Παγκοσμιοποίηση

Η διπλωματία της επιστήμης ως ήπια μορφή ισχύος

Απόψεις
Η διπλωματία της επιστήμης ως ήπια μορφή ισχύος

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η επιστήμη ως γέφυρα σε έναν διχασμένο κόσμο

«Γιατί, όχι λιγότερο απ’ το να ξέρω 
και ν’ αμφιβάλλω μ’ ευχαριστεί» 
Dante, Inferno, XI, 93. 

Σε έναν κόσμο όπου συχνά οι λέξεις των διπλωματών χάνουν τη δυναμική τους μπροστά στις παγκόσμιες προκλήσεις, η αναζήτηση της αλήθειας από τους επιστήμονες συνεχίζει να ψιθυρίζει μια κοινή γλώσσα. Η λεγόμενη «διπλωματία της επιστήμης» αναδεικνύεται ως γέφυρα επικοινωνίας που ενώνει λαούς πέρα από σύνορα, αξιοποιώντας τη δύναμη της γνώσης για την επίτευξη κοινού οφέλους. Πρόκειται για σύζευξη διπλωματίας και επιστήμης που στηρίζεται στο συλλογικό πνεύμα της έρευνας, προσφέροντας μια εναλλακτική οδό για την άμβλυνση γεωπολιτικών εντάσεων. 

Η επιστημονική διπλωματία, αν και ως όρος είναι νεότευκτος, δεν είναι καινοφανής στην πράξη. Ήδη στη μεταπολεμική Ευρώπη, το CERN (Conseil Européen pour la Recherche Nucléaire - 1954) ιδρύθηκε για να φέρει κοντά λαούς που είχαν χωριστεί από τον πόλεμο, μέσω επιστημονικής συνεργασίας, ανοίγοντας δρόμους ειρηνικής συνύπαρξης. Αντίστοιχα, το Διεθνές Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Συστημάτων Ανάλυσης (International Institute for Applied Systems Analysis - IIASA) ιδρύθηκε το 1972, εν μέσω Ψυχρού Πολέμου, ως γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης για την αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων. 

Τα παραδείγματα αυτά αναγνωρίζονται ως πρώιμες μορφές επιστημονικής διπλωματίας, επιβεβαιώνοντας τη διαχρονική λειτουργία της επιστήμης ως μέσου διεθνούς συνεννόησης. 

Σήμερα, η επιστημονική διπλωματία διακρίνεται σε τρεις βασικές μορφές: 

Διπλωματία για την Επιστήμη (διπλωματικές ενέργειες για διεθνή συνεργασία), 

Επιστήμη για τη Διπλωματία (η επιστήμη ως εργαλείο ήπιας ισχύος), 

Επιστήμη στη Διπλωματία (επιστημονική συμβουλευτική στις διπλωματικές αποφάσεις). 

Η εμπραγμάτωση 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναγνωρίσει στρατηγικά τη σημασία της επιστήμης ως εργαλείου εξωτερικής πολιτικής. Από το 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εισήγαγε τον όρο «επιστημονική διπλωματία», υπογραμμίζοντας ότι η διεθνής συνεργασία στην έρευνα και την καινοτομία μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ήπιας ισχύος και μέσο βελτίωσης των σχέσεων με τρίτες χώρες. Το 2016, στο όραμα για μια “Ανοικτή στον κόσμο” επιστήμη τονίστηκε ότι η παγκόσμια επιστημονική συνεργασία - μέσω κοινών προτύπων, ανταλλαγών επιστημόνων και κοινής χρήσης υποδομών - οικοδομεί αμοιβαία κατανόηση μεταξύ κρατών. 

Η σημασία της επιστημονικής διπλωματίας αυξάνεται διαρκώς: το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. ζήτησε τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Ατζέντας για τη Διπλωματία της Επιστήμης, ενώ κράτη-μέλη όρισαν ειδικούς συμβούλους επιστήμης στα υπουργεία Εξωτερικών. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης ενσωματώνει επιστημονική τεκμηρίωση στη διαχείριση κρίσεων, την κλιματική διπλωματία και τη διαστημική στρατηγική.

