default-image

Κων/νος Πανακάκης: Ο Κρητικός επαναστάτης και ιερομόναχος

Κρήτη
Κων/νος Πανακάκης: Ο Κρητικός επαναστάτης και ιερομόναχος

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Πανακάκης του Ιωάννου και της Ζαμπίας, το γένος Θεόδωρου Θεοδοσάκη, γεννήθηκε στο Σχοινιά Μονοφατσίου το 1875. Ήταν το πρώτο παιδί της οικογένειας - τ' αδέλφια του Γεώργιος, Μαρία, Αικατερίνη και Ελένη.

Ο Κων/νος Ιωάννου Πανακάκης από την παιδική του ηλικία διακρινόταν για τη ζωηρότητά του, το θάρρος και την αγάπη του για τα γράμματα και τα όπλα. Έφηβος ακόμη, ήθελε διακαώς να έχει δικό του όπλο, να είναι πολεμιστής, να λαμβάνει ενεργό μέρος στις επαναστατικές κατά των Τούρκων κινήσεις, να είναι ένας επαναστάτης.

Γράφει ο Γεώργιος Εμμ. Μιζεράκης, αντ/ρχης Χωροφυλακής ε.α.

Το 1889, μόλις 15 ετών, πληροφορήθηκε ότι στο χωριό Χάρακα, ο αρχηγός του Μονοφατσίου Ιωάννης Αγιονικολιώτης θα μοίραζε όπλα στους επαναστάτες. Αμέσως με το συγχωριανό του και αδελφικό φίλο του Εμμανουήλ Νικολ. Προεστάκη μετέβησαν στο Χάρακα για να ζητήσουν και να πάρουν όπλα να πολεμήσουν κι αυτοί τους Τούρκους και να ελευθερώσουν από τη σκλαβιά την πατρίδα τους, την πολύπαθη Κρήτη.

Παρουσιάστηκαν στον αρχηγό Αγιονικολιώτη και του ζήτησαν όπλα. Ο αρχηγός θαύμασε τον πατριωτισμό και το θάρρος των δύο νεαρών Σχοινιανών, αλλά τα όπλα δεν επαρκούσαν. Τους υποσχέθηκε όμως ότι στην πρώτη μελλοντική παραλαβή όπλων θα τους εξοπλίσει και θα τους πάρει στην προσωπική του φρουρά.

Συγκινημένος, δε, από το θάρρος και την ορμή αυτών των νέων, αλλά και παρουσία του Σχοινιανού οπλαρχηγού της Επαρχίας Ριζοκάστρου Εμμανουήλ Αντωνίου Μαρκατάτου, είπε: «Αγαπητοί μου, αφού έχομε τέτοια παιδιά, η Κρήτη θα ελευθερωθεί γρήγορα».

Κατά την επανάσταση του 1896-1897 ο Κων/νος Ιωαν. Πανακάκης, ως ένοπλος επαναστάτης πλέον, εντάσσεται στη Σχοινιανή Επαναστατική δύναμη του οπλαρχηγού Εμμ. Αντ. Μαρκατάτου. Μεταβαίνει στις Αρχάνες, όπου ήταν το Επαναστατικό Κέντρο, και λαμβάνει ενεργό μέρος στις μάχες κατά των Τούρκων, στις οποίες επέδειξε απαράμιλλο θάρρος και μαχητικότητα.

Εκεί, στις Αρχάνες, γνώρισε και τον Ιωάννη Νταφώτη, αρχηγό του τάγματος των Επιλέκτων Κρητών, όπου και εντάσσεται ως εθελοντής.

Το 1899 ο Κων/νος Ιωαν. Πανακάκης προσήλθε στην Ιερά Μονή Κουδουμά, που ήταν ξακουστή την περίοδο εκείνη, όπου σ' αυτήν μόναζαν οι όσιοι Πατέρες Παρθένιος και Ευμένιος και τους ζήτησε να γίνει μοναχός.

