Η έννοια του ναυτικού αποκλεισμού αποτελεί διαχρονικά ένα κρίσιμο εργαλείο των εμπλεκομένων σε ένοπλες συγκρούσεις, ιδιαίτερα όταν η σύρραξη έχει χαρακτήρα ασύμμετρο ή περιλαμβάνει μη κρατικούς δρώντες. Το Ισραήλ, από το 2007, έχει επιβάλει ναυτικό αποκλεισμό στη Λωρίδα της Γάζας, προκαλώντας έντονες διεθνείς αντιδράσεις και νομικές συζητήσεις. Στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης βρίσκεται το San Remo Manual on International Law Applicable to Armed Conflicts at Sea (1994), ένα μη δεσμευτικό εγχειρίδιο που επιχειρεί να αποτυπώσει το εφαρμοστέο εθιμικό δίκαιο στις ναυτικές συγκρούσεις.
Το San Remo Manual συντάχθηκε το 1994 από ομάδα διεθνών εμπειρογνωμόνων και αποσκοπεί στην ερμηνεία των ισχυόντων κανόνων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου στο ναυτικό πεδίο. Δεν πρόκειται για συνθήκη, αλλά για ένα ερμηνευτικό εργαλείο που βασίζεται κυρίως σε αρχές του εθιμικού διεθνούς δικαίου. Συνεπώς, δεν απαιτείται ούτε προβλέπεται η υπογραφή του από κράτη, γεγονός που σημαίνει ότι το Ισραήλ — όπως και όλα τα υπόλοιπα κράτη — δεν το έχει υπογράψει, αλλά ενδέχεται να στηρίζει τις νομικές του θέσεις σε αυτό.

Το εγχειρίδιο προβλέπει λεπτομερώς τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένας ναυτικός αποκλεισμός μπορεί να θεωρηθεί νόμιμος εφόσον πληροί τις σχετικές διατάξεις (άρθρα 93–104) και συγκεκριμένες προϋποθέσεις — και είναι δεσμευτικός εφόσον κοινοποιηθεί επισήμως και εφαρμόζεται αδιακρίτως όπως περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την υποχρέωση αναγγελίας του αποκλεισμού, την αποτελεσματική εφαρμογή του, την αναλογικότητα του μέτρου, καθώς και την απαγόρευση πρόκλησης λιμού στον άμαχο πληθυσμό.
Το Ισραήλ έχει ανακοινώσει και κοινοποιήσει τον ναυτικό αποκλεισμό της Λωρίδας της Γάζας σε διάφορους διεθνείς οργανισμούς, κυρίως για να θεωρείται νόμιμος και αναγνωρισμένος υπό το διεθνές δίκαιο. Οι βασικοί οργανισμοί στους οποίους έχει κοινοποιηθεί ή/και γνωστοποιηθεί περιλαμβάνουν:
1. Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός (IMO – International Maritime Organization) Ο ΙΜΟ είναι αρμόδιος για τη ρύθμιση της διεθνούς ναυσιπλοΐας. Το Ισραήλ έχει κοινοποιήσει τον αποκλεισμό της Γάζας μέσω NAVTEX και άλλων ναυτικών οδηγιών (Notice to Mariners), που κατατίθενται στον ΙΜΟ για ενημέρωση των πλοιοκτητών και κυβερνήσεων.
2. Ηνωμένα Έθνη (ΟΗΕ) Αν και το Ισραήλ δεν χρειάζεται να ζητήσει έγκριση για να επιβάλει ναυτικό αποκλεισμό, έχει αναφέρει επισήμως τον αποκλεισμό στον ΟΗΕ, κυρίως μέσω ανακοινώσεων στο Συμβούλιο Ασφαλείας και σε αρμόδιες επιτροπές. Ο αποκλεισμός αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων στον ΟΗΕ, ειδικά μετά την υπόθεση του στολίσκου της Γάζας το 2010 (Mavi Marmara), όπου συστάθηκε και η Επιτροπή του ΟΗΕ Palmer.
3. Διεθνής Επιτροπή Ερυθρού Σταυρού (ICRC) Το ICRC έχει γνώση του αποκλεισμού και τον έχει χαρακτηρίσει ως μορφή συλλογικής τιμωρίας σε διάφορες αναφορές του, παρόλο που το Ισραήλ τον χαρακτηρίζει ως μέτρο ασφάλειας.
4. ΝΑΤΟ και μεμονωμένα κράτη μέλη Το Ισραήλ έχει επίσης ενημερώσει κράτη με τα οποία διατηρεί ναυτική συνεργασία, ιδίως μετά από το επεισόδιο του Mavi Marmara το 2010, για να αποτρέψει αποστολές που επιχειρούν να σπάσουν τον αποκλεισμό.
