netaniaxou-mitsotakis
(Debbie Hill, UPI Pool via AP)

Η κρίση δημιουργεί και ευκαιρίες

Απόψεις
Η κρίση δημιουργεί και ευκαιρίες

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στρατηγική επαναξιολόγηση της ελληνικής διπλωματίας στον απόηχο της κρίσης στη Συρία

Η αιφνιδιαστική και ταχεία προέλαση της συριακής αντιπολίτευσης μέσα σε μόλις μία εβδομάδα επιβεβαίωσε δύο σκληρές αλήθειες: από τη μια τόνισε πως οι εγγύς και απομακρυσμένες συγκρούσεις αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία στις εξελίξεις της διεθνούς αρένας και από την άλλη αποκάλυψε τη ρευστότητα και απροσδιοριστία της κατάστασης. 

Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική διπλωματία καλείται να αντιμετωπίσει μια κρίση, η οποία ξεπερνά τα όρια της θετικής ατζέντας με την Τουρκία και εισέρχεται σε ένα νέο περιφερειοποιημένο πεδίο, όπου η γείτονα χώρα, αρπάζοντας τα σκοινιά, κατάφερε να χαλιναγωγήσει τις εξελίξεις προς το συμφέρον της. Η ατζέντα πλέον διογκώνεται, με τα θέματα να γίνονται πιο περίπλοκα και συνδεδεμένα σε μια τεντωμένη αλυσίδα, έτοιμη να σπάσει. Η ισορρόπηση των κινήσεων κρίνεται απαραίτητη, λαμβάνοντας υπόψη τη στρατηγική πυξίδα της χώρας μας, με τη γεωγραφία να διαμορφώνει, να καθορίζει και να ορίζει τους όρους επιβίωσης και ως εκ τούτου το κράτος έπεται αμφιταλαντευόμενο μεταξύ του γεωπολιτικού δίπολου των εξελίξεων και των δεσμεύσεων. 

Επαναπροσδιορισμός των προτεραιοτήτων 

Επ’ αυτού, το καθεστώς της εύθραυστης εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ, η ανάφλεξη του “νεκρού” μετώπου της Συρίας και η κατάρρευση του καθεστώτος του Άσαντ εγείρουν ερωτήματα ως προς τις δικές μας μελλοντικές κινήσεις, ειδικά όταν φαίνεται να γίνονται οπισθοδρομήσεις, επικαλούμενοι την ακύρωση της επίσκεψης του πρωθυπουργού στον Λίβανο λόγω αναφερόμενης “βλάβης” στο αεροπλάνο.

Η αποδυνάμωση των υποστηρικτών του Άσαντ, δηλαδή της Ρωσίας, του Ιράν και της Χεζμπολάχ, δημιούργησαν μεγάλα κενά εκμετάλλευσης από το τουρκικό καθεστώς, το οποίο εκδηλώθηκε σε ένα σχέδιο όχι βιαστικό, αλλά στενά σχεδιασμένο. Η Άγκυρα φαίνεται να έχει υιοθετήσει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική στη Συρία, δομημένη πάνω στα ασφυκτικά μεταναστευτικά κύματα που κλήθηκε να σηκώσει. Βέβαια... η εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού για την άσκηση πίεσης και συνέχισης της χρηματοδότησης της Τουρκίας από την Ε.Ε. παραπέμπει σε μια εξίσου σημαντική συζήτηση, η οποία δεν κρίνεται επί της παρούσης. 

Οι Κουρδοκρατούμενες Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ σε επιχειρησιακό επίπεδο, έχουν εγκαθιδρύσει μια εστία ισχύος στην περιοχή την οποία η Άγκυρα θεωρεί ως άμεση αναθεωρητική απειλή της δικής της εθνικής υπόστασης. Επομένως, η εργαλειοποίηση των αδυναμιών των κεντρικών περιφερειακών παικτών από το τουρκικό καθεστώς αποτέλεσε μια στρατηγική κίνηση της Άγκυρας να δημιουργήσει δεδομένα που υπηρετούν τα δικά της μακροπρόθεσμα γεωπολιτικά συμφέροντα. 

