Εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις δει όλα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τις ελευθερίες των πολιτών, οι οποίες κάθε μέρα που περνά περιορίζονται όλο και πιο πολύ, έρχεται και η τελευταία απόφαση της κυβέρνησης να τοποθετήσει τμήματα του στρατού για την προφύλαξη της πλατείας Συντάγματος να μας αποτελειώσει. Αφού, λες δεν μπορεί, κάποιοι θέλουν να μας κάνουν πλάκα, κάποιοι έχουν ξεχάσει ότι βρισκόμαστε στο τέλος του 2025 και νομίζουν ότι πήγαμε ολοταχώς πίσω, στη δεκαετία του 1960.
Πολλοί, μάλιστα, χαριτολογούν στο μεγάλο “καφενείο” των social media, υποστηρίζοντας ότι τώρα πλέον δεν έχουμε τίποτα άλλο να περιμένουμε, από το να δούμε και τα τανκς στη Σταδίου και στη Βασιλίσσης Σοφίας να κόβουν βόλτες.
Εμένα, όμως, δε μου αρέσει ούτε το χιούμορ που ακολουθεί την είδηση και πάνω απ’ όλα δε μου αρέσει η είδηση. Είναι αδιανόητο μία δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση να λαμβάνει τέτοιου είδους κατάπτυστες αποφάσεις, ευτελίζοντας το δημοκρατικό πολίτευμα και το Σύνταγμα της χώρας. Γιατί, όπως καλά γνωρίζετε ή ίσως δε γνωρίζετε, η κυβέρνηση σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει τον Στρατό για τη φύλαξη της πιο ιστορικής πλατείας στην Ελλάδα, σήμα κατατεθέν των διεκδικήσεων και των αγώνων του λαού μας, έπειτα από την παράσταση διαμαρτυρίας του απεργού πείνας Πάνου Ρούτσι, πατέρα ενός από τα θύματα του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών.
Είναι εμφανές ότι η σημερινή κυβέρνηση τρέμει τις αντιδράσεις των πολιτών, καθώς πριν από τον Πάνο Ρούτσι είχαν προηγηθεί οι τεράστιες σε όγκο διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν τον Φεβρουάριο, πάλι με αφορμή το έγκλημα στα Τέμπη, υπάρχει μία έντονη κινητικότητα γενικά σε όλα τα κινήματα, όπως φάνηκε και μέσα από τις επιτυχημένες κινητοποιήσεις συμπαράστασης στον παλαιστινιακό λαό, ενώ παράλληλα όλα τα εργατικά σωματεία βρίσκονται σε αναβρασμό λόγω της σκληρής καθημερινότητας που βιώνουμε όλοι μας, και η οποία γίνεται ακόμα σκληρότερη μέσα από μία σειρά αντικοινωνικών μέτρων που λαμβάνονται κάθε τόσο, όπως είναι το περιβόητο νέο εργασιακό νομοσχέδιο, το οποίο καθιερώνει τη 13ωρη απασχόληση ως μία συνέχεια των προηγούμενων παρεμβάσεων που αφορούσαν τη θεσμοθέτηση της 6ήμερης εργασίας.
Όλα ετούτα λοιπόν έπαιξαν τον ρόλο τους, ώστε να απομακρυνθούν οι πολίτες από το Σύνταγμα, δυσκολεύοντας αρκετά την πρόσβασή τους στο σημείο. Επειδή, όμως, πολλά τα καταπίνουμε αμάσητα, πιστεύοντας ότι εφαρμόζεται η νομιμότητα, κάτι που μπορεί να συμβεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση με μία μερίδα συμπολιτών μας, πρέπει να επισημάνω εδώ ότι με την τοποθέτηση στρατού στο Σύνταγμα παραβιάζεται κατάφωρα η νομιμότητα και τα συνταγματικά μας δικαιώματα.
Καταρχήν, σε μία Δημοκρατία το δικαίωμα στη διαμαρτυρία, όπως επίσης και το δικαίωμα του “συνέρχεσθαι” και του “συνεταιρίζεσθαι” είναι αναντίρρητα, επομένως όποιος επιχειρήσει να τα περιορίσει αυτομάτως παραβιάζει τη συνταγματική τάξη. Δεύτερον, οι πλατείες, τα δημόσια κτήρια, όπως είναι η Βουλή, ανήκουν στον λαό, που είναι ο κυρίαρχος ιδιοκτήτης τους και ο μόνος που έχει το ύψιστο καθήκον να τα προστατέψει. Τρίτον, ο ρόλος του στρατού είναι ένας. Δηλαδή, η διαφύλαξη των συνόρων και της εθνικής κυριαρχίας της χώρας. Γι’ αυτό η Πολιτεία του εμπιστεύτηκε τα όπλα, με σκοπό την επίτευξη της κοινωνικής ειρήνης και όχι φυσικά να τα χρησιμοποιήσει για τη διασάλευσή της, στρέφοντάς τα εναντίον της.
Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση, η οποία επαναλαμβάνω είναι εκλεγμένη μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και τα μέλη της δεν είναι τίποτα περισσότερο από απλοί διαχειριστές της εξουσίας, τα έχει κάνει για ακόμα μία φορά “θάλασσα”. Το αντιλαμβάνομαι ότι ορισμένοι διακατέχονται από άκρατη εξουσιομανία, αυτό όμως δε σημαίνει ότι μπορούν κάθε λίγο και λιγάκι να κάνουν “κουρελού” τις ελευθερίες των πολιτών, ικανοποιώντας τα γούστα τους. Άρα, καλά θα κάνει η κυβέρνηση να πάρει άμεσα πίσω την επίμαχη απόφαση, αποδεχόμενη το λάθος της.
Και κάτι τελευταίο, που ενδεχομένως να θεωρηθεί και τραγική ειρωνεία. Θέλησαν οι κυβερνώντες να κλείσουν την πλατεία που κάποτε ο στρατηγός Μακρυγιάννης, έχοντας στο πλευρό του όλους τους Έλληνες, απαίτησε την ψήφιση Συντάγματος, πολεμώντας τον συντηρητικό θεσμό της μοναρχίας και παράλληλα την εισαγόμενη ξενοδουλεία, την οποία φυσικά δεν καταφέραμε έως σήμερα να αποτινάξουμε με τις διάφορες παραλλαγές της. Κατά συνέπεια, προσβάλλονται και η ιστορία και η δημοκρατική παράδοση της χώρας.