default-image

Ρεαλισμός και τραπεζική ρευστότητα: Προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση της επιχειρηματικότητας

Απόψεις
Ρεαλισμός και τραπεζική ρευστότητα: Προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση της επιχειρηματικότητας

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

1. Πιστωτικά Ιδρύματα (Π. Ι.) και χρηματοδότηση της οικονομίας: Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μέχρι και το 2009 είχε ιδιαίτερη επιτυχία στη χρηματοδότηση της επιχειρηματικότητας. Με την έλευση της κρίσης, υπέστη καθίζηση, λόγω της οικονομικής ύφεσης που ξεκίνησε από τα δημοσιονομικά δεδομένα της χώρας και το συμπαρέσυρε στην ύφεση. Τα τελευταία χρόνια τα Πιστωτικά Ιδρύματα (Π. Ι.) της χώρας δέχονται σοβαρές πιέσεις ρευστότητας, καθώς διαθέτουν ελάχιστη πρόσβαση στις βασικές πήγες χρηματοδότησης, παράλληλα δε δυσχεραίνεται και η ποιότητα του ενεργητικού τους, λόγω της ύπαρξης των επισφαλών δανείων. Από την άλλη, το πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών τραπεζών στέφθηκε από επιτυχία, με εντυπωσιακή ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των συστημικών τραπεζών από τον ιδιωτικό τομέα και μάλιστα από ξένους επενδυτές, με στόχο - μεταξύ των άλλων - και την επαναφορά του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (core tier 1 capital ratio), σε επίπεδα κοντά στο 9%. Ωστόσο, η προώθηση της διαθέσιμης ρευστότητας και διοχέτευσής της στην πραγματική οικονομία αποτελεί ζήτημα κυρίαρχα οικονομικής ισορροπίας. Σε αυτό συμβάλλει και η μειονεκτική θέση των ελληνικών Π. Ι., σε σχέση με τα αντίστοιχα της ευρωζώνης, στη διαδικασία άντλησης φθηνής ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), καθώς, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες που εφαρμόζει η ΕΚΤ, το μεγαλύτερο μέρος των ενεχύρων που διαθέτουν τα ελληνικά Π. Ι. δε θεωρούνται επιλέξιμα από την ΕΚΤ.

Του δρ Χρήστου Μ. Λεμονάκη *

Επιπλέον στοιχεία στα παραπάνω είναι και ότι η πιστωτική επέκταση στην ελληνική οικονομία (υπόλοιπο δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά) ανήλθε κατά το μήνα Αύγουστο 2014, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας Ελλάδος, σε αρνητικό πρόσημο, στο -3,5%, από -3,7% τον Ιούλιο του 2014. Ωστόσο, ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης θα ήταν ήδη θετικός αν οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις δεν προσέφευγαν απευθείας στις διεθνείς αγορές ομολόγων για αναχρηματοδότηση των δανειακών τους υποχρεώσεων σε ευνοϊκό κόστος, με παράλληλη μείωση μέρους των υποχρεώσεών τους προς τα Π.Ι. Αυτά εξακολουθούν σήμερα να αντλούν τη ρευστότητά τους από την πραγματική οικονομία, στοιχείο αναμενόμενο μετά από μια τόσο μεγάλη δημοσιονομική κρίση. Περισσότερα από 30 δισ. ευρώ έχουν διατεθεί τα τελευταία χρόνια από τις εμπορικές τράπεζες για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που προκαλεί η οικονομική ύφεση. Τα κεφάλαια αυτά υπό φυσιολογικές συνθήκες θα μπορούσαν να είχαν διοχετευθεί - κατά το μεγαλύτερο μέρος τους - για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, δηλαδή για δανεισμό προς υγιείς επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Από την άλλη, οι καταθέσεις (επιχειρήσεων και νοικοκυριών) από τα επίπεδα των 237 δισ. ευρώ το 2009 συρρικνώθηκαν στα 164,2 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2014, καταγράφοντας μείωση περί τα 73 δισ. ευρώ. Ωστόσο, ένα από τα πιο ενθαρρυντικά στοιχεία είναι η σταδιακή επανάκτηση της ροής των καταθέσεων προς το τραπεζικό σύστημα. Στο τέλος Ιουνίου οι καταθέσεις ανήλθαν στα 163,21 δισ. ευρώ, από 162,1 δισ. ευρώ τον περασμένο Μάιο, με 161,4 δισ. ευρώ τον Απρίλιο και περί τα 160,5 δισ. ευρώ το Φεβρουάριο 2014. Είναι εμφανές ότι σε ένα τέτοιο κλίμα προσπάθειας για σταδιακή επανάκτηση του επιπέδου καταθέσεων και περαιτέρω εμπέδωσης του κλίματος εμπιστοσύνης, οι οποιεσδήποτε - πολιτικού περιεχομένου και χαρακτήρα - άμεσες ή έμμεσες παρεμβάσεις στην κατεύθυνση εκφοβισμού των καταθετών, σε σχέση με τη βιωσιμότητα του τραπεζικού συστήματος, επιφέρουν τα αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

