Έχουμε ανάγκη... από ένα εθνικό restart

Απόψεις
Έχουμε ανάγκη... από ένα εθνικό restart

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όταν έχεις φτάσει στον πάτο, πρέπει να σηκωθείς ψηλά. Πολύ ψηλά. Είναι παροιμιώδης η φράση που χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να δώσουμε ένεση αυτοπεποίθησης σ’ έναν φίλο μας ο οποίος δε βρίσκεται στην καλύτερη φάση της ζωής του λόγω προσωπικών, επαγγελματικών και κοινωνικών προβλημάτων. Ουσιαστικά και λιτά, του λέμε: «Πρέπει να κάνεις στη ζωή σου ένα restart, ώστε να μην επιστρέψει στη χάλια ψυχολογική κατάσταση που βρισκόταν».

Ακριβώς το ίδιο πρέπει να πούμε και τώρα για την εθνική μας οικονομία. Πρέπει η εθνική οικονομία να κάνει ένα restart. Βέβαια, αυτό το restart δεν πρέπει να προέρχεται από ένα σύνολο οικονομικών αντιλήψεων οι οποίες ανήκουν στο πολιτικό σύστημα, αλλά είναι ευθύνη του ίδιου του πολίτη να μην επιτρέψει τακτικές του παρελθόντος να αναδυθούν.

Συγκεκριμένα, πρέπει να θάψουμε τις παλιές πελατειακές συνήθειες, το κομματικό συμφέρον και τη στενή αντίληψη που θέλει το “εγώ” να υπερτερεί του “εμείς”. Οι παραγωγικές δυνατότητες που κρύβει η χώρα μας είναι άφθονες. Απλά, δυστυχώς στην ελληνική κουλτούρα έχουν ριζώσει ο διαξιφισμός, η σύγκρουση και το έλλειμμα συνεννόησης. Αυτό το είδαμε ιδιαιτέρως στη διάρκεια της πολύχρονης κρίσης. Και πάμε τώρα σ’ ένα μείζον ερώτημα: Τι κάνουμε από εδώ και πέρα;

Οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι ένα αναχρονιστικό φαινόμενο, που παραπέμπει σε εποχές της δεκαετίας του 1970 και του 1980, όταν με την εισαγωγή του φοιτητή αυτόματα άνοιγε μια θέση στο Δημόσιο

Πρώτα και κύρια, πρέπει να κατανοήσουμε την εποχή που βρισκόμαστε. Η μεταμνημονιακή περίοδος είναι μια περίοδος εκλογών. Αυτοδιοικητικές, εθνικές και ευρωπαϊκές εκλογές. Επομένως, το αναμενόμενο είναι να υπάρξουν αντιρρήσεις πολιτικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα οικοδομήσει τον προεκλογικό του λόγο πάνω στη ρητορική πως η κυβέρνησή του έδωσε καλύτερα δείγματα γραφής από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, ενώ η Νέα Δημοκρατία θα υποστηρίξει πως ο δημαγωγικός συριζαϊκός λόγος μάς έφτασε στο χείλος του γκρεμού.

Τώρα που έχει ανοίξει για τα καλά η μεταμνημονιακή περίοδος, είναι αναγκαία όσο ποτέ η συγκρότηση ενός σχεδίου δράσης απ’ όλες τις υγιείς πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις. Είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε να καλλιεργηθεί η αντίληψη στον κόσμο (και στον πολιτικό και στην κοινωνία των πολιτών) πως η πανεθνική προσπάθεια για μια καλύτερη αυριανή μέρα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη. Είναι, επίσης, απαραίτητο να γίνουν σημαντικές αλλαγές σε επίπεδο οικονομίας.

Καταρχήν, πρέπει να δούμε τα δεδομένα μας. Η Ελλάδα είναι ένα εργαστήρι. Η χώρα μας διαθέτει άφθονους φυσικούς και ανθρώπινους πόρους. Οι φυσικοί πόροι είναι το καλό κλίμα, το απέραντο γαλάζιο και η βιοποικιλότητά μας. Είναι αναγκαίο να τα αξιοποιήσουμε στο έπακρο, ως μια μορφή δυνάμει επένδυσης. Έχουμε ανάγκη από ένα επενδυτικό σοκ, το οποίο δε θα εστιάζει στον τουρισμό, αλλά στη ναυτιλία και στην αξιοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας.