Στη Μονή Κουδουμά δύο χρόνια ως δόκιμος. Οι όσιοι Πατέρες, εκτιμώντας την ωριμότητά του και τους αγώνες του στην τελευταία επανάσταση, τον χειροτονούν μοναχό το 1901, με το όνομα Θεοδόσιος.

Η κουρά (χειροτονία) έγινε από τον Όσιο Ευμένιο (ιερομόναχο) με Ηγούμενο της Μονής τον Όσιο Παρθένιο, ο οποίος εκοιμήθη το 1905. Το 1902 ο μοναχός Θεοδόσιος Πανακάκης και δύο άλλοι μοναχοί ζήτησαν την ευλογία του ηγουμένου Οσίου Παρθενίου να μεταβούν για περισσότερη ησυχία και άσκηση στο ησυχαστήριο (Μαριδάκι), στην περιοχή Αχεντριά, στη νότια παραλία της Κρήτης. Εκεί έκτισαν κελιά γύρω από το Ναό του Αγίου Παντελεήμονα κι άρχισαν να εξημερώνουν άγρια δέντρα και να τα καλλιεργούν για τις απαραίτητες ανάγκες τους.

Οι Αχεντριανοί κτηνοτρόφοι, όμως, θεώρησαν την εκεί παρουσία των μοναχών ότι θα τους δημιουργούσε προβλήματα στα κοπάδια τους και τους παρενοχλούσαν με απειλές, οπότε αναγκάστηκαν να φύγουν και να ξαναγυρίσουν στη Μονή Κουδουμά.

Το 1908 ο μοναχός Θεοδόσιος Πανακάκης ζήτησε την ευλογία του Ηγουμένου Ευγενίου ν' αναχωρήσει για τα Ιεροσόλυμα, όπου επιθυμούσε διακαώς να μεταβεί και να προσκυνήσει, ζήτησε δε ένα πιστοποιητικό έγγραφο και τη σχετική άδεια. Τα έγγραφα αυτά τα υπέγραψαν ο Όσιος Ευμένιος και οι σύμβουλοι-ιερομόναχοι Μελέτιος Σεβαστάκης και Παρθένιος Βελανδάκης.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς τα Ιεροσόλυμα, πέρασε από το νησί της Καρπάθου, όπου προσήλθε να χαιρετήσει το Μητροπολίτη του νησιού Ευγένιο Μαστοράκη. Ο Μητροπολίτης, εκτιμώντας την επαναστατική του δράση και τη σοβαρότητά του, τον κράτησε στη Μητρόπολη και στις 8/4/1909 στο Μητροπολιτικό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στην κωμόπολη Απέρι Καρπάθου, τον χειροτόνησε διάκονο με το όνομα Ευγένιος.

Την 9η Αυγούστου του ιδίου έτους (1909), στο Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στην κωμόπολη Φρυ της Κάσου τον χειροτόνησε σε πρεσβύτερο (ιερομόναχο). Στη συνέχεια επισκέπτεται τη Μονή Σταυρού Ιεροσολύμων και έμεινε σε αυτήν (7) επτά μήνες, εκτελών χρέη εφημερίου.

Από τη Μονή του Σταυρού επέστρεψε στο χωριό του Σχοινιά Μονοφατσίου, φιλοξενήθηκε από τον αδελφό του Γεώργιο, στον οποίο πούλησε ολόκληρο το μερίδιο της περιουσίας του, με ένα σκοπό κι ένα όνειρο: να μονάσει στο Μαριδάκι, στη νότια παραλία της Κρήτης, διαβεβαιώνοντας τους κτηνοτρόφους του Αχεντριά ότι η δημιουργία ησυχαστηρίου στο Μαριδάκι δε θα τους δημιουργούσε κανένα πρόβλημα.

Το 1912 ο ιερομόναχος Ευγένιος Πανακάκης, με τα χρήματα που εισέπραξε από την πώληση της πατρικής περιουσίας, μαζί με τους μοναχούς Κύριλλο και Ιωασάφ της Μονής Κουδουμά ξεκίνησαν το έργο της ανοικοδόμησης εκ θεμελίων του Ιερού Ναού και των κελιών, στον οποίο Ναό αργότερα θα τοποθετηθούν οι εικόνες που είχε φέρει από τα Ιεροσόλυμα ο ιερομόναχος Ευγένιος Πανακάκης.

Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος

Την 5η Οκτωβρίου 1912 κηρύσσεται ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος. Τότε ξυπνά και πάλι μέσα στην ψυχή του Ευγένιου ο επαναστάτης αγωνιστής, ο Τουρκομάχος Κρητικός, ο οποίος θεωρεί πλέον ότι αποτελεί ιερό καθήκον την υπεράσπιση και την απελευθέρωση της Μακεδονίας και των νησιών του Αιγαίου.

Προστρέχει αμέσως στο πολεμικό μέτωπο, διακόπτει τις εργασίες της ανεγέρσεως του Ιερού Ναού στο Μαριδάκι και των κελιών του ησυχαστηρίου, μεταβαίνει πάραυτα στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, όπου συγκροτεί εθελοντικό αντάρτικο σώμα και μάχεται δίπλα στον Ελληνικό Στρατό.

Από τη Θεσσαλονίκη, προτού συγκροτήσει το αντάρτικο σώμα από Κρήτες και Μακεδόνες, μεταβαίνει στο Άγιον Όρος να προσευχηθεί και να ζητήσει τη βοήθεια του Θεού για τον αγώνα που θα ξεκινήσει σε λίγο. Επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη στρατολογεί εθελοντές Κρητικούς και Μακεδόνες από την περιοχή του Λαγκαδά. Συγκροτεί αντάρτικο εθελοντικό σώμα, με το οποίο μεταβαίνει στη Μυτιλήνη την 5η/11/1912, όπου έχει εντωμεταξύ ξεσπάσει η Επανάσταση για την απελευθέρωση της Λέσβου.

Από το νησί της Μυτιλήνης είχε απελευθερωθεί μονάχα η πόλη της Μυτιλήνης, όταν ο ιερομόναχος Ευγένιος Πανακάκης, οπλαρχηγός, με τα (60) παλικάρια του, οργανωμένα από τον ίδιο σε αντάρτικο σώμα, αποβιβάστηκε στην Πόλη της Μυτιλήνης και παρουσιάστηκε στο στρατιωτικό διοικητή Κων/νο Μελά, υποπλοίαρχος του Ναυτικού, ζητώντας του να θέσει το αντάρτικο σώμα του υπό τις διαταγές του Ελληνικού Στρατού.

Ο Κων/νος Μελάς, αντί να τον συγχαρεί για τον πατριωτισμό και το θάρρος του, κατά τρόπο αχαρακτήριστο και ανεξήγητο τού δήλωσε ότι «δεν έχομε ανάγκη από αντάρτικα σώματα» (εφημερίς Λέσβου "Λαϊκός Αγών", 16-11-1912).

Όμως την άλλη μέρα, ύστερα από την κατακραυγή του λεσβιακού λαού, με γραπτή εντολή τοποθετούσε το αντάρτικο σώμα του ιερομόναχου Ευγένιου Πανακάκη υπό τις διαταγές του αξιωματικού Τηλέμαχου Κουρμούλη.

Ο Κρητικός ιερομόναχος αμέσως ξεκίνησε με τους αντάρτες του το πατριωτικό του έργο και την πολεμική του δράση κατά των Τούρκων. Του ανετέθη να εκκαθαρίσει την περιοχή "Γέρα Λέσβου" από τους Γενίτσαρους της περιοχής, οι οποίοι καταδυνάστευαν τον ελληνικό πληθυσμό της περιοχής. Συνέλαβε 31 Τούρκους κακοποιούς. Τους αιχμαλώτους αυτούς μετέφερε στην πόλη της Μυτιλήνης, κατά τη μεταφορά όμως, η οποία έγινε νύχτα, δύο από τους κακούργους Τούρκους, αφού εξύβρισαν και απείλησαν τον Ευγένιο, προσπάθησαν ν' αποδράσουν και να ενωθούν με τον τουρκικό στρατό.

Αφού τους κάλεσε τρεις φορές να σταματήσουν την προσπάθεια αποδράσεως, ο οπλαρχηγός Ευγένιος, ύστερα και από τις βαριές ύβρεις που του εκστόμισαν και τις απειλές, τους πυροβόλησε και τους σκότωσε.

Ο στρατιωτικός διοικητής Κων/νος Μελάς διέταξε τη φυλάκιση του Ευγενίου με την κατηγορία ότι εφόνευσε αιχμαλώτους και τον φυλάκισε παρά τις επεξηγήσεις που έδωσε για το γεγονός αυτό. Όταν όμως οι Κρητικοί του αντάρτικου σώματος πληροφορήθηκαν τη συμπεριφορά του Κων/νου Μελά και τη φυλάκιση του ιερομόναχου οπλαρχηγού, την 1η/12/1912 όρμισαν ακάθεκτοι στη φυλακή και αφού τον απελευθέρωσαν, μετέβησαν όλοι μαζί στη Μητρόπολη.

Την επαύριο, τρία αντάρτικα σώματα με τους οπλαρχηγούς α) ιερομόναχο Ευγένιο Πανακάκη, β) τον οπλαρχηγό Ευστράτιο Λαγίδη γ) τον οπλαρχηγό Δημήτριο Στεφάνου, υπό τη γενική αρχηγία του Χρυσάφη, προσήλθαν και επετέθησαν κατά των Τούρκων τρέποντάς τους σε φυγή (εφημερίς "Εμπρός" Αθηνών, 12-12-1912).

Συνέχισαν δε τη δράση των ακάθεκτοι για την απελευθέρωση και του υπόλοιπου τμήματος της νήσου Λέσβου.

Η επιστολή

Μετά τις επιτυχείς αυτές πολεμικές επιχειρήσεις των οπλαρχηγών, ο Κων/νος Μελάς δε λησμόνησε τον ιερομόναχο Ευγένιο Πανακάκη και τον οδήγησε και πάλι στη φυλακή. Από τη φυλακή, ο Κρητικός ιερομόναχος-οπλαρχηγός Ευγένιος Πανακάκης απέστειλε στον ταγματάρχη Αλέξανδρο Μανουσάκη την παρακάτω επιστολή, στην οποία αναδεικνύονται το ψυχικό μεγαλείο και ο άφθαστος αγνός πατριωτισμός του. Αντίγραφο αυτής της επιστολής αντλήσαμε από τα Ιστορικά Αρχεία Στρατού.

Επιστολή του Ευγένιου Πανακάκη: «Μυτιλήνη 14-12-1912: Αξιότιμε κύριε κύριε ταγματάρχα Μανουσάκη, γονυπετής σάς παρακαλώ όπως διατάξετε την αποφυλάκισή μου και σας ακολουθήσω εις Χίον. Εξ υμών κύριε ταγματάρχα εξαρτάται το μέλλον της ζωής μου. Εδαφιαίως σας παρακαλώ σπεύσατε να με προσλάβετε μαζί σας και θα θεωρήσω ότι ευρίσκομαι εν τη μεγαλυτέρα δόξα. Θα καυχώμαι, θα σκιρτώ και θα αγάλλομαι εάν παραπλεύρως σας ευρεθώ και ρίξω δύο σφαίρες κατά του εχθρού. Την μεγαλυτέρα χαρά θα αισθανθώ όταν ακούσω εξ υμών να διατάσσομαι να πολεμήσω τον εχθρόν. Παρακαλώ όπως εισακουσθεί η δέησή μου και με παραλάβετε εν Χίω και να πολεμήσω με τιμημένους άνδρες όπως υμείς.

