηση του Συντάγματος. Ίσως η κρίση να δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες για μια εποχή που ο ιστορικός του μέλλοντος ίσως και να την ονόμαζε η “εποχή των δικαστών”!

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News