Είμαστε σε μια εποχή που οι πολίτες αποτελούν αδρανείς οντότητες μέσα σε μια αναμονή η οποία δεν τελειώνει ποτέ. Σαν σκηνή του Μπέκετ, όπου ο περίκοσμος είναι άδειος και οι ήρωες ζουν σε μια κατάσταση έσχατα ανόητη και γελοία, όπου κάθε απόφαση για πρωτοβουλία ακυρώνεται και κάθε δράση καταλήγει σε μια πολυπτυχία αδράνειας. Τι είναι όμως αυτό που κάνει τους πολίτες να είναι πλήρως αδρανείς; Γιατί μηδενίζει ο πολίτης τις δράσεις του και με ευκολία υποτάσσεται σε όλες τις πολιτικές δέλτους; Μήπως γιατί τα πολιτικά δρώμενα άλλοτε ήταν πιο πυκνά και οι πολίτες ζούσαν στον εμπύρετο χώρο της πολιτικής δημιουργίας;
Είναι ένα ερώτημα που όλοι μας το έχουμε εντάξει στον συλλογισμό μας, το συζητάμε ή πολλές φορές το σχολιάζουμε με αστειότητα ή και με κυνισμό. Αναφορικά με το παραπάνω ερώτημα είναι πολύ κατατοπιστικός ο Φραντς Κάφκα, o οποίος, εργαζόμενος στο Ίδρυμα Ασφαλίσεων Εργατικών Ατυχημάτων πάνω από 14 χρόνια ως νομικός σύμβουλος (δεδομένου ότι μετά από μια περιπέτεια σπουδών ο Κάφκα καταλήγει να ακολουθήσει τη νομική επιστήμη), είχε δει πολλές περιπτώσεις εργατικών ατυχημάτων και είχε ζήσει τον εμπαιγμό και την άρνηση για αποζημίωση του Ιδρύματος Ασφαλιστικών Εργατικών Ατυχημάτων.
Στο ερώτημα τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους τόσο αδύναμους, ώστε να δέχονται την υποτίμηση και την εξαθλίωση, είχε καταλήξει ότι οι άνθρωποι υιοθετούν ένα σύστημα ανεπίγνωστης δουλικής ιδιοποίησης από έλλειψη θάρρους. Τόνιζε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δε ζουν, αλλά προσκολλώνται, όπως ακριβώς τα κοράλλια γαντζώνονται στους βράχους και στις πέτρες μόνα τους ή σε αποικίες.
Ο Γάλλος ψυχαναλυτής Ζακ Λακάν μάς έχει δώσει την πιο πλήρη περιγραφή για την απραξία του πολίτη, για την παραλυμένη δύναμή του, για το γεγονός ότι ο πολίτης συμβιβάστηκε με την αδιαφορία και έγινε μια χειρονομία χωρίς κίνηση. Μας λέει λοιπόν ότι ο σκλάβος δε διεκδίκησε ποτέ την ευκαιρία της κυριαρχίας του, γιατί κάθε προσδοκώσα ελπίδα του “σκόνταφτε” στο γεγονός ότι φοβόταν να ρισκάρει και κυρίως να κινδυνεύσει να χάσει τη ζωή του. Συμβιβάστηκε έτσι με μια λογική αφαιρετική, η οποία έλεγε: Αφού εγώ είμαι θνητός, θνητός είναι και ο κύριός μου, έτσι ας αρνηθώ την επιθυμία μου για ελευθερία, περιμένοντας μέσα στην αβεβαιότητα της ζωής τον θάνατο του κυρίου μου. Έτσι ξεκίνησε ο δούλος να ζει σε μια οδυνηρή αντίφαση, σε μια αυταπάτη, σε μια αθεράπευτη προσμονή που ανοίγεται ανελέητα μέσα του για πιθανή αλλαγή, αλλά εκείνος να συντρίβεται τελικά μέσα στον χρόνο.
Γίνεται ο δούλος σαν τους ήρωες του Σάμιουελ Μπέκετ στο έργο του “Περιμένοντας τον Γκοντό”, δηλαδή σαν εκείνες τις αδρανείς υπάρξεις (Εστραγκόν και Χαμ), τις σταματημένες υπάρξεις μέσα σ’ έναν σταματημένο κόσμο που βρίσκονται μόνιμα σε αναμονή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο και ο δούλος ήταν το θύμα ενός σταματημένου μηχανισμού δίχως τέλος.
Όλο αυτό ο Ζακ Λακάν το αποκαλούσε «l’ antidude de l’ obsessionnel», στάση εμμονής. Η ίδια στάση εμμονής είναι ενσταλαγμένη και στον σύγχρονο πολίτη. Να γιατί και ο σύγχρονος πολίτης γίνεται ένα σχήμα χωρίς μορφή, μια σκιά χωρίς χρώμα, μια φωνή χωρίς ήχο, ανέστιος πλάνης με ένα αιτούμενο καταφύγιο προστασίας από τον σύγχρονο αφέντη του.
* Ο Απόστολος Αποστόλου είναι καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας.