default-image

Τελευταίος αποχαιρετισμός

Απόψεις
Τελευταίος αποχαιρετισμός

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιάννης Εμμανουήλ Καβλεντάκης, από το Μεσοχωριό.

Ο σύζυγος, ο πατέρας, ο παππούς, ο καλός συγγενής, ο δουλευτής.

«Τους νεκρούς να μην τους κλαίμε, να τους αφήσουμε να ησυχάσουν. Μόνο τους ζωντανούς να κλαίμε, που δεν μπορούν να τους ξεχάσουν».

Του Μανώλη Γ. Παπαμαστοράκη *

Γι' αυτό και εγώ δε βρίσκομαι εδώ για να σε κλάψω, αλλά για να προσευχηθώ και να παρακαλέσω το μεγαλοδύναμο Θεό να σε κατατάξει εν χώρα ζώντων. Να ξετυλίξω το κουβάρι της πολυκύμαντης ζωής σου και το ζωντανό και δημιουργικό πέρασμά σου από το Μεσοχωριό. Αυτό το όμορφο, παραγωγικό και αδάμαστο οχυρό, που βρίσκεται στους πρόποδες των Αστερουσίων και που σε όλες τις εθνικές καταιγίδες έδωσε το "παρών". Εδώ στη θεία και ιερή μάνα γη, που μας δένει κραταιά η αγάπη της, γεννήθηκες πριν από 84 χρόνια, από γονείς που κουβαλούσαν μαζί τους την πατρίδα, την οικογένεια και την ακλόνητη πίστη προς το Μεγάλο Δημιουργό.

Το πρώτο παιδί πολυμελούς οικογένειας του Μανώλη Καβλεντάκη και της Ελευθερίας, πρωτοξαδέλφη της μάνας μου Ελένης, με τις ρίζες τους να βρίσκονται στα Σφακιά και στα Καλύβια. Γι' αυτές τις ξεχωριστές μάνες, με αρχές και παραδόσεις, όσα και να πω, όσα και να γράψω, πιστεύω πως τις αδικώ. Μορφές θρυλικές, μορφές του χρέους, της θυσίας και της προσφοράς, γενναίες, ανεπανάληπτες και δημιουργικές και παράδειγμα προς μίμηση για τις επόμενες γενιές.

Ω, μάνες, πριν τον ύμνο σας να ξεχειλίσω αφήσω,

γλυκές εικόνες γυναικών θε να σας ζωγραφίσω.

Ευλαβικά εικονίσματα που αχνοφέγγει η μνήμη,

ντυμένη στ' ανακουφητό χρυσάφι και στ' ασήμι.

Ο πατέρας σου, αείμνηστε εξάδελφε Γιάννη, ο γνωστός Καβλεντομανώλης, διακρινόταν για την ευθύτητα, τη λεβεντιά, την ευγένεια, τη φιλοξενία και την κρητική παλικαριά. Γνωστός και σεβαστός σε όλο το Μονοφάτσι και όχι μόνο. Η σοφή λαϊκή μούσα δικαίως του αφιέρωσε το ακόλουθο δίστιχο, που φανερώνει τη ζωντανή του παρουσία στη φλούδα της γης.

Πιο μερακλή, πιο χουβαρντά, πιο άνδρα, πιο λεβέντη,

πού θες να φας, πού θες να πιεις, στο σπίτι του Καβλέντη.

Αυτοί ήταν οι γονείς σου, από τους οποίους και κληρονόμησες τα σπάνια χαρίσματά σου. Την αγάπη προς τον άνθρωπο και στην οικογένειά σου, στη σύζυγό σου τη Λέλα και τις δυο σας κόρες, που από κοινού αγωνιστήκατε για να τις αναδείξετε άξιες και χρήσιμες στην κοινωνία.

Αείμνηστε και αξιαγάπητε Γιάννη, είμαστε και οι δυο παιδιά της μαύρης, σκληρής και ανελέητης ναζιστοφασιστικής κατοχής και μεγαλώσαμε σε μια δύσκολη εποχή, μοιράζοντας ακόμα και το λιγοστό ψωμί. Παιδιά της Ελένης και της Ελευθερίας, που γράψανε τη δική τους, τη μεγάλη ιστορία, και οι δεσμοί μας ήταν πάντα ζεστοί, συγγενικοί, άρρηκτοι και δυνατοί. Γι' αυτό και η συναισθηματική μου φόρτιση μου πνίγει τη φωνή και μου σφίγγει την ψυχή, μου ταράσσει το νου και την καρδιά σαν σκέπτομαι το μισεμό σου.

Ωστόσο, η ακλόνητη πίστη μου στο μεγαλοδύναμο Θεό και στην αθανασία της ψυχής και η σκέψη ότι ο δικός μας άνθρωπος δεν πέθανε, αλλά μετέβη εκ του θανάτου εις τη ζωή, μετριάζουν τον πόνο μας. Είναι νόμος αιώνιος και αναλλοίωτος, νόμος σκληρός αλλά δίκαιος, ό,τι γεννιέται να πεθαίνει, ό,τι μεσουρανεί να καταρρέει. Σ' αυτόν γονάτισαν και κατέπεσαν μεγάλοι πολιτισμοί και μεγάλες και πανίσχυρες αυτοκρατορίες, δίκαιοι και άδικοι, επώνυμοι και ανώνυμοι, πλούσιοι και φτωχοί, δούλοι, ελεύθεροι και άρχοντες ισχυροί. Ίδιο το σκηνικό που επαναλαμβάνεται σε όλες τις εποχές και όλα τα μήκη και πλάτη της γης. «Τα άνθη μαραίνονται, τα φύλλα ξηραίνονται, ο χρόνος περνά, και μόνο ο θάνατος επλάστη αθάνατος, ποτέ δε γερνά». Αυτός ο θάνατος, ανελέητος και σκληρός, και μόνιμος συνοδός καραδοκεί την ευκαιρία για να μας κόψει το νήμα της ζωής.

«Πάσα σαρξ χόρτος και πάσα δόξα ανθρώπου ως ει άνθος χόρτου

εξηράνθη ο χόρτος και το άνθος εξέπεσε», κατά το σοφό ψαλμωδό Δαβίδ.

Είναι η ανθρώπινη ματαιότητα σε όλο της το μεγαλείο, όπως το έζησα πριν είκοσι χρόνια, διασχίζοντας την υγρή και ανήλιη κατακόμβη του Παρισιού ανάμεσα σε δέκα εκατομμύρια ανθρώπινους σκελετούς. «Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ οι πορευόμενοι εν νόμω Κυρίου».

Αληθώς η ζωή σου υπήρξε υποδειγματική ως δουλευτής ακούραστος της μάνας γης, για να ανθίσει και καρποφορήσει, ως άνθρωπος εκλεκτός και σεμνός, ως οικογενειάρχης υποδειγματικός και ως ορθόδοξος χριστιανός. Να είσαι φίλος της εργασίας για να μην είσαι δούλος των ανθρώπων. Αυτό το πιστεύω σου και το ιδανικό σου, δουλειά, δουλειά, πολλή δουλειά, για να πάει το σπιτικό σου και η χώρα μας μπροστά. Σ' αυτό τον αγώνα σου τον καθημερινό και ιερό, μόνιμος συμπαραστάτης η γυναίκα σου η Λέλα, από τη μεγάλη οικογένεια των Μελετάκηδων του Μεσοχωριού, που σε ακολουθούσε πιστά, σε λάτρευε κυριολεκτικά και σε φρόντιζε υποδειγματικά. «Εν τω κοσμώ τούτω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ τον κόσμο νενίκηκα». Θεία προσταγή που σου γιγάντωνε το νου και την ψυχή να τα βγάλεις πέρα στις φουρτούνες της ζωής.

Αείμνηστε εξάδελφε Γιάννη, που μας ένωνε ο πόλεμος και η σκληρή γερμανοϊταλική κατοχή, το χρέος σου το έπραξες στη μάνα γη. Στον ουρανό θα βρεις την αμοιβή. Και από την αιωνιότητα που ζεις και κατοικείς τα λόγια του Αποστόλου των Εθνών να θυμηθείς. «Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, την πίστιν τετήρηκα, τον δρόμον τετέλεκα». «Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες. Ναι λέγει το πνεύμα, ίνα αναπαύσωνται εκ των κόπων αυτών, τα δε έργα αυτών ακολουθείν μετ' αυτών», κατά τη Θεία Αποκάλυψη του Ιωάννη. Εκεί στον υπερουράνιο τόπο που βρίσκεσαι, ανάμεσα στον αδελφό σου τον Μιχάλη, που διέγραψε μια ωραία πορεία πάνω στη γη, στους γονείς και σε τόσους άλλους προσφιλείς, που με το άρωμα της ψυχής τους ευωδιάζουν τους κήπους του Παραδείσου, θα νιώθεις χαρούμενα κι ευτυχισμένα. Σ' έναν τόπο καλύτερο από το δικό μας εδώ, όμορφο, φιλόξενο και ιερό. Καλό σου ταξίδι και ελαφρό το χώμα του χωριού σου που θα σε δεχτεί και θα σε φιλοξενεί παντοτινά. Στους οικείους σου και φίλους εύχομαι την εξ ύψους παρηγοριά, με την πίστη ότι «δεν πέθανες τα χρόνια κι αν περνάνε, τότε οι νεκροί πεθαίνουνε όταν τους λησμονάμε».

* Ο Μανώλης Γ. Παπαμαστοράκης είναι φιλόλογος, πρώην λυκειάρχης, συγγραφέας.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News