Παρατηρώντας, τα τελευταία χρόνια, παντοιοτρόπως, δρώμενα και εξελίξεις στη διεθνή δικαιοταξία, σε επίπεδο διακρατικών σχέσεων, λειτουργίας διεθνών θεσμών, με διεθνείς κρατικούς και μη δρώντες, η αίσθηση που αναβλύζει αυθόρμητα/αβίαστα είναι … μια μελαγχολία. Μια αίσθηση, που προκαλούν οι τάσεις αποδρομής και αμφισβήτησης του διεθνούς κανονιστικού πλαισίου μιας δικαιοταξίας, ο ανακόλουθος βηματισμός στην εφαρμογή των διεθνών υποχρεώσεων, η ανέξοδη και χωρίς επιπτώσεις/καταλογισμό παραβατική συμπεριφορά απέναντι στη διεθνή νομιμότητα, η ανούσια, αλλά προκλητική ρητορική «μικρών» και «μεγάλων», στο όνομα της «ισχύος», που αναδεικνύουν απλά «παρεκκλίσεις» από τον κανόνα, το αξιακό «κεκτημένο» της παγκόσμιας κοινότητας.
Η αίσθηση αυτή, εντάθηκε με τις τρέχουσες συρράξεις σε Ουκρανία και Γάζα/Μέση Ανατολή, που παρουσίασαν χαρακτηριστικά ευρύτερα διεθνοποιημένης σύγκρουσης, λόγω της εμπλοκής, άμεσα ή έμμεσα, πολλών κρατών και άλλων διεθνών δρώντων. Με αξιοσημείωτη εμπλοκή πολλών κρατών και στις δικαστικές αντιπαραθέσεις (lawfare) ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης με αφορμή ή αφετηρία τις συρράξεις στην Ουκρανία και τη Γάζα, ή και πολιτικές κινήσεις σε όργανα του ΟΗΕ (Συμβούλιο Ασφαλείας, Γενική Συνέλευση).
Αλλά μελαγχολία προκαλεί και η αδυναμία των Ηνωμένων Εθνών να αλλάξουν τη δυστοπία στο πεδίο της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας. Με τη Γενική Συνέλευση να επιχειρεί να «καλύψει»/συμπληρώσει το θεσμικό και πολιτικό έλλειμμα του Συμβουλίου Ασφαλείας - που αδυνατεί να αρθεί στο «ύψος των περιστάσεων» - καθώς και με την υποβολή αιτημάτων, γνωμοδοτήσεων προς το Διεθνές Δικαστήριο για σημαντικά ζητήματα κατοχής και εφαρμογής Ανθρωπιστικού Δικαίου/Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
Αλλά σκεπτικισμός προκαλείται και για την ανεπάρκεια περιφερειακών οργανισμών, ιδιαίτερα της Ε.Ε., να διαδραματίσουν ένα θετικό ρόλο (εδώ και ο - ιδιάζουσας σύνθεσης, αλλά πολιτικά αδύναμος - ΟΑΣΕ).
Συνολικά, διαφαίνεται μια πραγματική δοκιμασία της διεθνούς αξιακής τάξης, του Διεθνούς Δικαίου· ίσως με έντονη διάθεση - αυτήν τη φορά - ορισμένων, της πλήρους εφαρμογής του αξιώματος του Κικέρωνα “Inter arma, silent leges”· προς μία κατεύθυνση, μάλιστα, όπου σε τέτοιες καταστάσεις ενόπλων συρράξεων και αναγκών εθνικής άμυνας/ασφάλειας, το δίκαιο μπορεί να «κάμπτεται».
Η αντίληψη αυτή ενισχύθηκε με τον «παράγωγο» πόλεμο των «12 Ημερών» για την αποτροπή/εξάλειψη της πυρηνικής απειλής του Ιράν, με εκατέρωθεν πυραυλικές προσβολές και, τελικά, την αμερικανική καταλυτική παρέμβαση που οδήγησε σε εκεχειρία τα δύο μέρη αλλά και σε άγνωστη πορεία για το μέλλον της «πυρηνικής διπλωματίας».
Για την «κοινή γνώμη», είναι φανερή η (ουσιαστική) «ανυπαρξία» του διεθνούς δικαίου, αλλά και της βούλησης εφαρμογής του. Για τους άλλους/ειδικούς/σχολιαστές, πρόκειται για την επιλογή κάμψης/«υποχώρησης» του δικαίου έναντι της πολιτικής - το «δίκαιο του ισχυρού» - που εκ του αποτελέσματος (μπορεί να) αναδιατάσσει ακόμα και κεκτημένα (;) για την Ανθρωπότητα και τους μέχρι σήμερα ορίζοντες μιας εξελισσόμενης κατάστασης υπό φιλελεύθερες αντιλήψεις.
