Η καλλιέργεια της ελιάς στην Κρήτη: Προβλήματα, κίνδυνοι και προτάσεις

Απόψεις
Η καλλιέργεια της ελιάς στην Κρήτη: Προβλήματα, κίνδυνοι και προτάσεις

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η οικονομία του νησιού μας από τη δεύτερη π.Χ. χιλιετία βασίζονταν σε μεγάλο βαθμό στην ελιά. Μέχρι και τις προηγούμενες δεκαετίες, μεγάλο μέρος του πληθυσμού των αγροτικών περιοχών μας στήριζε την επιβίωσή του στην παραδοσιακή καλλιέργεια της ελιάς.

Του Δρα. Ευάγγελου Καπετανάκη, τέως Καθηγητή Γεωπονίας και Πρόεδρο ΤΕΙ Κρήτης

Σήμερα ένα πολύ μεγάλο μέρος των ελαιώνων μας είναι νέες φυτείες των τελευταίων δεκαετιών ή ανανεώσεις παλαιότερων ελαιώνων. Η ελαιοκαλλιέργειά μας, με επιταχυνόμενους ρυθμούς, παίρνει εντατική μορφή. Η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου και του αναπόφευκτου ελεύθερου ανταγωνισμού, αλλά και οι πολιτισμικές εξελίξεις, αλλάζουν ταχύτατα το πλαίσιο της άσκησης της Γεωργίας. Είναι πλέον από όλους κατανοητό πως για να συνεχίσει να αποδίδει πραγματικό εισόδημα η ελαιοκαλλιέργεια επιβάλλεται να μεταλλαχθεί σε μια σύγχρονη αγροτική/ επιχειρηματική δραστηριότητα. Απαιτεί καλό σχεδιασμό και προσεκτική διαχείριση, από την κεντρική και την τοπική κυβέρνηση έως τον πιο μικρό οικογενειακό ελαιώνα. Θα πρέπει να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να ξεπεράσει εγγενή μειονεκτήματα και να αντιμετωπίσει εξωτερικές απειλές.

Γενικότερα πλεονεκτήματα και απειλές

Σοβαρά πλεονεκτήματα αποτελούν το κλίμα μας για βέλτιστη ποιότητα και η αδιάλειπτη εμπειρία ελαιοκαλλιέργειας για αιώνες.

Όμως πολύ σοβαρό μειονέκτημα αποτελούν οι μικρές ιδιοκτησίες και ο πολυτεμαχισμός τους. Επιπλέον σημαντικό ζήτημα είναι η διατήρηση της χρήσης μεγάλου ποσοστού ελαιώνων από μη επαγγελματίες αγρότες, που συνήθως κατοικούν σε άλλες περιοχές και τους καλλιεργούν ελάχιστα ή καθόλου. Αυτά αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για τη χρήση σύγχρονων καλλιεργητικών μέσων και μεθόδων, για αύξηση της απόδοσης των δένδρων και για μείωση του κόστους παραγωγής.

Εξωτερική απειλή αποτελεί η αύξηση των εκτάσεων καλλιέργειας σε άλλες χώρες και η διεκδίκηση από αυτές των δικών εξαγωγικών αγορών (βλ. πίνακα στατιστικών του παγκόσμιου Οργανισμού Τροφών και Γεωργίας – FAOSTAT). Ακόμα και αν ληφθούν υπόψη τα περί πραγματικής απόδοσης στην Τυνησία ή τα περί αντιφατικών πληροφοριών από την Τουρκία (πολιτική επέκτασης ή μέτρα περιορισμού;) οι απειλές είναι προφανείς.

Ειδικότεροι προβληματισμοί

Για τον καλλιεργητή πολύ σημαντική είναι η αύξηση της ποσότητας παραγωγής ελαιολάδου βέλτιστης ποιότητας, με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Για τον καταναλωτή (και κατά συνέπεια για το εμπόριο) σημαντική είναι η οργανοληπτική ποιότητα του ελαιολάδου (γεύση και άρωμα) αλλά και η περιεκτικότητά του σε αντιοξειδωτικές και άλλες ουσίες επωφελείς για την υγεία. Είναι προφανές ότι η ύπαρξη υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων δεν είναι αποδεκτή. Πρόσθετη απαρέγκλιτη απαίτηση για τις Κοινοτικές Ενισχύσεις αποτελεί να γίνεται η καλλιέργεια με όλους τους κανόνες της Ορθής Γεωργικής Πρακτικής, για να προστατεύεται το αγροοικοσύστημα και το ευρύτερο περιβάλλον.