Εύελπις, εις τα ευγενή σας συναισθήματα εάν θέλω τύχει του ποθουμένου.

Μετά μεγάλης υπολήψεως και σεβασμού. Το ευπειθές τέκνο Θρησκείας-Έθνους και Πατρίδας.

Ευγένιος Ιωαν. Πανακάκης, Ιερομόναχος».

Το Στρατοδικείο

Εφημερίς Λέσβου "Σάλπιγξ", 18-5-1913 (αρθρογράφος Κυριαζής Αριστείδης, λυκειάρχης-συγγραφέας-ιστορικός).

«Τη 17η-5-1913 παρεπέμφθη στο στρατοδικείο ίνα δικαστεί ως κατηγορούμενος ο ιερομόναχος οπλαρχηγός Ευγένιος Πανακάκης, για το φόνο των δύο Τούρκων που απεπειράθησαν να δραπετεύσουν. Παρακάτω καταγράφεται η συνεδρίαση του Στρατοδικείου και η αθώωση του κατηγορουμένου.

"Χθες το Στρατοδικείο εξεδίκασε την εναντίον του εν φρουρίω προ (6) μηνών κρατουμένου ιερομονάχου Ευγενίου, Κρητός, κατηγορία επί αναιρέσεσι λαβούσης χώραν την 14ην Φεβρουαρίου 1912 εις θέσιν Εαδαρανήφορος" (...).

Ο μάρτυς της υπερασπίσεως κατέθεσεν ότι ο ιερεύς απήλθε εις Εέραν τη αδεία του αξιωματικού του φρουρούντος εις «Γαδαρανήφορον».

Καλείται είτα εις απολογίαν ο κατηγορούμενος, διηγείται πώς και διατί ήλθεν εις Μυτιλήνη, πώς ωπλίσθη υπό αξιωματικού ίνα τεθεί επί κεφαλής σώματος ενόπλων, πώς μετέβη εις Εέραν και παρέλαβε παρά της Δημογεροντίας (31) στοιχεία επικίνδυνα εις την τάξιν και την ασφάλειαν του τόπου μετά των γυναικών τινών βία εξισλαμηθεισών άλλοτε.

Εκθέτει πώς έγινε ο φόνος, πώς ευρέθη εν αμύνη κατά του αθίγγανου θελήσαντος να επιτεθεί κατ' αυτού και να δραπετεύσει και διά τούτο φονευθέντος, πώς είτα ο έτερος έσπευσεν εν τω σκότει να εξαφανισθεί και εφόνευσεν εις την τριπλήν αυτού διαταγήν όπως σταθεί και πώς επί τέλους ηναγκάσθη να πυροβολήσει προς την διεύθυνση εξ ης ήρχετο ο κρότος των οπλών ίππου και τον φονεύσει.

Ο κατηγορούμενος υποστηρίζει ότι, λαβών εντολήν να κομίσει τους αιχμαλώτους και έχων οιωνεί στρατιωτικήν αποστολήν, εφρόνει ότι έπραττεν το καθήκον του, διά την εκτέλεσιν δε ταύτην αναμένει την απόφαση του Δικαστηρίου.

Η απολογία του υπήρξε πειστική και ζωηρά. Μετά πεντάλεπτον διάλειμμα τον λόγον λαμβάνει ο Β. Επίτροπος κ. Κων/νος Μελάς, υποστηρίξας το κατηγορητήριο ευφραδώς και ζητήσας να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος.

Καταλήγων εξώρκιζε το δικαστήριον να λάβη υπ' όψιν την τότε κατάστασιν και την ιερατικήν ιδιότητα του κατηγορουμένου και να μην αθωώσει αυτόν (...).

