Το «Κυπριακό»: Η ανάγκη «νέου δόγματος»

Απόψεις
Το «Κυπριακό»: Η ανάγκη «νέου δόγματος»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γράφει ο Πέτρος Μηλιαράκης

Τούτες τις ημέρες του Ιουλίου, επανέρχεται εξ αντικειμένου στο προσκήνιο το «ζήτημα του Κυπριακού». Αφού ,όμως, πρώτα τιμήσουμε τη μνήμη όσων έπεσαν στο πεδιό της μάχης ενός άδικου πολέμου-ορθότερα επιχείρησης απόβασης ή λόγω απουσίας στρατού αποβίβασης των τουρκικών στρατευμάτων, που η άφρων και προδοτική συμπεριφορά της Χούντας των Αθηνών επέτρεψε, ας επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το «Κυπριακό ζήτημα» μέσα από μια άλλη λογική-δογματική. Ως εκ τούτου θεωρείται επιβεβλημένο να προταχθούν τα εξής:

Τα πράγματα όπως πρέπει να επισημειώνονται

Η επιβολή δικτατορίας από τη Χούντα των Συνταγματαρχών τον Απρίλιο του 1967, αφορά ιστορικό γεγονός που επέβαλε με τα όπλα κατάλυση του πολιτεύματος από τους πραξικοπηματίες. Αυτή η δικτατορία ήταν η μαύρη σελίδα της πρόσφατης ιστορίας μας. Αυτή η Χουντα, πέραν των εν γένει εγκλημάτων της , πολιτικά μετέβαλε και τον εν γένει πολιτικό , οικονομικό και διπλωματικό «προσανατολισμό» της χώρας. Κύρια δε συνέπεια αυτού του «αποπροσανατολισμού» κυρίως απο τα Ευρωπαϊκά Κέντρα αποφάσεων ήταν αφενός το πάγωμα οποιασδήποτε διαδικασίας ένταξης της Ελλάδας στις τότε Ευρωπαϊκές Κοινότητες και αφετέρου η κατ’ ουσίαν αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης.

Το δικτατορικό καθεστώς στην Ελλάδα απομόνωσε τη χώρα (ό,τι χειρότερο για το «Κυπριακό» και για την έγκαιρη ένταξη της Ελλάδας στις ενοποιητικές ευρωπαϊκές πολιτικές), ενώ οι ασκούντες την εξουσία με πραξικοπηματικό τρόπο δεν διέθεταν τις παραστάσεις εκείνες , τις γνώσεις και το κύρος εκείνο, αλλά και τη νομιμοποίηση, όχι μόνο για να διαχειρίζονται, αλλά και για να εκπροσωπούν τα συμφέροντα της Ελλάδας και σε κάθε περίπτωση το γενικό δημόσιο συμφέρον. Πέραν αυτού οι πραξικοπηματίες οργάνωσαν και εκτέλεσαν την προδοσία της Κύπρου, που είχε ως συνέπεια και την τελική πτώση της ίδιας της δικτατορίας!

Η αποκατάσταση της δημοκρατίας και η επάνοδος στη μεταπολιτευτική νομιμότητα

Η πτώση της δικτατορίας και η επάνοδος στη μεταπολιτευτική νομιμότητα αποτέλεσε μέσω του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τη δημιουργία νέας τάξης πραγμάτων, όχι μόνο ως προς τη μορφή του πολιτεύματος. Και τούτο γιατί ταυτοχρόνως αποκαταστάθηκε το κύρος της Ελλάδας στο διεθνή χώρο, καθώς και η εθνική ομοψυχία με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Στη συνέχεια, η με τη βούληση του ελληνικού λαού ανάθεση της εξουσίας στον Ανδρέα Παπανδρέου, συνετέλεσε στην εμβάθυνση της δημοκρατίας και στην ολοκλήρωση της αποκατάστασης της εθνικής ομοψυχίας, καθώς και στην αναβάθμιση της χώρας στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών πολιτικών.

Η μακρόχρονη ιστορία της Κύπρου

Η μακρόχρονη ιστορία της Κύπρου ασφαλώς δεν μπορεί να καταγραφεί στο παρόν περίγραμμα. Στο πλαίσιο όμως του παρόντος περιγράμματος μπορούν να τεθούν υπ’ όψιν τα εξής:

Το 1955 έλαβε χώρα ένοπλος αντιαποικιακός αγώνας κατά της Βρετανικής Κατοχής από τους Ελληνοκύπριους υπό την ηγεσία της οργάνωσης ΕΟΚΑ, με εντεταλμένο αρχηγό τον Κύπριο απόστρατο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού Γεώργιο Γρίβα ή «Διγενή». Στόχος του αγώνα αυτού ήταν η ενσωμάτωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Το σύνθημα ήταν: «Ένωσις». Οι Τουρκοκύπριοι, με την παρότρυνση της «βρετανικής πολιτικής» και πρωτεργάτη τον τότε Πρωθυπουργό Άντονι Ήντεν, αντιτάχθηκαν στη διαδικασία αυτή.

Ταυτοχρόνως η «βρετανική πολιτική» συνεργάστηκε με την Τουρκία στη βάση της «προστασίας της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας», με αποτέλεσμα άνευ δικαιώματος η Τουρκία να αποτελέσει «μέρος» της διαδικασίας. Υπ όψιν δε, ότι η «βρετανική πολιτική» αποσκοπούσε στη χωριστή «αυτοδιάθεση» των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Το διαρκές «δόγμα» του «διαίρει και βασίλευε» («divide and conquer») για μια ακόμη φορά εφαρμοζόταν στην πράξη.

Τα γεγονότα που είχαν αφετηρία το 1955 επέβαλαν ώστε το 1963 να υπάρξει αλλαγή του συστήματος διοίκησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος πρότεινε τροποποιήσεις στο Σύναγμα σε «Δεκατρία Σημεία».

Η πρωτοβουλία αυτή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ασφαλώς περιόριζε τα προνόμια που απολάμβανε η Τουρκοκυπριακή πλευρά. Εν τούτοις στην Τουρκοκυπριακή πλευρά εξασφαλίζονταν «δικαιώματα μειονότητας». Ενώ όμως ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος αποσκοπούσε στη συνταγματική αναθεώρηση των πραγμάτων, ταυτοχρόνως σε εξέλιξη ήταν «αγγλοαμερικανικό σχέδιο» για την «Νατοποίηση» της Κύπρου. Αυτό ασφαλώς προκάλεσε αντιδράσεις από πλευράς της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Το Κρεμλίνο μάλιστα προειδοποίησε ότι: «δεν θα έμενε αδιάφορο εάν επιχειρηθεί οποιαδήποτε επέμβαση στην Κύπρο».

Ασφαλώς, και επειδή η μάθηση είναι η τροποποίηση της συμπεριφοράς ως αποτέλεσμα της εμπειρίας, είναι αποδεδειγμένο ότι το 1974 η Σοβιετική Ένωση δεν αντέδρασε στην παράνομη πολεμική επιχείρηση της Τουρκίας κατά της Κύπρου, και στον ακρωτηριασμό της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας!.. Δεν αρκεί δηλαδή, να ασκούμε κριτική για την αγγλοαμερικανική ή αυτοτελώς αμερικανική πολιτική. Πρέπει ταυτοχρόνως να επισημαίνουμε και τη «στάση» της τότε Σοβιετικής Ένωσης.

Η Χούντα των Συνταγματαρχών και η προδοσία

Πέραν των προαναφερομένων, το παρόν κείμενο δεν μπορεί να αναφερθεί στη συνολική ιστορία της Κύπρου. Όμως τούτο επουδενί σημαίνει οτι δεν πρέπει δια βραχέων να καταγραφούν τα κρίσιμα γεγονότα που συνεπάγονται την αιτία της σημερινής κρίσης του «Κυπριακού».

Συνεπώς ας επανέλθουμε στους πραξικοπηματίες του 1967. Λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, στις 9 Σεπτεμβρίου του 1967 στη Γέφυρα των Κήπων, στα ελληνοτουρκικά σύνορα, πραγματοποιήθηκε «συνάντηση κορυφής» του Πρωθυπουργού της Τουρκίας Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ και του Χουντικού Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Κόλλια. Κατ’ ουσίαν «επόπτης» της όλης διαδικασίας ήταν ο τύποις Υπουργός Προεδρίας αλλά αδιαμφισβήτητος ηγέτης της Χούντας, Γεώργιος Παπαδόπουλος.