Η Ε.Ε. αυτοπροβάλλεται ως υπέρμαχος της τεκμηριωμένης πολυμερούς συνεργασίας, με την κλιματική αλλαγή και την πανδημία COVID-19 να αναδεικνύουν τη σημασία της ανταλλαγής επιστημονικών δεδομένων. Η Ευρώπη προωθεί την «προτεραιότητα των αποδείξεων» και έχει δεσμευτεί στην αρχή της αλληλεγγύης, προβάλλοντας αξίες, όπως η ακαδημαϊκή ελευθερία, η ανοικτή επιστήμη, η ερευνητική ηθική και η ισότητα ως πυλώνες διεθνών συνεργασιών. Σε έναν κόσμο όπου αναδυόμενες δυνάμεις αμφισβητούν την ακαδημαϊκή αυτονομία, η Ευρώπη επιχειρεί να ηγηθεί μέσω αυτών των θεμελιωδών αξιών, ενισχύοντας την ήπια ισχύ της στον διεθνή χώρο. 

Διακυβεύματα 

Παρά τα οφέλη της, η επιστημονική διπλωματία στην Ε.Ε. αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, ενώ διαφαίνονται προοπτικές για ενδυνάμωση. 

Έλλειψη συντονισμού μεταξύ θεσμών της Ε.Ε.: Βασικό εμπόδιο αποτελεί ο ασθενής συντονισμός και η απουσία ενιαίας στρατηγικής. Σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι προσπάθειες επιστημονικής διπλωματίας είναι αποσπασματικές, χωρίς συνέργειες. Η θεσμική αποσύνδεση - για παράδειγμα μεταξύ της Γενικής Διεύθυνσης Έρευνας (DG RTD) και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) - περιορίζει τη βέλτιστη αξιοποίηση της επιστήμης στην εξωτερική πολιτική, με αποτέλεσμα άλλα κράτη να δρουν πιο στοχευμένα.

Πολιτισμικό χάσμα μεταξύ επιστημόνων και διπλωματών: Οι διαφορετικές προτεραιότητες των δύο ομάδων συχνά δυσχεραίνουν τη συνεργασία. Οι επιστήμονες λειτουργούν βάσει δεδομένων και αβεβαιοτήτων, ενώ οι διπλωμάτες επιζητούν σαφήνεια και άμεσα αποτελέσματα. Η “Διακήρυξη της Μαδρίτης” υπογραμμίζει τη σημασία υπέρβασης αυτών των διαφορών, προτείνοντας την εκπαίδευση “διπλωματών της επιστήμης” με κοινή κατανόηση και των δύο πεδίων.

Υποχώρηση εμπιστοσύνης λόγω λαϊκισμού: Η άνοδος του λαϊκισμού και της παραπληροφόρησης έχει μειώσει την εμπιστοσύνη στους ειδικούς. Οι επιστημοφοβικές αφηγήσεις, που παρουσιάζουν την “κοινή λογική” ως ανώτερη της επιστημονικής γνώσης, κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, καθιστώντας δύσκολη την εφαρμογή πολιτικών βασισμένων σε τεκμήρια. 

Γεωπολιτικές κρίσεις: Οι πρόσφατες γεωπολιτικές εντάσεις επηρεάζουν άμεσα την επιστημονική συνεργασία. Η κρίση στις σχέσεις Ε.Ε.-Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία οδήγησε σε διακοπή συνεργασιών, ενώ οι πολύπλοκες σχέσεις με την Κίνα δημιουργούν νέα εμπόδια συνεργασίας λόγω οικονομικών και τεχνολογικών εντάσεων. Η επιστημονική διπλωματία της Ε.Ε. πρέπει να ισορροπήσει μεταξύ διεθνούς συνεργασίας και υπεράσπισης στρατηγικών συμφερόντων σε ένα ανταγωνιστικό και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον. 

