ΣΙΛΟΥΕΤΑ ΑΝΔΡΑΣ

Ο αγώνας ανοιχτής αντοχής του ανθρώπου

Απόψεις
Ο αγώνας ανοιχτής αντοχής του ανθρώπου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Θα ήθελα να γράψω ένα διήγημα που να λέγεται “ΗΘΕΛΑ”. Θα ήταν η ιστορία μου. Όταν ήμουν νέος, ήθελα να γίνω συγγραφέας και δεν έγινα. Ήθελα να παντρευτώ και δεν παντρεύτηκα. Ήθελα να πάω στην πόλη και δεν πήγα...», μας λέει ο Τσέχωφ στον “Γλάρο” (1896). 

Αυτό το «ήθελα» αποτελεί σήμερα μια έκταση χωρίς αναφορά. Γίνεται ένα κάνω ώστε να «θέλω», γίνεται μια προσταγή που θέλει να ξυπνήσει μια επιθυμία η οποία είναι σε απόσυρση. Έτσι το θέλω γίνεται τρόμος ή απομίμηση. Ο Πεσσόα λέει κάπου «θα ήθελα να θέλω». Το θέλω λοιπόν έχει εξαργυρώσει την τύχη του στην παθητικότητά του. Γίνεται θύμα της λιποταξίας του. Στεφανώθηκε με τα βάγια μιας προστακτικής αρετής. 
Αυτή είναι η νέα μας συνθήκη, ο καταρράχτης της παθητικότητάς μας, το αλφαβητάρι του ιλίγγου μας. Γίναμε μια πρόχειρη έκφραση της χειραγωγημένης συμπεριφοράς, μια έλξη προς τη μελαγχολία που βεβαιώνεται από την υβριστική στάση μας μέσα στην παθητικότητα. Τελικά μήπως η ταλαιπωρημένη μικροσύστασή μας μάς υποχρεώνει να περάσουμε από την τρύπα της βελόνας όλους τους καημούς μας και τους φόβους μας, όλες τις περιορισμένες χαρές μας και τα καμένα όνειρά μας, καθώς και το αδάμαστο πάθος που συρρικνώνεται σε μια ευθεία γραμμή του καρδιακού θανάτου, εγκαταλείποντας τους κυματισμούς της τόλμης; 
Ο Λακάν, περισσότερο ποιητής της ανθρώπινης ψυχής, μας έδωσε μεταξύ των πολλών του γνώσεων και την κατάπληξη του τυφωνικού μας πεπρωμένου. Ο άνθρωπος μέσα στα πολλά της αποτίμησής του περνά πάντα από την τελετουργική των σταδίων και των αρχών που υφαίνουν με τον αργαλειό τους την πραγματικότητα της υπαρξιακής του διόδευσης. Τρία είναι τα στάδια της υπογραμμισμένης υπαρξιακο-ανθρωπογεωμετρίας του: 
- Η αρχή της εγκατάλειψης: Ο άνθρωπος οικοδομείται μέσα απ’ εκείνο που εγκαταλείπει, χάνει γονείς, φίλους, αλλάζει διαρκώς περιβάλλον και σχέσεις, οι παλιές εικόνες σβήνουν μέσα του για να έρθουν οι καινούργιες. Η ανθρώπινη ύπαρξη αγωνίζεται να σταθεί όρθια σ’ ένα χώρο όπου όλο και πληθαίνουν οι απουσίες. Και αυτό είναι κάτι που την περιπλέκει, την ψευτίζει και τη διαλύει. Έτσι η ανθρώπινη ύπαρξη αναγκάζεται να παίζει τις περισσότερες φορές με σαδομαζοχιστική ανταπόκριση, χωρίς ποτέ να ομολογήσει την πλήξη της, χωρίς να μαθαίνει να πενθεί τις στιγμές που φεύγουν και να μαζεύει ό,τι της έχουν αφήσει εκείνες, δηλαδή τους μικρούς θανάτους της ψυχοσωματικής περιπέτειας, που ενδεχομένως να αποτελούν και το λίπασμα μιας ελάχιστης αισιοδοξίας ενός ανοίγματος. 
