default-image

Νόμοι περιορισμού των ψευδών ειδήσεων μέσω διαδικτύου

Επιστήμη
Νόμοι περιορισμού των ψευδών ειδήσεων μέσω διαδικτύου

Προσπάθεια να «μπει μία τάξη» στον τομέα πληροφόρησης μέσω διαδικτύου επιχείρησε σήμερα η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ), υπερψηφίζοντας δύο εκθέσεις.

Η πρώτη αφορά τις προκλήσεις και τις ευθύνες των διαδικτυακών μέσων και των δημοσιογράφων, που παρουσίασε η Ιταλίδα βουλευτής Αντέλ Γκαμπάρο (Φιλελεύθεροι).

Η δεύτερη αποσκοπεί στο να μπει ένα τέλος στο κυβερνοέγκλημα και τον διαδικτυακό «λόγο μίσους», που εισηγήθηκε η Ολλανδή σοσιαλίστρια Μαρίτ Μάγι.

Παρουσιάζοντας την έκθεσή της, η κ. Γκαμπάρο μίλησε για «μάχη πολιτισμών» σε έναν κόσμο που κατακλύζεται από πληροφορίες, όπου έχει καταστεί αδύνατος ο διαχωρισμός ανάμεσα στην αλήθεια και το ψεύδος.

Όπως δήλωσε, «το διαδίκτυο είναι ένα θαυμάσιο μέσο που εκμηδενίζει τις αποστάσεις, σε ό,τι αφορά όμως την ενημέρωση είναι "δίκοπο μαχαίρι".

Από τη μία έχουμε τα ηλεκτρονικά μέσα που επιτρέπουν στην παγκόσμια κοινή γνώμη να ενημερώνεται για τα ανθρώπινα δεινά που υπάρχουν σε απομακρυσμένες περιοχές πολύ καλύτερα από ό,τι τα παραδοσιακά μέσα, από την άλλη, όμως, το διαδίκτυο προσφέρει σε όλους μία ελευθερία που δεν έχει τίποτα να κάνει με το "ιερό καθήκον" της ελευθερίας της έκφρασης.

Μία ελευθερία, που συχνά μετατρέπεται σε πλήρη απουσία ελέγχου για σωστή πληροφόρηση».

Η εισηγήτρια αναγνώρισε ότι οι ψεύτικες ειδήσεις πάντα υπήρχαν, ποτέ όμως δεν διαδίδοντο με τέτοια ταχύτητα όπως σήμερα. « Έτσι, σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στο θέμα της μετά-αλήθειας (πλαστή εκδοχή της πραγματικότητας)», τόνισε.

Με το ψήφισμα για την εν λόγω έκθεση, η ΚΣΣΕ καλεί τα κράτη-μέλη να καταλήξουν σε συνεπείς κανόνες, δίνοντας κίνητρα για «αυτορύθμιση» για την ευθύνη των βασικών φορέων του διαδικτύου. Επίσης, ζητά:

- Να διασφαλιστεί η ιχνηλασιμότητα όσων χρησιμοποιούν το διαδίκτυο.

- Να μην είναι, πλέον, εκτός νόμου τα ηλεκτρονικά μέσα, επειδή υπάρχει ανωνυμία των χρηστών.

- Σε εθνικό επίπεδο καθώς και στο Συμβούλιο της Ευρώπης θα πρέπει να γίνει συζήτηση για τους απαραίτητους μηχανισμούς, προκειμένου να μην υπάρχει στρέβλωση της πληροφορίας και δόλιοι χειρισμοί και χειραγώγιση της κοινής γνώμης.

- Να έχει ο καθένας τη δυνατότητα να διαμαρτυρηθεί και να ζητήσει αποζημίωση.

- Οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί που χρησιμοποιούν τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης θα πρέπει να τηρούν τις ίδιες υψηλές προδιαγραφές που χρησιμοποιούσαν εκτός διαδικτύου.

Η δεύτερη έκθεση για το κυβερνοέγκλημα ρίχνει φως στα αίτια που καλλιεργούν και δημιουργούν τον «λόγο μίσους» στο ίντερνετ.

Όπως υπογράμμισε η εισηγήτρια, γίνονται συγκρίσεις, υπάρχει ξενοφοβία, έχουμε ροή ρατσιστικών σχολείων και ο κυβερνοχώρος συνεχίζει να λειτουργεί και αφού κλείσουμε τον υπολογιστή.

«Είναι θέμα άσκησης της Δημοκρατίας το να εκφράζουμε ελεύθερα την άποψη μας, ωστόσο θα πρέπει να υπάρχουν ορισμένα όρια στην ελευθερία της έκφρασης. Αυτά τα όρια θα πρέπει να καθοριστούν, και σε αυτόν τον τομέα, το έργο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι πάρα πολύ σοβαρό, για να βοηθήσει να εκπονηθούν εθνικές νομοθεσίες», επεσήμανε.

Με παρέμβασή του στην Ολομέλεια, ο Ευάγγελος Βενιζέλος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η Ευρώπη σήμερα, μετά τις αμερικανικές εκλογές, είναι πλέον αναγκασμένη να αντιμετωπίζει «την απειλή των ψευδών ειδήσεων, τη μετά-αλήθεια, την κυριαρχία της μετά-αλήθειας πάνω στην αλήθεια, τις πολύ καλά οργανωμένες κυβερνοεπιθέσεις, που έχουν σχέση με τη λειτουργία θεμελιωδών δημοκρατικών θεσμών, τη στρέβλωση της ενημέρωσης».

Ο κ. Βενιζέλος έκανε ειδική αναφορά στη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων.

«Η νομολογία του Δικαστηρίου είναι πλούσια, ισορροπημένη, λαμβάνει πλήρως υπόψη της τις ιδιαιτερότητες και την εξουσία του διαδικτύου σε σχέση με τα συμβατικά μέσα. Όμως, αυτό δεν αρκεί.

Η διαδικασία εξελίσσεται πολύ αργά, κατακερματισμένα, ενώ όλα αυτά τα φαινόμενα μετακινούνται με μεγάλη ταχύτητα σε παγκόσμιο επίπεδο», υπογράμμισε. Ο ίδιος αναρωτήθηκε κατά πόσο θα πρέπει να υπάρξει ένα πρόσθετο πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. «Αυτό νομίζω ότι είναι ένα νομικό, πολιτικό και ειδικό ερώτημα, στο οποίο θα πρέπει να απαντήσουμε με σύνεση, καθότι το πρόβλημα είναι διεθνές», υποστήριξε.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News