Το ίδιο το νομικό καθεστώς της Γάζας είναι σύνθετο και διέπεται από ένα μωσαϊκό διεθνών και εσωτερικών κανόνων. Μετά την αποχώρηση του Ισραήλ το 2005 από την περιοχή, η Λωρίδα παρέμεινε υπό καθεστώς που χαρακτηρίζεται από την έννοια της «κατοχής» σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, καθώς το Ισραήλ διατηρεί τον έλεγχο των συνόρων, του εναέριου χώρου και των θαλάσσιων ορίων.
Το Διεθνές Δίκαιο της Κατοχής (βασισμένο στις Συνθήκες της Γενεύης του 1949 και στα Πρωτόκολλα τους) προβλέπει ότι ο κατακτητής έχει ευθύνη να διασφαλίζει την ασφάλεια και τα βασικά δικαιώματα των αμάχων, ενώ παράλληλα επιτρέπεται να λαμβάνει μέτρα ασφαλείας προς αποτροπή απειλών. Η κατοχή, ωστόσο, δεν επιτρέπει την επιβολή μέτρων που συνιστούν συλλογική τιμωρία ή παραβιάζουν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Η Χαμάς, από την άλλη, που έχει αναλάβει την τοπική διοίκηση, δεν αναγνωρίζεται ευρέως ως νόμιμη κρατική αρχή, γεγονός που περιπλέκει την εφαρμογή και τήρηση του διεθνούς δικαίου στην περιοχή.
Το Ισραήλ υποστηρίζει ότι το μέτρο του ναυτικού αποκλεισμού είναι απαραίτητο για την αποτροπή εισαγωγής όπλων και στρατιωτικού υλικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά του πληθυσμού του. Από την άλλη πλευρά, διεθνείς οργανώσεις και ορισμένες κρατικές οντότητες υποστηρίζουν ότι ο αποκλεισμός συνιστά μορφή συλλογικής τιμωρίας και παραβίαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
Το 2011, η Έκθεση Palmer, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, επιχείρησε να αξιολογήσει νομικά τον ναυτικό αποκλεισμό, με αφορμή το περιστατικό της νηοπομπής Mavi Marmara. Η Έκθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ο αποκλεισμός της Γάζας μπορεί να θεωρηθεί νόμιμος στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, κυρίως αν ερμηνευθεί σύμφωνα με τις προβλέψεις του San Remo Manual. Ωστόσο, παράλληλα διατύπωσε έντονη κριτική για τη χρήση δυσανάλογης βίας κατά τη διάρκεια της επιχείρησης κατά των ακτιβιστών.
Η νομική αιτιολόγηση βασίζεται στη θεωρία ότι το Ισραήλ βρίσκεται σε ένοπλη σύρραξη μη διεθνούς χαρακτήρα με τη Χαμάς, γεγονός που ενεργοποιεί την εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι αρχές περί ναυτικού αποκλεισμού.
Παρά τις νομικές ερμηνείες που ενδέχεται να προσδίδουν νομιμότητα στον αποκλεισμό, η πραγματικότητα για τον πληθυσμό της Γάζας είναι τραγική. Ανθρωπιστικές οργανώσεις όπως η Διεθνής Αμνηστία, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα και τα Ηνωμένα Έθνη έχουν επανειλημμένως τονίσει ότι ο αποκλεισμός έχει οδηγήσει σε σοβαρές ελλείψεις σε τρόφιμα, καύσιμα, φάρμακα και βασικές υπηρεσίες, προκαλώντας ανθρωπιστική κρίση μεγάλης κλίμακας.
Η νομική απαίτηση του San Remo Manual ότι ο αποκλεισμός δεν πρέπει να στοχεύει στον λιμό των αμάχων (άρθρο 102) αμφισβητείται στην πράξη, ιδιαίτερα όταν η ανθρωπιστική βοήθεια υφίσταται περιορισμούς ή όταν πλήττεται ολόκληρος ο πληθυσμός της περιοχής.
Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), που το Ισραήλ δεν έχει κυρώσει όπως και η Τουρκία, κατοχυρώνει όμως την ελευθερία της ναυσιπλοΐας στα διεθνή ύδατα και απαγορεύει την αυθαίρετη κατάληψη ιδιωτικών σκαφών από ξένα κράτη. Ωστόσο, στην περίπτωση του Ισραήλ και του αποκλεισμού της Γάζας, παρατηρούνται καταλήψεις πλοίων σε διεθνή ύδατα, γεγονός που έχει προκαλέσει έντονη διεθνή αντιπαράθεση. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο αυτές οι ενέργειες συνάδουν με το διεθνές δίκαιο.