- Η λεκτικοποίηση: Τα πράγματα, τα συναισθήματα, οι κρυφές σκέψεις, όλα γίνονται λέξεις, ονομασίες. Το “εγώ” σκεπάζεται από λέξεις, ασφυκτιά και καθορίζεται από αυτές, αλλά το μεγάλο μπέρδεμα έρχεται με την ονοματολογία της γλώσσας και αυτό γιατί εκείνη στήνει παγίδες, μας εγκλωβίζει σε αυτόνομες νοητικές λειτουργίες και προσδιορίζει τις παραγόμενες σημασίες, τα συνακόλουθα αισθήματα, καθώς και τους βιωματικούς τρόπους. 
- Οι φυγόκεντρες δυνάμεις: Είναι οι δυνάμεις που λειτουργούν στην προσωπικότητα του ανθρώπου. Το περιβάλλον, η γλώσσα, οι εγκαταλείψεις, κοντολογίς θα λέγαμε η ίδια η εσωτερική αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης, η οποία οδηγεί την προσωπικότητα σε μια φυγόκεντρη δίνη. Ο υποκειμενισμός πλήττεται, ατονεί, χάνεται, δίνει τη θέση του σ’ ένα περιφερειακό αντικειμενισμό συγκαλυπτικό ή διαλυτικό της προσωπικότητας, που κάνει αγώνα ανοιχτής αντοχής προς τις κατεργασίες και τα παρενεργήματα.
Εξάλλου, η ανθρώπινη προσωπικότητα ενυπνιάζεται με τις ψυχοκοινωνιολογίες του “πρέπει”, που φτάνουν να βάζουν τις ποσότητες του μερόνυχτου και τις προσταγές των σκοπών, καθώς και τις αριθμημένες σημασίες. 
Γράφει ο Ζαν Μποντριγιάρ: 
- Έχεις μια ψυχή και πρέπει να τη σώσεις. 
- Έχεις ένα φύλο και πρέπει να βρεις τον σωστό τρόπο να το χρησιμοποιήσεις. 
- Έχεις ένα ασυνείδητο και πρέπει να το ικανοποιήσεις. 
- Έχεις ένα κορμί και πρέπει να το ικανοποιήσεις. 
- Έχεις μια λίμπιντο και πρέπει να την ξοδέψεις. 
Μιλάς μετά για τι έχεις ξοδέψει, γιατί έχεις καταναλώσει ή για τι θα πρέπει να ικανοποιήσεις. Ποσότητες και αριθμοί στηρίζουν το γεφύρι της ζωής. Όλα εκείνα που μας αποστερούν την ελευθερία μας, να γιατί και εκείνη μας περιφρονεί. Μάθαμε να αφομοιώνουμε τον οίστρο μας στο “Ευαγγέλιο” της κατοχής, το άγχος μας να μπολιάζει τις υψηλές πνευματικές θερμοκρασίες και η σκέψη να γίνεται ένας ψίθυρος που τον ακούς να ψελλίζει άναρθρα στη γωνιά του δρόμου. 
Ο Κόσμος είναι μια μυθική διήγηση, θα μας πει ο Λυοτάρ. Η διήγηση ποτέ δε σταματά, αλλά είναι η διήγηση μιας άλλης διήγησης. Ο αφηγηματικός λόγος δεν αναφέρεται ποτέ στο ακατέργαστο στοιχείο, στο βουβό γεγονός, αλλά σε προηγούμενες αφηγήσεις, σ’ ένα ολόκληρο ψίθυρο λόγων που προηγείται και προκαλεί, συντροφεύει και επακολουθεί την εναλλαγή των πολέμων και των γιορτών, των εργασιών και των ημερών. Κι εμείς είμαστε μέσα σ’ εκείνο το πολυεδρικό πεδίο της διήγησης, παίζουμε ως κομπάρσοι σ’ ένα έργο που δε σταματά, αλλά αναδιπλώνει διαρκώς τις πτυχές του. 

* Ο Απόστολος Αποστόλου είναι καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας.
 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News