Ερντογάν - Μητσοτάκης ΙΝΤΙΜΕ
Φωτ. ΙΝΤΙΜΕ

Η στρατηγική (μας) μυωπία

Απόψεις
Η στρατηγική (μας) μυωπία

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η αδιέξοδη επιλογή του δόγματος “ας πεθάνει η κατσίκα του γείτονα”

Η συζήτηση γύρω από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις συχνά εκφυλίζεται σε μια ρηχή, επιφανειακή και τελικά επιζήμια θεώρηση της διεθνούς πραγματικότητας. Εδώ και δεκαετίες, κυριαρχεί στην ελληνική δημόσια σφαίρα, ακόμη και σε επίπεδο επίσημης ανάλυσης ή πολιτικής ρητορικής, η νοοτροπία του “να μην πάρει η Τουρκία το τάδε οπλικό σύστημα” ή “να καταδικαστεί η Τουρκία από την τάδε χώρα ή θεσμό”. Η ενσάρκωση, δηλαδή, της στρατηγικής μυωπίας μέσω μιας βαθιά ριζωμένης νοοτροπίας ανταγωνιστικής παθητικότητας. 

Αυτή η θεώρηση των πραγμάτων δεν αποτελεί ανάλυση, αλλά κατηχητική συζήτηση. Είναι μια εξωστρεφής εκδοχή της ελληνικής παροιμίας “να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα”, η οποία δυστυχώς, έχει ενσωματωθεί ως πυρήνας στην εθνική μας αντίληψη περί ασφάλειας, αποτροπής και εξωτερικής πολιτικής. 

Η έλλειψη στρατηγικής κουλτούρας 

Επ’ αυτού, γίνεται αντιληπτό ότι η Ελλάδα πάσχει από ένα συστημικό έλλειμμα στρατηγικής κουλτούρας. Δε διαθέτουμε σαφή εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό, ούτε δομημένη σκέψη με ορίζοντα δεκαετιών. Οι αντιδράσεις μας είναι συνήθως ad hoc, αμυντικές και ευκαιριακές. 

Δεν επενδύουμε σε εσωτερική ισχύ, αλλά αναμένουμε μια εξωτερική συγκυρία ή διεθνή τιμωρία για τον “άλλο”. Όμως η διεθνής πολιτική δε λειτουργεί με όρους ηθικής καταδίκης, όπως είθισται να ακολουθείται στρατηγικά και στην περίπτωση των κατεχόμενων της Κύπρου - που εδώ φαίνεται να έχει μπει σε μια δεύτερη μοίρα. Αλλά ας επανέλθω στον πυρήνα του ζητήματος. Η διεθνής πολιτική και η στρατηγική λειτουργεί με όρους ισχύος, συμφερόντων και αξιολόγησης κόστους-οφέλους. 

Το στρατηγικό πλεονέκτημα μιας χώρας δεν εξασφαλίζεται με ευχολόγια για την αποτυχία του αντιπάλου, αλλά με θεσμοθέτηση και υλοποίηση ενός ρεαλιστικού, πολυεπίπεδου δόγματος εθνικής ισχύος: στρατιωτικής, τεχνολογικής, διπλωματικής, ενεργειακής, κοινωνικής. 

Και σε αυτό - στο κοινωνικό - περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, και η ιστορία. Διότι, όταν ένας πολιτισμός διδάσκεται το μακρινό παρελθόν του, αλλά όχι εκείνο που άφησε πίσω του ένα βαθύ αποτύπωμα στρατηγικής κουλτούρας - της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας- το παράδειγμα του οποίου επιδεικνύει έμπρακτα πως η έλλειψη ή μάλλον η έκλειψη της στρατηγικής κουλτούρας οδηγεί στην κατάρρευση, τότε τα ερωτήματα είναι εξίσου σημαντικά και πολυπαραγοντικά, που αν μη τι άλλο επιδεικνύουν την ασυνέπεια της εξίσωσης των λέξεων και των πράξεων. 

Τουρκία: Μια χώρα με στρατηγική συνέπεια 

Η Τουρκία, παρά τα εσωτερικά της προβλήματα, ακολουθεί μια συνεπή στρατηγική μεγέθυνσης ισχύος. Από την παραγωγή μαχητικών TF-X και UCAVs υψηλής αυτονομίας, έως την επέκταση της ναυτικής ισχύος με την καθέλκυση του TCG “Anadolu”, ένα πλοίο πολλαπλών επιχειρησιακών ρόλων.

Επιπλέον, η Τουρκία δεν αντιμετωπίζει εμπόδια στη στρατηγική συνεργασία της με μη-ΝΑΤΟϊκούς παίκτες (όπως Ρωσία ή Πακιστάν), γεγονός που αποδεικνύει την ικανότητά της να κινείται με ευελιξία στο παγκόσμιο γεωπολιτικό σύστημα. “A friend to all is a friend to none”, που λένε, ωστόσο το γεωστρατηγικό της βάθος, αλλά και το στρατηγικό πλέγμα που έχει δημιουργήσει ιστορικά την έχει κάνει - δυστυχώς για εμάς - έναν απαραίτητο γεωπολιτικά δρώντα. 

