Υπάρχει ένα όριο ή τουλάχιστον θα έπρεπε να υπάρχει. Όταν το αίμα ακόμα κυλά, όταν οι οικογένειες θρηνούν, όταν η τοπική κοινωνία παλεύει να σταθεί όρθια μετά από ένα μακελειό όπως αυτό στα Βορίζια, τα αθηναϊκά ΜΜΕ κάνουν... πάρτι. Ένα τηλεοπτικό, διαδικτυακό, ψηφιακό πάρτι κανιβαλισμού. Με παρουσιαστές που μιλούν με στόμφο για το φονικό της Κρήτης, με τίτλους που “στάζουν” φθηνό δράμα και υπερβολή, με κάμερες που ψάχνουν το δάκρυ, τη φωνή της γιαγιάς, τον αναστεναγμό του γείτονα, όλα για λίγα παραπάνω κλικ. Για μερικές στιγμές τηλεθέασης. Για τον ψηφιακό θρόνο της ημέρας.
Η Κρήτη έχει ξαναζήσει αυτό το έργο. Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι τραγικό στο νησί, η πρωτεύουσα σηκώνει τα φώτα και τα μικρόφωνα, όχι για να κατανοήσει, όχι για να ερμηνεύσει, αλλά για να στιγματίσει. Η “άγρια Κρήτη”, η “παραδοσιακή Κρήτη”, η “Κρήτη των όπλων και των βεντετών”. Ένα νησί, μια κοινωνία ολόκληρη, γίνεται τίτλος δελτίου, λεζάντα σε ένα βίντεο, θύμα της επιφανειακής, αδίστακτης δημοσιογραφίας των εντυπώσεων. Δεν υπάρχει ανάλυση, δεν υπάρχει αυτοκριτική, δεν υπάρχει ενδιαφέρον για το “γιατί”. Μόνο μια αδηφάγα ανάγκη να παρουσιαστεί ο τόπος σαν σκηνικό εγκλήματος και οι άνθρωποί του σαν φολκλορικοί χαρακτήρες μιας μακάβριας σειράς.
Αυτό δεν είναι δημοσιογραφία. Είναι εμπορία πόνου. Είναι ξεδιάντροπη εκμετάλλευση της τραγωδίας. Είναι η ηθική κατάπτωση ενός μέρους του αθηναϊκού Τύπου, που δε σέβεται ούτε νεκρούς, ούτε ζωντανούς. Γιατί πίσω από τις λέξεις “σοκ” και “φρίκη” υπάρχουν άνθρωποι. Πίσω από κάθε “αποκλειστικό” κρύβεται ένας τόπος που πληγώνεται ξανά και ξανά από εκείνους που θα έπρεπε να ενημερώνουν, όχι να κατασπαράζουν. Εμείς που ζούμε στην Κρήτη, που κάνουμε δημοσιογραφία στην Κρήτη, ξέρουμε πολύ καλά ποια είναι η υπερήφανη Κρήτης της επιστήμης, της δυναμικής οικονομίας και των φιλότιμων ανθρώπων και αν κάτι πρέπει να ειπωθεί ξεκάθαρα, είναι πως η Κρήτη δε χρειάζεται απολογητές, ούτε δικαιολογίες. Χρειάζεται σεβασμό. Όπως κάθε τόπος που θρηνεί. Δεν είναι σκηνικό για το επόμενο “ρεπορτάζ τρόμου”. Δεν είναι ο εύκολος στόχος για την ψεύτικη ηθικολογία των τηλεπαραθύρων.
Όταν τα αθηναϊκά ΜΜΕ μετατρέπουν τον πόνο σε περιεχόμενο, δεν κάνουν ενημέρωση, κάνουν ανθρωποφαγία και την ίδια ώρα στη ροή της τρομολαγνείας και του πόνου δίνουν και από 10 χιλιαρικάκια με κλήρωση στους άμοιρους τηλεθεατές.
Ναι γιατί στην Αθήνα η τηλεοπτική κατάντια ισοδυναμεί με μερικά χιλιάδες ευρώ. Μαύρη έκπληξη, βέβαια, και η κατάντια της δημόσιας τηλεόρασης, που σήκωσε από τον καναπέ δημοσιογράφους που είχαν ξεχάσει τι σημαίνει ρεπορτάζ, για να δίνουν σε απευθείας σύνδεση τον ανθρώπινο πόνο από τη μαυροντυμένη πομπή στα Βορίζια. Θα μου πεις, στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από τα σκάνδαλα και πολλά άλλα, “ω χαρώ το” είναι, που λέμε και στην Κρήτη, η στοχοποίηση του νησιού, την ώρα που η γραμμή στο ραδιομέγαρο είναι ξεκάθαρη: Πουλήστε πόνο και απαξίωση ενός τόπου “μπας και σωθούμε”.
Αν η Αθήνα νομίζει πως μπορεί να παίζει με τις λέξεις και τις εικόνες, να κατασκευάζει “τοπικά στερεότυπα” για να πουλήσει “πανελλήνια ανησυχία”, ας θυμηθεί κάτι απλό: η αξιοπρέπεια ενός λαού δεν είναι υλικό για δελτίο των 8. Δεν μπορείς να βάζεις τη ζωή ενός τόπου στο... μπλέντερ του εντυπωσιασμού και να το λες “ρεπορτάζ”.
Φτάνει πια με τους δήμιους της αθηναϊκής δημοσιογραφίας. Με εκείνους που μετατρέπουν το μικρόφωνο σε μαχαίρι και τη λέξη σε εργαλείο διασυρμού. Η Κρήτη δεν είναι ούτε “εξωτική βαρβαρότητα”, ούτε “παράδειγμα προς αποφυγή”. Είναι τόπος ανθρώπων, με προβλήματα, με πληγές, αλλά και με υπερηφάνεια και ήθος, που κάποιοι δε θα κατανοήσουν ποτέ και όσο αυτοί εκεί πάνω συνεχίζουν να μετρούν likes πάνω στα αποκαΐδια, εδώ κάτω κάποιοι προσπαθούν να μαζέψουν τα κομμάτια τους.
Ίσως λοιπόν η πραγματική είδηση να μην είναι το “φονικό στα Βορίζια”, αλλά η απόλυτη ηθική χρεωκοπία των αθηναϊκών ΜΜΕ που το κάλυψαν. Γιατί εκεί που πεθαίνει η ευαισθησία, δε μένει πια ούτε δημοσιογραφία, ούτε ανθρωπιά, μόνο θέαμα και αυτό είναι το πραγματικό έγκλημα.
