Σοκ για την ίδια η απόφαση του Δικαστηρίου, όπως λέει στον 98.4 που δίνει την επιμέλεια του ενός παιδιού της, αγοριού 9 ετών, στον πατέρα με το αιτιολογικό ότι μπορεί να είναι κατάλληλος και πρότυπο για το γιό του λόγω φύλου.
Η γυναίκα, μητέρα δύο παιδιών, ζει κι εργάζεται σήμερα στην Κύπρο, στην προσπάθεια της να διαφυλάξει την υγεία και ηρεμία της οικογένειας της.
Η επιστολή της προς τις Γυναίκες Βουλευτές συγκλονίζει. Την αποκάλυψε με ανάρτησή της η Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δώρα Αυγέρη.
Αναφέρει συγκεκριμένα η γιατρός Μ.Μ:
«Ο πρώην σύντροφός μου, που με κακοποιούσε σωματικά και ψυχικά, αποτελεί το απαραίτητο ανδρικό πρότυπο για τον γιο μας σύμφωνα με απόφαση δικαστηρίου».
«Ονομάζομαι Μ.Μ. Είμαι Ιατρός Αναισθησιολόγος. Είμαι μητέρα τριών παιδιών της Μαρίας-Ελένης 20 χρονών, της Αναστασίας 14 χρονών και του Κωνσταντίνου 9 χρονών. Αποφάσισα να στείλω αυτή την επιστολή που ελπίζω να διαβάσετε, έχοντας πλήρη επίγνωση του κινδύνου να καταλήξει για άλλη μία φορά η φωνή μου σε ένα συρτάρι. Δεν έχω όμως άλλη λύση, αφού αυτή η φωνή είναι το μόνο που μου έχει απομείνει. Απευθύνω λοιπόν έκκληση σε εσάς.
Το 2006 συνδέθηκα με συνάδελφό μου στο νοσοκομείο Βέροιας, …….. και αποκτήσαμε δύο παιδιά την Αναστασία και τον Κωνσταντίνο. Εγκλωβίστηκα χωρίς να το καταλάβω σε μία άκρως κακοποιητική σχέση. Σε τέτοιο σημείο που ακόμα κι αυτή τη στιγμή που σας γράφω να δυσκολεύομαι να κατανοήσω και πολύ περισσότερο να συγχωρήσω τον εαυτό μου, πως εγώ μία γυναίκα, μάχιμη γιατρός, επέτρεψα να ζήσω όλες αυτές τις καταστάσεις.
Ξυλοδαρμοί, λεκτική και ψυχολογική βία, απειλές και εκβιασμοί ακόμα και για δημοσιοποίηση στο διαδίκτυο προσωπικών στιγμών. Μία καθημερινότητα δυσβάσταχτη. Και γύρω; Σιωπή. Παντού κλειστές πόρτες. Κλειστά στόματα. Αστυνομικοί που παροτρύνουν «να επιστρέψουμε σπίτι και να ηρεμήσουμε», γείτονες που ακούν, λυπούνται αλλά δε μιλούν. Πως θα μπορούσε άλλωστε όλα αυτά να έχουν δράστη έναν «ευυπόληπτο πολίτη», που είχε με μαεστρία πείσει όλους στην μικρή κοινωνία ….. για τη δύναμη του, διασπείροντας τον τρόμο. Ταυτόχρονα να υφίσταμαι καθημερινά ένα διασυρμό της προσωπικότητας μου, σε μία προσπάθεια από τη μεριά του να με αποξενώσει από την οποιαδήποτε κοινωνική συναναστροφή.
Προσπαθώντας να προστατέψω εμένα και τα παιδιά μου, ζητούσα βοήθεια από παντού. Δίπλα μου στάθηκε το Κέντρο Κακοποιημένων Γυναικών του Δήμου Βέροιας. Έτσι κατάφερα να φύγω το 2017 από το σπίτι.
Ωστόσο η κακοποίηση μεταφέρθηκε από το σπίτι στο κοινό εργασιακό μας περιβάλλον. Καθημερινή συκοφαντική δυσφήμησή μου σε συναδέλφους και συνεργάτες, θίγοντας την υπόληψή μου ως γυναίκα και ως γιατρό, άπειρες τηλεφωνικές κλήσεις κυρίως σε μέρες εφημερίας, αμέτρητα απειλητικά και υβριστικά μηνύματα, παρακολουθήσεις. Ακόμα και απειλές με κακή αξιολόγηση του έργου μου, εκμεταλλευόμενος τη θέση του δ/ντη χειρουργικού τομέα που κατείχε. Κι όλα αυτά ενώ εγώ προσπαθούσα να διευθύνω ένα τόσο νευραλγικό τμήμα, το Αναισθησιολογικό, και να εργάζομαι απρόσκοπτα και ασταμάτητα σχεδόν μόνη μου, μέσα στις δύσκολες συνθήκες που ζήσαμε και δυστυχώς ζούμε ακόμη λόγω του covid 19. Αποκορύφωμα η χειροδικία εναντίον μου εντός της χειρουργικής αίθουσας, μπροστά σε συνεργάτες και ασθενή. Και πάλι σιωπή. Και πάλι μία αναφορά που εντέχνως τοποθετήθηκε στο συρτάρι, από τους αρμόδιους.