Η UNCLOS (Άρθρο 87 και 110) προβλέπει την ελευθερία ναυσιπλοΐας και περιορίζει την επέμβαση σε ξένα ιδιωτικά πλοία μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις: πειρατεία, δουλεμπόριο, παράνομες ραδιοεκπομπές, πλοία χωρίς εθνικότητα, ή ύποπτη πλαστογράφηση σημαίας. Εκτός αυτών, κάθε παρέμβαση συνιστά παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας.
Μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες πρακτικές του Ισραήλ αναφορικά με τον ναυτικό αποκλεισμό της Γάζας είναι η αναχαίτιση και σύλληψη σκαφών σε διεθνή ύδατα, πριν ακόμη πλησιάσουν τη ζώνη αποκλεισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του σκάφους Mandleen, το οποίο μετέφερε διεθνείς ακτιβιστές και ανθρωπιστική βοήθεια και αναχαιτίστηκε από το Ισραηλινό Πολεμικό Ναυτικό στα διεθνή ύδατα της Ανατολικής Μεσογείου, πολύ πριν φθάσει στη θαλάσσια περιοχή της Γάζας.
Η πρακτική αυτή έχει προκαλέσει έντονες διεθνείς αντιδράσεις, με ορισμένους να την θεωρούν παραβίαση του δικαίου της θάλασσας και της ελευθερίας ναυσιπλοΐας, ενώ άλλοι τη δικαιολογούν βάσει των προβλέψεων του San Remo Manual και των αρχών περί ένοπλων συγκρούσεων.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 67 του San Remo Manual προβλέπει ότι τα εμπλεκόμενα μέρη σε σύρραξη μπορούν να αναχαιτίσουν εμπορικά σκάφη (ακόμη και σε διεθνή ύδατα) εφόσον παραβιάζουν ή επιχειρούν να παραβιάσουν έναν νόμιμο ναυτικό αποκλεισμό. Αυτό περιλαμβάνει την περίπτωση κατά την οποία:
«A vessel is deemed to be breaching a blockade if it attempts to enter or leave the blockaded area without the permission of the blockading belligerent.»
Με βάση αυτό, το Ισραήλ θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε προληπτική αναχαίτιση σκαφών πριν αυτά παραβιάσουν την απαγορευμένη ζώνη, εφόσον υπάρχει αποδεδειγμένη πρόθεση προσέγγισης της Γάζας χωρίς έγκριση. Η πρακτική αυτή βασίζεται στην αρχή ότι ένας αποκλεισμός, για να θεωρείται νόμιμος, πρέπει να είναι αποτελεσματικός και ότι η επιβολή του δεν περιορίζεται γεωγραφικά εντός της αποκλεισμένης ζώνης, αλλά μπορεί να επεκτείνεται, υπό προϋποθέσεις, και στα διεθνή ύδατα.
Ωστόσο, η εφαρμογή αυτής της αρχής είναι αντικείμενο νομικής διαμάχης. Ανθρωπιστικές οργανώσεις και ορισμένα κράτη επισημαίνουν ότι η αναχαίτιση σε διεθνή ύδατα, ιδίως όταν αφορά ανθρωπιστικά πλοία ή πλοία υπό σημαία τρίτων κρατών, ενδέχεται να παραβιάζει το εθιμικό δίκαιο της θάλασσας και τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), που προβλέπει ελευθερία πλεύσης στα διεθνή ύδατα. Επιπλέον, σε περιπτώσεις που το σκάφος δεν φέρει στρατιωτικό εξοπλισμό, η χρήση βίας ή σύλληψης πλήρους πληρώματος και επιβατών δημιουργεί εύλογα ερωτήματα περί αναλογικότητας και σεβασμού των δικαιωμάτων των αμάχων.
Η σύλληψη του Mandleen συνδέεται με αυτή τη νομική ασάφεια. Το Ισραήλ υποστήριξε ότι το πλοίο είχε σαφή πρόθεση να διασπάσει τον αποκλεισμό, ακόμη και αν βρισκόταν εκτός της απαγορευμένης ζώνης, ενώ οργανώσεις όπως η Freedom Flotilla Coalition δήλωσαν ότι το πλοίο ήταν ειρηνικό, με αποστολή να παραδώσει φάρμακα και σχολικά είδη.
Η περίπτωση αυτή αναδεικνύει τη σύγκρουση μεταξύ στρατιωτικής ερμηνείας του διεθνούς εθιμικού δικαίου και της εφαρμογής ανθρωπιστικών αρχών σε περιοχές όπου το δίκαιο της ειρήνης και το δίκαιο της ένοπλης σύρραξης συνυπάρχουν ή συγκρούονται.