Αντικείμενο της συνάντησης ήταν η συμφωνία για «επίλυση του Κυπριακού» ερήμην του Αρχιεπισκόπου Μακάριου. Ο Εθνάρχης της Κύπρου είχε ήδη προγραφεί από τη Χούντα των Συνταγματαρχών. Η ταχύτητα των διαδικασιών (Απρίλιος-Σεπτέμβριος 1967), αποδεικνύει ότι η επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα τελούσε σε αιτιώδη συνάφεια και σχέση με το «Κυπριακό». Η απόσυρση δε από τη Χούντα του Παπαδόπουλου, των σημαντικών στρατιωτικών δυνάμεων που η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου είχε εγκαταστήσει στην Κύπρο, αποτέλεσε την πρώτη προδοσία των πραξικοπηματιών, καθόσον αποδυνάμωσε αισθητά την άμυνα της νήσου και καθιστούσε εξαιρετικώς ευχερή «πολεμική επιχείρηση» της Τουρκίας στην Κερύνεια. Η ολοκλήρωση δε της προδοσίας, έλαβε χώρα στις 15η Ιουλίου 1974 με το στρατιωτικό πραξικόπημα που οργάνωσε ο «αντιπραξικοπηματίας» των πραξικοπηματιών Δημήτριος Ιωαννίδης. Υπ’ όψιν δε ότι ο Δημήτριος Ιωαννίδης ανέτρεψε τον Γεώργιο Παπαδόπουλο στις 25 Νοεμβρίου του 1973 και επιχείρησε την ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, πράγμα που στοίχησε αίμα και καταστροφή.

Συνεπώς δεν αρκούσε μόνο η αμυντική αποδυνάμωση της Κύπρου. Προστέθηκε και το πραξικόπημα κατά της νόμιμης κυβέρνησης της Λευκωσίας, πράγμα που εγκαθιστούσε χάος στην Κύπρο. Ιδού γιατί η στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας το 1974 δεν αφορούσε απόβαση. Κατ’ ουσίαν ήταν «αποβίβαση»!..

Ωστόσο, τα σχέδια που εξυφαίνονταν και πραγματοποιούνταν σε βάρος του ελληνικού έθνους, ανατράπηκαν τόσο γιατί επέζησε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος όσο και γιατί κατέρρευσε η στρατιωτική Χούντα στην Αθήνα και επανήλθε από το Παρίσι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής για να επανιδρυθεί το ελληνικό κράτος, να αποκατασταθεί η δημοκρατική νομιμότητα αλλά και το κύρος της χώρας στο εξωτερικό. Η Ελλάδα πλέον εξέρχεται από την απομόνωση!..

Η… συνταγή της Τουρκίας

Από το καλοκαίρι του 1974 που έλαβε χώρα η παράνομη εισβολή και κατοχή εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Τουρκοκυπριακή πλευρά, υπό την αιγίδα της εκάστοτε κυβέρνησης της Τουρκίας, επιχειρεί τη μη επίλυση του «Κυπριακού», αποβλέπουσα στη διαιώνιση της παράνομης κατοχής. Η δημιουργία του «νέου τείχους» της ντροπής, του «σιδηρού παραπετάσματος» που διαχωρίζει τα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, αφορά όνειδος και προσβολή για το σύγχρονο νομικό και πολιτικό πολιτισμό. Οι πρόσφατες δε δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου εμπίπτουν ακριβώς στην πολιτική που διαχρονικώς η Τουρκία ακολουθεί από τα έτη 1973-1974 έως και στις ημέρες μας. Είναι πια γνωστό τοις πάσι ότι «πάγια πολιτική» της τουρκικής διπλωματίας και στρατηγικής εδώ και μισό περίπου αιώνα είναι η στασιμότητα των πραγμάτων και η άρνηση απόσυρσης των δυνάμεων της παράνομης κατοχής.

