default-image

ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ

ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Tις τελευταίες δύο εβδομάδες, έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον η Συνθήκη της Λωζάνης. Μετά τη συνάντηση του Ερντογάν με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό, αλλά το αίτημα του Τούρκου προέδρου περί «επικαιροποίησης» της Συνθήκης, είναι αναγκαίο να προβούμε σε μια ιστορική αποτίμηση της συγκεκριμένης συνθήκης στον ιστορικό χρόνο.

Τέλη 19ου - αρχές 20ου αιώνα

Ο 19ος και  20ος αιώνας είναι αιώνες σφυρηλάτησης των εθνικών κρατών. Ο σύγχρονος κόσμος διαφέρει σημαντικά από τους δύο πρώτες αιώνες. Μέχρι και τη Γαλλική Επανάσταση, η ανθρωπότητα χωρίζονταν σε πριγκιπάτα ή βασίλεια, αλλά και σε αυτοκρατορίες. Πολύ παλαιότερα, στην περίοδο πριν την γέννηση του Ιησού Χριστού, εδώ στην Ελλάδα είχαμε τις πόλεις-κράτη. Η Γαλλική Επανάσταση, που ζυμώθηκε με τις ιδέες της Αμερικανικής Επανάστασης, υπήρξε σημείο αφετηρίας για τα έθνη-κράτη.

Βέβαια η Γαλλική Επανάσταση, όπως και το έθνος -κράτος, ήταν παιδιά του Διαφωτισμού. Ο Διαφωτισμός δημιούργησε ρήξη με το παρελθόν και οι εκπρόσωποι του θεώρησαν πως ο χαρακτηρισμός ενός μονάρχη ή βασιλέα ως ελέω Θεού, δηλαδή σταλμένο από το Θεό, είναι επικίνδυνος. Πλέον, οι άνθρωποι πρέπει να προσδιορίζονται ως ελεύθεροι πολίτες που συνδιαμορφώνουν τις αποφάσεις μεταξύ τους, εκλέγουν τους άρχοντες και υπακούουν στο Σύνταγμα, που είναι ο ανώτερος νόμος του Κράτους.

Η Γαλλική Επανάσταση κινητοποίησε τους λαούς ώστε να μην υπακούουν τους μονάρχες αλλά τη βούλησή τους. Όταν οι πολίτες θεώρησαν τον εαυτό τους ελεύθερο, υπήρξε ανάγκη επαναπροσδιορισμού των κριτηρίων που μετατρέπει ένα λαό σε έθνος. Έτσι, και συνέβη σε πολλά κράτη.

Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων δεν ήταν ένας αγώνας μόνο για την ελευθερία. Η ελευθερία ήταν το επακόλουθο. Η συνέπεια μιας διαρκούς διαδικασίας εθνικής ολοκλήρωσης, εάν προτιμάτε. Ήταν ένας αγώνας ώστε όλοι εμείς οι Έλληνες, που έχουμε κοινό ιστορικό παρελθόν, κοινή θρησκεία, κοινά ήθη και έθιμα και κοινή γλώσσα να αποχωριστούμε από τους Τούρκους κατακτητές που δε μας ενώνει κανένας εθνικός παράγοντας. Γι' αυτό το λόγο, το 1821 αποτελεί ορόσημο, καθώς γεννάται το Ελληνικό κράτος στη βάση των στοιχείων που προανέφερα. Το 1830, το Ελληνικό κράτος αναγνωρίζεται και διεθνώς με τη Συμφωνία του Λονδίνου. Παρόμοια διαδικασία ακολούθησαν και άλλα κράτη. Πρώτα οικοδομήθηκαν ως έθνος. Έσπασαν δηλαδή τις αλυσίδες με τους κατακτητές τους και ύστερα συγκροτήθηκε το Κράτος τους. Έτσι δημιουργείται το έθνος-κράτος, που αποτέλεσε την ιστορική καινοτομία που μας άφησε το 19ο αιώνα.