Παρουσιάζεται, έτσι, μια κατάσταση αμφισβήτησης/αμφιβολίας/παρακμής (;) και, πάντως, φαινομενικά στην πράξη, «υποχώρησης» του Δικαίου, και όπου οι Αρχές διεθνούς κράτους δικαίου - σύνθεση ενός διεθνούς συνταγματισμού/αξιακού πλαισίου, (μπορεί να) επαναπροσδιορίζονται και η Ισχύς να επαναοριοθετείται εννοιολογικά (εδαφική κυριαρχία, οικονομία, τεχνολογία, πληροφορική, επικοινωνία, «αγορές» κ.λπ.). Και με την οικονομική εθνική ισχύ - ιδιωτική/ατομική, μη κρατική - να διεμβολίζει την κρατούσα, μέχρι σήμερα, κρατική/διακρατική πρωταρχία. Ένας άλλος κόσμος… με άλλες συνθήκες…
Κρίσεις, διερωτήσεις και αμφισβητήσεις, λοιπόν, ενός «κοινού» κόσμου, μιας διεθνούς κοινότητας της πολυμέρειας, όπου η πολιτική/διεθνική θεολογία της δημιουργικής συνύπαρξης επιχείρησε – εξελικτικά – να χτίσει και, εν μέρει τουλάχιστον, το πέτυχε, έστω και διακηρυκτικά. Σε ένα πεδίο όπου δικαιικές Αρχές και Αξίες, κανονιστικά πλαίσια, εθνικοί εγωισμοί και συμφέροντα, δικαιώματα ατόμων/ομάδων/λαών ανταγωνίζονταν με εκείνα των κρατών – κανονικών, φιλελεύθερων αντιλήψεων, με δημοκρατική διακυβέρνηση ή/και αυταρχικών ή/και «χωρίς νομιμοποίηση» – σε μια πορεία αυτάρεσκης αλαζονικής επάρκειας, αλλά και με διαφορές «ασφάλειας».
Την τωρινή απογοητευτική εικόνα συνθέτουν/συμπληρώνουν η επιλεκτική μονομέρεια, η αδιαφορία/περιφρόνηση για την πολυμέρεια μπροστά στις κοινές ανάγκες της Ανθρωπότητας για συνεργασία, ο εξαιρετισμός, οι απειλές και λογικές βίας και μια «μεταπολιτική», σε μια φάση αναίρεσης δεδομένων και πρακτικών διπλωματίας (διαπραγματεύσεις από μυστικές υπηρεσίες, ακόμη και με εξωμότες/τρομοκράτες επικηρυγμένους ή/και οργανώσεις, όχι από τα Υπουργεία Εξωτερικών/διπλωμάτες).
Οι διαπιστώσεις αυτές εντάθηκαν in toto με την εμφάνιση του «τυφώνα» Trump και του προτάγματος «MAGA», που προωθείται, με ένα πρωτόγνωρο bullying, αλλά και με μονομερείς και αλληλοαναιρούμενες κινήσεις, επιδιώκοντας να ανατρέψει την – όποια – «κατάσταση πραγμάτων», για να εμπεδώσει την οικονομική «ισχύ», αλλά και τη «συναλλακτική» λογική, ως βασική συνιστώσα στις διεθνείς σχέσεις· επίσης, και με πολιτικές επιλογές αποδόμησης του/ενός σημαντικού δικαιοπολιτικού κεκτημένου συλλογικής πολύχρονης προσπάθειας πολλών φορέων/δρώντων και την πολιτική καθοδήγηση εμπνευσμένων ανθρώπων, πολιτικών ηγετών στη διεθνή δικαιοταξία.
Δείγματα της νέας αμερικανικής πολιτικής είχαμε στις διεθνείς διμερείς/πολυμερείς εμπορικές σχέσεις και τον πόλεμο «των δασμών», τη συμμετοχή σε διεθνείς θεσμούς και διαδικασίες (ΗΕ, ΝΑΤΟ, UNCLOS, κ.λπ.) αλλά και στο μέτωπο της Ουκρανίας σε συνάρτηση με την πολιτική έναντι του Πούτιν. Μάλιστα, η πολιτική ισχύος έναντι του Ιράν, για την πυρηνική απειλή του θεοκρατικού καθεστώτος, εκφράστηκε και στρατιωτικά με επίθεση που είχε ως αποτέλεσμα το πέρας της σύγκρουσης των δύο θανάσιμων εχθρών Ιράν–Ισραήλ.
