default-image

Όπλα, ανθρώπινα δικαιώματα και δημόσια υγεία [ι]

Απόψεις
Όπλα, ανθρώπινα δικαιώματα και δημόσια υγεία [ι]

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Noam Chomsky, Εξουσία και Τρομοκρατία [έκδοση ΠΑΤΑΚΗΣ, 2010, μετάφραση Σώτης Τριανταφύλλου, σελίδες 57-65].

Ομιλία υπό την αιγίδα της Ένωσης Μουσουλμάνων Φοιτητών της Ιατρικής Σχολής «Άλμπερτ Αϊνστάιν» και άλλων, στο Ιατρικό Κέντρο Μοντεφιόρι, στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, στις 25 Μαΐου 2002- ακολουθεί απόσπασμα από τη συζήτηση με το κοινό.

Αυτό που θα ήθελα να συζητήσουμε σήμερα είναι ο ρόλος των ΗΠΑ στον κόσμο-ποιος είναι αυτή τη στιγμή, πώς ενδέχεται να εξελιχθεί στο μέλλον. Οι λόγοι για τους οποίους εστιάζουμε την προσοχή μας στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι προφανείς, άρα η αναφορά τους ίσως μοιάζει περιττή. Ωστόσο, θα τους αναφέρω. Ο πιο προφανής λόγος είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν την πιο αποφασιστική δύναμη στον κόσμο. Διαθέτουν συντριπτική στρατιωτική ισχύ και άλλες μορφές εξουσίας. Έχουν καθοριστικό αντίκτυπο σε οτιδήποτε συμβαίνει στη σύγχρονη παγκόσμια ιστορία.

Ο δεύτερος λόγος είναι, φυσικά, ότι βρισκόμαστε εδώ, στην Αμερική. Τυχαίνει να απολαμβάνουμε ένα ασυνήθιστα μεγάλο βαθμό ελευθερίας του λόγου στις Ηνωμένες Πολιτείες, πράγμα που, για τους περισσότερους από μας, αποτελεί προνόμιο. Αυτό συνεπάγεται τεράστια ευθύνη για τις πράξεις μας και για την επιρροή μας στην πολιτική. Ακόμα κι αν δεν ίσχυε ότι πρόκειται μακράν για την πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο, αυτή η ευθύνη θα μας απασχολούσε ή θα έπρεπε πρωτίστως να μας απασχολεί.

Ζητώ συγνώμη και μόνο που το αναφέρω. Πρόκειται για κάτι πασιφανές που δεν έπρεπε να χρήζει επισήμανσης, και το αναφέρω μόνο και μόνο επειδή όποτε προσπαθούμε να ακολουθήσουμε αυτή την πασιφανή πορεία, αναγνωρίζοντας τις πιο στοιχειώδεις πολιτικές και ηθικές αυταπόδεικτες αλήθειες, προκαλούμε τις πιο ενδιαφέρουσες αντιδράσεις. Δεν θα το αναπτύξω, αν και αξίζει τον κόπο.

Ένας τρόπος υπολογισμού του ρόλου των ΗΠΑ στον κόσμο - υπάρχουν πολλοί— είναι η εξέταση της αμερικανικής βοήθειας, και πιο συγκεκριμένα, της στρατιωτικής βοήθειας στο εξωτερικό.

Το θέμα αυτό δεν είναι και τόσο ελκυστικό επειδή, όπως είναι γνωστό, η αμερικανική βοήθεια στο εξωτερικό είναι, αντίθετα απ' ό,τι πιστεύεται, η πιο τσιγκούνικη σε σύγκριση με τις άλλες βιομηχανικές χώρες. Κι αν αφαιρεθεί η συνιστώσα που αφορά μια πλούσια χώρα και μια μεσαία χώρα (λόγω της σχέσης της με την πλούσια χώρα), δηλαδή το Ισραήλ και την Αίγυπτο, δεν μένουν σπουδαία πράγματα. Ωστόσο, ακόμα κι αν συνυπολογιστούν τα πάντα, και πάλι μιλάμε για πενιχρή υπόθεση, για ψίχουλα. Και η κατάσταση ολοένα χειροτερεύει.