Εντείνονται οι προβληματισμοί μας λοιπόν για όλες τις ελαιοκομικές εργασίες και εισροές, οι οποίες αναφέρονται εδώ πολύ περιληπτικά και ανεξάρτητα, αλλά προφανώς λειτουργούν σε άρρηκτους συνδυασμούς:

Λίπανση και έδαφος του ελαιώνα

Η σωστή θρέψη των δένδρων, για υψηλή απόδοση ποσότητας ελαιοκάρπου και ελαιο-περιεκτικότητας, απαιτεί την ύπαρξη θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος σε επάρκεια και βέλτιστους συνδυασμούς, όταν τα χρειάζεται το δένδρο στον ετήσιο κύκλο του. Η ποσότητα λιπασμάτων ανά δένδρο εξαρτάται από την ηλικία του, το έδαφος του ελαιώνα, την τελευταία καρποφορία και το κλάδεμα κ.ά.. Για να υπάρχει επάρκεια θρεπτικών στοιχείων στο δένδρο σε συνεχή βάση, αλλά και για αποφεύγονται σπατάλες, θα πρέπει σε κάθε ελαιώνα ανά λίγα χρόνια να γίνονται αναλύσεις εδάφους και φυλλοδιαγνωστικής σε κατάλληλο εργαστήριο. Είναι απορίας άξιο πώς, ακόμα και όταν προσφέρθηκαν και ανακοινώθηκαν δωρεάν αναλύσεις, ελάχιστοι καλλιεργητές αξιοποίησαν την ευκαιρία. Η καλή θρέψη των φυτών σε πολλές περιπτώσεις ανατρέπει την παρενιαυτοφορία (καρποφορία κάθε δύο χρόνια). Η ενσωμάτωση κοπριάς στο έδαφος και η χλωρή λίπανση συνιστώνται σε κάθε περίπτωση και ιδιαίτερα σε φτωχά εδάφη και στη βιοκαλλιέργεια.

Αναμφίβολα η διαθεσιμότητα νερού στην ελιά, στις κρίσιμες φάσεις του ετήσιου κύκλου, αξιοποιεί το εγγενές δυναμικό του δένδρου και αυξάνει την απόδοση. Όμως είναι πλατειά γνωστό ότι στην άρδευση των ελαιώνων έχουν γίνει απερίσκεπτες καταχρήσεις. Οι περίσσειες ποσότητες νερού δεν ωφελούν, αφαιρούν τα λεπτόκοκκα συστατικά του εδάφους και την οργανική ουσία και ελαττώνουν τη δυνατότητα του εδάφους να συγκρατεί νερό και θρεπτικά στοιχεία. Είναι κρίμα που από φέτος, λόγω λειψυδρίας, η ελαιοκομία θα υποστεί δραματικές περικοπές στις αρδεύσεις. Πολύτιμη θα αποδειχθεί η τεχνογνωσία που διαχέει το Ινστιτούτο Υποτροπικών και Ελιάς Χανίων και οι συστάσεις του για τρόπους διάγνωσης αναγκών νερού των κατά τόπους ελαιώνων και ρύθμισης των αρδεύσεων με σύγχρονα μέσα.

Όργωμα και διαχείριση ζιζανίων

Οι περιστροφικές φρέζες και η καλλιέργεια σε επικλινή εδάφη στην κατωφέρεια έχουν προκαλέσει ζημιά στη δομή των εδαφών και επιτρέπουν απώλεια του πολύτιμου επιφανειακού στρώματος. Σε επικλινείς ελαιώνες συνιστάται το όργωμα μόνο σε ισοϋψείς. Η χρήση τετράυνων αλετριών ή καλλιεργητών μπορεί να συνδυασθεί με σπορά βίκου ανά διετία και ενσωμάτωσή του στην άνθηση για χλωρή λίπανση. Μετά από αυτά η χρήση ζιζανιοκτόνων δεν είναι απαραίτητη, εκτός από πολύ επικλινείς ελαιώνες και σημειακές εφαρμογές σε πολυετή ζιζάνια. Η ακαλλιεργησία κρίνεται ότι αντίκειται στα προληπτικά μέτρα κατά του βακτηρίου Xylella, επειδή η χαμηλή βλάστης ζιζανίων φιλοξενεί τζιτζικάκια που μεταδίδουν το βακτήριο το οποίο προκαλεί τη γνωστή καταστρεπτική ασθένεια.

Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη παράμετρος κόστους, μετά τη συγκομιδή. Στην επικρατέστερη ποικιλία, την Κορωνέικη, έχει υιοθετηθεί το σχήμα του δένδρου εν είδει ανεστραμμένου κοίλου κώνου, μέχρι το μέγιστο ύψος που μπορούν να φθάσουν οι εργάτες από εδάφους με τις σημερινές κεφαλές ραβδίσματος. Έτσι εξασφαλίζεται ο καλός φωτισμός του φυλλώματος αλλά και ο αερισμός για ελάττωση των φυτοπαράσιτων. Το κλάδευμα αρχικής διαμόρφωσης και περιοδικής αναδιαμόρφωσης του σκελετού του δένδρου, καθώς και το κλάδευμα καρποφορίας (ανά διετία ή καλύτερα ετήσιο), έχουν εξαιρετική σημασία για την ποσοτική και ποιοτική απόδοση της καλλιέργειας. Είναι κρίμα που σε πλείστες περιπτώσεις οι ιδιοκτήτες των ελαιώνων είτε απουσιάζουν και παραλείπουν τα κλαδεύματα ή χρησιμοποιούν ανειδίκευτο προσωπικό χωρίς σχετική γνώση, με προφανή κακά αποτελέσματα: Απώλεια εισοδήματος, μεγαλύτερη δαπάνη εργατικών για συγκομιδή, προβλήματα φυτοπαράσιτων και κίνδυνοι για το ίδιο το φυτικό κεφάλαιο. Αυτονόητη, λοιπόν, απαίτηση είναι η καλή εκπαίδευση των κλαδευτών και το τακτικό κλάδευμα. Συμπληρωματική αλλά απαραίτητη εργασία είναι ο θρυμματισμός του κλαδοκάθαρου μέσα στον ελαιώνα με ειδικό εξάρτημα σε τρακτέρ και η ενσωμάτωση στο έδαφος για εμπλουτισμό σε οργανική ουσία, όχι η καύση.

Η σημαντικότερη αλλά και η πιο δαπανηρή εργασία στον ελαιώνα. Στις περισσότερες περιπτώσεις γίνεται καθυστερημένα, με συνέπειες την απώλεια ποσότητας και την υποβάθμιση της ποιότητας του λαδιού. Οι καθυστερήσεις εκθέτουν τον καρπό σε προσβολές του δάκου και σε καρποπτώσεις από ισχυρούς ανέμους. Το δένδρο, που τραυματίζεται σημαντικά, δεν έχει χρόνο να συνέλθει για να αποδώσει από την ερχόμενη άνοιξη. Η ημερομηνία με τη μέγιστη περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες της περιοχής και τη διαθεσιμότητα του νερού στην ελιά από βροχοπτώσεις και άρδευση. Η ελαιο-περιεκτικότητα του καρπού μπορεί να ελέγχεται με μικρή φορητή μηχανή και να προγραμματίζεται η συγκομιδή ανάλογα. Η καλή οργάνωση συνεργείων και η χρήση των κεφαλών συγκομιδής τρίτης γενιάς εγγυώνται το βέλτιστο αποτέλεσμα.

Είναι η δραστηριότητα με τις μεγαλύτερες υπερβολές και τους μεγαλύτερους κινδύνους. Ο δάκος αναμφίβολα είναι το σταθερό και συνήθως το μόνο πρόβλημα φυτοπροστασίας. Οι κανόνες για όλους τους εμπλεκόμενους είναι: (α) Να καταπολεμάται ο δάκος σε κάθε γενεά του, με δολωματικό ψεκασμό, με τήρηση όλων των σχετικών συστάσεων για αποτελεσματικότητα και (β) Να τηρούνται όλοι οι κανόνες ασφαλείας σε σχέση με τους ψεκαστές, τους καταναλωτές του λαδιού και το περιβάλλον. Οι δολωματικοί ψεκασμοί αναπτύχθηκαν στην χώρα μας πρωτοποριακά και αν εφαρμοσθούν με πληρότητα και ακρίβεια εξασφαλίζουν την ποσότητα, την ποιότητα και τη χημική καθαρότητα της παραγωγής, αλλά και την ασφάλεια των ανθρώπων και του περιβάλλοντος.

Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες και οι Διευθύνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα της Κρήτης προσπαθούν για το καλύτερο δυνατό, με τα μέσα που τους διατίθενται από την Πολιτεία. Στην Κρήτη για την επόμενη ελαιοκομική περίοδο κατανεμήθηκαν περίπου 7 από τα 20 εκ. ευρώ που διατίθενται για το σύνολο της Χώρας. Πολλοί θεωρούν ότι τα κονδύλια αυτά δεν επαρκούν και οι διαδικασίες διάθεσής τους καθυστερούν. Σε πολλές περιοχές ακούονται διαμαρτυρίες ότι δεν υπάρχει συνέπεια και ακρίβεια στους ψεκασμούς από τους εργολάβους, με συνέπεια τις μεγάλες προσβολές του δάκου στον καρπό. Και εδώ ελλοχεύουν οι κίνδυνοι: Εξαπλώνονται οι ψεκασμοί με τουρμπίνες σε όλη τη βλάστηση των ελαιώνων και ψεκασμοί κάλυψης ολόκληρων των δένδρων επιπρόσθετα στους δολωματικούς ψεκασμούς. Οι πιθανές συνέπειες: Η έκθεση των ψεκαστών σε εντομοκτόνα, η επιβάρυνση του ελαιολάδου με υπολείμματα φυτοφαρμάκων και η απώλεια της καλής φήμης του, η θανάτωση παράσιτων των εντόμων της ελιάς και η εμφάνιση νέων προβλημάτων φυτοπροστασίας, οι κίνδυνοι για γειτονικές (ακόμα και μακρινές) κατοικίες, καλλιέργειες Βιολογικής Γεωργίας, κηπευτικά κ.ά..

Προτάσεις; Η Πολιτεία να δει ότι η αποτελεσματική καταπολέμηση στου δάκου, είναι μια σοβαρή επένδυση για την κύρια ελληνική καλλιέργεια, την ελιά, και όχι μια απλή δαπάνη. Και το προφανές: Οι ιδιοκτήτες των ελαιώνων πρέπει να είναι κοντά στους ελαιώνες τους, για να βεβαιώνονται για τη σωστή εφαρμογή των ψεκασμών και να τους συμπληρώνουν αν απαιτηθεί, με το σωστό τρόπο.

Τα άλλα φυτοπαράσιτα: Κατά κανόνα δεν προκαλούν μείωση παραγωγής και εισοδήματος. Οι καλλιεργητές, και για το σκοπό αυτό, πρέπει να είναι κοντά στους ελαιώνες και να βλέπουν τα Δελτία

Γεωργικών Προειδοποιήσεων, ώστε να αποφεύγονται άσκοποι και δαπανηροί ψεκασμοί που ανατρέπουν τη βιολογική ισορροπία των αγρο-οικοσυστημάτων.

Ιδιαίτερα σοβαρή απειλή, όχι και τόσο μακρινή πλέον, αποτελεί το βακτήριο Xylella fastidiosa, που μπορεί να καταστρέψει ολοσχερώς το φυτικό κεφάλαιο. Δεν έχει εμφανισθεί ακόμα στη Χώρα μας. Εκτιμάται όμως ότι είναι ζήτημα χρόνου εφόσον προσβάλλει εκατοντάδες είδη φυτών και μπορεί να μεταφερθεί με τις εισαγωγές φυτικού υλικού. Μας πολιορκεί εφόσον προ πολλού βρέθηκε στη Νότια Ιταλία και στην Κορσική, στη Νότια Γαλλία και πρόσφατα στην Ισπανία. Οι Διευθύνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης έχουν ξεκινήσει μια νέα προσπάθεια ενημέρωσης. Στην Κρήτη οι γεωπόνοι και οι καλλιεργητές πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση και να παρακολουθούμε τις ενημερώσεις που εκδίδονται από τα Εργαστήρια που έχουν θεσμικά αναλάβει το αντίστοιχο έργο: Το Εργαστήριο Φυτοπαθολογίας του Τ.Ε.Ι. Κρήτης και το Εργαστήριο Εντομολογίας του ΕΛΓΟ «Δήμητρα» στο Ηράκλειο. Μεταξύ των νέων προληπτικών μέτρων, ώστε οι ελαιώνες να μην είναι ευάλωτοι συνιστώνται: (α) Καταστροφή των ζιζανίων των ελαιώνων με αποφυγή της ακαλλιεργησίας, ώστε να μην φιλοξενούνται τα μικρά τζιτζικάκια που μεταδίδουν το βακτήριο, όπως αναφέρθηκε και προηγούμενα. (β) Γενικότερη μέριμνα λίπανσης και κλαδεύματος ώστε τα δένδρα να είναι εύρωστα απέναντι στην ασθένεια.

