default-image

Το Σουδάριο του Οβιέδο

Απόψεις
Το Σουδάριο του Οβιέδο

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σε μια μικρή πόλη της βόρειας Ισπανίας, το Οβιέδο, κρύβεται ένα μεγάλο κομμάτι του παζλ της ιστορίας της Σινδόνης του Τορίνου, του υφάσματος που θεωρείται ως εκείνο που τύλιξε το σώμα του νεκρού Χριστού. Το πολύτιμο μυστικό φυλάσσεται σε μια λειψανοθήκη ενός παρεκκλησιού στον καθεδρικό της πόλης. Είναι ένα ύφασμα, διαστάσεων 84 επί 53 εκατοστών, χωρίς σχεδόν καμιά καλλιτεχνική αξία, το οποίο απεικονίζει κηλίδες οι οποίες έχουν ταυτιστεί με ανθρώπινο αίμα ομάδας ΑΒ, που δε θα μπορούσαν να έχουν σχηματιστεί με άλλο τρόπο παρά μόνο με την επαφή με κάποιο ανθρώπινο σώμα.  Πιο συγκεκριμένα το ύφασμα αυτό τυλίχθηκε γύρω από το κεφάλι ενός πληγωμένου άνδρα το οποίο αιμορραγούσε από πολλά σημεία. Γνωστό και ως Σουδάριο του Οβιέδο, το κειμήλιο αυτό θεωρείται παραδοσιακά ως ένα από τα "οθόνια", τα νεκρικά σάβανα που αναφέρει ο Ιωάννης στο Ευαγγέλιό του, και πιο συγκεκριμένα το «σουδάριον, ο ην επί της κεφαλής αυτού, ου μετά των οθονίων κείμενον, αλλά χωρίς εντετυλιγμένον εις ένα τόπον».  Η εντυπωσιακή αποκάλυψη που σχετίζεται με τη μυστηριώδη Σινδόνη έγκειται στο γεγονός ότι το Σουδάριο και το ύφασμα του Τορίνου πρέπει να τυλίχθηκαν γύρω από το ίδιο ανθρώπινο πρόσωπο κάποια στιγμή στην ιστορία τους. Διαφορετικά είναι αδύνατο να εξηγηθεί η ταυτόσημη παρουσία των ίδιων κηλίδων αίματος στα ακριβώς όμοια σημεία μεταξύ των δυο αυτών κειμηλίων, ενώ οι πληγές τόσο οι μεγάλες όσο και οι μικρότερες, οι οποίες φαίνεται να προέρχονται από τρυπήματα μυτερών αγκαθιών, είναι ακριβώς οι ίδιες και στα αντίστοιχα σημεία.  Οι ταυτίσεις που, σύμφωνα με τους ειδικούς, κάνουν τις συμπτώσεις από απίθανες έως αδύνατες συνεχίζονται. Τα ανθρωπολογικά στοιχεία για τα δύο πρόσωπα είναι κάτι παραπάνω από κοινά, ταυτόσημα, ενώ το ίδιο ακριβώς ισχύει για τα γένια. Μόνο στο πρόσθιο μέρος του Σουδαρίου του Οβιέδο οι ταυτίσεις των πληγών και των ιχνών του αίματος με εκείνες της Σινδόνης είναι σε 70 σημεία, ενώ οι αντίστοιχες στα πλάγια του υφάσματος σε 50! Αν όμως η επιστημονική αυτή "γνωμάτευση" είναι ακριβής και ως τα σήμερα ελάχιστοι είναι αυτοί που την αμφισβητούν, αυτό θα σήμαινε ότι η Σινδόνη είναι κατά πολύ αρχαιότερη από ό,τι υποστηρίζει η χρονολόγηση με ραδιάνθρακα, αφού τεκμηριωμένα το Σουδάριο έφτασε στην Ισπανία από την Ιερουσαλήμ τον 7ο αιώνα και μεταφέρθηκε στο Οβιέδο τον 8ο αιώνα μ.Χ.  