Φυσικά, για τους περισσότερους αναλυτές, το ζήτημα της νομιμότητας της ισραηλινής πυραυλικής – και όχι μόνο – επίθεσης, καθώς και της αμερικανικής επέμβασης και βομβαρδισμού των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, δεν αποτελούσε σημαντικό θέμα προς συζήτηση και αντιμετώπιση. Αποτελεί μια «ασήμαντη» λεπτομέρεια στις παρούσες διεθνείς συνθήκες αλλά και την προϊούσα «εργαλειοποίηση/πολιτικοποίηση» της όλης προσέγγισης που αμήχανα παραμερίζει νομικές συζητήσεις για διεθνή ευθύνη και συνέπειές της στους καιρούς μας. Δηλαδή μια άλλη όψη του «δοκιμαζόμενου» Διεθνούς Δικαίου.
Μελαγχολία προκαλεί σήμερα, γενικότερα η πρόσληψη για την εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα επιβολής του κανονιστικού περιεχομένου του Διεθνούς Δικαίου. Γίνεται μια, μάλλον αλυσιτελής, αναφορά, άλλοτε μονότονα πομπώδης επικοινωνιακού χαρακτήρα ή και μια ουτοπική (;) επίκλησή του, έναντι της δεσπόζουσας/επικρατούσας πολιτικής (;) ως «άλλοθι» – ακόμη – της συναίρεσης αξιών/αρχών που προωθείται τυπικά/διακηρυκτικά σε διεθνές/οικουμενικό ή και περιφερειακό επίπεδο, αλλά και όπου η ισχύς ενός διεθνούς «κρατοκεντρικού» διακυβερνητικού σχήματος/συστήματος, επιλεκτικά το περιορίζει ή και (επιχειρεί να) αναιρεί;
Η Ελλάδα αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου αξιοποίησης (ή μη) του Διεθνούς Δικαίου και των θεσμικών δυνατοτήτων της διεθνούς κοινότητας, υπό το φως των εκάστοτε πολιτικών επιλογών (επιφυλακτικότητας, αναβλητικότητας, διστακτικότητας ή/και άρνησης) και του συναφούς εικαζόμενου «εθνικού συμφέροντος» (βλ. ελληνοτουρκικές σχέσεις, Κυπριακό, σχέσεις με χώρες της ευρύτερης περιοχής μας, αλλά και ως προς τη συμμετοχή μας σε διεθνή όργανα και θεσμούς όπως ΗΕ, ΕΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης κ.λπ.).
Αποτέλεσμα αυτής της επαμφοτερίζουσας και – κυρίως – επικοινωνιακής λογικής/τακτικής πολιτικής, είναι μια διάσταση ανάμεσα στη ρητορική και την πρακτική της χώρας, δηλαδή συχνά μια ελλειμματική εξωτερική πολιτική που δεν υπηρετεί ούτε τα συμφέροντα της χώρας, ούτε το ίδιο το Διεθνές Δίκαιο το οποίο επικαλούμαστε.
Και, τότε, γιατί η συνεχής-επίμονη επίκληση του διεθνούς δικαίου από όλους τους δρώντες; Το χάσμα λόγων και πολιτικής πράξης, ιδίως των 5 «μεγάλων» κρατών (P5), με σταθμισμένη ψήφο/ισχύ στη διακυβέρνηση της παγκόσμιας κοινότητας, που οριοθετούν τα Ηνωμένα Έθνη;
Προς τι η ρητορική; Υποκρισία; Απλά θεωρητικό πρόταγμα, χωρίς αντίκρισμα ή τυπική επίμονη πεποίθηση της αξίας/σημασίας της ίδιας της ύπαρξης του Διεθνούς Δικαίου, στη διαρκώς μεταβαλλόμενη διεθνή έννομη τάξη; Και σε μια επιθυμητή συλλειτουργία διεθνούς δικαίου και διεθνούς πολιτικής, ήδη υπονομευμένης;
Προς τι να υιοθετούνται διακηρύξεις, ψηφίσματα και αποφάσεις που απλά εμπλουτίζουν το σκεπτικό των θεωρητικών διεθνολόγων, λιγότερο δοκίμια και περισσότερο συγγράμματα διδασκαλίας Διεθνούς Δικαίου;
Προς τι το Σύμφωνο για το Μέλλον, με τις 56 Δράσεις/Actions, και η Διακήρυξη για τις Μελλοντικές Γενιές, που υιοθέτησαν – χαμηλόφωνα, είναι αλήθεια, λόγω πολέμων – τα ΗΕ, στις 24 Σεπτεμβρίου 2024; Πράξεις στις οποίες Αρχηγοί Κρατών και Κυβερνήσεων της «όλης Ανθρωπότητας» – Βορρά και Νότου – επαναβεβαιώνουν δεσμεύσεις και οριοθετούν δράσεις, μάλιστα, προσβλέποντας σε μετατροπή της παγκόσμιας (global) διακυβέρνησης, σε ένα αποτελεσματικό πολυμερές σύστημα, αλλά και με αλλαγές στο ίδιο το Συμβούλιο Ασφαλείας.