Μετά ημίωρον επανήλθε το δικαστήριον και της φρουράς παρουσιαζώσης όπλα απήγγειλεν ο πρόεδρος την απόφασιν καθ' ήν ο ιερομόναχος Ευγένιος εκηρύχθη αθώος διά ψήφων (3) υπέρ και κατά (2).

Ζωηρά χειροκροτήματα και ζητωκραυγαί διεδέχθησαν την απαγγελίαν της αποφάσεως.

Ο ιερομόναχος-οπλαρχηγός Ευγένιος Ιωάν. Πανακάκης, παρά την πικρίαν που τον πότισε ηθελημένα ή άθελά του ο διορισθείς από τον τότε υπουργόν των Ναυτικών Νικόλαον Στράτον, στρατιωτικό διοικητή Μυτιλήνης, υποπλοίαρχος Κων/νος Μελάς, συνέχισε με τα παλληκάρια του, τους αντάρτες του, τον απελευθερωτικόν αγώνα μέχρι πλήρους απελευθερώσεως της νήσου Λέσβου από τον τουρκικό ζυγό».

Ελληνοβουλγαρικός πόλεμος

Οι κομιτατζήδες, τα βασανιστήρια και το φρικτό τέλος

Τη 17η/6/1913 κηρύσσεται ο Ελληνοβουλγαρικός πόλεμος. Ο ιερομόναχος-οπλαρχηγός Ευγένιος Πανακάκης με το σώμα του φεύγει από την απελευθερωμένη Μυτιλήνη και περνά στη Μακεδονία.

Εκεί, σε συνεργασία με τον Ελληνικό Στρατό, αναλαμβάνει την καταδίωξη των Βουλγάρων-κοτζαμπάσηδων (ανταρτών) και μεταβαίνει στην περιοχή της Προσοτσάνης-Δράμας, όπου οι κομιτατζήδες ενοχλούσαν σοβαρά τον Ελληνικό Στρατό.

Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες στην περιοχή αυτή είναι πολλοί. Το έργο του Ευγενίου είναι δύσκολο κι επικίνδυνο. Όμως ο Ευγένιος και τα παλικάρια του δε λογαριάζουν εμπόδια και κινδύνους. Καταδιώκουν τους κομιτατζήδες, και το αντάρτικο σώμα του Κρητικού παπά έγινε ο τρόμος και ο φόβος των Βουλγάρων, οι οποίοι ετρέποντο σε άτακτη φυγή, ακόμα και όταν κυκλοφορούσε η φήμη ότι πλησίαζε στα κρησφύγετά τους.

Η εξόντωση μεγάλου αριθμού κομιτατζήδων και ο εξαναγκασμός των υπολοίπων, αντί να δρουν κατά των Ελλήνων, να κρύπτονται για ν' αποφύγουν την εξόντωσή των εδημιούργησε στους αρχικομιτατζήδες σοβαρότατο πρόβλημα.

Γι' αυτό το λόγο αποφάσισαν συνεργαζόμενοι όλοι μαζί να τον χτυπήσουν την κατάλληλη στιγμή και να τον εξοντώσουν. Προς το σκοπό αυτό, οι Βουλγαρίζοντες της περιοχής παρακολουθούσαν τις κινήσεις του αντάρτικου σώματος του Κρητικού παπά και ειδοποιούσαν τους Βούλγαρους κομιτατζήδες.

Ο Κρητικός παπάς και τα παλικάρια του κινούνταν συνεχώς καταδιώκοντας τους Βουλγάρους, είχαν πολύ κουραστεί κι απεφάσισαν να ξεκουραστούν λίγο.

Στην περιοχή Προσοτσάνης, επανερχόμενος από αναρρωτική άδεια, ο συγχωριανός και συμπέθερός του στρατιώτης Γεώργιος Κων. Μπριτζολάκης κατευθυνόμενος στη μονάδα του συνάντησε τον Ευγένιο.

