Πάντα μετά το αίμα, μετά τον καπνό, μετά τις σειρήνες έρχονται τα δάκρυα. Τα γνωστά, τα προβλέψιμα, τα “κροκοδείλια”. Αυτά που πλημμυρίζουν τα social media κάθε φορά που η Κρήτη ξαναμετρά νεκρούς από ένα ακόμη μακελειό, όπως αυτό στα Βορίζια. Τότε όλοι θυμούνται ότι υπάρχει πρόβλημα. Όλοι νιώθουν ξαφνικά προβληματισμένοι, σοκαρισμένοι και αγανακτισμένοι.
Γράφουν αναρτήσεις με βαθυστόχαστες φράσεις, συνοδεύουν το κείμενό τους με μια μαύρη καρδιά ή ένα κερί και δηλώνουν πως «κάτι πρέπει να αλλάξει» και κάπου εκεί τελειώνει η συνεισφορά τους. Πατάνε share, μαζεύουν τα likes και συνεχίζουν τη μέρα τους σαν να μη συνέβη τίποτα. Αυτός ο φαρισαϊσμός έχει γίνει το νέο εθνικό μας σπορ. Ο δημόσιος θρήνος στα κοινωνικά δίκτυα έχει αντικαταστήσει την πραγματική πράξη. Ένα story στο Instagram και δύο αράδες στο Facebook είναι το σύγχρονο υποκατάστατο της ευθύνης. Αντί να σταθούμε απέναντι στο πρόβλημα, το φωτογραφίζουμε, το σχολιάζουμε, το αισθητικοποιούμε και το θάβουμε κάτω από τα φίλτρα μας.
Όλοι θυμούνται την παράνομη οπλοκατοχή και την κουλτούρα της βεντέτας για τρεις ημέρες. Ύστερα το σκρολάρισμα συνεχίζεται. Μέχρι το επόμενο μακελειό.
Οι κάτοικοι ενός τόπου που έχει χορτάσει από αίμα, αντί να διεκδικήσουν ριζικές λύσεις, δείχνουν να έχουν αποδεχθεί τη βία ως φυσιολογικό μέρος του τοπίου. Τα όπλα είναι παντού, στα πανηγύρια, στους γάμους, στις αποθήκες, στα σπίτια και στα σαλόνια. Κανείς δεν τολμά να μιλήσει. Κανείς δε θέλει να μπλέξει και όταν συμβεί το μοιραίο, τότε όλοι ανακαλύπτουν ξαφνικά τη φρίκη. Όλοι οι σοκαρισμένοι, που μέχρι χθες φωτογραφίζονταν χαμογελαστοί κάτω από σφαίρες που έπεφταν για το “καλό”. Όλοι οι αγανακτισμένοι, που γελούσαν στα γλέντια όπου έπεφταν μπαλοθιές στον αέρα, χωρίς ποτέ να αναρωτηθούν πού πέφτουν όταν κατεβαίνουν. Όλοι αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι, οι καλοί πολίτες, τώρα μιλούν για σκοτεινά φαινόμενα και παθογένειες.
Η υποκρισία ξεχειλίζει. Οι τοπικοί φορείς σπεύδουν να εκδώσουν ανακοινώσεις “καταδίκης της βίας”, οι Δήμοι, οι Περιφέρειες, τα Επιμελητήρια, τα κόμματα, όλοι έχουν κάτι να πουν. Όλοι θλίβονται βαθύτατα. Όλοι εκφράζουν τον αποτροπιασμό τους και όλοι ξέρουν πολύ καλά πως την επόμενη εβδομάδα τίποτα δε θα έχει αλλάξει. Κανένας έλεγχος δε θα γίνει, κανένας δε θα παραδώσει το όπλο του, κανένας δε θα σπάσει τη σιωπή του.
Οι ίδιες Αρχές που ξέρουν ποιοι έχουν τα όπλα, οι ίδιες κοινωνίες που ξέρουν ποιοι πυροβολούν, οι ίδιες οικογένειες που ξέρουν ποιοι απειλούν μένουν σιωπηλές. Όλοι ξέρουν, αλλά κανείς δε μιλά. Στην Κρήτη, η βία έχει πια αποκτήσει σχεδόν τελετουργικό χαρακτήρα. Από τις μπαλοθιές στις γιορτές μέχρι τα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών σε χωριά που ακόμη λειτουργούν με λογικές άλλου αιώνα, η ανομία έχει γίνει παράδοση και όμως, δε φταίνε μόνο εκείνοι που τραβούν τη σκανδάλη. Φταίμε όλοι όσοι τους ανεχόμαστε. Όλοι όσοι χαμογελάμε συγκαταβατικά όταν κάποιος λέει «έλα μωρέ, έτσι είναι τα πράγματα εδώ». Όλοι όσοι βλέπουμε βίντεο με πυροβολισμούς και τα περνάμε για γραφικότητα. Όλοι όσοι αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο σαν πολιτισμική ιδιαιτερότητα και όχι σαν κοινωνική ντροπή.
Το κακό έχει παραγίνει και από κάποιους που δεν ξέρουν πώς είναι το ρεπορτάζ εκεί έξω. Ανεβάζουν το κειμενάκι τους στο φασομπούκι και τσιμπούν το μπράβο από τη μαμάκα τους και ορισμένους ομοίους τους, που ονομάζονται “δημοσιογράφοι”. Όσο για τους πολιτικούς, το θέατρο της ανησυχίας επαναλαμβάνεται με ακρίβεια ρολογιού. Δηλώσεις, επίσημα συλλυπητήρια, καλέσματα σε “διάλογο”. Ορισμένοι εμφανίζονται στα κανάλια με ύφος περισπούδαστο, μιλώντας για συντεταγμένη Πολιτεία και ενίσχυση των ελέγχων. Ξεχνούν όμως ότι χρόνια τώρα αυτοί οι έλεγχοι δε γίνονται ποτέ. Ότι στα ίδια χωριά που μιλούν για νόμο και τάξη οι κάλυκες βρίσκονται στα χωράφια και στις αυλές πιο συχνά από τα λουλούδια.
Και οι πολίτες; Συνενοχή με άλλοθι τη συγκίνηση. Στεναγμοί, αναρτήσεις, μοιραία αποδοχή. Όλοι θεωρούν πως έκαναν το καθήκον τους μόλις έγραψαν ένα status και έπειτα σιωπή. Ο κοινωνικός αυτοματισμός της ψεύτικης ευαισθησίας λειτουργεί τέλεια. Μια θλιμμένη ανάρτηση, ένα σύνθημα για την “παράνομη οπλοχρησία” ένα ως εδώ και τελειώσαμε. Μέχρι την επόμενη φορά που κάποιος θα πέσει νεκρός από όπλο που όλοι ήξεραν ότι υπήρχε. Δεν υπάρχει τίποτα πιο προκλητικό από το θέαμα μιας κοινωνίας που παριστάνει πως ξαφνιάζεται από τη βία που η ίδια γεννά. Τίποτα πιο υποκριτικό από τους ίδιους ανθρώπους που χτες γελούσαν κάτω από σφαίρες, να ποστάρουν σήμερα τη λέξη “σοκ”. Τίποτα πιο θλιβερό από το να βλέπεις μια ολόκληρη κοινωνία να αποποιείται τις ευθύνες της με ένα emoji θλίψης. Γιατί όλοι έχουμε μερίδιο. Από τον γονιό που μαθαίνει στο παιδί του ότι «ο άντρας πρέπει να έχει όπλο», μέχρι τον δημοσιογράφο που αποφεύγει να γράψει την αλήθεια για να μην τον κακοχαρακτηρίσουν. Από τον τοπικό παράγοντα που κάνει τα στραβά μάτια, μέχρι τον πολίτη που δε θέλει να μπλέξει. Όλοι μαζί συντηρούμε αυτό το θέατρο και μετά, όταν το αίμα κυλά ξανά, φοράμε τη στολή του θρηνούντος.
