Βήχει. Έχει πυρετό. Δείχνει εξαντλημένη. Το βλέμμα της... χαμένο. Και όμως, αντί για διάγνωση, νοσηλεία, για ένα σοβαρό σχέδιο θεραπείας, η Πολιτεία τής δίνει μισό κουταλάκι αντιπυρετικό και ένα παυσίπονο. Όχι για να γίνει καλά, αλλά για να σταθεί στα πόδια της όπως-όπως, να αποφύγουν τις κοινωνικές αντιδράσεις και να προχωρήσει σταθερά το σχέδιο ιδιωτικοποίησης.
Μόνοι ελπίζοντες σε αλλαγή σχεδίου οι ασθενείς, οι χαμηλόμισθοι, οι κοινωνικά ευάλωτοι, κι εκείνοι οι ρομαντικοί της Υγείας, γιατροί και νοσηλευτές, που ακόμα προσδοκούν πως το ΕΣΥ μπορεί να παραμείνει Δημόσιο Σύστημα Υγείας με τις πρόνοιες που διέθετε. Εκείνους που την υπηρετούν, χαμένοι ανάμεσα σε εφημερίες, διπλοβάρδιες, νοσηλείες, κούραση, αυπνία, φωνές, “εντέλλεσθε”, σε ένα γύρο παράνοιας της λογικής. Εκείνους που αφιερώνουν τον χρόνο τους στην έννοια “λειτούργημα” αντί “άσκηση Ιατρικής”.
Γι’ αυτούς τους ρομαντικούς, που ίσως η δική τους φωνή ξυπνήσει τους υπολοίπους, ή σταματήσει τους εμπόρους της Υγείας, απ’ όπου κι αν έρχονται, μπορεί να μιλούσε ο Καζαντζάκης όταν έλεγε:
«Ν' αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω».
Έτσι νιώθω κι εγώ την ανάγκη να εξιστορήσω τη δική μου περιπέτεια:
«Σάββατο πρωί στα ΤΕΠ του Βενιζελείου, η εφημερία μοιάζει από την έναρξή της κάτι παραπάνω από απαιτητική. Στραβοπατήματα και πτώσεις, σπασμένα πόδια και χέρια, τροχαία και λοιποί παράγοντες γεμίζουν τους διαδρόμους. Όλοι μας πονάμε, έχουμε δίκιο, αναζητούμε προτεραιότητα, προσοχή, περίθαλψη.
Ο χειρουργικός τομέας στο “κόκκινο”, ο ορθοπαιδικός επίσης. Νέοι άνθρωποι και επιστήμονες μέσα από τις κλειστές πόρτες δίνουν τη μάχη τους για εμάς με υπευθυνότητα, ευγένεια, επαγγελματισμό. Άρα μπορούμε ακόμα να ελπίζουμε.
Η συνεργασία τμημάτων κι εργαστηρίων, αγαστή. Για την αναμονή ούτε κουβέντα. Εκείνοι “τρεις κι ο κούκος”. Εμείς, ένας ο ασθενής, συμπούρμπουλοι κι απαιτητικοί συγγενείς και φίλοι συνοδοί. Ποιανού το δίκιο θα περάσει; Κι όμως, η ψυχραιμία τους ήταν παροιμιώδης, όπως και η ευγένειά τους.
Ολοκληρώνοντας τον πρώτο έλεγχο, κρίνεται ότι θα πρέπει να εισαχθούμε σε κλινική. Τέσσερις μέρες, είχα τον χρόνο να παρατηρήσω, να καταγράψω, να ακούσω. Είχα στο μυαλό μου τις κουβέντες του υπουργού Υγείας, ότι αυτοί οι μίζεροι υγειονομικοί διαμαρτύρονται και πως το ΕΣΥ είναι στα καλυτερότερά του.
Απαντώ λοιπόν στον Άδωνι Γεωργιάδη: «Υπουργέ, η εφημερία του Σαββάτου στα ΤΕΠ συνεχίστηκε την Κυριακή το πρωί με τη νοσηλεία στην Ορθοπεδική Κλινική. Οι γιατροί ήταν όλοι στη θέση τους. Οι νοσηλευτές ελάχιστοι. Οι θάλαμοι γεμάτοι με οκτώ κρεβάτια. Τα περιστατικά όλα δύσκολα. Εκείνοι στις θέσεις τους, προσηλωμένοι στις ανάγκες του καθενός από εμάς. Τους είχα δίπλα μου όλη μέρα. Τους είχα την επόμενη, την παραπάνω και έτσι συνέχισαν. Τα πρωινά μπερδεύτηκαν με τα απογευματινά και τα νυχτερινά και “τούμπαλιν”... Υπουργέ μου, μήπως έγινε κάποιο λάθος και μπέρδεψες αυτούς τους μίζερους με άλλους μίζερους και έχασες την εικόνα από μπροστά σου;».
Μα εκείνο που φοβίζει τον κάθε νοήμονα είναι το κύμα φυγής των νέων επιστημόνων υπό τις παρούσες συνθήκες. Επιστημόνων που εγκαταλείπουν και γίνονται ανάρπαστοι στο εξωτερικό εξαιτίας της κατάρτισής τους. Και ποιος νέος γιατρός θα επιλέξει να παραμείνει σε ένα σύστημα που του προσφέρει συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μισθούς πείνας και ατελείωτες εφημερίες; Ποιος θα στελεχώσει την Υγεία τού αύριο;
Και όλα αυτά, ενώ η πίεση προς το σύστημα αυξάνεται. Ο πληθυσμός γηράσκει, οι χρόνιες παθήσεις αυξάνονται, οι ψυχικές νόσοι έχουν εκτιναχθεί - ιδιαίτερα μετά την πανδημία. Η ανάγκη για ποιοτική, προσβάσιμη και καθολική περίθαλψη είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Κι όμως, οι πολιτικές που ακολουθούνται μοιάζουν με πρόχειρες “παρηγοριές”. Παυσίπονα σε ένα σώμα που χρειάζεται χειρουργείο.
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, ο βασικός πυλώνας κάθε σύγχρονου συστήματος Υγείας, διαλυμένη. Τα Τοπικά Ιατρεία (ΤΟΜΥ) υπολειτουργούν, οι οικογενειακοί γιατροί δεν επαρκούν και η πρόσβαση των πολιτών σε βασικές υπηρεσίες προληπτικής ιατρικής και φροντίδας παραμένει άνιση. Το αποτέλεσμα; Τα νοσοκομεία επιβαρύνονται με περιστατικά που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν νωρίτερα και πιο αποτελεσματικά.
Έχουμε όμως το ψηφιακό σύστημα κλεισίματος ραντεβού για το “Καλημέρα” με την άσπρη μπλούζα, έτσι όπως εννοεί την ιατρική πράξη η Πολιτεία, αφού στο δικό της κάδρο ο ασθενής είναι το εμπορικό προϊόν.
Όποιος έχει χρήματα, έχει ελπίδα για ταχύτερη και καλύτερη περίθαλψη. Όποιος δεν έχει, μένει με το κουταλάκι αντιπυρετικό στο χέρι.
Ξεχνούν ότι Υγεία δεν είναι κόστος. Είναι δικαίωμα. Και είναι χρέος της Πολιτείας να τη διασφαλίσει, με σχέδιο, επενδύσεις και σεβασμό.
Γιατί κάποια στιγμή, η άρρωστη Υγεία δε θα μπορέσει να σηκωθεί ούτε με παρηγοριές. Και τότε δε θα φταίει η ίδια. Θα φταίμε όλοι όσοι την αφήσαμε να λυγίσει.