Πέρα από τους φυσικούς πόρους, έχουμε ανάγκη και από το ανθρώπινο κεφάλαιο. Εκεί υπάρχει μια πραγματική κρίση στο ανθρώπινο δυναμικό, που θα κινήσει μπροστά τη χώρα, καθώς ολοένα και περισσότεροι νέοι και μορφωμένοι άνθρωποι φεύγουν από τη χώρα μας με προορισμό το εξωτερικό. Πρέπει να αναπτυχθούν ενεργητικές πολιτικές, ώστε η Ελλάδα να αποτελέσει πόλο έλξης επιστημόνων, ερευνητών, ακαδημαϊκών και φοιτητών. Ως προς αυτό, είναι αναγκαίο το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο να αποκτήσει διεθνή αξιοπιστία και να μην τοποθετεί περιορισμούς στην επιθυμία του Βρετανού, Γερμανού και Ολλανδού φοιτητή, που θέλει να σπουδάσει εδώ. Επίσης, είναι απαραίτητο τα προγράμματα σπουδών του Ελληνικού Πανεπιστημίου να αναβαθμιστούν.

Πέρα από τους φυσικούς πόρους, έχουμε ανάγκη και από το ανθρώπινο κεφάλαιο. Εκεί υπάρχει μια πραγματική κρίση στο ανθρώπινο δυναμικό, που θα κινήσει μπροστά τη χώρα, καθώς ολοένα και περισσότεροι νέοι και μορφωμένοι άνθρωποι φεύγουν από τη χώρα μας με προορισμό το εξωτερικό.

Προς την κατεύθυνση αυτή πρέπει να αλλάξει και ο τρόπος εισαγωγής των φοιτητών στα ελληνικά Πανεπιστήμια. Οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι ένα αναχρονιστικό φαινόμενο, που παραπέμπει σε εποχές της δεκαετίας του 1970 και του 1980, όταν με την εισαγωγή του φοιτητή αυτόματα άνοιγε μια θέση στο Δημόσιο. Τώρα, πλέον, δεν είναι τόσο δύσκολο να βρούμε Έλληνα απόφοιτο Πανεπιστημίου, ενώ η συνταγματική ρύθμιση που διασφαλίζει τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων τίθεται εν αμφιβόλω στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση, με το μέλλον τους να κρίνεται αβέβαιο (για εκείνους που έχουν ανεπαρκή προσόντα).

Στη μεταμνημονιακή οριοθέτηση της οικονομίας, πρέπει να προσεγγίσουμε τους στόχους. Μέχρι το 2022 πρέπει να φτάσουμε σε επίπεδα πρωτογενούς πλεονάσματος, που αγγίζουν το 3,5% του ΑΕΠ, ενώ το 2023 κι έπειτα να φτάνουν το 2,2%. Σε περίπτωση που παρεκκλίνουμε ως προς τους στόχους που έχουμε θέσει, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός είναι αναπόφευκτος, με αποτέλεσμα να πέσουμε ξανά στη δυσμένεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή κάποιου άλλους διεθνούς ή ευρωπαϊκού οικονομικού οργάνου.

Οι στόχοι απαιτούν προσεκτικές κινήσεις, ενώ η επόμενη κυβέρνηση που θα προκύψει οφείλει να βοηθήσει τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Η καταιγίδα φόρων σε συνδυασμό με τη μείωση του αφορολογήτου από 1/1/2020 (που μιλάμε για φορολόγηση των χαμηλότερων στρωμάτων) δημιουργούν τις προϋποθέσεις ώστε να βρεθεί μια λύση ανάκαμψης.

Το ασφαλιστικό σύστημα, από την άλλη, πρέπει να αναδιαρθρωθεί και πολύ πιο συγκεκριμένα η ρίζα του κακού βρίσκεται στις υψηλές προσφορές και ελάχιστες παροχές. Το αναδιανεμητικό σύστημα ασφάλισης με τα δεδομένα της εποχής μας (brain drain, υψηλή ανεργία, υποαπασχόληση, “μαύρη” εργασία, δημογραφικό) κρίνεται ως αναχρονιστικό, αναποτελεσματικό και σίγουρα μη βιώσιμο.

Τέλος, ο πολίτης πρέπει και ο ίδιος να αισθανθεί τις υποχρεώσεις που έχει εντός της ελληνικής κοινωνίας. Πρέπει να κατανοήσει πως ένα σύγχρονο κράτος δεν πρέπει να λειτουργεί με τακτικές και πρακτικές της δεκαετίες του 1980, όταν ο κρατισμός και η πελατειοκρατία ρίζωσαν. Ο πολίτης είδε την ψήφο του ανταλλακτικά και άφησε τη δημοκρατία, το κράτος πρόνοιας, το κράτος δικαίου, τους δημόσιους θεσμούς να τους ελέγχει ένα πολιτικό κατεστημένο. Σε μια Δημοκρατία, ο κυβερνώμενος είναι και ο κυβερνήτης του “πλοίου”. Αυτό το έχουμε ξεχάσει όταν αφήνουμε το ιδιωτικό συμφέρον ή εμπλεκόμαστε άμεσα ή έμμεσα με κομματικούς διαξιφισμούς. Είναι υπόθεση όλων μας να πιστέψουμε σ’ ένα εθνικό restart... ώστε να προχωρήσουμε μπροστά!

* Ο Νίκος Κοσμαδάκης είναι πολιτικός επιστήμονας ([email protected]).

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News