Το 19ο αιώνα, Τουρκία δεν υπήρχε. Υπήρχε Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία κάλυπτε όλη την επικράτεια σχεδόν των Βαλκανίων. Ήταν μια τεράστια αυτοκρατορία. Χαώδης, θα τη χαρακτήριζα. Από τα τέλη του 18ου αιώνα και όλο το 19ο αιώνα, η αυτοκρατορία παραπαίει. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποχωρίζεται από την εδαφική της επικράτεια κράτη όπως: Σερβία, Ρουμανία και Βουλγαρία, τα οποία ανακηρύσσουν επισήμως την ανεξαρτησία τους. Το 1897 χάνει και την Κρήτη. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία κυριολεκτικά διαμελίζεται εδαφικά το 19ο αιώνα. Παράλληλα, βρίσκεται στα πρόθυρα της οικονομικής κατάρρευσης.

Οι σουλτάνοι του 19ου αιώνα εμφανίζονται απαθείς στα αιτήματα των καιρών, ενώ σταδιακά διαμορφώνεται ένα σύνολο ανθρώπων που αντι- τάσσονται στον πολύ-εθνικό, πολύ-θρησκευτικό και πολύ-πολιτισμικό χαρακτήρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Το αίτημά τους είναι ένα και είναι πολύ σαφές: Η δημιουργία ενός Κράτους που ο πολίτες του θα είναι τούρκοι πολίτες, που θα σέβονται το Κοράνι. Ήταν άνθρωποι επηρεασμένοι από τα αιτήματα των καιρών. Οι άνθρωποι αυτοί , στις αρχές του 20ου αιώνα, συσπειρώθηκαν κάτω από το κίνημα των Νεότουρκων, οι οποίοι πήραν την εξουσία το 1908 με τη συνδρομή του στρατού. Επικεφαλής τους ήταν ο Κεμάλ Ατατουρκ. Οι Νεότουρκοι οραματίζονταν ένα κράτος των Τούρκων που οι άλλοι λαοί θα είναι υποτελείς σε αυτούς. Μάλιστα, επιθυμούσαν ως πρωτεύουσα του Κράτους να είναι η Θεσσαλονίκη, που βρισκόταν υπό τούρκικη κυριαρχία στις αρχές του 20ου αιώνα και στο εσωτερικό της κανείς εντόπιζε Ισραηλίτες, Αρμένιους, Έλληνες, Τούρκους.

Οι Βαλκανικοί πόλεμοι έληξαν με θετικό πρόσημο για την Ελλάδα. Η χώρα μας αποκτάει πολλές τουρκοκρατούμενες περιοχές. Η νίκη των Ελλήνων και η προσάρτηση της Θεσσαλονίκης είχαν ως αποτέλεσμα την αλλαγή των σχεδίων των Νεότουρκων, οι οποίοι πλέον δηλώνουν ως πρωτεύουσα τους την Άγκυρα.

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο Ά Παγκόσμιος Πόλεμος, που η Ελλάδα βγήκε νικήτρια, είχαν ως αποτέλεσμα να αλλάξει η εικόνα της Ελλάδας άρδην. Παράλληλα, η Συνθήκη των Σεβρών είχε εδαφικά οφέλη για τη χώρα μας, αφού πλέον βρίσκονται υπό ελληνική κατοχή τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος και η Ανατολική Θράκη. Η περιοχή της Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου αλλά θα διοικούνταν από Έλληνα Αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων, και θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια με δημοψήφισμα. Ήταν μία συνθήκη- θρίαμβος για την Ελλάδα, αλλά ταπεινωτική για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αφού αναγκάστηκε να παραχωρήσει περιοχές σε Ελλάδα, αλλά και στις Μεγάλες Δυνάμεις, όπως η παραχώρηση της Παλαιστίνης στην Βρετανία.