Σύμφωνα με τις αναλύσεις των κηλίδων στη Σινδόνη και το Σουδάριο, τα δυο υφάσματα κάλυψαν το ίδιο πρόσωπο όταν αυτό βρισκόταν σε κάθετη στάση, πιθανότατα πριν την αποκαθήλωση από το σταυρό, όταν ο άνδρας αυτός ήταν ήδη νεκρός, καθώς υπάρχουν ίχνη μεταθανάτιου υγρού. Καθώς τα σημάδια στο ύφασμα ταιριάζουν απόλυτα αν η αριστερή πλευρά του ενωθεί με τη δεξιά, είναι σαφές ότι τυλίχθηκε γύρω από ολόκληρο το πρόσωπο. Μια πρώτη σειρά από αυτά έγινε όταν το ύφασμα κάλυπτε το πρόσωπο του νεκρού σε κάθετη στάση, πιθανότατα όσο εκείνο βρισκόταν καρφωμένο στο σταυρό. Η δεύτερη σειρά από σημάδια αποτυπωμένα στο Σουδάριο έγινε αφού ξεράθηκαν τα πρώτα, μια ώρα αργότερα, όπως διαπιστώνουν ιατροδικαστές, άρα όταν είχε γίνει πια η αποκαθήλωση. Η τρίτη σειρά από λεκέδες αίματος αποτυπώθηκε στο πανί σαράντα πέντε λεπτά μετά, όταν το σώμα είχε σηκωθεί από το έδαφος.  Είναι συγκλονιστικές οι ενδείξεις που εντόπισαν ειδικοί και ερμηνεύονται στα ίχνη των δαχτύλων, όχι όμως και στα δαχτυλικά τους αποτυπώματα, που τοποθέτησαν το ύφασμα γύρω από το πρόσωπο του νεκρού και συγκεκριμένα γύρω από τη μύτη. Εκτός από τις μεγάλες αιμάτινες κηλίδες που προέρχονται από μεγάλες πληγές, υπάρχουν αρκετές άλλες πολύ πιο μικρές που δε θα μπορούσαν να έχουν προκληθεί διαφορετικά αν όχι από μικρά αγκάθια, τα οποία παραπέμπουν στις μόνες γνωστές ιστορικά πληγές αυτού του είδους, από το ακάνθινο στεφάνι που είχε τοποθετηθεί στο κεφάλι του Ιησού. Προς επίρρωση των στοιχείων αυτών έρευνες ιατροδικαστών κατέδειξαν ότι η πρώτη χρονικά σειρά αιμάτινων κηλίδων δημιουργήθηκε όταν το πρόσωπο βρισκόταν σε μια στάση 70 μοίρες προς τα κάτω και 20 δεξιά, η οποία αντιστοιχεί ακριβώς σε εκείνη ενός νεκρού εσταυρωμένου, όπως απέδειξαν πειράματα. Όπως και στη Σινδόνη, εκτός από τα άλλα τεστ, πραγματοποιήθηκαν και εκτεταμένες μελέτες γύρης που τεκμηρίωσαν την ύπαρξη του Σουδαρίου σε συγκεκριμένα μέρη όπου φύονται αυτά τα φυτά, όπως το Οβιέδο, το Τολέδο, η βόρεια Αφρική και η Ιερουσαλήμ.  Σε καμιά περίπτωση δε βρέθηκαν φυτά ενδημικά της Κωνσταντινούπολης ή της Γαλλίας, της Ιταλίας ή οποιασδήποτε άλλης χώρας της Ευρώπης, όπως συνέβη στις ανάλογες μελέτες της Σινδόνης του Τορίνου. Είναι χαρακτηριστικό ότι γύρη από το είδος quercus caliprimus, που υπάρχει μόνο στην Παλαιστίνη, εντοπίστηκε ανάμεσα στα δείγματα του Σουδαρίου, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν το 1994 στο σχετικό για την ιστορία του κειμηλίου συνέδριο που έλαβε χώρα στο Οβιέδο, καθώς επίσης και δείγματα από εκείνα που πρέπει να ήταν τα μύρα και η αλόη, όπως περιγράφονται από τον Ιωάννη. Το Σουδάριο, αν η ερμηνεία αυτή είναι σωστή, απομακρύνθηκε από το πρόσωπο του εσταυρωμένου κατά την ταφή και τη θέση του πήρε η Σινδόνη, η