Παρ' όλα αυτά, υπάρχει κάποια βοήθεια, και, για την ακρίβεια, κάμποση στρατιωτική βοήθεια. Κι αυτό αξίζει να το δούμε, επειδή δίνει μια εικόνα του τι κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στον κόσμο- δεν είναι η μοναδική εικόνα, είναι όμως μια καλή εικόνα. Η σχέση μεταξύ αμερικανικής βοήθειας και εξωτερικής πολιτικής έχει αποτελέσει θέμα ακαδημαϊκής εργασίας. Μία γνωστή μελέτη του κορυφαίου ερευνητή για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Λατινική Αμερική Λαρς Σουλτς, του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, αφορά την αμερικανική βοήθεια στη Λατινική Αμερική. Παραθέτω: «Η αμερικανική βοήθεια ρέει σε καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής ανάλογα με το βαθμό βασανισμού των πολιτών τους [...], απευθύνεται στους στυγερούς παραβάτες των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων αυτού του ημισφαιρίου». Αυτά, προ εικοσαετίας.

Γύρω στην ίδια εποχή ο 'Εντουαρντ Χέρμαν, συνεργάτης μου και οικονομολόγος στη Σχολή Γουόρτον του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, διεξήγαγε παγκόσμια έρευνα σχετικά με το ίδιο θέμα, με επίκεντρο το συσχετισμό αμερικανικής εξωτερικής βοήθειας και βασανιστηρίων. Αν ρίξετε μια ματιά στα αρχεία της Διεθνούς Αμνηστίας για τα βασανιστήρια και την αμερικανική εξωτερική πολιτική, θα συμπεράνετε ότι ο συσχετισμός είναι άμεσος. Βέβαια, οι στατιστικοί συσχετισμοί δεν μας δίνουν πληροφορίες για την αιτιότητα. Και θεωρείται απίθανο να τρέφει η αμερικανική κυβέρνηση κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα βασανιστήρια αυτά καθαυτά. Επομένως ο Χέρμαν προχώρησε σε μια καινούργια μελέτη, πολύ πιο διαφωτιστική: ερεύνησε τη σχέση της αμερικανικής βοήθειας με άλλους παράγοντες, αποδεικνύοντας ότι ένας από τους καλύτερους συσχετισμούς αφορούσε την αμερικανική βοήθεια και τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος. Όταν μια χώρα βελτιώνει τις ευκαιρίες των επενδυτών για άντληση πηγών και ούτω καθεξής, αυξάνεται αναλόγως και η εξωτερική βοήθεια που λαμβάνει. Αυτή η συσχέτιση είναι πολύ φυσική και απολύτως λογική. Αυτή την κατεύθυνση έπρεπε να περιμένει κανείς από την αμερικανική πολιτική, κι αυτή είναι η κατεύθυνση της. Το γεγονός ότι η βοήθεια σχετίζεται με τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος δεν μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση.

Πώς βελτιώνεται λοιπόν το επενδυτικό κλίμα σε μια τριτοκοσμική χώρα; Μία από τις καλύτερες μεθόδους είναι οι δολοφονίες οργανωτικών συνδικαλιστών και λαοφιλών ηγετών, οι βασανισμοί ιερέων, οι σφαγές χωρικών, η υπονόμευση κοινωνικών προγραμμάτων και ούτω καθεξής. Συνήθως τέτοια πράγματα βελτιώνουν το επενδυτικό κλίμα. Επιπλέον, προκαλούν μια δευτερεύουσα συσχέτιση, την οποία αποκάλυψε ο Λαρς Σουλτς, δηλαδή μεταξύ αμερικανικής βοήθειας και παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κι αυτή, κατά πάσα πιθανότητα, είναι η εξήγηση. Όχι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Απλώς αυτές αποτελούν φυσικό επακόλουθο εκείνου που πραγματικά τις ενδιαφέρει και του τρόπου με τον οποίο μπορούν να πετύχουν τους στόχους τους.

Αυτά, επαναλαμβάνω, προ εικοσαετίας. Την εποχή που δημοσιεύτηκαν οι παραπάνω μελέτες εξελέγη η κυβέρνηση Ρέιγκαν, όπως θα θυμάστε. Η κυβέρνηση Ρέιγκαν ανέλαβε την εξουσία ανακοινώνοντας με τον πλέον σαφή τρόπο ότι το πρώτιστο καθήκον της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ θα ήταν ο «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας». Και επικεντρώθηκε στη λεγόμενη, κατά την έκφραση του υπουργού Εξωτερικών Τζορτζ Σουλτς, διαβολική μάστιγα της τρομοκρατίας», μια μάστιγα που έσπειραν «οι αχρείοι πολέμιοι του ίδιου του πολιτισμού» με στόχο την «επάνοδο της βαρβαρότητας στη σύγχρονη εποχή».

Ο Τζορτζ Σουλτς, που θεωρήθηκε μάλιστα από τους μετριοπαθείς της κυβέρνησης Ρέιγκαν, συνέχισε λέγοντας ότι η τρομοκρατία έπρεπε να αντιμετωπιστεί με ισχύ και βία, και όχι με ουτοπικές νομικίστικες μεθόδους όπως η διπλωματία, οι διαπραγματεύσεις και ούτω καθεξής, που αποτελούσαν σημάδι αδυναμίας.