Οι Νεότουρκοι, έχοντας αντιληφθεί την παταγώδη ήττα τους, ξεκινούν το συστηματικό εκτουρκισμό των κατοίκων της Μ. Ασίας. Εάν διαβάσει κανείς τις διηγήσεις των κατοίκων της Σμύρνης πριν το Ολοκαύτωμα του 1922, θα δει πως ο εκτουρκισμός λάμβανε ποικίλες αποχρώσεις. Στα σχολεία, ανάγκαζαν τους μαθητές να διαβάζουν τούρκικα και όχι ελληνικά αναγνώσματα, ενώ τους άνδρες τους έστελναν στα τάγματα εργασίας δουλεύοντας κάτω από αντίξοες συνθήκες. Η συνέχεια είναι γνωστή.

Στην Ελλάδα, επικρατεί συνασπισμός αντι-βενιζελικών δυνάμεων και δυνάμεων του βασιλέα και χάνει ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Και χωρίς περαιτέρω ιστορικές λεπτομέρειες, τέλη Αυγούστου- αρχές Σεπτεμβρίου 1922, ο ελληνικός στρατός διώκεται, χάνει και η Σμύρνη καίγεται. Ο Κεμάλ Ατατούρκ νίκησε.

Εδώ είναι σημαντικό να εστιάσουμε. Η Τουρκία, μεταγενέστερη εξέλιξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,  δεν είχε τα ίδια εδάφη. Οι νεότουρκοι, σε επίπεδο εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, στηρίχθηκαν στο δόγμα του εθνικισμού. Οικοδόμησαν τη ρητορική τους πως Τούρκος υπήκοος δε νοείται αν δεν ομιλεί την τούρκικη γλώσσα και δε πιστεύει στο Κοράνι. Η νίκη των Τούρκων έναντι των Ελλήνων στο μικρασιατικό μέτωπο ήταν και ο δικός τους εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας. Ότι ήταν για μας το έτος 1821. Οι Νεότουρκοι μπορούν να περηφανεύονται πλέον πως χάραξαν ένα νέο δρόμο για την πατρίδα τους και πλέον μπορούν να επαναδιαπραγματευτούν με καλύτερους όρους μια νέα συνθήκη. Πριν τη νίκη των Τούρκων στο μικρασιάτικο μέτωπο, ο Κεμάλ Ατατούρκ έδωσε το σύνθημα για την εκκαθάριση και άλλων φυλών. Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου αλλά και η γενοκτονία των Αρμενίων αποτυπώνουν με το πιο γλαφυρό τρόπο την τούρκικη βιαιότητα. Ο Κεμάλ Αταούρκ, το 1923, είναι έτοιμος να υπογράψει τη Συνθήκη της Λωζάννης, στην ομώνυμη πόλη της Ελβετίας.

 Συνθήκη της Λωζάνης

Η Συνθήκη της Λωζάνης υπογράφηκε το 1923. Ήταν μία καταστατική συνθήκη, αφού για πρώτη φορά ορίζεται η Τουρκία ως Κράτος. Πρέπει να γίνει εδώ γνωστό πως τον Οκτώβριο του 1922, δηλαδή ένα διάστημα ενός μήνα αργότερα μετά το βίαιο διωγμό των Ελλήνων στρατιωτών από του Τούρκους στρατιώτες, είχαν ξεκινήσει οι διαδικασίες  για τη σύναψη ειρήνης των δύο κρατών, η οποία επήλθε από τη Συνθήκη της Λωζάννης.

Η Συνθήκη έλαβε χώρα σε δύο χρονικά επίπεδα. Τον Ιανουάριο του 1923, Ελλάδα και Τουρκία υπογράφουν την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών και τον Ιούλιο του 1923 ολοκληρώνονται οι συζητήσεις για τις σχέσεις Τουρκίας και άλλων κρατών. Πρέπει να επισημανθεί πως η Συνθήκη της Λωζάννης καταργεί εν μέρει τη Συνθήκη των Σεβρών. Τι αποφασίστηκε, όμως?

