default-image

Ακόμα δύο βιβλία του Φίλιπ Ροθ γίνονται ταινία

Πολιτισμός
Ακόμα δύο βιβλία του Φίλιπ Ροθ γίνονται ταινία

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο αναγνώστης είναι πάντα έτοιμος να καταδικάσει την ταινία - το βιβλίο ήταν καλύτερο, θα πει. Συνήθως έτσι είναι, αν δεχθούμε ότι είναι θεμιτό να υφίσταται οποιαδήποτε σύγκριση ανάμεσα στο πρωτότυπο κείμενο και την κινηματογραφική του μεταφορά.

Οι αναγνώστες του Φίλιπ Ροθ το έχουν πει πολλές φορές, απολύτως δικαιολογημένα, καθώς οι μέχρι σήμερα έξι απόπειρες μεταφοράς μυθιστορημάτων του στο σινεμά ήταν ως επί το πλείστον απογοητευτικές. Φέτος στη λίστα προστίθενται άλλες δύο, προς απογοήτευση του οργισμένου συντάκτη του περιοδικού The Atlantic Ανταμ Τσάντλερ, ο οποίος προ διετίας έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Σταματήστε να μεταφέρετε τα βιβλία του Φίλιπ Ροθ στο σινεμά».

Η επιθυμία των ανθρώπων του κινηματογράφου να μεταφέρουν το έργο του Φίλιπ Ροθ στη μεγάλη οθόνη δεν είναι παράλογη.

Τον Αμερικανό συγγραφέα τον ακολουθεί ένα πολυπληθές παγκόσμιο κοινό (στα ελληνικά έχει μεταφραστεί το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας του και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις) και στα βιβλία του συναντάμε στοιχεία που συνήθως αποτελούν συστατικά ταινιών που αρέσουν: ερωτικά πάθη, σεξουαλικές νευρώσεις, πολύπλοκοι ανδρικοί χαρακτήρες και μυστηριώδεις γυναίκες, έντονες οικογενειακές σχέσεις, ατομικά και κοινωνικά αδιέξοδα.

Όλα αυτά διανθισμένα με εικόνες της εβραϊκής παράδοσης, με φόντο το θολό αμερικανικό όνειρο του μεταπολεμικού κόσμου. Η μεταφορά της πλοκής και των χαρακτήρων είναι κάτι εφικτό αλλά όχι το ζητούμενο.

Η πυκνή και δυναμική πρόζα του Ροθ, οι περίτεχνες αφηγηματικές του τεχνικές, ο βαθύς σαρκασμός και το υπαρξιακό σκάλισμα που απλώνεται σελίδα με τη σελίδα, όσα δηλαδή κάνουν το έργο του Ροθ πραγματικά σπουδαίο, είναι αυτά ακριβώς που φυσιολογικά παραλείπονται, αναγκάζοντας τον αναγνώστη-θεατή να πάρει ξεκάθαρα θέση υπέρ του βιβλίου.

Σε αυτά τα δεδομένα προστίθεται κάτι ακόμη. Οι έως σήμερα ταινίες που προέκυψαν από τα κείμενα του Ροθ δεν ήταν απλώς χειρότερες από τα αντίστοιχα μυθιστορήματα, κάτι που θα ήταν λογικό και δικαιολογημένο, αλλά ήταν αυτές καθαυτές μέτριες ταινίες.

Εξαιρώντας τα επιμέρους μειονεκτήματα της καθεμιάς, οι δημιουργοί τους έμοιαζαν να εγκλωβίζονται στις σελίδες των βιβλίων, πασχίζοντας να τα αποδώσουν πιστά (ή έστω χωρίς σημαντικά ατοπήματα) και καταλήγοντας να παρουσιάζουν κάτι ανάμεσα σε κινηματογραφικές ασκήσεις και έναν χλιαρό φόρο τιμής, βουτηγμένο σε αποστειρωμένες ατάκες σε voice over.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ταινία «Ελεγεία ενός έρωτα» (2008) της Ιζαμπέλ Κοϊξέ, που ακολουθεί σε μερικές σκηνές κατά λέξη το κείμενο της συνταρακτικής νουβέλας «Το ζώο που ξεψυχά» (2001), αλλά καταλήγει να αφήσει τον θεατή συναισθηματικά αμέτοχο.