Κρίσιμα ζητήματα 

Ανάγκη νέου ευρωπαϊκού πλαισίου επιστημονικής διπλωματίας: Οι παραπάνω προκλήσεις αναδεικνύουν την ανάγκη ενός συνεκτικού πλαισίου επιστημονικής διπλωματίας στην Ε.Ε. Το 2023, οι υπουργοί Έρευνας των κρατών-μελών, σε άτυπη σύνοδο, τόνισαν για πρώτη φορά την ανάγκη ανάληψης δράσης. Ως ανταπόκριση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε την κατάρτιση ενός πλαισίου που στοχεύει στην ενίσχυση του συντονισμού και τη διαμόρφωση μιας κοινής, ανθεκτικής προσέγγισης. Το νέο πλαίσιο επιδιώκει να καλύψει κενά πολιτικής, να ευθυγραμμίσει τις ενέργειες θεσμών και κρατών-μελών και να ενσωματώσει την επιστήμη στην εξωτερική και ασφαλιστική πολιτική της Ε.Ε. 

Προτάσεις ειδικών για ενίσχυση του πεδίου: Η ευρωπαϊκή επιστημονική και διπλωματική κοινότητα έχει προτείνει συγκεκριμένα μέτρα ενίσχυσης του πεδίου. Η Διακήρυξη της Μαδρίτης (2019) πρότεινε τη διεπιστημονική εκπαίδευση διπλωματών και επιστημόνων για την απόκτηση κοινών δεξιοτήτων συνεργασίας, καθώς και τη δημιουργία θεσμικών “γεφυρών”, όπως επιστημονικοί σύμβουλοι σε υπουργεία και ακόλουθοι σε πρεσβείες, για σταθερούς διαύλους επικοινωνίας. 

Νέα θεσμική πρωτοβουλία της Ε.Ε.: Το 2025 αποτέλεσε σταθμό για τη θεσμοθέτηση της επιστημονικής διπλωματίας στην Ε.Ε. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συγκρότησε πέντε ομάδες εργασίας, με περίπου 130 εμπειρογνώμονες που εργάστηκαν πάνω σε βασικούς άξονες πολιτικής. Αποτέλεσμα ήταν η έκθεση “A European Framework for Science Diplomacy”, η οποία περιέχει προτάσεις για ενίσχυση των δεσμών μεταξύ έρευνας και εξωτερικής πολιτικής, θέτοντας τις βάσεις μιας ενιαίας στρατηγικής που αξιοποιεί πλήρως την επιστημονική ισχύ της Ε.Ε. για διεθνή συνεργασία και προβολή των ευρωπαϊκών αξιών. 

“Παράθυρο” ευκαιρίας 

Κοντολογίς, η διπλωματία της επιστήμης αναδύεται ως πολύτιμο συμπλήρωμα της κρατικής διπλωματίας. Σε μια εποχή όπου οι παραδοσιακοί δίαυλοι συχνά αδυνατούν να αποτρέψουν συγκρούσεις, η γλώσσα της επιστήμης προσφέρει ένα ουδέτερο έδαφος, βασισμένο σε γεγονότα και τεκμήρια, που υπερβαίνει σύνορα και ιδεολογίες. Η επιστήμη δεν αντικαθιστά τη διπλωματία, αλλά τη συμπληρώνει, δημιουργώντας διαύλους επικοινωνίας όταν η πολιτική αδυνατεί. Από τη συνεργασία σε ερευνητικά προγράμματα μέχρι την αντιμετώπιση κρίσεων με βάση επιστημονικά δεδομένα, η επιστημονική συνεργασία υφαίνει συνδέσεις και οικοδομεί εμπιστοσύνη μεταξύ λαών. 

Η Ε.Ε., χάρη στη μακρά εμπειρία της στη διεθνή επιστημονική συνεργασία και τη δέσμευσή της στον πολυμερή διάλογο, μπορεί να αξιοποιήσει αυτή τη δυναμική για την προώθηση της ειρήνης και της ευημερίας. Αν η διπλωματία είναι η “τέχνη του εφικτού”, τότε η διπλωματία της επιστήμης μπορεί να ιδωθεί ως η τέχνη του δυνατού μέσω της γνώσης - ένα πεδίο όπου οι κοινωνίες βρίσκουν κοινό σκοπό και ελπίδα για ένα συνεργατικό μέλλον. 

* Ο Νικόλαος Μωραϊτάκης είναι υποψήφιος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Κρήτης. 
 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News