Η δικαίωση του Κώστα Καραμανλή και του Τάσσου Παπαδόπουλου - Το «σχέδιο Ανάν»

Ασφαλώς από το 1974 μέχρι και τις ημέρες μας, λαμβάνουν χώρα διαδικασίες για την επίλυση του «Κυπριακού» υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, χωρίς να μένουν αμέτοχες δυνάμεις που τις ενδιαφέρει το «Κυπριακό ζήτημα». Ωστόσο, οι όποιες διαδικασίες για την επίλυση του «Κυπριακού», αναστέλλονται (ή ορθότερα παρεμποδίζονται) κάθε φορά με ευθύνη της τουρκικής πλευράς η οποία ως προελέχθη επιδιώκει την παγιοποίηση της κατάστασης. Η Τουρκία πρόδηλο είναι ότι επιδιώκει την κατ’ ουσίαν διχοτόμηση, και ως εκ τούτου την εκδοχή μονιμοποίησης προτεκτοράτου της Τουρκίας επί των εδαφών του Βορείου Τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Εξαίρεση, από την παρεμπόδιση για εξεύρεση λύσης από πλευράς Τουρκίας, ήταν το «σχέδιο Ανάν». Και τούτο γιατί το «σχέδιο» αυτό υπέκρυπτε την κατ’ ουσίαν διχοτόμηση, χωρίς να εκτίθεται η Τουρκία έναντι του «διεθνούς νομικού πολιτισμού». Για το λόγο αυτό ο Τούρκος Πρόεδρος δήλωσε ότι: «Δεν ακούνε, αν άκουγαν, αυτή τη στιγμή θα το είχαμε λύσει το θέμα με τον Κόφι Ανάν. Εμείς δεχτήκαμε τα πάντα στο σχέδιο Ανάν…». Με τούτα, όμως, τα δεδομένα και αντί πολλών, δικαιώνεται η θέση τόσο του Κώστα Καραμανλή όσο και του Τάσσου Παπαδόπουλου! Άλλωστε, η ιστορία δεν μπορεί να επιστρέψει στο Συνέδριο του Βερολίνου, ούτε και στη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης (1878) που αποτέλεσαν την προϋπόθεση ώστε το 1914 η Κύπρος να ανακηρυχθεί προτεκτοράτο της Αγγλίας

Το «νέο δόγμα»

Ας κλείσουμε το παρόν κείμενο με όσα επισημειώνονται αρχικώς. Η Ελλάδα σήμερα αλλά και η Κύπρος, έχουν πολίτευμα υποδειγματικής δημοκρατίας και είναι κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης. Η παρουσία τους μάλιστα στην ευρωζώνη, συνεπάγεται και θυσίες των λαών τους που επωμίσθηκαν το βάρος δημοσιονομικής και νομισματικής κρίσης. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος, συμμετέχουν στο παγκόσμιο γίγνεσθαι και στο παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας ως κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ταυτοχρόνως η ένωση των θαλασσών Ελλάδας και Κύπρου δημιουργεί νέα δεδομένα και αναβάθμιση της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής σημασίας αμφοτέρων των χωρών.

Με βάση τα προαναφερόμενα και τις εμπειρίες της «Πενταμερούς» της 7ης Ιουλίου 2017 στο Κραν Μοντανά (που επουδενί απέβη σε βλάβη των ελληνικών και ελληνοκυπριακών συμφερόντων), επιβάλλεται η διαμόρφωση του «νέου δόγματος» ως προς το «Κυπριακό».

Το «Κυπριακό» αφορά ζήτημα παράνομης εισβολής και κατοχής κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αφορά ανεπίτρεπτη παρεμπόδιση εφαρμογής του «ενωσιακού κεκτημένου» στην επικράτεια κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι «εγγυήσεις» δε, αποτελούν περαιτέρω όνειδος για το σύγχρονο νομικό και πολιτικό πολιτισμό. Η Κύπρος μπορεί να τελούσε υπό την εξουσία της Αγγλίας με τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης από το 1878. Υπό τις σημερινές όμως συνθήκες είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αδιανόητο να έχει στο έδαφός στρατό κατοχής! Επ αυτού τα Θεσμικά Όργανα της Ερωπαϊκής Ένωσης και τα κράτη-μέλη αυτοτελώς, πρέπει να πάρουν ευθέως θέση! Περαιτέρω η εξ αντικειμένου αναβάθμιση της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής σημασίας της Ελλάδας και της Κύπρου, αφορούν τα νέα ερείσματα για τη διαμόρφωση του «νέου δόγματος» που μπορούν να υποχρεώσουν την Τουρκία σε επανεκτίμηση της πολιτικής της, να ακυρώσουν τη «στασιμότητα» και να αποτελέσουν προϋπόθεση όχι μόνο για μια δίκαιη, αλλά και βιώσιμη λύση του «Κυπριακού».

 *Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News