Αλλά και στην πιο πρόσφατη «Ταπείνωση» (2014), όπου απομονώνονται μέρη και ιδέες του κειμένου ώστε το σενάριο να γίνει συμβατό με τον στόχο του σκηνοθέτη Μπάρι Λέβινσον, το αποτέλεσμα είναι να πλανάται μια εκβιασμένη αύρα του Ροθ και να πηγαίνει χαμένη η σπουδαία ερμηνεία του Πατσίνο.

«Αμερικανικό ειδύλλιο» και «Αγανάκτηση»...

Ήταν μάλλον ανέλπιστο ότι η «Αγανάκτηση», που προβάλλεται αυτές τις μέρες στις ελληνικές αίθουσες, αποδεικνύεται μια ενδιαφέρουσα ταινία, όχι η ταινία της χρονιάς αλλά πιθανότατα η καλύτερη μεταφορά που έγινε ποτέ σε βιβλίο του Ροθ. Βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του 2008 και καταφέρνει, παρά την ουσιαστική πιστότητά της, να παρακολουθείται ως ανεξάρτητο δημιούργημα.

Ο Τζέιμς Σέιμους χρησιμοποιεί το βιβλίο ως βάση για τη δική του ταινία, αξιοποιεί τους ήρωες που του χαρίζει ο Ροθ και ακολουθεί τη βασική θεματολογία (συντηρητισμός στα αμερικανικά '50s στη σκιά του πολέμου της Κορέας, μέσα από τη ζωή του Μάρκους, νεαρού πρωτοετούς σε πανεπιστήμιο του Οχάιο), αλλά δεν βλέπει πουθενά το φάντασμα του συγγραφέα και αδιαφορεί να αναμετρηθεί μαζί του. Του έστειλε πάντως το σενάριο, όπως είπε ο ίδιος, αλλά ο Ροθ αρνήθηκε να το διαβάσει.

Θα ακολουθήσει άλλη μία μεταφορά, αυτήν τη φορά πάνω στο βραβευμένο με Πούλιτζερ «Αμερικανικό ειδύλλιο» (1997), που κατά τον ίδιο τον συγγραφέα είναι ένα από τα δύο καλύτερα βιβλία του και πιθανότατα αυτό που έμοιαζε λιγότερο πιθανό να μεταφερθεί ποτέ στο σινεμά - «unfilmable», όπως το χαρακτήρισε ο σεναριογράφος Χοσεΐν Αμίνι στον Guardian. Είναι ογκώδες, αφηγηματικά πολύπλοκο και θέτει ένα γιγάντιο «γιατί» γύρω από τα κίνητρα των ανθρώπινων πράξεων, που είναι αδύνατο να αποτυπωθεί με εικόνες.

Το φιλόδοξο πρότζεκτ ανέλαβε να σκηνοθετήσει (πρώτη φορά πίσω από τις κάμερες) ο Γιούαν Μακ Γκρέγκορ, ο οποίος επίσης θα πρωταγωνιστεί στον ρόλο του «Σουηδού», ενός πρότυπου Αμερικανού που ζει μια ιδανική ζωή. Οσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο πρέπει να γνωρίζουν ότι η Ντακότα Φάνινγκ επιλέχθηκε για τον κομβικό ρόλο της έφηβης κόρης, που θα γκρεμίσει το ευτυχισμένο οικοδόμημα των γονιών της ανατινάζοντας το τοπικό ταχυδρομείο.

Πρόκειται για την κατά μέτωπον σύγκρουση του παλιού αμερικανικού κόσμου με ό,τι καινούργιο έφερε η δεκαετία του '60. Το τρέιλερ είναι συναρπαστικό, αλλά οι πρώτες κριτικές από τα φεστιβάλ του εξωτερικού είναι αποκαρδιωτικές. Θα το διαπιστώσουμε στις 29 Δεκεμβρίου, όταν η ταινία θα προβληθεί στη χώρα μας.

Και έμμεσα

Δεν υπάρχει επίσημα προγραμματισμένη κάποια άλλη μεταφορά, αλλά είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει. Αλλωστε, η εμβληματική παρουσία του Ροθ απασχολεί διαρκώς τους ανθρώπους του κινηματογράφου και με πιο έμμεσους τρόπους.

