Ο Μills και το ελληνικό παράδειγμα

Απόψεις
Ο Μills και το ελληνικό παράδειγμα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Ντόναλντ Τραμπ, ένας άνθρωπος που κατάφερε και αύξησε την ακίνητη περιουσία του, μεταπήδησε στην πολιτική και έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ...

Ο W. Mills είναι ένας δημοφιλής φιλόσοφος στον ακαδημαϊκό χώρο. Οι άνθρωποι που έχουν γνωρίσει το έργο του διακρίνονται σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα ανθρώπων υποστηρίζει ότι το έργο του συνιστά μια αποτύπωση της πραγματικότητας, δηλαδή ο φιλόσοφος λειτουργεί ως ένας ουδέτερος διαιτητής, ενώ άλλοι θεωρούν πως έχει καταναλώσει όλο τον πολύτιμο χρόνο του σε θεωρίες που αποσκοπούν σε μια συστηματική κριτική του καπιταλιστικού συστήματος.

Είτε τη μία είτε την άλλη αντίληψη υιοθετήσει κάποιος, οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε πως είναι μεθοδικός και γνωρίζει τις ατέλειες του σύγχρονου τρόπου παραγωγής. Οι θεωρίες του είναι ένα σπουδαίο εργαλείο για την κατανόηση της συμπεριφοράς τόσο των αγορών όσο και των πολιτικών αρχόντων.

Για παράδειγμα, ο Mills υποστήριξε ότι στην Αμερική η ελίτ εξουσίας, όπως την ονομάζει, συγκροτείται από τρεις ομάδες: την οικονομική, που έχει στα χέρια της τον έλεγχο των κυριότερων μέσων παραγωγής, τη στρατιωτική που ελέγχει τα μέσα βίας, και την πολιτική που ελέγχει τον κρατικό μηχανισμό. Αυτές οι τρεις ελίτ είναι ενωμένες μεταξύ τους και καμία δεν εκφράζει αντιρρήσεις ή διαφορετικά συμφέροντα έναντι της άλλης.

Για να γίνεις μέλος της ομάδας των ελίτ, χρειάζεται πολλή δουλειά. Συγκεκριμένα χρειάζεται μεγάλο εισόδημα, κοινωνική θέση και κύρος, εκπαίδευση υψηλού βαθμού κ.τ.λ. Έτσι οι θέσεις γίνονται κληρονομικές και ουσιαστικά μεταβιβάζονται από τη μια γενιά στην άλλη. Έτσι οι ελίτ διακρίνονται από τη μάζα και αυτοπροσδιορίζονται ως μια μικρή ομάδα που έχουν τα προσόντα και τις ικανότητες να διαφεντεύουν τον τόπο έναντι του πλήθους, του κόσμου...

«Όλοι για έναν και ένας για όλους» θα ήταν πιστεύω ένας τίτλος που αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο τη σχέση των τριών εξουσιών σύμφωνα με τη θεωρία του Mills. Οι λόγοι για τους οποίους οι τρεις αυτές εξουσίες είναι ενωμένες είναι:

Πρώτον, οι θέσεις που κατέχουν είναι θεσμικά αλληλεξαρτημένες και επιπλέον υπάρχει σε μεγάλο βαθμό ανταλλαγή θέσεων ανάμεσα στις τρεις αυτές ελίτ. Για παράδειγμα, γενικοί διευθυντές μεγάλων επιχειρήσεων (οικονομική ελίτ) είναι εύκολο να μεταπηδήσουν στην πολιτική ελίτ. Δείτε τον πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Ντόναλντ Τραμπ. Ένας άνθρωπος που κατάφερε και αύξησε την ακίνητη περιουσία του μετέβη στην πολιτική και έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ.

Δεύτερον, και οι τρεις ελίτ απολαμβάνουν παρόμοιες συνθήκες διαβίωσης (υψηλά εισοδήματα) και άρα υπάρχει μια κοινή ιδεολογία, ένας κρίκος που συνδέει τα συμφέροντα. Αυτή η κοινή ιδεολογία δυναμώνει τη συνοχή των ελίτ.

Και τρίτο, για να γίνεις μέλος των ελίτ, χρειάζεται πολλή δουλειά. Συγκεκριμένα χρειάζεται μεγάλο εισόδημα, κοινωνική θέση και κύρος, εκπαίδευση υψηλού βαθμού κ.τ.λ. Έτσι οι θέσεις γίνονται κληρονομικές και ουσιαστικά μεταβιβάζονται από τη μια γενιά στην άλλη. Έτσι οι ελίτ διακρίνονται από τη μάζα και αυτοπροσδιορίζονται ως μια μικρή ομάδα που έχουν τα προσόντα και τις ικανότητες να διαφεντεύουν τον τόπο έναντι του πλήθους, του κόσμου...

Αυτή η θεώρηση του Αμερικανού φιλοσόφου είναι εξαιρετικά σημαντική και σίγουρα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια γόνιμη συζήτηση. Εγώ θα πάρω τη θεωρία του Mills και θα την τοποθετήσω στο ελληνικό παράδειγμα. Βέβαια, εδώ θα προσθέσω τη θρησκευτική εξουσία και θα απομακρύνω τη στρατιωτική εξουσία.

Κακά τα ψέματα. Από τη στιγμή που ο πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο υπουργός Εθνικής Άμυνας έχουν το πάνω χέρι στις στρατιωτικές υποθέσεις, δεν μπορούμε να μιλάμε για ελίτ εξουσίας. Η πολιτική εξουσία ασκεί τον έλεγχο των μηχανισμών βίας. Μπορούμε όμως να μιλάμε για ελίτ εξουσίας όταν αναφερόμαστε στον κλήρο και συγκεκριμένα στους θεσμικούς εκπροσώπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας.