Ο ρόλος μας είναι εύκολος: λίγο δράμα, λίγη συγκίνηση, μερικές λέξεις για το πόσο φταίει η Πολιτεία και τελείωσε. Η συνείδηση καθαρή. Η οργή εκτονώθηκε. Ο ύπνος ήσυχος. Μέχρι την επόμενη φορά. Αυτό που λείπει δεν είναι τα δάκρυα. Είναι η ευθύνη. Δε χρειάζεται άλλη συγκίνηση, χρειάζεται αντίσταση. Αντίσταση στην ανοχή, στη σιωπή, στη συνενοχή. Αντίσταση στην ψεύτικη κανονικότητα που μας κάνει να αποδεχόμαστε πως έτσι είναι τα πράγματα. Χρειάζεται το θάρρος να μιλήσουμε, να καταγγείλουμε, να αλλάξουμε νοοτροπία. Να σταματήσουμε να θεωρούμε τη βία στοιχείο “τοπικής ταυτότητας” και να τη δούμε όπως πραγματικά είναι, δηλαδή ως ντροπή και οπισθοδρόμηση.
Όσο δε γίνεται αυτό, τα Βορίζια δε θα είναι μια εξαίρεση, αλλά ο καθρέφτης μας. Γιατί κάθε φορά που λέμε «έλα μωρέ, έτσι γίνεται στην Κρήτη», κάθε φορά που γελάμε με τις μπαλοθιές, κάθε φορά που κάνουμε scroll δίπλα από μια είδηση για δολοφονία, είμαστε μέρος του ίδιου έργου. Δεν πυροβολούμε εμείς, αλλά κρατάμε το σκηνικό όρθιο. Είμαστε οι κομπάρσοι της συνενοχής. Κουράσατε. Όλοι. Με τα συγκινημένα σας λόγια, με τις δήθεν ευαισθησίες, με τις μεγάλες κουβέντες και τις μικρές πράξεις. Δε χρειάζεται άλλος θρήνος από το πληκτρολόγιο. Χρειάζεται αφύπνιση. Αλλά για να ξυπνήσει κανείς, πρέπει πρώτα να θέλει, κι εσείς, οι περισσότεροι, προτιμάτε να συνεχίσετε τον... ύπνο. Ο βαθύς ύπνος της αδιαφορίας που κρύβεται πίσω από τις λέξεις “καταδίκη”, “θλίψη” και “προβληματισμός”. Αλλάξτε πλευρό, λοιπόν, και συνεχίστε να κοιμάστε. Μέχρι το επόμενο μακελειό. Μέχρι το επόμενο κύμα δακρύων, μέχρι το επόμενο story με μαύρο φόντο. Γιατί η μόνη συνέπεια που έχετε είναι να ανεβάζετε ταχύτατα αναρτήσεις και να κατεβάζετε εξίσου γρήγορα τη συνείδησή σας. Ο θάνατος έγινε είδηση, η βία έγινε ρουτίνα και η υποκρισία έγινε τέχνη και μέσα σ’ αυτή τη μακάβρια κανονικότητα, το μόνο που αλλάζει κάθε φορά είναι τα ονόματα των νεκρών.
Αν δε θέλετε να τους ξαναμετρήσετε, σταματήστε να θρηνείτε ψηφιακά και αρχίστε να πράττετε πραγματικά. Γιατί κάθε “κροκοδείλιο” δάκρυ που ρίχνετε είναι άλλη μια σταγόνα στην αδιαφορία που ποτίζει αυτό το έδαφος. Και το χώμα της Κρήτης, δυστυχώς, έχει πια χορτάσει αίμα. Γιατί τελικά η υποκρισία είναι που οπλίζει τη σκανδάλη.