Σήμερα θα αναφερθούμε σε ιδέες και πρακτικές που μόνο θολά γνωρίζει ο πολύς κόσμος και απασχολούν δευτερευόντως τη συλλογική νόηση και τον δημόσιο διάλογο, ωστόσο είναι η βάση του οικονομικού οικοδομήματος (άρα: η βάση των πάντων, αφού όλα είναι οικονομία) και ως τέτοια τα απολύτως σοβαρότερα πράματα που οφείλουμε να συζητάμε.
Ο νεοφιλελευθερισμός, ως οικονομικό δόγμα και πολιτική πράξη, ήταν ο μεγάλος νικητής της διαπάλης όχι μόνο μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού, αλλά και της ενδοκαπιταλιστικής διαπάλης, μεταξύ των διαφόρων ρευμάτων και παραλλαγών του κεϋνσιανισμού και των διαφόρων ρευμάτων του νεοκλασικισμού, παρακλάδι του οποίου (σε συνδυασμό και συγκερασμό με τον μονεταρισμό της Σχολής του Σικάγο) είναι ο ανεπίσημα καλούμενος νεοφιλελευθερισμός.
Για την ιστορία, να θυμίσουμε πως γεννήθηκε αυτό το concept: Η μήτρα του νεοφιλελευθερισμού είναι ακριβώς η μονεταριστική οικονομική θεωρία του Φρίντμαν, καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο. Ο Φρίντμαν και οι υπόλοιποι οικονομολόγοι πρότειναν ένα μοντέλο το οποίο θα απελευθέρωνε αποφασιστικά την αγορά, απαλλάσσοντας τη λειτουργία της από τα “δεσμά” του κεϋνσιανισμού, αλλά δίχως να αποτελεί τη συνταγή για την απόλυτη κοινωνική καταστροφή, που ήταν αυτούσιες και “ανόθευτες” οι πολιτικές που πρότεινε η αυστριακή σχολή (νεοκλασικισμός, διατυπώθηκε από τον Μίζες στην περίοδο του μεσοπολέμου), που οδηγούσαν κατευθείαν σε μια κοινωνία του 1%.
Μέσα σε πολύ λίγα χρόνια από τη διατύπωση των θεωριών, η άρχουσα τάξη είχε πλήρως υιοθετήσει το μοντέλο του Φρίντμαν, του είχε δώσει και το Νόμπελ Οικονομίας και ο μονεταρισμός, σε συνδυασμό με τις διδαχές της αυστριακής σχολής, είχε γίνει το επίσημο οικονομικό δόγμα των neocons, μιας “φατρίας” των Ρεπουμπλικάνων που στη συνέχεια, με τον Ρίγκαν, επικράτησε πλήρως στο κόμμα και στην αμερικανική πολιτική σκηνή γενικότερα. Κάπου, βεβαίως, έπρεπε να γίνει η πρακτική εφαρμογή τους. Κάπου... ελεγχόμενα. Μόνο μια δικτατορία μπορούσε να εφαρμόσει τέτοιες δρακόντειες αντιλαϊκές πολιτικές δίχως μαζική αντίδραση. Και έτυχε εκείνον τον καιρό η Χιλή να έχει πρόεδρο έναν καλοπροαίρετο μαρξιστή, ονόματι Ιζαμπέλ Αλιέντε, που ήθελε να εφαρμόσει φιλολαϊκές/σοσιαλιστικές πολιτικές σε μια χώρα που εθεωρείτο “φέουδο” (όπως και ολόκληρη η Λατινική Αμερική) των πολυεθνικών των ΗΠΑ. Οι πολυεθνικές αυτές, παρέα με τη CIA, οργάνωσαν ένα πραξικόπημα του χιλιανού στρατού, που ανέτρεψε τον Αλιέντε και αμέσως... έπιασαν δουλειά οι οικονομολόγοι της σχολής του Σικάγο, που έδωσαν έτοιμο το οικονομικό πρόγραμμα που θα εφάρμοζε η κυβέρνηση του δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ, με την υποστήριξη των ΗΠΑ.