Στη Συνθήκη, δε συμμετείχαν μόνο η Ελλάδα και η Τουρκία. Αλλά, και τα κράτη εκείνα που συμμετείχαν στον 'Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με τη συνθήκη αυτή:

Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, την Ίμβρο, την Τένεδο, την περιοχή της Σμύρνης, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων της με τη Συρία. Ανέκτησε κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη την επικράτειά της , ενώ έχει και δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της . Η Τουρκία ,όπως ακριβώς αναφερόταν στη Συνθήκη των Σεβρών, παραχωρεί και τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία.

Η Ελλάδα πληρώνει τη βαριά ήττα της σε είδος. Η Ελλάδα παραχωρεί την Ίμβρο και την Τένεδο και η Σμύρνη παύει να αποτελεί περιοχή του ελληνισμού. Η Τουρκία αναγκάζεται με την παρουσία των ξένων ηγετών αποποιείται τις εδαφικές εκτάσεις που διεκδικούσε, οι οποίες ήταν περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δηλώνει, παράλληλα, πως δε θα επαναλάβει βίαιους διωγμούς και θα σεβαστεί τις μειονότητες που ζουν στο εσωτερικό της.

Σε ξεχωριστή συνθήκη μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας, ορίζεται η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στις δύο χώρες, αλλά και η αποστρατικοποίηση νησιών του Αιγαίου. Από την Ελλάδα αναχωρούν για την Τουρκία περίπου 670.000 Έλληνες υπήκοοι μουσουλμανικού θρησκεύματος. Από την Μ.Ασία και την Ανατολική Θράκη αναχωρούν για την Ελλάδα πάνω από 1.500.000 Τούρκοι υπήκοοι χριστιανικού θρησκεύματος. Η απογραφή του 1928 έκανε λόγο για περίπου 1.250.000 Τούρκους υπηκόους. Σήμερα όμως μπορούμε αβίαστα να μιλάμε για πάνω από ενάμισι εκατομμύρια Τούρκους υπηκόους.

Η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας έγινε στη βάση της θρησκείας και είναι σημαντικό να τονίσουμε τις προεκτάσεις. Οι Τούρκοι είχαν ζητήσει την ανταλλαγή πληθυσμών με βάση τη θρησκεία, καθώς έτσι θα απαλλάσσονταν από μεγαλύτερο όγκο του πληθυσμού που δεν ήταν τούρκικος. Άρα, εκ πρώτης όψεως η ανταλλαγή υπέσκαπτε τούρκικες  σκοπιμότητες.

Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ο τρόπος μετακίνησης των πληθυσμών. Οι Έλληνες υπήκοοι που μετακινήθηκαν στην Τουρκία έφυγαν με ασφάλεια από τα λιμάνια της ελληνικής επικράτειας. Κανένας δε τους καταδίωξε και μπόρεσαν χωρίς διωγμούς να μεταφέρουν τη κινητή τους περιουσία. Αυτό βέβαια δεν ίσχυε για τους Τούρκους υπηκόους χριστιανικού θρησκεύματος.

Οι τελευταίοι, μετά τη βίαιη απομάκρυνση των Ελλήνων στρατιωτών από την περιοχή  της Ιωνίας, αναγκάστηκαν σχεδόν αστραπιαία να φύγουν φοβούμενοι για τη ζωή τους και να ζητήσουν καταφύγιο στην  Ελλάδα. Υπολογίζεται πως πριν τον Ιανουάριο του 1923, σχεδόν 1 εκατομμύριο έφυγε αστραπιαία, αφήνοντας και την κινητή και την ακίνητη περιουσία του στην Τουρκία. Οι παραπάνω από μισό εκατομμύριο πρόσφυγες που επέστρεψαν ήταν εκείνοι που για καλή τους τύχη σώθηκαν από τους Τούρκους που από το Σεπτέμβριο μέχρι και την υπογραφή της Συνθήκη της Λωζάννης συστηματικά εξόντωναν το ελληνικό στοιχείο. Αυτούς έπρεπε το ελληνικό Κράτος και να αποζημιώσει και να ξεκινήσει η καταγραφή των ακίνητων περιουσιών που άφησαν πίσω στη γενέτειρά τους.