Ενδεικτικά, η επένδυσή της στην αυτο-παραγωγή UAVs (Bayraktar TB2 και Akıncı), τα οποία ενίσχυσαν την αποτρεπτική της ικανότητα σε Συρία, Λιβύη, Ναγκόρνο-Καραμπάχ και Ουκρανία, είναι απόρροια μιας στρατηγικής κουλτούρας βασισμένης στην αυτάρκεια, την τεχνολογική καινοτομία και τον ρεαλισμό. 

Πώς απαντά η Ελλάδα; 

Η ερώτηση που τίθεται δεν είναι αν η Τουρκία πρέπει ή δεν πρέπει να πάρει F-35. Το ερώτημα είναι: Τι κάνουμε αν τα πάρει; Έχουμε σχέδιο αντιμετώπισης ενός εχθρικού αεροσκάφους πέμπτης γενιάς με υπερ-χαμηλό RCS, δυνατότητες stealth και ενσωμάτωση σε ένα ευρύτερο διακλαδικό C4ISR; Ή θα επαναπαυτούμε στις υποσχέσεις συμμάχων και στα “διπλωματικά φρένα”, που βλέπουμε ότι ακόμα και εντός της Ε.Ε. υπολειτουργούν, αρχής γενομένης της Ιταλίας; 

Η ελληνική στρατηγική πρέπει να απομακρυνθεί από την ψευδαίσθηση της «διεθνούς προστασίας» και να στραφεί στην ενίσχυση των εγγενών εργαλείων εθνικής ισχύος. Αυτό σημαίνει πως η ελληνική κυβέρνηση - όποια κι εάν είναι αυτή - θα πρέπει να στραφεί εντατικά προς τη λήψη των παρακάτω κινήσεων: 

* Επένδυση σε τεχνολογίες επόμενης γενιάς, όχι μόνο αγορές από το εξωτερικό, αλλά και στήριξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας.

* Δημιουργία αυτόνομου δόγματος αποτροπής, με ξεκάθαρους όρους χρήσης ισχύος. 

* Οριζόντια στρατηγική συνεργασιών με κράτη συμφερόντων, πέρα από το ΝΑΤΟϊκό πλαίσιο, όπως γίνεται με το Ισραήλ, τα ΗΑΕ και την Αίγυπτο. 

* Καλλιέργεια στρατηγικής κουλτούρας στην κοινωνία, γι’ αυτό σχολίασα και παραπάνω. 

Ανάλυση ή ευχή;

Εδώ γίνεται αντιληπτή μια σκληρή, ωστόσο ρεαλιστική πραγματικότητα. Ο ρόλος των αναλυτών, των πολιτικών δεν είναι να πανηγυρίζουν για κάθε διεθνή “σφαλιάρα” προς την Τουρκία. 

Είναι να απαντούν σε δύσκολα, ρεαλιστικά ερωτήματα. Τι σημαίνει για την Ελλάδα ένα νέο τουρκικό αντιτορπιλικό με δυνατότητες AEGIS; Τι σημαίνει η απόκτηση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς τύπου Bora-II ή Tayfun; Πώς αντιμετωπίζουμε το τουρκικό πυρηνικό πρόγραμμα που πλέον έχει φυσική παρουσία μέσω του αντιδραστήρα Akkuyu; Ποιες είναι οι δικές μας τακτικές κινήσεις σε επιχειρησιακό και οργανωσιακό επίπεδο, ώστε να επανακαθορίσουμε τη θέση μας και να μειώσουμε την επηρεαστιακή ισχύ της γείτονας χώρας;

Αν δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτά, τότε δεν παράγουμε στρατηγική σκέψη. Παράγουμε ευχολόγιο, ηθικολογία και τελικά εφησυχασμό... και επιτρέψτε μου να πω πως από τέτοια χορτάσαμε. 

Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό, παρά το γεγονός ότι μπορεί να μην είναι (για μερικούς) εύπεπτο, η γεωπολιτική δεν είναι διαγωνισμός επιθυμιών. Είναι διαρκής αγώνας ισχύος και προβολής συμφερόντων. Η Ελλάδα χρειάζεται λιγότερους σχολιαστές και περισσότερους στρατηγιστές και τούτο διότι η εθνική ασφάλεια δε θα διασφαλιστεί με τις αποτυχίες της Τουρκίας, αλλά μόνο με την επιτυχία της ελληνικής στρατηγικής σκέψης. Αντί να κοιτάμε για το εάν πέθανε η κατσίκα του διπλανού, επομένως, ίσως θα έπρεπε να δούμε το τι ταΐζουμε τη δική μας για να μεγαλώσει και να βγάλει “κέρατα”.
 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News