Το “πείραμα” πέτυχε τους στόχους του. Ο λαός της Χιλής υπέφερε, αλλά οι μεσοανώτερες τάξεις πλούτισαν πέρα από κάθε όριο και η ανάπτυξη “χτυπούσε κόκκινα”. Ο νεοφιλελευθερισμός εφαρμόστηκε επιτυχημένα στην πράξη στο “θερμοκήπιο” της Χιλής, ήταν καιρός για την εφαρμογή του και σε μια δημοκρατική χώρα. ΗΠΑ και Βρετανία (όπου αντίστοιχα το δόγμα πήρε το όνομα Reaganomics και Thatchernomics, από τον πρόεδρο Ρίγκαν και την πρωθυπουργό Θάτσερ), μία χώρα που ήταν η πιο κοντινή στις νεοκλασικές οικονομικές θεωρίες (ΗΠΑ) και μία χώρα που... γέννησε τις κλασικές οικονομικές θεωρίες (Βρετανία) έγιναν το πεδίο ευρείας εφαρμογής αυτών των πολιτικών.
Η διαβόητη ΤΙΝΑ
Τα υπόλοιπα, καθώς λέμε, είναι ιστορία. Η επιτυχία των πολιτικών αυτών, ως προς τον πλουτισμό των ανώτερων τάξεων, ήταν τόσο μεγάλη, που επιβλήθηκαν παγκόσμια. Και μάλιστα με το σύνθημα (που έκτοτε έχει γίνει το “Πάτερ ημών” των νεοφιλελεύθερων) There Is No Alternative. TINA εν συντομία. Δεν υπάρχει εναλλακτική. Νεοφιλελευθερισμός ή θάνατος, δηλαδή. Για την ακρίβεια, νεοφιλελευθερισμός = ο θάνατος κάθε ίχνους πραγματικής δημοκρατίας που είχε απομείνει στις δυτικές κοινωνίες.
Βεβαίως ο νεοφιλελευθερισμός στην πρώτη εφαρμογή του έχει ένα θετικό: προκαλεί υψηλή οικονομική ανάπτυξη. Βεβαίως αυτή η ανάπτυξη, συν τω χρόνω και με τα κατάλληλα νομοθετήματα (που εξοντώνουν το κράτος πρόνοιας και γενικά την κρατική παρέμβαση στην αναδιανομή του εισοδήματος), καταλήγει σε ελάχιστες τσέπες. Η “μερίδα του λέοντος” στο πλουσιότερο 0,01% της κοινωνίας. Τα υπόλοιπα στο πλουσιότερο 10%. Στους λοιπούς... τίποτε. Τα... αποφάγια.
Αντί για κοινωνία του 1% που θέλει ο νεοκλασικισμός, κοινωνία του 10% λοιπόν. Βεβαίως καθώς υπήρξαν πολλές αντιστάσεις στην εφαρμογή του μοντέλου, η πορεία προς την “ιδανική νεοφιλελεύθερη οικονομία” είναι μετ’ εμποδίων. Διότι δεν πρέπει να υπάρχει ίχνος εργασιακών δικαιωμάτων και το κράτος πρέπει απλώς να παίζει τον ρόλο του τροχονόμου των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων και να αναλαμβάνει τομείς δραστηριότητας που δεν υπόσχονται κέρδη και άρα τους σνομπάρει το μεγάλο κεφάλαιο - για παράδειγμα, υγεία στο κατώτερο επίπεδο, παιδεία για τους φτωχούς, Αστυνομία για να προστατεύει τα κεκτημένα του κεφαλαίου και τη λειτουργία του ληστρικού συστήματος, στρατός για το “ω μη γένοιτο”, λιμενικό, τέτοια. Όλα τα υπόλοιπα... βορά στους επιχειρηματίες. Και Υγεία και Παιδεία, τα προσοδοφόρα κομμάτια, επίσης, βορά στο επιχειρείν. Δε φτάσαμε ακόμη στο σημείο των ΗΠΑ, όπου οτιδήποτε σοβαρότερο από κρυολόγημα οδηγεί σε χρεωκοπία ένα νοικοκυριό, ιδιαίτερα με τις αυθαιρεσίες των ασφαλιστικών που αρνούνται συστηματικά να καλύψουν έξοδα για “ακριβές” θεραπείες και επεμβάσεις. Αλλά... βρισκόμαστε σε αυτόν τον δρόμο. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου η κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει το πιο επιτυχημένο (νεοφιλελεύθερο) μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που έχει δει η Ευρώπη, από την εποχή της “ατζέντας 2010” στη Γερμανία του Σρέντερ.
