default-image

Τσικουδιά ή ρακή

Απόψεις
Τσικουδιά ή ρακή

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το 1989 ψηφίστηκε ο με αρ. 1576/89 κανονισμός της ΕΟΚ για τα οινοπνευματώδη ποτά, στον οποίο οι Τούρκοι κατοχύρωσαν το όνομα "raki" και οι Έλληνες τα ονόματα τσίπουρο Τιρνάβου, τσίπουρο Μακεδονίας, τσίπουρο Θεσσαλίας και τσικουδιά Κρήτης. Συνεπώς, από το 1989 η ρακή στην Ελλάδα λέγεται πια επίσημα τσικουδιά, αν και η ονομασία ρακή είναι ελληνική λέξη.

Του Αδαμάντιου (Μάκη) Κρασανάκη *

Η ρακή ή τσικουδιά ονομάζεται ρακή επειδή είναι απόσταγμα που παράγεται από στέμφυλα ή κρητικά στράφυλα, από ρώγες ή αρχαία ελληνικά ραξ ή ιωνικά ρωξ - ρώγες σταφυλιών, από το ραξ > ρακή, πρβ και λατινικά racemus (ιταλικά racimolo) = o βότρυς σταφυλής, το τσαμπί, Racemite Bacchus = ο βοτρυοφόρος Βάκχος (= ο Διόνυσος) κ.ά.

Η ρακή λέγεται και τσικουδιά επειδή τα στέμφυλα στην Κρήτη λέγονται και τσίκουδα. Η λέξη τσίκουδα, ενικός τσίκουδο, είναι παραλλαγή της λέξης κόκκοι ή κούκουδα ή κουκούτσια κ.ά. Σε άλλα μέρη της Ελλάδος τα στέμφυλα ονομάζονται και τσίπουρα, οπότε εκεί η ρακή λέγεται και τσίπουρο. Οι λέξεις τσαμπί > τσάμπουρα > τσίπουρο... και κόκκος > κουκούτσια > τσικ-ουδα... = ηχοποιητικές. Η κρητική τσικουδιά ή ρακή (με η, η ρακή) είναι διαφορετικό ποτό από το τούρκικο ρακί (με ι, το ρακί), αφού αυτό είναι όπως το ούζο, δηλ. έχει γλυκάνισο και διπλή απόσταξη, ενώ η τσικουδιά όχι.

Η τσικουδιά είναι ευγένεια και εργαλείο επικοινωνίας

Η τσικουδιά στην Κρήτη, πέραν των άλλων, είναι ένδειξη φιλίας και ευγενείας, καθώς και εργαλείο κοινωνικής επικοινωνίας. Δεν υπάρχει νοικοκυριό στην Κρήτη χωρίς ένα μπουκάλι τσικουδιά άμεσα διαθέσιμο κάθε στιγμή. Με μια τσικουδιά οι Κρητικοί εύχονται, αλλά και υποδέχονται τους επισκέπτες τους, μ' αυτή συζητούν και χωρατεύουν στα καφενεία, μ' αυτήν ξεπερνούν τις λύπες τους και μ' αυτή λύνουν τις διαφορές τους.

- Μωρέ κοπέλι κρητικό, ίντα 'χεις μες στη βράκα;

Δυο βολαράκια ζάχαρης και μια μπουκάλα ράκα!

- Μπορεί να χωριστήκαμε, μα η φιλιά μας μένει,

ένα ποτήρι τσικουδιά πάντα θα σε προσμένει.

- Σύντεκνε, βάλε τσικουδιά κι εγώ θα πω μια μαντινάδα,

να βγούμε εις την όρεξη να πάμε για καντάδα.

- Πες τη μαντινάδα, σύντεκνε, κι εγώ θε' να φροντίσω

να φέρω τσικουδιά καλή, για να σ' ευχαριστήσω.

- Γλέντα και πίνε, σύντεκνε, ρακή, του χρόνου ποιος το ξέρει,

γη θα πεθάνεις, γη θα ζεις, γη θα 'σαι σ' άλλα μέρη.

- Σήφη, κόπιασε να κεράσω μια τσικουδιά και ό,τι είπαμε νερό κι αλάτσι.

- Μανώλη, στην υγειά σου, και ο Θεός να μας τη μακραίνει... τη ζωή.

Η επίσκεψη σε σπίτι Κρητικού χωρίς κέρασμα θεωρείται αγένεια ή δήλωση έχθρας και η όλη διαδικασία του κεράσματος αποτελεί μια τελετουργία, ο σκοπός της οποίας δεν είναι ούτε να μεθύσει, ούτε να χορτάσει τους συνδαιτυμόνες, αλλά απλά να κάνει ευχάριστη την κοινωνική συναναστροφή και συνάμα να δείξει την καλή και φιλόξενη διάθεση του οικοδεσπότη.

- Με ένα μπουκάλι τσικουδιά και με καλή παρέα,

και τ' άσχημα τα πράγματα μάς φαίνονται ωραία!

- Ελάτε να γλεντήσουμε και τσικουδιές να πιούμε,

γιατί το ψεύτη το ντουνιά δε θα τον ξαναδούμε.

Ο δεκάλογος της τσικουδιάς και οι ενστάσεις

Επειδή η αλόγιστη κατανάλωση τσικουδιάς δημιουργεί μέθη, η οποία καμιά φορά φέρνει άσχημες καταστάσεις, υπάρχει και ο δεκάλογος, ο οποίος λέει τα εξής που πρέπει να έχουμε υπόψη: Η πρώτη τσικουδιά φέρνει όρεξη, η δεύτερη υγεία. Η τρίτη φέρνει τη χαρά, η τέταρτη ευτυχία. Η πέμπτη φέρνει έξαψη, η έκτη φλυαρία. Η έβδομη φέρνει συμπλοκή ή εμετό, η όγδοη αστυνομία. Η ένατη φέρνει το δικαστή κι η δέκατη κηδεία.