Τη στιγμή που οι Ευρωπαίοι ηγέτες καλωσορίζουν την πτώση του καθεστώτος του Άσαντ και τονίζουν την ανάγκη γρήγορης αποκατάστασης του νόμου και της τάξης, η θέση της χώρας μας είναι διττή. Από τη μία, η νίκη των ανταρτών, η πτώση της κυβέρνησης της Δαμασκού και η φυγή του Άσαντ καθιστούν επιτακτική την άμεση ενεργοποίηση της ελληνικής διπλωματίας και της χρήσης της ελληνορθόδοξης παρουσίας στην περιοχή προς την άσκηση της γνωστής ως “Θρησκευτικής και Πολιτισμικής Διπλωματίας”. Η διασφάλιση της ασφάλειας και των δικαιωμάτων των ομοεθνών, εκτός από προαπαιτούμενη είναι και επιτακτική, δεδομένης της απροσδιοριστίας του καθεστώτος που θα πάρει την κυβερνητική σκυτάλη της χώρας. Επιπλέον, η ανάγκη εξισορρόπησης της θέσης μας έναντι της Τουρκίας είναι κρίσιμη. 

Συγκεκριμένα, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προχώρησε στην πιο ισχυρή, μέχρι στιγμής, δήλωση, λέγοντας ότι «υπάρχει τώρα μια νέα πραγματικότητα στη Συρία, πολιτικά και διπλωματικά. Και η Συρία ανήκει στους Σύριους με όλα τα εθνοτικά, θρησκευτικά και θρησκευτικά της στοιχεία», υπονοώντας με αυτόν τον τρόπο τη σαφή ευθυγράμμιση της τουρκικής στρατηγικής με τις τρέχουσες εξελίξεις στη Συρία. Βέβαια, πρέπει να τονιστεί ότι η φύση της σχέσης του τουρκικού καθεστώτος με τη Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σαμ (HTS) παραμένει ασαφής. 

Παράλληλα, ενεργό παραμένει το ενδεχόμενο οι εξελίξεις να οδηγήσουν σε περιφερειακή σύγκρουση μεγάλων διαστάσεων, επηρεάζοντας πλέον δυναμικά τα “ήσυχα”, για την ώρα, νερά της Ανατολικής Μεσογείου. Οι γρήγορες εξελίξεις είναι αβέβαιο πως θα λειτουργήσουν μετασχηματικά, σε επίπεδο ηγεσίας. Παρά τη διευκόλυνση της γρήγορης προέλασης των ανταρτών από την Άγκυρα, προς την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ, η κλίμακα και η ταχύτητα της κατάρρευσης μπορεί να υπερβαίνουν τις προσδοκίες της Τουρκίας, εισάγοντας κινδύνους υπέρβασης και αστάθειας.

Σε αυτό το πλαίσιο, το ισλαμιστικό παρελθόν του μεταβατικού ηγέτη και των “απελευθερωτών” πρέπει να μας κρατάνε σε εγρήγορση, ενώ το καλωσόρισμα του νέου καθεστώτος από την ελληνική κυβέρνηση φαίνεται, μάλλον, βιαστικό. 

Ταυτόχρονα, όταν μιλάμε για Συρία δεν μπορούμε να μη λαμβάνουμε υπόψη το βάρος των προσφυγικών κυμάτων που κλήθηκε να καλύψει η χώρα από το 2011 κι έπειτα. Η απροσδιοριστία του ιδεολογικού καθεστώτος μπορεί να μεταφραστεί σε πολλά σενάρια, με ένα εκ των οποίων να είναι η δημιουργία νέων προσφυγικών εισροών προς τη χώρα. Εξάλλου, η αξιολογική χαρτογράφηση της περιφερειακής ιστορίας της περιοχής, αναφερόμενοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, εμφανίζει έντονα αυτήν την επικινδυνότητα. 

Από την άλλη, όσο η Αθήνα επιχειρούσε την προώθηση της θετικής ατζέντας με την Τουρκία, η Άγκυρα ετοίμαζε το “μακρύ παιχνίδι” της χρηματοδότησης των ισλαμιστικών ομάδων της Συρίας ως μέτρο αποτροπής και παρεμπόδισης των δρώντων από τη δημιουργία ενός αυτόνομου κουρδικού κράτους, αλλά και μέρους του ευρύτερου σχεδίου περικύκλωσης της Ανατολικής Μεσογείου και αμφότερα των πλουτοπαραγωγικών πηγών που τη συνοδεύουν. 