Για ακόμη μία φορά απροστάτευτη.
Έχοντας πάλι εγκλωβιστεί και βλέποντας ότι τα παιδιά μου είχαν αρχίσει να επηρεάζονται αρνητικά από όλη αυτή την κατάσταση, ως μοναδική λύση προστασίας της δικής μου και των παιδιών μου, επέλεξα να φύγω την χώρα. Έφυγα από την πατρίδα μου και από ένα νοσοκομείο που πραγματικά αγαπούσα, με πολύ πόνο. Έδωσα την ψυχή μου για το Ε.Σ.Υ., για τους ασθενείς, δεν είχα όμως άλλη επιλογή, φοβόμουν πλέον για την ζωή μου. Μάζεψα τα κομμάτια μου και με την δύναμη που έπαιρνα από τα παιδιά μου, αναζήτησα την ελευθερία μου στην εργασία, στην προσωπική και κοινωνική μου ζωή, στην αναπνοή μου, δικαιώματα που θα έπρεπε να είναι δεδομένα.
Πάντοτε με εκβίαζε ότι «αν φύγεις εγώ έχω τα χρήματα και τις διασυνδέσεις και θα σου πάρω τα παιδιά».
Ερχόμενη στην Κύπρο υλοποίησε άμεσα των εκβιασμό του. Ενώ είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στην Ελληνική δικαιοσύνη και έχοντας όλα τα απαραίτητα στοιχεία και έγγραφα, συν την στήριξη των δύο προηγουμένων συζύγων του που κακοποιήθηκαν με τον ίδιο τρόπο, βρέθηκα αντιμέτωπη με μια δικαστική απόφαση, πρωτόγνωρη και σεξιστική, η οποία του παραχωρεί την επιμέλεια μόνο του γιού μας 9 ετών, «λόγω φύλου», χωρίζοντας τα δύο αδέρφια και αγνοώντας πλήρως τη θέληση του ίδιου του παιδιού να μείνει μαζί μας, διότι τον φοβάται και αρνείται να εγκαταλείψει το ασφαλές περιβάλλον που του παρέχουμε.
Για άλλη μια φορά ανυπεράσπιστη μπροστά σε μια δικαιοσύνη που έκλεισε τα μάτια στην κατάφορη κακοποίηση, στις μαρτυρίες και των τριών γυναικών (πρώην συζύγους του), με όπλο τη διαστρέβλωση και κακή χρήση μιας νομοθεσίας, που δυστυχώς αφήνει τα περιθώρια.
Πώς μπορεί ένας κακοποιητικός άντρας να υπάρξει καλός πατέρας και ιδανικό «αντρικό πρότυπο»;
Ποια παράλογη λογική τα διαχωρίζει;
Ποια δικαιοσύνη τα παραβλέπει και μεροληπτεί απροκάλυπτα;
Πουθενά λοιπόν η δικαίωση, ούτε η στοιχειώδης προστασία. Τρομοκρατία και φόβος παντού, να έχει γίνει ένα με το δέρμα μας.
Κάθε φορά που διαβάζω για μια παρόμοια περίπτωση γυναίκας που κακοποιήθηκε βλέπω τον εαυτό μου. Ξαναζώ τα γεγονότα ένα προς ένα και ευχαριστώ το Θεό που ακόμα είμαι ζωντανή.
Αυτό είναι λοιπόν; Αυτοί είμαστε; Μια κοινωνία που απλώς σιωπά; Ένα κράτος που αφήνει ανυπεράσπιστες τις γυναίκες να κακοποιούνται καθημερινά; Τις γυναίκες να υποχρεώνονται να παραδώσουν την ελευθερία τους στα χέρια ενός ανύπαρκτου κράτους; Τις γυναίκες που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους, τους φίλους τους, την πόλη τους για να επιβιώσουν; Γυναίκες που το μόνο που δικαιούνται είναι δημοσιότητα μετά θάνατον;
Και αναρωτιέμαι σε ποια λογική στηρίζεται μία δικαστική απόφαση, που παραδίδει ένα 9χρονο αγόρι, στα χέρια ενός καθ΄έξιν κακοποιητικού συντρόφου, «προκειμένου να έχει αντρικό πρότυπο». Δυστυχώς το μόνο αποτέλεσμα θα είναι η ανακύκλωση παρόμοιων συμπεριφορών.
Το μόνο που ζητώ είναι δικαίωση. Είμαι σίγουρη πως στη φωνή μου κρύβονται πολλές φωνές απελπισμένων γυναικών…».