Η σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής ήταν “άβολη” για την κυβέρνηση, αλλά με μια απλή κίνηση έκανε “ματ” στην αντιπολίτευση και κατόρθωσε να συνεχίσει να ελέγχει τις εξελίξεις: Το αίτημα Τριαντόπουλου, που σήμερα αναμένεται να γίνει δεκτό από την κυβερνητική πλειοψηφία στην Προανακριτική, είναι μια κίνηση που αφοπλίζει την αντιπολίτευση, η οποία περίμενε ότι η μακρά (2 έως 4 μήνες υπολογιζόταν ότι θα διαρκέσει η διαδικασία, ανάλογα με τον αριθμό των μαρτύρων που θα καλούσε η αντιπολίτευση) και επώδυνη (ήταν απολύτως σαφές ότι οι βουλευτές της αντιπολίτευσης θα επέμεναν στην κλήση και του πρωθυπουργού, προκειμένου να καταθέσει ενώπιον της Προανακριτικής, ενώ προκύπτουν συνεχώς και νέα στοιχεία για το δυστύχημα) διαδικασία, η οποία συν τοις άλλοις θα κρατούσε την τραγωδία των Τεμπών στην επικαιρότητα για μήνες ακόμη.
Εξαρχής βεβαίως είχαμε εκφράσει ερωτήματα ως προς το πραγματικό και ουσιαστικό περιεχόμενο της Προανακριτικής για τον Τριαντόπουλο, μια πρόταση που έμοιαζε... “προσεκτικά διατυπωμένη” και ως εκ τούτου έβγαζε... πολύ κόσμο από το “κάδρο” και επικέντρωνε την όλη υπόθεση σε μία (βολική) “Ιφιγένεια” και σε ένα εξαιρετικά περιοριστικό πλαίσιο.
Μια πολύ... συνειδητή Ιφιγένεια, που επιτάχυνε τις διαδικασίες, γνωρίζοντας ότι αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το Δικαστικό Συμβούλιο θα τον οδηγήσει στο Ειδικό Δικαστήριο (μια σοβαρή πιθανότητα, αλλά... κάθε άλλο παρά βεβαιότητα) και δη μια ώρα αρχύτερα. Αποφεύγοντας όμως, όπως σημειώσαμε παραπάνω, όλη την ενδιάμεση άβολη κατάσταση και όλο το “σόου” που λέει κι ο Κελέτσης. Ένα “σόου” το οποίο, ας μην κρυβόμαστε, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολα διαχειρήσιμο από το επικοινωνιακό επιτελείο και τα “φίλια media” της κυβέρνησης.
Ωστόσο, πλέον το όλο πράμα... πάει αλλού. Σύντομα, παστρικά, καθαρά.
Ο πρωθυπουργός, σχολιάζοντας το αίτημα Τριαντόπουλου, δεν εφείσθη επαίνων. «Γενναίο βήμα, που δεν έχει σύγχρονο προηγούμενο», το χαρακτήρισε, προσθέτοντας ότι είναι «μια ενέργεια που απεγκλωβίζει την αναζήτηση τυχόν ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων από τις τοξικές μικροκομματικές διαμάχες».
Να σημειώσουμε και άλλη μια “παρενέργεια” της “fast track” παραπομπής Τριαντόπουλου: Οι βουλευτές (νομικοί και νέοι οι περισσότεροι) της Ν.Δ., που στελεχώνουν την Προανακριτική, θα υφίσταντο σημαντική φθορά απ' όλη αυτή τη διαδικασία. Φθορά που θα τους αποξένωνε από τμήματα της εκλογικής τους πελατείας. Είναι ο ένας από τους δύο λόγους (ο άλλος ήταν ότι οι βουλευτές που θα συμμετείχαν στην Προανακριτική δε θα ήταν δυνατό να υπουργοποιηθούν στον πρόσφατο ανασχηματισμό) της δυσθυμίας παλιότερων και πιο έμπειρων βουλευτών να δεχτούν τοποθέτησή τους στην Εξεταστική (μάλιστα δύο υποψήφιοι πρόεδροι “έριξαν πόρτα” στο Μαξίμου, σε σχετική κρούση που τους έγινε).
