Δεν είμαστε φτωχοί, αλλά νιώθουμε φτωχοί, έλεγε πριν από λίγο καιρό ένας υπουργός της κυβέρνησης, του οποίου οι δηλώσεις συνήθως σηκώνουν αρκετή συζήτηση ένθεν κακείθεν. Επίσης, ο ίδιος υπουργός έλεγε ότι η ανάπτυξη κινείται με ταχύτατους ρυθμούς (βζιιν...) και ότι όσοι επιμένουν να ασκούν κριτική, αναδεικνύοντας τα προβλήματα της καθημερινότητας των πολιτών, απλά είναι «συνωμότες της μιζέριας» που δεν μπορούν ακόμα να “χωνέψουν” ότι τα πράγματα πάνε τόσο καλά που σε λίγο καιρό όλοι οι Έλληνες θα τρώνε με “χρυσά κουτάλια”. Η ζήλια και ο φθόνος, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η αιτία που οδηγεί κάποιους να μεμψιμοιρούν κάθε τόσο.
Έρχεται, όμως, η ΕΛ.ΣΤΑΤ. και ανατρέπει εντελώς το αφήγημα του υπουργού, δικαιώνοντας όλους εκείνους, οι οποίοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι οι συνθήκες ζωής των πολιτών, όχι δεν έχουν βελτιωθεί, αλλά αντιθέτως, χρόνο με τον χρόνο, χειροτερεύουν ακόμα περισσότερο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 1/4 του πληθυσμού βρίσκεται στα όρια της φτώχιας, δίνοντας έναν άνισο αγώνα για την επιβίωση. Σε πραγματικά νούμερα, το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 2.740.051 ανθρώπους, ενώ πρόκειται για το 26,9% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, το οποίο εν συγκρίσει με την τελευταία μέτρηση του 2023 παρουσιάζεται κατά 0,8% υψηλότερο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, το στοιχείο ότι η χώρα μας παρουσιάζει πολύ υψηλά ποσοστά οικονομικής ανισότητας, με τον δείκτη στην κατανομή εισοδήματος να είναι ο τέταρτος υψηλότερος (31,8%) μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Προφανώς, η σημαντικότερη αιτία της φτώχιας των Ελλήνων είναι η ακρίβεια, ενδεικτικό είναι το παράδειγμα ότι το 32,2% όσων βρίσκονται στα όρια της φτώχιας ζουν σε ενοικιασμένη κατοικία, ενώ το εκκωφαντικό 77% δηλώνει αδυναμία να καλύψει ακόμα και τις βασικές του ανάγκες.
Μέτρα μετά τα υπερπλεονάσματα
Έτσι, λοιπόν, η κυβέρνηση αποφάσισε να λάβει μέτρα ενίσχυσης για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, με αφορμή το πρωτογενές υπερπλεόνασμα που ανακοινώθηκε πριν από λίγες μέρες. Τώρα, θα μου πείτε, πού ήταν η κυβέρνηση όλα τα τελευταία έξι χρόνια που κυβερνάει, όταν η ακρίβεια επί των δικών της ημερών άρχισε να παίρνει την ανιούσα με ανεξέλεγκτη πορεία; Θα σας απαντήσω, λίγο η πανδημία, λίγο ο εγκλεισμός για την προστασία από τον «αόρατο εχθρό», λίγο η επιδοματική πολιτική, λίγο που η αντιπολίτευση δεν υπήρχε κυριολεκτικά πουθενά, πέρασε μία τετραετία σαν νεράκι και χαμπάρι δεν πήραμε.
Τη δεύτερη τετραετία τα πράγματα άλλαξαν. Ο κόσμος, αφού ξεπέρασε το σοκ της πανδημίας, άρχισε να μπαίνει ξανά σε κανονικούς ρυθμούς και εκεί συνειδητοποίησε ότι τα πράγματα στενεύουν αρκετά επικίνδυνα για τα φτωχά νοικοκυριά, τα οποία όχι τον μήνα δε βγάζουν αφού έχουν ακριβύνει τα πάντα, αλλά ούτε το πρώτο δεκαπενθήμερο.
Ερχόμαστε τώρα στις παροχές που ανακοίνωσε το οικονομικό επιτελείο, οι οποίες στοχεύουν στην ανακούφιση συγκεκριμένων ομάδων που πλήττονται από την οικονομική κρίση, όπως για παράδειγμα οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι οποίοι θα λάβουν ένα επίδομα ύψους 250 ευρώ τον ερχόμενο Νοέμβριο, και οι ενοικιαστές πρώτης κατοικίας, στους οποίους τον ίδιο μήνα θα επιστραφεί ένα ολόκληρο ενοίκιο με ανώτατο πλαφόν τα 800 ευρώ.
Καταρχάς, να πούμε ότι η όποια παροχή δίνεται είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, δε θα μπορούσαμε να μην παρατηρήσουμε ότι μπροστά στο μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζουν σήμερα τα μικρά και μεσαία εισοδήματα, οι ενισχυτικές αυτές κινήσεις θεωρούνται «παυσίπονο», όπως είπε πολύ επιτυχημένα ένας πολιτικός αρχηγός της αντιπολίτευσης. Το αρνητικό της υπόθεσης, παρ’ όλα αυτά, έχει να κάνει με το γεγονός ότι, ενώ το πρόβλημα είναι συνολικό και θα έπρεπε οι όποιες λύσεις δίνονται να αφορούν όλους, αυτό δε συμβαίνει, όπως στην περίπτωση των συνταξιούχων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ίδιων, βάσει των προϋποθέσεων που απαιτούνται για να λάβει κάποιος το επίδομα των 250 ευρώ, μόνο ένα 40% θα ευνοηθεί από τη συγκεκριμένη παροχή.
Οι συνταξιούχοι ξιφουλκούν
Οι συνταξιούχοι, μάλιστα, έβγαλαν ανακοίνωση μιλώντας για «κοροϊδία», τη στιγμή που οι περικοπές που υπέστησαν από τα μνημονιακά μετρά ακόμα να αποκατασταθούν, υπενθυμίζοντας με νόημα στην κυβέρνηση ότι, αντί για τη 13η σύνταξη, η οποία ψηφίστηκε από την τότε κυβέρνηση το 2019, και στη συνέχεια ακυρώθηκε από το σημερινό κυβερνών κόμμα (το οποίο επίσης από τη θέση της αντιπολίτευσης είχε ψηφίσει τον νόμο), τους επιστρέφουν “ψίχουλα” και αυτά δεν αφορούν την πλειοψηφία των συνταξιούχων. Ήταν, βλέπετε, τότε η εποχή που ακούγαμε επιχειρήματα, όπως ότι ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αντάλλαξε το όνομα της Μακεδονίας με τις συντάξεις. Το δυστύχημα είναι ότι η ρητορική αυτή βρήκε υποστηρικτές.
Και μία μικρή παρατήρηση για το τέλος. Επειδή ακούμε πολλά για μειώσεις φόρων, αυτό που έχω να πω, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι ότι τα υπερπλεονάσματα δε δημιουργούνται με “μαγικό ραβδάκι”. Άλλωστε, η καθεμιά και ο καθένας από εμάς εύκολα μπορεί να υπολογίσει τι μπαίνει και τι βγαίνει από την τσέπη κάθε μήνα. Όπως και να έχει, όμως, οι παροχές ειδικά για τους ασθενέστερους είναι πάντοτε καλές, μόνο που στην περίπτωση των Ελλήνων πολιτών δε χρειάζονται μικρές παρεμβάσεις, αλλά ισχυρές τονωτικές κινήσεις.