Οι ποικιλίες μας

Έχει πλέον επικρατήσει η Κορωνέϊκη. Έχει εμπορική ποιότητα ελαιολάδου και ανταποκρίνεται στους χειρισμούς των σημερινών καλλιεργητικών πρακτικών. Η Τσουνάτη, που βρίσκεται κύρια σε περιοχές της Δυτικής Κρήτης, χαρακτηρίζεται από το γευστικό της λάδι αλλά και από μεγάλα μεγέθη ελαιοδένδρων και δυσκολίες συγκομιδής. Φέτος, στο 4ο Διαγωνισμό Κρητικού Ελαιολάδου η Τσουνάτη απέσπασε 2 από τα 6 βραβεία που απονεμήθηκαν, σε βιολογικά και συμβατικά ελαιόλαδα. Το ένα από αυτά ήταν ανάμιξη Τσουνάτης με Κορωνέικη. Η Χονδρολιά (Θρούμπα) έχει εκριζωθεί στο μέγιστο ποσοστό της λόγω δυσχερειών συγκομιδής και χαρακτηριστικών του λαδιού της. Ίσως έχει μέλλον ως επιτραπέζια. Οι περισσότεροι εγκαταλελειμμένοι, ακαλλιέργητοι ελαιώνες μας είναι Χονδρολιά.

Η ελαιοκαλλιέργεια, ο σημαντικότερος πυλώνας του γεωργικού τομέα της Κρήτης, βρίσκεται μπροστά σε πολλαπλές προκλήσεις και απειλές. Η αντιμετώπισή τους από μια πλευρά αποτελεί υποχρέωση των πολιτειακών και επιστημονικών φορέων. Όμως στο βασικό επίπεδο, ως ζήτημα επιβίωσης, απαιτεί την πολύπλευρη εγρήγορση των ίδιων των καλλιεργητών και των οργανώσεών τους. Η αύξηση του εισοδήματος του καλλιεργητή θα προέλθει από δύο παράλληλες προσπάθειες: Σε πολιτειακό και συλλογικό επίπεδο για τη βελτίωση της φήμης του ελαιολάδου μας και την αύξηση της τιμής του, αλλά και το άνοιγμα νέων αγορών. Ο καλλιεργητής και ο σύμβουλός του γεωπόνος θα πρέπει να εργασθούν πιο μεθοδικά για την αύξηση της παραγωγής, τη βελτίωση της ποιότητας και την ελάττωση του κόστους παραγωγής, αλλά και για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής ταυτότητας του προϊόντος, όπως την επιζητούν οι αγορές.

Μείωση του κόστους με αλλαγή ποικιλιών και φυτεύσεων (πχ. πυκνές και υπερ-πυκνές φυτεύσεις θαμνώδους διαμόρφωσης όπως στην Ισπανία) δεν φαίνεται πιθανή στο άμεσο μέλλον λόγω του εδαφικού ανάγλυφου της Κρήτης και των απαιτούμενων γιγαντιαίων μηχανημάτων συγκομιδής.

Στο ευρύτερο πλαίσιο της οικονομίας μας, ζητούμενο είναι και η ευρύτερη συνέργεια της ελαιοκαλλιέργειας με τον τουρισμό του νησιού. Εδώ έχει θέση η παράδοσή μας.

Το σταθερό κεφάλαιο της Κρήτης, ο ελαιώνας της, θα είναι ακόμα για πολλά χρόνια εδώ. Ας αξιοποιήσουμε κάθε γωνιά του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News