Παράλληλα, βεβαίως, η επιλογή να πάει αυτοβούλως ο Τριαντόπουλος στο Δικαστικό Συμβούλιο σημαίνει ότι θα αποφύγει η Ν.Δ. την “αναγκαιότητα” να τον αποκαθάρει με τις ψήφους των δικών της βουλευτών (ή... και να τον παραπέμψει με τις ψήφους των δικών της βουλευτών, και τα δύο ενδεχόμενα είναι εξίσου προβληματικά για την κυβέρνηση). Με τον τρόπο αυτό περιορίζεται και άλλο η δυνητική “ζημιά” στο προφίλ της κυβέρνησης και σώζονται μέχρι ενός σημείου τα προσχήματα.
Αντιδράσεις
Βεβαίως η εξέλιξη αυτή, που παρακάμπτει (με τα όποια συνταγματικά ζητήματα προκύπτουν) τη θεσμοθετημένη διαδικασία και οδηγεί τα πράματα σε μία απόφαση που θα ληφθεί από ένα πενταμελές σώμα δικαστών, αντιμετωπίστηκε με αγανάκτηση από το σύνολο της αντιπολίτευσης και κυρίως από τους συγγενείς των θυμάτων, που μιλάνε ανοιχτά για «εμπαιγμό».
Και δεν έμειναν μόνο στις δηλώσεις οι συγγενείς των νεκρών, αφού σε χρόνο-ρεκόρ ο Σύλλογος “Τέμπη 2023” συνέταξε και απέστειλε εξώδικο, με το οποίο ζητεί από την Προανακριτική να μην κάνει δεκτό το αίτημα Τριαντόπουλου και να συνεχίσει τη διερεύνηση της υπόθεσης. Αφήνοντας μάλιστα και ιδιαίτερα οξείες αιχμές για τη στάση της κυβέρνησης και τις ευθύνες του πρωθυπουργού.
Οι αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης ήταν, επίσης, οξείες και όλοι μίλησαν για τη συνέχεια στην προσπάθεια συγκάλυψης των κυβερνητικών ευθυνών για το έγκλημα.
Προφανώς και οι αντιδράσεις αντιπολίτευσης και συγγενών των θυμάτων εκκινούν από διαφορετικές αφετηρίες: Τα πολιτικά κόμματα βλέπουν να χάνεται μία τεράστια ευκαιρία να επιταχύνουν τη φθορά της κυβέρνησης και να αλλάξουν το πολιτικό τοπίο, ίσως ακόμη και να το ανατρέψουν (δε νομίζω να υπήρχε τέτοια προοπτική, όχι σε αυτόν τον βαθμό τουλάχιστον, αλλά... σε αυτό ήλπιζαν).
Οι συγγενείς των θυμάτων θέλουν δικαιοσύνη για τους νεκρούς τους και η οφθαλμοφανής προσπάθεια της κυβέρνησης, διά της “πρωτοβουλίας” του Τριαντόπουλου, να “ελέγξει το αφήγημα” και τις εξελίξεις και να εμποδίσει την ευρεία δημόσια συζήτηση του θέματος δε φαίνεται ακριβώς ως «θέληση να λάμψει η αλήθεια», που λένε στις δηλώσεις τους τα κυβερνητικά στελέχη. Το ότι οι νομικοί σύμβουλοι των οικογενειών έφτασαν να κάνουν μαθήματα συνταγματικού δικαίου στην κυβέρνηση και τα κόμματα (και... να έχουν και δίκιο!) δεν είναι κάτι που περιποιεί τιμή στο πολιτικό μας σύστημα, το οποίο συνεχίζει την ελεύθερη πτώση του σε μια άβυσσο στην οποία δεν υπάρχει πάτος...
Τι θα γίνει τώρα;
Υπό κανονικές συνθήκες, παρά τις αντιδράσεις, οι κυβερνητικοί βουλευτές αναμένεται σήμερα να αποδεχτούν το αίτημα του Τριαντόπουλου και να τον παραπέμψουν στο Δικαστικό Συμβούλιο. Η αντιπολίτευση δεν μπορεί να κάνει τίποτε γι’ αυτό, αφού η κυβέρνηση έχει την πλειοψηφία της Επιτροπής.
Κατόπιν τούτου, η εξέλιξη είναι περίπου προδιαγεγραμμένη. Το ότι παρακάμπτεται το τρίμηνο ή και παραπάνω της Προανακριτικής δε σημαίνει ότι τα πράγματα στο Δικαστικό Συμβούλιο θα πάνε... σφαίρα, αφού θα πρέπει να οριστεί νέος ανακριτής, να γίνει όλη η ανακριτική διαδικασία, να συλλεχθεί και να μελετηθεί το υλικό και μόνο κατόπιν τούτου να ληφθεί η απόφαση για παραπομπή ή όχι.