default-image

Τρούμπα – "Τα Κόκκινα Φανάρια"

Απόψεις
Τρούμπα – "Τα Κόκκινα Φανάρια"

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το Εθνικό Θέατρο ανεβάζει την παράσταση "Τα Κόκκινα Φανάρια". Ευκαιρία λοιπόν να θυμηθούμε ιστορίες ανθρώπων που έζησαν και έσβησαν στο περιθώριο της ζωής. Στην ιστορική Τρούμπα. Που όλοι γνωρίζουμε από τις ασπρόμαυρες ταινίες του Ελληνικού Κινηματογράφου. Η Μελίνα, η Καρέζη, η Χρονοπούλου κ.ά. έδωσαν σάρκα και οστά στα κορίτσια που έζησαν στα σπίτια του λιμανιού, στα "Κόκκινα Φανάρια".

Δεν είναι τυχαίο πως τη δεκαετία του '60 γυρίστηκαν στην Ελλάδα αρκετές ταινίες με θέμα τη ζωή στον Πειραιά. Και πιο συγκεκριμένα, της Τρούμπας. Το "Ποτέ την Κυριακή" του Ζιλ Ντασέν, τα "Κόκκινα Φανάρια" του Βασίλη Γεωργιάδη και η "Λόλα" του Ντίνου Δημόπουλου είναι οι διασημότερες από αυτές και με μεγάλη καριέρα στο εξωτερικό. Η Τρούμπα τότε ήταν ο διασημότερος ελληνικός προορισμός μετά την Ακρόπολη. Εκτός από τους ναυτικούς, συγκέντρωνε όλο εκείνο τον πληθυσμό μιας πόλης που ήθελε να εκτονωθεί σεξουαλικά και να διασκεδάσει σε ένα ερωτικό γκέτο που είχε τη σφραγίδα του κράτους. Σε μια ελληνική κοινωνία που διαπνεόταν από έναν έντονο συντηρητισμό, που τα κορίτσια έμεναν παρθένα μέχρι να παντρευτούν, και που το «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» ήταν το σύνθημα των αστικών κέντρων, η μυστικοπάθεια στη γωνιά της πόλης ήταν αρκετά βολική για όλους. Ό,τι γινόταν στην Τρούμπα έμενε εκεί. Άλλωστε, ενώ υπάρχουν πολλές ιστορίες, το φωτογραφικό υλικό είναι ελάχιστο.

Ιστορίες από την άκρη της πόλης. Κανείς δεν είναι σίγουρος από πού προήλθε η λέξη Τρούμπα. Ορισμένοι πιστεύουν πως είναι μια παραλλαγή της τρόμπας των πηγαδιών. Άλλοι πως βγαίνει από τον τρόπο που αποκαλούσαν οι Μικρασιάτες τα καράβια που τους προμήθευαν με νερό, ή επειδή απλώς σε εκείνο το σημείο του λιμανιού άραζαν τα πλοία που ήταν υπεύθυνα για τον ανεφοδιασμό των νησιών με νερό.

Τα πρώτα ελεγμένα από το κράτος πορνεία άνοιξαν στα Βούρλα του Πειραιά, πολύ κοντά στην Τρούμπα. Αν και η πρώτη αναφορά σε οίκο ανοχής στην περιοχή του Πειραιά εμφανίζεται το 1840, τα Βούρλα θα εξυπηρετούν τον ανδρικό πληθυσμό μέχρι να έρθουν οι Γερμανοί και να τα μετατρέψουν σε φυλακές. Μετά την Κατοχή θα παραμείνουν φυλακές, αυτή τη φορά για πολιτικούς κρατουμένους. Το 1955 εκεί έγινε η μεγάλη απόδραση, κατά την οποία διάφοροι κρατούμενοι έσκαψαν ένα τούνελ κάτω από την οδό Δοϊράνης. Έτσι, τα "σπίτια" και τα καμπαρέ μεταφέρονται στην Τρούμπα.

Τα καμπαρέ βρήκαν ζεστασιά στην οδό Φίλωνος και τα "σπίτια" στη Νοταρά. Ουσιαστικά, η καρδιά της Τρούμπας ήταν, εκτός από τη Φίλωνος και τη Νοταρά, η οδός Σκουζέ και η Δευτέρας Μεραρχίας, έβρισκες όμως κέντρα και ξενοδοχεία από τον Άγιο Σπυρίδωνα μέχρι τον Άγιο Νικόλαο. Φημισμένο ήταν επίσης και το Γιαχνί Σοκάκι, όπου ήταν τα καφενεία. «Γιαχνί» ονομαζόταν γιατί μύριζαν τα μαγειρευτά φαγητά αλλά και τα χασίσια. Εκεί γινόταν το εμπόριο κι έβρισκες κυρίως χασίς που προμηθευόντουσαν οι καφετζήδες από άλλες περιοχές, ή τους τα πήγαιναν εκεί, τυλιγμένα μέσα σε εφημερίδες, οι "παραγωγοί" από την επαρχία.