Νέες ευκαιρίες για την ελληνική διπλωματία 

Εδώ κρίνεται η αναγκαιότητα για τη χώρα να ακολουθήσει μια τακτική «έξυπνης αποτροπής», δηλαδή αποτροπής μεν, αλλά τοποθέτησης του διπλωματικού μας χειρισμού σε θέση που θα επιτρέπει την αναδίπλωση, εφόσον οι συνθήκες το επιβάλλουν, ορίζοντας τα σύνορα της ζώνης ειρήνης και ασφάλειας, χωρίς να υποκύπτουμε σε τεχνάσματα που μας συμπαρασύρουν προς την υιοθέτηση μιας παθητικής στάσης για την υπηρέτηση μιας ατζέντας που εξυπηρετεί τα άμεσα συμφέροντα του γείτονα και όχι τα δικά μας. 

Κανείς δεν επιζητεί τον πόλεμο, αλλά όλοι απαιτούν την ενεργητικότητα της ελληνικής διπλωματίας σε θέματα που επηρεάζουν μακροπρόθεσμα τα ελληνικά συμφέροντα. Ο διάλογος πράγματι είναι επιτακτικός και η διατήρηση διόδων επικοινωνίας με τη γείτονα χώρα απαραίτητοι για τη διασφάλιση της ηρεμίας στο Αιγαίο. 

Παράλληλα, η κρίση στη Μέση Ανατολή αποκαλύπτει τη νέα δυναμικότητα που προσφέρεται από αυτή, αλλά και από την ανάμειξη της Τουρκίας στην εκτύλιξη των γεγονότων. Η ελληνική πλευρά έχει τη δυνατότητα επανακαθορισμού της υπόστασής της στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Κύπρο, ακολουθώντας μια διπλωματική πορεία “αποκομμένη” από τον τουρκικό παράγοντα. Προς αυτό το μονοπάτι φαίνεται, σε αρχικό στάδιο, να ακολουθεί η επίσκεψη της υφυπουργού και πρέσβειρας, Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, στο Ισραήλ και τα Παλαιστινιακά Εδάφη, στις 8-10 Δεκεμβρίου. 

Παρ’ όλα αυτά, οι ενδοιασμοί παραμένουν, ιδιαίτερα όταν η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να αποφεύγει να λάβει ευθεία θέση για τις ορθόδοξες κοινότητες της Συρίας που ανήκουν ελληνο-λεβαντίνικη κοινότητα μεγέθους 6,5 χιλιάδων κατοίκων, με τη μόνη ουσιαστική δήλωση να αποτελεί η ανακοίνωση ότι ο Έλληνας πρέσβης παραμένει στη Συρία, παρόλο που αρχικά είχε προγραμματιστεί ο πρέσβης και οι δύο υπάλληλοι της Πρεσβείας να αποχωρήσουν από τη χώρα. 

Εκτός αυτού, οι εκκλήσεις για βοήθεια, κατά την έναρξη του πολέμου, απαντήθηκαν από την ολλανδική και όχι την ελληνική πλευρά, με μέλη της κοινότητας να ευχαριστούν με ανάρτησή τους στο “Χ” τον Ολλανδό βουλευτή, διερωτώμενοι: «Στο μεταξύ, γιατί η ελληνική κυβέρνηση παραμένει σιωπηλή;». 

Ένα είναι το δεδομένο, τα μάτια παραμένουν καρφωμένα στις κινήσεις της κυβέρνησης και του τρόπου χειρισμού των νέων προκλήσεων που εμφανίζει η κατάσταση, περιστρεφόμενη γύρω από ένα θεμελιώδες ερώτημα: «Υπάρχει πολιτική βούληση και αποφασιστικά αντανακλαστικά στις νέες κρίσιμες γεωπολιτικές αναδύσεις από την κυβέρνηση ή θα παραμείνουμε παθητικοί των εξελίξεων, ακολουθώντας ξένες ατζέντες;». 
 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News