Εκεί, όλως αυτοβούλως, ο Γεώργιος Κ. Μπριτζολάκης εντάχθηκε στο αντάρτικο σώμα του Ευγένιου, αφού μαζί του θα πολεμούσε τους Βούλγαρους, και έγραψε σχετική επιστολή στην αδελφή του Πελαγία.

Στο χωριό Παλαιό Καλοπότι (σήμερον Πανόραμα), στο εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου, τέλη Ιουνίου αρχές Ιουλίου 1913 αποφάσισαν ο Ευγένιος με τους άνδρες του να διανυκτερεύσουν εκεί.

Την παραμονή των αυτήν πληροφορήθηκε ο αρχικομιτατζής Πανίτσα κι έκρινε τη θέση κατάλληλη να τον χτυπήσουν και προσκάλεσε να προστρέξουν προς αυτόν όλοι οι κομιτατζήδες της ευρύτερης περιοχής.

Μεγάλη δύναμη Βουλγάρων κομιτατζήδων πλέον των (200) εκύκλωσε το εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου κι άρχισε ολονύκτιος σκληρός και αιματηρός πόλεμος.

Το Ελληνικό Αντάρτικο Σώμα του Κρητικού παπά περικυκλωμένο από παντού μαχόταν ηρωικά αναμένοντας βοήθεια και ενίσχυση από τον Ελληνικό Στρατό ή από άλλο αντάρτικο σώμα. Όμως βοήθεια δεν έφτασε ποτέ. Το αίμα των αγωνιστών έρρεε άφθονο.

Τα ξημερώματα, όσοι εκ των αμυνομένων είχαν μείνει ζωντανοί και όσοι τραυματίες μπορούσαν να περπατήσουν απεφάσισαν να ενεργήσουν έξοδο, να διασπάσουν την πολιορκία και αν εσώζονταν να ενωθούν με τον Ελληνικό Στρατό ή με τα άλλα αντάρτικα σώματα.

Η έξοδος έγινε, μα οι εχθροί ήσαν πολλοί και όσοι δε σκοτώθηκαν πιάστηκαν ζωντανοί και βασανίστηκαν από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες, στην κυριολεξία κατακρεουργήθηκαν.

Μεταξύ εκείνων που πιάστηκαν ζωντανοί ήταν ο ιερομόναχος Ευγένιος Ιωαν. Πανακάκης και ο στρατιώτης Γεώργιος Κων. Μπριτζολάκης κι ένας ακόμη αντάρτης αγνώστων στοιχείων από το Λαγκαδά της Μακεδονίας. Και οι τρεις αυτοί μαρτύρησαν στην κυριολεξία από τα βασανιστήρια που υπέστησαν και στο τέλος εσφαγιάσθησαν και τους πέταξαν μέσα στο παρακείμενο πηγάδι.

Τα σκληρότερα βασανιστήρια υπέστη ο ιερομόναχος-οπλαρχηγός Ευγένιος Ιωαν. Πανακάκης, ο Ελληνοχριστιανός καλόγερος, ο φλογερός και αγνός πατριώτης, ο θαρραλέος και ο τολμηρός ήρως Εθνομάρτυρας για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδας την ελευθερία.

Στο Παλαιό Καλοπότι (σημερινό Πανόραμα) το 1937 υπηρετούσε στο Δημοτικό Σχολείο η δασκάλα Αμπατζή και σε απάντηση επιστολής του Εμμαν. Κων. Μπριτζολάκη, αδελφού του φονευθέντος, έγραφε: «Κατά τις πληροφορίες μου, στο εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου έγινε μεγάλη μάχη μεταξύ του ελληνικού Αντάρτικου Σώματος και των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Εκεί περικυκλώθηκαν κι έπεσαν όλοι, καθώς και ο επικεφαλής τους Κρητικός παπάς».