Ακόμη, είναι χαρακτηριστικό πως οι Έλληνες υπήκοοι που μετακινήθηκαν στην Τουρκία ήταν κατά βάση αγρότες και κτηνοτρόφοι. Εν αντιθέσει με τους Τούρκους υπηκόους χριστιανικού θρησκεύματος, οι οποίοι ζούσαν στα παράλια της Μ.Ασίας και ήταν κατά βάση αστοί φιλελεύθεροι. Ήταν έμποροι κυρίως. Καταλαβαίνετε, πέραν του διπλάσιου πληθυσμού που έπρεπε να φιλοξενήσει η Ελλάδα, όφειλε να καταβάλλει πολύ μεγαλύτερα χρηματικά ποσά ως αποζημίωση στους πρόσφυγες.

Το 1930, όμως, ο Ελευθέριος Βενιζέλος συνυπέγραψε με τον Κεμάλ Ατατούρκ τη Συμφωνία της Άγκυρας, σύμφωνα με την οποία οι δύο χώρες προχώρησαν στο συμψηφισμό της αξίας των περιουσιών των πληθυσμών, που ενεπλάκησαν στην ανταλλαγή. Ήταν μία πολιτική κίνηση που σηματοδότησε το κύκνειο άσμα για τον Έλληνα πρωθυπουργό, καθώς πολλοί βουλευτές του απομακρύνθηκαν από το κόμμα του.

Σήμερα

Η Συνθήκη της Λωζάννης είναι ένα κείμενο- προϊόν μιας διαφορετικής εποχής με τη σημερινή. Σίγουρα, ήταν η μεγαλύτερη διπλωματική επιτυχία των Τούρκων τον 20ο αιώνα σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Κανένας δε μπορεί να το αμφισβητήσει. Όπως, επίσης, κανένας δε μπορεί να αμφιβάλλει πως συνιστά ιστορικό σημείο για τη γέννηση του τούρκικου κράτους.

Ο σημερινός πρόεδρος της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, δηλώνει για επικαιροποίηση της Συνθήκης. Είναι ένας πολύ δυνατός πολιτικός, αλλά δεν είναι γνώστης των ιστορικών πεπραγμένων. Μια Συνθήκη ούτε τροποποιείται ούτε επικαιροποιείται εύκολα. Είναι μία χρονοβόρα διαδικασία και χρειάζεται τη μεσολάβηση και άλλων κρατών.

Προσπαθεί, όμως, ο ίδιος μέσω της  ρητορικής του να μεταφέρει τα αληθινά προβλήματα της Τουρκίας στο πεδίο εξωτερικής πολιτικής. Αναλώνει τη ρητορική του στον ιστορικό χρόνο ως ένα εντυπωσιακό επικοινωνιακό τέχνασμα. Επιθυμεί να βάλει το όνομά του στην ιστορία αγνοώντας πως οι περίοδοι της ιστορίας που αφορούν τη συγκρότηση εθνικών κρατών και τη χάραξη ιμπεριαλιστικής πολιτικής έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.

Ένα επικοινωνιακό αφήγημα είναι και καλό είναι να μη δίνουμε σημασία σε ζητήματα της ιστορίας. Προσωπικά, αν πρέπει να γίνει σοβαρός διάλογος με την Τουρκία, πρέπει να έχει ως σημείο εκκίνησης  την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και την κοινή συνεργασία των δύο χωρών για τη διαχείριση του προσφυγικού προβλήματος.

Ο Νίκος Κοσμαδάκης είναι πολιτικός επιστήμονας ([email protected])

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News