2. Αναδιανομή των διαθέσιμων πιστώσεων: Το τραπεζικό σύστημα, κεφαλαιακά, είναι πλέον ισχυρότερο σε σχέση με πριν από μια διετία, αλλά σε στάδιο προσαρμογής στις νέες συνθήκες, ψάχνοντας την ισορροπία του και εμφανίζοντας τα προβλήματα της επόμενης ημέρας που χρήζουν άμεσης επίλυσης. Στο οικονομικό πλαίσιο που διαμορφώνεται σήμερα, καίριο θέμα - σε κάθε περίπτωση - αποτελεί για τα Π. Ι. η διαχείριση των επισφαλών απαιτήσεων. Αν οι επισφάλειες συνεχίσουν με την ίδια ταχύτητα, τότε θα απαιτηθούν και νέα χρήματα για την κεφαλαιακή ενίσχυση των Π. Ι., το μεγαλύτερο μέρος των οποίων θα επιβαρύνει το ελληνικό Δημόσιο και κατ' επέκταση το φορολογούμενο πολίτη.

Από την άλλη, βέβαια, χρέος των Π. Ι. είναι να εξασφαλίσουν δίκαιη και βασισμένη στα τρέχοντα δεδομένα της αγοράς ροή χρηματοδότησης σε επιχειρήσεις βιώσιμες, που μπορούν να στηρίξουν την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια της οικονομίας. Μια γρήγορη ματιά στη διάρθρωση των πιστώσεων στην οικονομία τα τελευταία τρίμηνα επιβεβαιώνει ότι η προσπάθεια αυτή συντελείται σε κάποιο περιορισμένο βαθμό, ωστόσο υπάρχει αρκετός δρόμος ακόμη για την επίτευξη ενός τέτοιου βασικού στόχου ανάπτυξης.

Η επανεκκίνηση της επιχειρηματικότητας σήμερα, είτε το θέλουμε είτε όχι, περνάει από τα Π. Ι. Αυτά με τη σειρά τους οφείλουν να πριμοδοτούν μοντέρνες επιχειρήσεις, καινοτόμες, εξωστρεφείς, ανταγωνιστικές, με έξυπνες και δραστήριες διοικήσεις, που κατανοούν και σέβονται την αξία του δανεικού χρήματος στη σημερινή πραγματικότητα και το διαχειρίζονται υπεύθυνα και προς την κατεύθυνση της βιωσιμότητάς τους αρχικά και εν συνεχεία της ενίσχυσης των μεγεθών τους. Σε τέτοιες επιχειρήσεις οφείλουν τα Π. Ι. να προσδίδουν «χρηματοδοτική προτεραιότητα». Επιπλέον, σύμφωνα με αρκετούς ερευνητές, οι Έλληνες εξακολουθούν να επενδύουν σε κλασικές εμπορικές επιχειρήσεις, όπως οι καφετέριες, τα σουβλατζίδικα, τα κομμωτήρια κ.ά. και όχι σε δραστηριότητες καινοτόμες και με εξαγωγικό προσανατολισμό. Είναι λάθος αυτό; Με μια πρώτη ανάγνωση όχι, αλλά αποτελεί τον εύκολο δρόμο. Ένας βασικός λόγος αυτού είναι ότι η ανάπτυξη εξωστρέφειας απαιτεί απρόσκοπτη χρηματοδότηση για την αγορά πρώτων υλών και διενέργεια επωφελών επιχειρηματικών κινήσεων.

Η περιορισμένη χρηματοδότηση έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζονται οι επιχειρήσεις μόνο στους κλασικούς προμηθευτές που χορηγούν μεγάλες πιστώσεις και όχι σε εκείνους από τους οποίους μπορούν να αγοράσουν πρώτες ύλες σε χαμηλότερο κόστος ή ακόμη και σε καλύτερη ποιότητα. Αυτό περιορίζει τις επιλογές των επιχειρήσεων και προκαλεί σημαντική επιβάρυνση τόσο στο κόστος των αγορών όσο και στην ποιότητα των προϊόντων. Ο κύκλος αυτός συρρικνώνει ακόμη περισσότερο την οικονομική δραστηριότητα στη χώρα, στρέφοντας έτσι τους όποιους επίδοξους επενδυτές σε κλασικές - παραδεδεγμένες επιλογές επενδύσεων, εντείνοντας έτι περισσότερο τον ανταγωνισμό σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας, αντί να ανοιχθούν νέα δεδομένα και αγορές.

Στην κατεύθυνση αυτή τα Π. Ι. έχουν χρέος να εξελίξουν νέα, μοντέρνα και ανταποδοτικά χρηματοδοτικά εργαλεία και να επιδείξουν έμφαση στην ανάπτυξη επενδυτικών σχεδίων και την παροχή κεφαλαίων κίνησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με γνώμονα τη στήριξη και της δικής τους βιωσιμότητας και ανάπτυξης. Αυτός ο στόχος αποτελεί από μόνος τους μια στρατηγική Win - Win, καθώς έτσι επωφελούνται όλοι, και η κοινωνία και τα Π.Ι. Η χρηματοδότηση βιώσιμων Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό τους αποτελεί πρώτιστη προτεραιότητα, τόσο σε πολιτικό όσο και κοινωνικό - οικονομικό επίπεδο.

* Ο δρ. Χρήστος Μ. Λεμονάκης είναι χρηματοοικονομικός - τραπεζικός αναλυτής.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News