Δηλαδή, αναγνωρίζεται η ανάγκη ριζικών αλλαγών σε όλους τους τομείς, που καλύπτουν τα ΗΕ και αναλαμβάνεται η πολιτική δέσμευση για πολυμερή συνεργασία (δηλ. όπως η βιώσιμη ανάπτυξη, η χρηματοδότηση για την ανάπτυξη, η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια, οι επιστήμες, η τεχνολογία, η καινοτομία, οι νέοι και οι μελλοντικές γενιές, οι αλλαγές στην παγκόσμια διακυβέρνηση κ.λπ.).
Προς τούτο και οι συστάσεις (recommendations) που διαμορφώθηκαν και έφθασαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας (τον Δεκέμβριο 2024) για δράση (Security Council Report, Future of the Pact. Recommendations for Security Council Action).
Κι ενώ η Μέση Ανατολή φλέγεται, και η Ουκρανία «βαριανασαίνει», μια νέα Agenda για την ειρήνη έχει προοπτική; Οι εν λόγω συστάσεις περιμένουν από την αρχή του χρόνου τα ΗΕ την προώθησή τους. Ουσιαστικά! Όχι τυπικά!
Ποιος, λοιπόν, ο δρόμος για την οργανωμένη Ανθρωπότητα, κι ενώ τα Ηνωμένα Έθνη έκλεισαν 80 χρόνια ζωής, άλλοτε δημιουργικά, άλλοτε ελλειμματικά;
Θα φανεί από τη διαχείριση/διευθέτηση του πολέμου στη Γάζα και στην Ουκρανία. Και πόσο θα συνδέεται με αξίες της υφιστάμενης «τάξης πραγμάτων» και της ισχύουσας τυπικά διεθνούς νομιμότητας, ή θα έχουν άλλο πολιτικό πρόσημο ή νομικό περίβλημα;
Μια άλλη «διεθνή τάξη», χωρίς ορατές όμως κανονιστικές συντεταγμένες; Τι είναι παράνομο, τι ασύμβατο, τι αποκλίνον, τι απαράδεκτο και ποιες οι συνέπειες;
Πρακτικά, η όλη κατάσταση αντιφάσεων, ελλειμμάτων πολιτικής και παραβατικής συμπεριφοράς, ορίζεται από την «σφαιρική» άσκηση/εφαρμογή του διεθνούς δικαίου που (πρέπει να) διέπει τις διεθνείς σχέσεις έναντι της πολιτικής ισχύος.
Όπως διατυπώθηκε εύστοχα πρόσφατα, «το διεθνές δίκαιο αποτελεί κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας» (P.-M. Dupuy). Σ’ αυτήν την πραγματολογική αξιολόγηση της διεθνούς κατάστασης, που και πώς θα κινηθεί, μια πραγματιστική προσέγγιση, και με ποια ισορροπία, ανάμεσα στην Πολιτική και το Δίκαιο;
Είκοσι χρόνια μετά την ιστορική ανάληψη δέσμευσης (pledge) στην Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής στα Ηνωμένα Έθνη τον Σεπτέμβριο 2005 – στην μεγαλύτερη στην Ιστορία σύναξη ηγετών κρατών και κυβερνήσεων – της «ευθύνης προστασίας»/“responsibility to protect” των πληθυσμών από γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου, εθνοκάθαρση και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, η Αρχή R2P παραμένει προκλητικά μια «ανεκπλήρωτη υπόσχεση».
Όπως σωστά υπογράμμισε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ A. Guterres, θεωρώντας ότι γι’ αυτό το «ηθικό πρόταγμα» – «ακτίνα ελπίδας» πρέπει να υπάρξει μια ανανεωμένη οικουμενική δέσμευση για τη Γάζα και όχι μόνο, οι δοκιμαζόμενοι πληθυσμοί αποζητούν επείγουσα δράση.
Αν ακόμα και ο νέος Πάπας θεωρεί αναγκαίο – στην πρώτη ουσιαστική πολιτική παρέμβασή του – να τονίσει την ανάγκη σεβασμού του νομικού πολιτισμού, ασφαλώς η αίσθηση είναι ότι τα όρια έχουν ξεπεραστεί.
Και γι’ αυτό η ευθύνη προστασίας ανήκει σε όλους, κράτη και μη κρατικούς δρώντες.
Ας δώσουμε προοπτική στην Ειρήνη και ας συμβάλλουμε κατά λόγο αρμοδιότητας/δυνατότητας στις Δράσεις για τις Μελλοντικές Γενιές.
* Ο Στέλιος Περράκης είναι Ομοτ. Καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών και πρώην Αντιπρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων πρώην Πρέσβης-Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στο Συμβούλιο της Ευρώπης