Τέλος, το από 12/8/1997 έγγραφο τού τότε προέδρου της Κοινότητας Πανοράματος Δράμας έγραφε: «Προς τον υπογράφοντα το παρόν βιογραφικό του Εθνομάρτυρα Ευγενίου Ιωάν Πανακάκη:

"Σε απάντηση των δύο επιστολών σας, σας γνωρίζουμε ότι μετά από έρευνα που κάναμε το μόνο που καταφέραμε να μάθομε είναι ότι: Στο εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου, στην είσοδό του είναι θαμμένος ένας παπάς, του οποίου δε γνωρίζει κανείς το όνομά του. Δεν υπάρχουν πληροφορίες, γιατί οι κάτοικοι στο σύνολό τους είναι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στο χωριό μας μετά το 1920. Οι ντόπιοι που υπήρχαν εδώ βρίσκονται στη Βουλγαρία"».

Ο Επίσκοπος Αρκαδίας το 1998, ερωτηθείς σχετικώς, απήντησε ότι ουδέν προκύπτει από τα αρχεία της Επισκοπής. Μόνο ο Αρχιμανδρίτης-Πρωτοσύγκελος της Μητροπόλεως Γορτύνης και Αρκαδίας Χρυσόστομος Παπαδάκης σε ερώτησή μου ασχολήθηκε με τον Εθνομάρτυρα Ευγένιο Ιωάν. Πανακάκη και συμπληρώνοντας την έρευνά μου δημοσίευσε στην εφημερίδα "Αντίλαλος της Μεσαράς" την 25η Νοεμβρίου 2003 κείμενο με τον τίτλο "Ευγένιος Πανακάκης, ο Εθνομάρτυρας Αρχιμανδρίτης, αδελφός της Ιεράς Μονής Κουδουμά", τη βιογραφία του, και τον ευχαριστούμε θερμά.

Μεγαλείο ψυχής: Νέα στοιχεία για τον ήρωα Κρητικό παπά

Προ ημερών (31/5/2016), ο συγχωριανός μου Κων/νος Δημ. Καρτσάκης, συνταξιούχος εκπαιδευτικός-συγγραφέας, ύστερα από έρευνα που έκανε ο ίδιος προέκυψαν νέα στοιχεία για τη δράση του Εθνομάρτυρα Ευγενίου και μου απέστειλε αρκετές φωτοτυπίες εγγράφων και δημοσιευμάτων της εποχής εκείνης, αλλά και φωτογραφίες σχετικές, που τις απέστειλε σ' εκείνον ο επίσης εκπαιδευτικός συνταξιούχος καθηγητής από τη Λέσβο, ο φίλος κ. Άρης Κυριαζής, ο οποίος έχει ερευνήσει και καταγράψει τα ιστορικά γεγονότα της απελευθέρωσης της Λέσβου από τον τουρκικό ζυγό.

Σε όλα αυτά τα έγγραφα φανερώνονται ανάγλυφα το μεγαλείο της ψυχής του και ο αγνός πατριωτισμός. Για όλα αυτά τα στοιχεία που μας κόμισε ο κ. Αριστείδης Κυριαζής τον ευχαριστούμε ιδιαιτέρως και από καρδιάς και τον θεωρούμε από τούδε επιστήθιο φίλο μας.

Ο κ. Κων/νος Καρτσάκης του Δημ. έριξε την ιδέα προκειμένου να τιμηθεί ο Εθνομάρτυρας Ευγένιος Ιωάν. Πανακάκης για την προσφορά και την αυτοθυσία του υπέρ της πατρίδας, να στηθεί μια προτομή του στην πλατεία του Αγίου Αντωνίου στο Σχοινιά και στην είσοδο του Ενοριακού Πνευματικού Κέντρου, για να τιμηθεί δεόντως ο ήρως Ευγένιος, αλλά και προς εθνικό φρονηματισμό των επερχόμενων γενιών, για να μη λησμονήσουν ποτέ πως η πατρίδα αυτή που λέγεται Ελλάδα στήθηκε με ποταμούς αιμάτων ανωνύμων και επωνύμων Εθνομαρτύρων.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News