Μια μέρα στην Τρούμπα τη δεκαετία του '60

Ο Βασίλης Πισιμίσης είναι επιχειρηματίας από το Κερατσίνι και παθιασμένος συλλέκτης, που το 2010 εξέδωσε το βιβλίο "Βούρλα-Τρούμπα, Μια περιήγηση στο χώρο του υποκόσμου και της πορνείας του Πειραιά". Στο βιβλίο του περιγράφει μια τυπική μέρα στην Τρούμπα τη δεκαετία του '60.

«Το πρωί πέρναγαν οι σκουπιδιαραίοι και μάζευαν ό,τι παράταιρο είχε αφήσει η νύχτα. Μετά ερχόντουσαν οι διάφοροι εργαζόμενοι στις ναυτιλιακές εταιρείες, οι εστιάτορες και οι μαγαζάτορες. Πολλά από τα καταστήματα της περιοχής πουλούσαν ρούχα που είχαν ξεμείνει από την ΟΥΝΡΑ (αμερικάνικη βοήθεια με μεταχειρισμένα ρούχα - η ΟΥΝΡΑ αργότερα μετονομάστηκε σε Αμερικάνικη Αγορά). Τα "σπίτια" ήταν ανοιχτά από τις 10 το πρωί μέχρι τις 10 το βράδυ. Μετά από εκείνη την ώρα όποιος επιθυμούσε να βρει αγοραίο έρωτα θα πήγαινε στα ξενοδοχεία που τα λειτουργούσαν κοπέλες, ή με αυτές που έκαναν πεζοδρόμιο, τις "καλντεριμιτζούδες", όπως τις έλεγαν στην αργκό της Τρούμπας. Τα μπαρ άνοιγαν περίπου στις 7, τα καμπαρέ ξεκίναγαν το πρόγραμμά τους στις 11 τη νύχτα και έμεναν ανοιχτά μέχρι τις 4-5 το πρωί. Η Τρούμπα τα συνδύαζε όλα και δεν ήταν κάτι το μεμπτό. Σε όλα τα λιμάνια ο ανδρικός πληθυσμός υπερτερούσε και κάπου έπρεπε να ξεθυμάνει».

Ο Διονύσης Χαριτόπουλος περιγράφει χαρακτηριστικά τη ζωή στην Τρούμπα στο βιβλίο του "Εκ Πειραιώς".

«Στην Τρούμπα επικρατεί ανεξιθρησκεία. Εντός των τειχών της, άγιοι και δαίμονες πάνε παρέα. Όλες οι φυλές και οι θρησκείες του κόσμου είναι εδώ. Λεγεώνες, φάλαγγες, ορδές, λεφούσια λευκοί, ξανθοί, χαμαντράκια, ομορφόπαιδα, ντροπαλοί, πονηρεμένοι, μπερμπάντηδες, πίτουρες, χάχες, σκυλόμαγκες, μοσχόμαγκες, ναύτες, φαντάρια, αεροπόροι, ναυτικοί, μαθητές, αλάνια, τσογλάνια, νταβάδες, λεμέδες, λαθρέμποροι, πρεζάκια, πουστρόνια, αρπάχτρες, επαρχιώτες, αδέσποτα, μπατίρια, σοβαροί κι ελαφρόμυαλοι στριμώχνονται και ανακατεύονται σε χρωματιστά φώτα και φωτεινές επιγραφές που αναβοσβήνουν, μουσικές, κορίτσια, φωνές, γέλια, παρέες, τρεξίματα, σπρωξίματα, βρισίδια, αγκαλιές, τσακωμοί, παζάρια, τράμπες, αλισβερίσια στο πόδι, κράχτες, γυμνές φωτογραφίες πλάι στις πόρτες των καμπαρέ και η αρτίστα ζωντανή να σου γνέφει από μέσα, κορίτσια που σε φωνάζουν από πόρτες και παράθυρα σπιτιών, σου στέλνουν φιλιά, σε αρπάζουν αγκαζέ στο πεζοδρόμιο».

Στους "45 Γιάννηδες" του φοβερού εραστή Τζίνο ήταν προγραμματισμένο αρχικά να γυριστεί η ταινία "Λόλα". Τελικά στους χώρους του θρυλικού μπαρ της εποχής γυρίστηκαν σκηνές από την ταινία "Το κάθαρμα".

Κοπέλες για "σπίτι"

Οι οίκοι ανοχής δούλευαν 10 το πρωί με 10 το βράδυ. Στη χρυσή εποχή ήταν όλες Ελληνίδες κι έμεναν 20-25 σε κάθε σπίτι. Όλες με ψευδώνυμο. Το 1956, με νόμο της κυβέρνησης Καραμανλή, υποχρεώθηκαν να μένουν δύο ανά σπίτι. Έτσι, οι 550 δηλωμένες περίπου κοπέλες μοιράστηκαν σε 270 σπίτια. Το ενοίκιο ήταν 150 δραχμές την ημέρα και η μέση ταρίφα έφτανε τις 27 δραχμές. Αν δεν μπορούσες να πιάσεις τις 100-120 βίζιτες την ημέρα, σε κατέτασσαν στην κατηγορία της γριάς. Δύο δραχμές έπαιρνε η υπηρεσία (αγαπητικοί, γριές ιερόδουλες ή ομοφυλόφιλοι) και τα υπόλοιπα τα μοιραζόταν με την πατρόνα. Τα κορίτσια κατέληγαν εκεί αφού συνήθως δεν έβρισκαν άλλη δουλειά ή τις έσπρωχνε ο αγαπητικός ή κάποιος μακρινός συγγενής τους. Οι περισσότερες ήταν θρήσκες, ένιωθαν την ντροπή, αλλά, όπως είπε στον Βασίλη Πισιμίση μια ζώσα 82χρονη ιερόδουλη, «είμαστε βρόμικες στο σώμα, αλλά καθαρές στην ψυχή».