Ωστόσο, υπάρχουν και ενστάσεις, κρίσεις και συμβουλές, όπως:

Α) Του ερωτευμένου και του απογοητευμένου, που λένε:

- Τον άντρα δεν το ξεκάνει η τσικουδιά, ακόμη αν πιει και δέκα,

τουλάχιστον πιο γρήγορα... απ' ό,τι μια γυναίκα.

- Όση ρακή και να 'χω πιει δε μέθυσα ποτέ μου,

μα σα σε δω μεθώ - ζαλίζομαι, σκέψη και λογισμέ μου.

- Πίνω κρασί, δε με μεθά, ρακί δε με ζαλίζει

ως με μεθούν τα μάθια τσης όντε μ' αναντρανίζει.

- Πίνω κρασί και δε μεθώ, ρακή και δε με πιάνει,

μα το φιλί σου το γλυκύ μπορεί να με τρελάνει.

- Σαράντα δυο γραδώ τσικουδιά να πιεις να σ' αναδράμει,

γιατί κακούργα το φιλί μου δίνεις δράμι-δράμι.

- Σαράντα δυο γραδώ τσικουδιά πίνω, μα δε με πιάνει,

εγώ στο κέφι για να 'ρθω, μια σου ματιά με φτάνει.

Β) Του κριτικού, του νέου πότη, του παραπονιάρη κ.λπ., που λένε:

- Χαίρεσαι με τσι τσικουδιές, βγάζεις κι ωραίους στίχους,

όμως περίσσια σα θα πιεις θα κουτουλάς τσι τοίχους.

- Ανάθεμα τη ρακή, ίντα 'ναι αυτό που κάνει,

κι όταν την πίνω γίνεται το πάτωμα ταβάνι.

- Σαν πιεις τσικουδιά απ' το λουλά, ζεστή απ' το καζάνι,

μεζέ να φας πατάτα οφτή, όσο κι αν πεις τα κάνει.

- Θεέ μου, να τσικουδόβρεχε το μήνα δέκα βράδια,

να γέμιζαν με τσικουδιά οι στέρνες και τα πηγάδια

Είναι ο σεβντάς σου δυνατός σαν τη ρακή την πρώτη,

που σε χτυπά στην κεφαλή κι ύστερα λες «ω χαρώ τη»

Αγνό ποτό και φάρμακο

Η τσικουδιά, η καλή, είναι η βασίλισσα των ποτών, γιατί εκτός, από απόλαυση, είναι αγνή - δηλαδή δεν έχει χρωστικές ουσίες και βιομηχανικές αλκοόλες (οινόπνευμα που παράγεται από πατάτες ή ζαχαρότευτλα κ.ά.). Επίσης, παρέχει αγχολυτικές και χαλαρωτικές ιδιότητες, με συνέπεια να μας ευφραίνει την καρδιά και το πνεύμα, να μας απολύει από τις βασανιστικές σκέψεις, άρα να μας ξεκουράζει, να διεγείρει την όρεξη, τη χώνεψη και τη θέρμη του σώματός μας. Η ζεστή τσικουδιά, μάλιστα, αν είναι και ανακατεμένη με μέλι μισό-μισό και λίγο πιπεράκι ή κανέλα, βοηθά στο να ζεσταθούμε, ενώ η παγωμένη τσικουδιά για να δροσιστούμε. Και όλα αυτά αρκεί να είναι ανόθευτη, να πίνεται με μέτρο και όπως πρέπει (δηλ. με παρέα, ρέγουλα και καλό μεζέ):

Υπάρχουνε πολλά πιοτά σ' όλη την οικουμένη,

μα η τσικουδιά είναι βασίλισσα, δαφνοστεφανωμένη.

Όταν πίνω τσικουδιά, γίνομαι αμέσως αυτοκράτορας,

βασιλιάς, γόης, Θεός και κοσμοκράτορας.

Να πιείτε όλοι τσικουδιά, γιατί 'ναι βλογημένη,

μόνο να πίνετε αγνή και όχι νοθευμένη.

Με μια ντομάτα, δυο ελιές, τρία παξιμαδάκια,

πίνουν στην Κρήτη τσικουδιά και λεν' μαντιναδάκια.

Μια-δυο τσικουδιές είν' αρκετές για να περάσεις ωραία,

αρκεί να έχεις νόστιμα εδέσματα και όμορφη παρέα.

Σαν είναι η τσικουδιά καλή, όφου καλά τα κάνει,

πίκρες, καημούς και βάσανα ντελόγο τα 'ποβγάνει.

Με μαντινάδες και ρακές, με λύρα και λαούτα,

απόψε θα γλεντήσουμε να ξεχαστούμε απ' ούλα.

Μ' ένα μπουκάλι τσικουδιά και δυο κουτιά τσιγάρα,

καπνίζω, πίνω να ξεχνώ τα μαύρα μου τα χάλια.

Ο άνδρας θέλει τσικουδιά κι η κοπελιά παιγνίδια,

μνημόνια και τροϊκανούς τους γράφουνε στα αρχί...α.

(* Απόσπασμα από την ομιλία του προέδρου Κρητών Αγ. Παρασκευής Αττικής και δ/ντή του υπουργείου Πολιτισμού κ. Αδάμ (Μάκη) Κρασανάκη στη Γιορτή Τσικουδιάς, που έγινε στην κεντρική πλατεία της Αγ. Παρασκευής στις 5/10/2013.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News