οποία κάλυψε ολόκληρο το σώμα. Χρονολόγηση με ραδιάνθρακα στο ύφασμα το τοποθέτησε στον 7ο αιώνα, με ιδιαίτερη όμως επιφύλαξη όπως σημειώνουν οι ερευνητές που το εξέτασαν. Το ύφασμα θεωρείται ευρέως ως εκείνο που σκούπισε το πρόσωπο του Ιησού πριν από την ταφή και η ύπαρξή του τεκμαίρεται από τα λόγια του Ιωάννη στο Ευαγγέλιο, όπου υπάρχει σαφής διάκριση ανάμεσα στο Σουδάριο και στο μεγαλύτερο, νεκρικό σάβανο που τύλιξε ολόκληρο το σώμα του Χριστού. Το ύφασμα φυλάσσεται στη λεγόμενη Camera Santa, στον καθεδρικό του Σαν Σαλβαδόρ στο Οβιέδο, σε ένα παρεκκλήσι το οποίο κατασκευάστηκε από το βασιλιά Αλφόνσο ΙΙ της Αστουρίας στα 840 ειδικά για να στεγάσει το πολύτιμο κειμήλιο. Από τότε ως τα σήμερα τηρείται πιστά η παράδοση που θέλει την έκθεσή του στους πιστούς τρεις φορές το χρόνο, τη Μεγάλη Παρασκευή, την ημέρα της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου και στις 21 του ίδιου μήνα.  Οι πρώτες ιστορικές πληροφορίες που υπάρχουν για το Σουδάριο προέρχονται από τον Άγιο Αντονίνο της Πιατσέντζα, ο οποίος κατέγραψε την ύπαρξή του σε μια σπηλιά κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Μάρκου στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ. Μετά την εισβολή του βασιλιά των Περσών Χοσρόη ΙΙ στις βυζαντινές επαρχίες στα 614, το κειμήλιο φαίνεται ότι φυγαδεύτηκε από τους πιστούς και μέσω της βόρειας Αφρικής, με πρώτο σταθμό την Αλεξάνδρεια, έφτασε στην Ισπανία στα 616. Αρχικά φιλοξενήθηκε στη Σεβίλλη, έπειτα στο Τολέδο όπου έμεινε ως τα 718, στη συνέχεια σε μια σπηλιά, η οποία σήμερα ονομάζεται Monsacro, δέκα χιλιόμετρα από το Οβιέδο, και τέλος στην ίδια την πόλη από όπου πήρε το σημερινό όνομά του έως την κατασκευή του παρεκκλησιού από τον Αλφόνσο.  Σημείο αναφοράς στην ιστορία του Σουδάριου είναι η 14η Μαρτίου 1075, όταν ο βασιλιάς Αλφόνσο VI, η αδερφή του Ντόνα Ουράκα και ο Ροντρίγκο Ντιάζ ντε Βιβάρ - πιο γνωστός ως Ελ Σιντ - άνοιξαν επισήμως πια το κιβώτιο στο οποίο, εκτός από το αρχαίο ύφασμα, υπήρχαν και άλλα θρησκευτικά κειμήλια. Στα 1113 η θήκη αυτή επενδύθηκε με μια ασημένια πλάκα στην οποία καταγράφεται κάλεσμα προς τους χριστιανούς να το προσκυνούν, καθώς πάνω του υπάρχει το Άγιο Αίμα. Για τους πιστούς δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σκέπασε το πρόσωπο του Ιησού μετά το θάνατό του. Άλλωστε για αυτούς η καλύτερη απόδειξη είναι η σημασία του κειμηλίου ανά τους αιώνες, παρά το γεγονός ότι δεν έχει καμιά αποτύπωση μορφής πάνω του, σε αντίθεση με τη Σινδόνη, και άρα την παραμικρή καλλιτεχνική αξία.  

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News