Δύο φορές την εβδομάδα περνούσαν από ιατρικές εξετάσεις και αυτό εξασφάλιζε υψηλή ποιότητα όσον αφορά την υγεία. Τότε δεν υπήρχε AIDS, αλλά βλεννόρροια και σύφιλη.

«Ταλαιπωρία» για τις κοπέλες που δούλευαν κυρίως στο δρόμο ή κρυφά σε ξενοδοχεία αποτελούσε το Ηθών. Την πρώτη φορά που τις έπιανε περιοριζόταν σε κάποια ηθικοπλαστική παρατήρηση, τη δεύτερη σε σκληρότερη σύσταση και την τρίτη τις ανάγκαζε να δηλωθούν, πράγμα που σήμαινε ότι κάποιος θα μπορούσε να μάθει οποιαδήποτε στιγμή το πραγματικό τους όνομα, αλλά και τον τόπο καταγωγής τους. Τα "σπίτια" έκλεισαν οριστικά το 1968 από το χουντικό δήμαρχο του Πειραιά Σκυλίτση. Οι περισσότερες κοπέλες τότε έφυγαν για την Αθήνα ή το εξωτερικό.

Οι σωματέμποροι, σύμφωνα με τον κ. Πισιμίση, ήταν οι χειρότεροι κακοποιοί, γιατί εκμεταλλευόντουσαν με πονηριά τις κοπέλες, που πολλές φορές δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από αυτούς.

Οι αγαπητικοί ήταν νεαρά παλικάρια που είχαν κάποιου είδους δεσμό με τις κοπέλες που ήθελαν, και για λόγους γοήτρου, να παρουσιάζουν ότι έχουν ένα ομορφόπαιδο στο πλευρό τους. Αν η κοπέλα παράταγε τον αγαπητικό, αυτός πολλές φορές την εκβίαζε και γινόταν ο νταβατζής της, κι εκεί η σχέση τους ήταν για προστασία και χρήματα.

«Σε 'πιασαν Αμερικανάκι»

Η αμερικανική βοήθεια στις ευρωπαϊκές χώρες δεν περιοριζόταν μόνο στο σχέδιο Μάρσαλ. Ο 6ος Αμερικάνικος Στόλος άφηνε το στίγμα και τα δολάριά του απ' όπου και αν περνούσε. Όταν έφτανε στον Πειραιά, μόνο καμπάνες δε χτύπαγαν! Τα κορίτσια πολλαπλασιαζόντουσαν από 500 σε 3.000, αφού έφταναν στην Τρούμπα καμαριέρες, υπηρέτριες και νεαρές από την επαρχία που ήξεραν πως σε δύο ημέρες θα βγάλουν όσα θα έβγαζαν δουλεύοντας δύο μήνες.

Την περίοδο που ο στόλος έφτανε στον Πειραιά το λιμάνι γέμιζε με κράχτες, τα κανονικά σπίτια έβαζαν επιγραφές που εξηγούσαν ότι δεν είναι πορνεία και οι επιτήδειοι σκάρωναν διάφορα κόλπα για εύκολα δολάρια. Από εκεί βγήκε και η έκφραση «σε 'πιασαν Αμερικανάκι», δηλαδή κορόιδο, αφού οι κοπέλες συνήθιζαν να χύνουν με διάφορους τρόπους το ποτό του μεθυσμένου πελάτη τους, ώστε αυτοί να παραγγέλνουν καινούργιο. Βέβαια, πολλοί απ' αυτούς έβγαιναν κερδισμένοι, αφού πούλαγαν στους ντόπιους λαθραία τσιγάρα, ποτά, ρούχα, ρολόγια και ραδιόφωνα.

Από το 1968 μέχρι σήμερα

Μετά το κλείσιμο των "σπιτιών" έμειναν μόνο τα καμπαρέ, τα ξενοδοχεία και τα πορνοσινεμά. Τα περισσότερα έμειναν ανοιχτά μέχρι και τη χαραυγή της νέας χιλιετίας. Σήμερα έχουν μείνει ανοιχτά δυο-τρία μπαρ που έχουν λίγες γυναίκες για κονσομασιόν μόνο, και λειτουργεί και το σινεμά "Ολύμπικ". Πάντως, η Τρούμπα ζει πια μόνο τη μέρα και κοιμάται τη νύχτα.

Του Στέλιου Ζερβού

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News