Σύμφωνα με μια σχετικά δημοφιλή θεωρία, o Γούντι Αλεν δημιούργησε ένα alter ego, τον Χάρι Μπλοκ («Διαλύοντας τον Χάρι», 1997), στα πρότυπα της σχέσης του Ροθ με το δικό του alter ego, τον Νέιθαν Ζούκερμαν - άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Χάρι Μπλοκ δημιουργήθηκε καθ' ομοίωσιν του ίδιου του Ροθ, με τον ήρωα του Αλεν να του μοιάζει αρκετά. Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία ήταν το προπέρσινο «Listen up Philip» του νεαρού Αλεξ Ρος Πέρι, ο οποίος πειραματίζεται ελεύθερα πάνω στο «Συγγραφέας φάντασμα» (1979), με ένα χαρακτήρα, τον Αϊκ Ζίμερμαν, να παραπέμπει άμεσα στον Ροθ (ή έστω στον Ζούκερμαν).

Επίσης, όπως προσθέτει σε σχετικό άρθρο το περιοδικό New Yorker, και ο Τσάρλι Κάουφμαν εμφανίζει τακτικά σημάδια επιρροής από τον Ροθ και τον τρόπο σκέψης του, συναντώντας τις metafiction εμμονές του μέσα από τις ταινίες «Adaptation» (2002) και «Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς» (1999), στο οποίο μάλιστα ο Τζον Κιούζακ αποτελεί κάτι σαν μικρογραφία του Μίκι Σάμπαθ, του ήρωα από το «Θέατρο του Σάμπαθ» (1995).

Αυτό, παρεμπιπτόντως, είναι το δεύτερο βιβλίο που ο Ροθ συγκαταλέγει στα καλύτερά του, με την προκλητική εξομολόγηση του ήρωά του, ενός βλάσφημου και οργισμένου μαριονετίστα, να οδηγεί κάποτε τον Τζακ Νίκολσον να δηλώνει ότι είναι ένας ρόλος που ονειρευόταν να παίξει - και η αλήθεια είναι ότι θα του ταίριαζε θαυμάσια.

Ο συγγραφέας στη μεγάλη οθόνη

«Αμερικανικό ειδύλλιο» (2016): Γιούαν Μακ Γκρέγκορ, Τζένιφερ Κόνελι και Ντακότα Φάνινγκ στο πρώτο πλάνο της αναμενόμενης και υπερφιλόδοξης μεταφοράς ενός σπουδαίου βιβλίου.

«Αγανάκτηση» (2016): Συνεπής και διακριτική παρακολούθηση του ομώνυμου μυθιστορήματος από τον Τζέιμς Σέιμους, με θετικό πρόσημο και συμπαθητικές ερμηνείες.

«Ταπείνωση» (2014): Ο Αλ Πατσίνο στον ρόλο ενός άλλοτε σπουδαίου θεατρικού ηθοποιού συναναστρέφεται με μια μπερδεμένη κοπέλα (Γκρέτα Γκέργουικ) στην πιο πληκτική ταινία της λίστας.

«Ελεγεία ενός έρωτα» (2008): Ο Μπεν Κίνγκσλεϊ ερωτεύεται την κατά δεκαετίες νεότερή του Πενέλοπε Κρουζ, σε μια ταινία που κινείται στον ρυθμό ενός χαλαρού μελοδράματος.

«Το ανθρώπινο στίγμα» (2003): Επιφανειακή μεταφορά του ομώνυμου μπεστ σέλερ με τον Αντονι Χόπκινς και τη Νικόλ Κίντμαν. Συμπαθητική ατμόσφαιρα και ορισμένες καλές στιγμές.

«Το σύνδρομο Πορτνόι» (1972): Αστοχη προσέγγιση στη μεγαλειώδη σάτιρα του Ροθ, με τον Ρίτσαρντ Μπέντζαμιν να υποφέρει στη σκιά του μυθικού Αλεξάντερ Πορτνόι.

«Αντίο, Κολόμπους» (1969): Σημαντική εισπρακτική επιτυχία της εποχής, με τον Ρ. Μπέντζαμιν ξανά στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ευχάριστη ταινία βασισμένη στο ιστορικό ντεμπούτο του Ροθ.

«Battle of Blood Island» (1960): Ξεχασμένη ταινία με θέμα δύο Αμερικανούς στρατιώτες που προσπαθούν να γλιτώσουν από ιαπωνικά στρατεύματα, βασισμένη στο διήγημα «Expect the Vandals» του 1958.

Πηγή: kathimerini.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News