Βεβαίως, συν τω χρόνω, χάνεται κάθε έννοια ισορροπίας. Το κεφάλαιο ζητά όλο και περισσότερα, το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου νομοθετεί όλο και πιο μεροληπτικά υπέρ του, οι εργαζόμενοι φτωχαίνουν κάθε μέρα και περισσότερο. Αυτό οδηγεί στην απώλεια της υπερπολύτιμης ισορροπίας, που είναι ζωτικής σημασίας για την ίδια την επιβίωση του συστήματος. Αλλά βεβαίως οι καπιταλιστές, παρότι το πολιτικό προσωπικό τους ομνύει στον ορθολογισμό, είναι και σε αυτήν την περίπτωση τραγικά ανορθολογιστές. Ή, αν θέλετε, η απληστία τους είναι πολύ μεγαλύτερη από τον ορθολογισμό τους και τη σωστή τους κρίση. Και κάπως έτσι οδηγούμαστε σε έναν κόσμο ακραίων οικονομικών διαφορών, όπου το 0,01% έχει τα πάντα, το 10% έχει το κατιτίς του και το 90% δε (θα) έχει απολύτως τίποτε.
Αυτό φυσικά αυξάνει καθημερινά τις εντάσεις και οδηγεί σε μετωπικές συγκρούσεις.
Η προτιμητέα “λύση” του συστήματος
Αλλά το σύστημα έχει τη λύση και γι’ αυτό. Προσωρινή βεβαίως, γιατί σύντομα ο κόσμος θα αρχίσει να καταλαβαίνει την παπάντζα που του πουλάνε, αλλά... η μακροπρόθεσμη στρατηγική ουδέποτε ήταν το δυνατό σημείο των ανθρώπων που έχουν τις τύχες μας στα χέρια τους. Σκέφτονται το πολύ μέχρι την επόμενη, άντε μεθεπόμενη κυβέρνηση.
Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει το πιο επιτυχημένο (νεοφιλελεύθερο) μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που έχει δει η Ευρώπη, από την εποχή της “ατζέντας 2010” στη Γερμανία του Σρέντερ
Η “λύση” αυτή, λοιπόν, είναι η άκρα δεξιά, την οποία προωθούν και χρηματοδοτούν οι πλουτοκράτες σε όλο τον κόσμο. Η λύση για το χάλι στο οποίο μας έχουν φέρει οι δεξιές οικονομικές πολιτικές είναι... ακόμη περισσότερη δεξιά! Ακροδεξιά μάλιστα! Και έχουν κατορθώσει να περάσουν αυτό το μήνυμα στις μάζες, οι οποίες ακολουθούν προβατοειδώς τα κελεύσματα των media των πλουτοκρατών.
Και αυτή η ακροδεξιά είναι πλήρως εναρμονισμένη οικονομικά με το νεοφιλελεύθερο δόγμα, απλώς... θέλει και έλεγχο στη μετανάστευση, ησυχία, τάξη και ασφάλεια, περισσότερη αστυνόμευση και διάφορα άλλα τέτοια που δε θέτουν σε κίνδυνο την τάξη των πραγμάτων, απλώς... ακούγονται ωραία στα αφτιά των φτωχοποιημένων μικροαστών και των κατά φαντασίαν “μεσοταξιτών”, που είναι η εκλογική τους πελατεία.
Και κάπως έτσι κυλά ο χρόνος στη δυστοπία του μετανεωτερικού μας καπιταλισμού. Και κάποιοι λένε ότι ήδη μετράμε τα χρόνια μέχρι την πλήρη καταστροφή των πάντων, στην οποία θα οδηγήσει (φυσικά) η απληστία των ολίγων και η μυωπία των ιδίων.