Επομένως, στην Ελλάδα έχουμε τρεις ελίτ εξουσίας πάλι: την οικονομική, την πολιτική και τη θρησκευτική. Οι εκπρόσωποι της θρησκευτικής εξουσίας δεν μπορούν να μεταπηδήσουν σε κάποια άλλη μορφή εξουσίας. Έχουν επιρροή και σχέσεις με την πολιτική και οικονομική εξουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εμπλοκή του υπουργού Παιδείας στις υποθέσεις της Εκκλησίας.

Πολιτική και οικονομική εξουσία βρίσκονται σε στενή συνεργασία. Η πολιτική τροφοδοτεί την οικονομική εξουσία και αντίστροφα. Δείτε για παράδειγμα τους γόνους των πολιτικών προσώπων αλλά και τον Τύπο. Επιχειρηματικά συμφέροντα στρέφονται ενάντια σε πολιτικούς σχηματισμούς. Αλλά δεν είναι το μόνο. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι εύποροι που αποφασίζουν να μεταπηδήσουν στην πολιτική, είτε στην Αριστερά είτε στη Δεξιά, σε κάποια φάση της ζωής τους. Η διείσδυση οικονομικών συμφερόντων στην πολιτική σφαίρα δημιουργεί το φαινόμενο της διαφθοράς, η οποία ξεκινάει από τα κατώτερα επίπεδα με τη μορφή ρουσφετιού και γιγαντώνεται μετατρεπόμενη σε διαπλοκή.

Δεύτερον, και οι τρεις εξουσίες ελίτ απολαμβάνουν παρόμοιες συνθήκες διαβίωσης. Υψηλά εισοδήματα έχει ένας μεγαλοεπιχειρηματίας, ένας υπουργός αλλά και ένας μητροπολίτης στην Ελλάδα. Ωστόσο μόνο ο έχων την οικονομική εξουσία νομιμοποιείται να χαίρεται για τα υψηλά εισοδήματά του. Αυτό προτάσσει ο τέλειος ανταγωνισμός, δηλαδή τεμαχισμένη οικονομική εξουσία στα άτομα και από εκεί και πέρα, αναλόγως με τις ικανότητες, τις δεξιότητες και τη σκέψη του επιχειρηματία, μπορεί ο ίδιος να αναρριχηθεί ψηλά ή και να χρεωκοπήσει. Σε κάθε περίπτωση η απόκτηση πλούτου πρέπει να είναι νόμιμη και να μην αξιοποιεί τις αστοχίες του ελληνικού κράτους. Επίσης, ο κάτοχος των μέσων παραγωγής οφείλει να σέβεται τους εργαζόμενούς του.

Η κατοχή πλούτου από την πολιτική και εκκλησιαστική εξουσία είναι ηθικά κατακριτέα. Ο πολιτικός οφείλει να αφουγκράζεται την κοινωνική δυσαρέσκεια και να θέτει πάνω απ’ όλα το δημόσιο συμφέρον. Ένας πολιτικός ο οποίος ευημερεί είναι μια κάκιστη εκδοχή πολιτικού άνδρα από όποιο μέρος του πολιτικού φάσματος κι αν προέρχεται. Το ίδιο ισχύει και για τη θρησκευτική εξουσία. Δυστυχώς, οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Εκκλησίας δε συμμερίζονται τον πόνο και την αγανάκτηση του μέσου αστού.

Και τρίτον, στην Ελλάδα ισχύει αναμφισβήτητα ο κανόνας πως η επιθυμία του ατόμου να συμμετάσχει σε μια από τις τρεις ελίτ εξουσίας είναι ένα απαιτητικό εγχείρημα. Και οι τρεις εξουσίες στην Ελλάδα λειτουργούν σαν κλειστές ομάδες και η μία γενιά δίδει στην άλλη τα προνόμιά της. Ο μεγαλοεπιχειρηματίας θα δώσει την ακίνητη περιουσία του ή τα χρήματα σε τραπεζικούς λογαριασμούς στα παιδιά του. Ο πολιτικός θα προσπαθήσει να βάλει τον γιο ή την κόρη του στο Κοινοβούλιο. Η θρησκευτική εξουσία θα βάλει η ίδια τα όρια, τους περιορισμούς και τα εμπόδια σε όποιον επιθυμεί να ανέλθει στα ανώτερα κλιμάκια.

Το φαινόμενο που μας περιέγραψε ο Mills δεν είναι τωρινό στην Ελλάδα. Ισχύει από τη γέννηση του ελληνικού κράτους. Στην Ελλάδα, δεν είχαμε την πολιτική κουλτούρα να διαπραγματευτούμε βασικά ζητήματα. Και κάθε φορά που μια επαναστατική ομάδα πολεμούσε για συμφέροντα, τότε η πολιτική εξουσία τής παραχωρούσε προνόμια και με αυτόν τον τρόπο ενέδιδε. Εάν πραγματικά θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα υγιές πολιτικό πλαίσιο, που συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση του οικονομικού φιλελευθερισμού, οφείλουμε να αφήσουμε το “εγώ” μας και να προτάξουμε το συλλογικό “εμείς” πάνω στη βάση της αξιοκρατίας και του υγιούς (και όχι αθέμιτου) ανταγωνισμού. Οφείλει ο πολίτης να ξεκαθαρίσει ποιοι τον προστατεύουν και ποιοι όχι.

* Ο Νίκος Κοσμαδάκης είναι πολιτικός επιστήμονας ([email protected]).

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News