Η κυβέρνηση Ρέιγκαν δήλωσε ότι ο πόλεμος θα επικεντρωνόταν σε δύο περιοχές όπου το συγκεκριμένο έγκλημα είχε πάρει τις μεγαλύτερες διαστάσεις, δηλαδή στην Κεντρική Αμερική και στη Μέση Ανατολή. Ας δούμε τώρα τα αποτελέσματα.

Τι έγινε στην Κεντρική Αμερική και στη Μέση Ανατολή; Να θυμάστε ότι εξακολουθούμε να εξετάζουμε τη συσχέτιση αμερικανικής βοήθειας και άλλων τομέων της πολιτικής. (Παρεμπιπτόντως, αναφέρω ότι η μελέτη του Λαρς Σουλτς επισήμαινε το συσχετισμό μεταξύ των κατάφωρων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της στρατιωτικής βοήθειας. Η βοήθεια ήταν ανεξάρτητη από την ανάγκη για βοήθεια, και ο Λαρς Σουλτς το επαλήθευσε. Η μελέτη του κάλυψε την περίοδο από την προεδρία Κάρτερ μέχρι το 1980. Απ' ό,τι φαίνεται, η αμερικανική πολιτική σ' αυτό το ζήτημα εφαρμόστηκε με τον ίδιο τρόπο κατά την προεδρία Κάρτερ όσο και κατά την προεδρία Ρέιγκαν, παρά τη ρητορική του Κάρτερ για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων).

Λοιπόν, τι διαδραματίστηκε στην Κεντρική Αμερική και στη Μέση Ανατολή τη δεκαετία του '80, στη διάρκεια του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας»; Είναι απλό: η Κεντρική Αμερική μετατράπηκε σε νεκροταφείο. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σφαγιάστηκαν —περίπου διακόσιες χιλιάδες—, ενώ είχαμε πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και ορφανά... Σημειώθηκαν ασύλληπτης έκτασης βασανιστήρια και κάθε είδους βαναυσότητες.

Σε μία απ' αυτές τις χώρες, στη Νικαράγουα, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγκάστηκαν να επιτεθούν με όπλα μαζικής καταστροφής, επειδή δεν είχαν τον απαραίτητο στρατό για να ασκήσουν τρομοκρατία όπως έκαναν στις άλλες χώρες. Η αμερικανική επίθεση κατά της Νικαράγουα προκάλεσε δεκάδες χιλιάδες θύματα, και η χώρα κυριολεκτικά ερειπώθηκε. Τώρα είναι η δεύτερη φτωχότερη χώρα στο ημισφαίριο, και ίσως να μη συνέλθει ποτέ από τη λαίλαπα. Επειδή στη συγκεκριμένη περίπτωση οι Ηνωμένες Πολιτείες επιτέθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα, κι όχι μόνο στον πληθυσμό της χώρας (όπως στο Σαλβαδόρ, στη Γουατεμάλα και στην Ονδούρα), η Νικαράγουα προσέφυγε στον τρόπο αυτοάμυνας που δικαιούνται να προσφύγουν όλα τα κράτη του κόσμου.

Αντέδρασε όπως υποτίθεται ότι πρέπει να αντιδράσει ένα νομοταγές κράτος μπροστά στην ολομέτωπη αμερικανική τρομοκρατία: προσέφυγε στους διεθνείς οργανισμούς. Η Νικαράγουα προσέφυγε πρώτα στο Διεθνές Δικαστήριο, το οποίο καταδίκασε τις Ηνωμένες Πολιτείες για «τρομοκρατία σε διεθνή κλίμακα», για «παράνομη χρήση βίας» και για παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Ζήτησε από την αμερικανική κυβέρνηση να σταματήσει τις εγκληματικές πράξεις και να πληρώσει βαρύτατες αποζημιώσεις.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες απάντησαν με άμεση κλιμάκωση του πολέμου (με διακομματική υποστήριξη, παρεμπιπτόντως) και, για πρώτη φορά, έδωσαν εντολή για επίθεση σε λεγόμενους «μη στρατιωτικούς στόχους» — νοσοκομεία, αγροτικούς συνεταιρισμούς και ούτω καθεξής. Αυτό συνεχίστηκε ώσπου ο λαός ψήφισε τον υποψήφιο που ήταν εγκάθετος των ΗΠΑ [τη Βιολέτ Τσαμόρρο, η οποία ήταν πρώην μέλος των Σαντινίστας], και η τρομοκρατία έληξε το 1990.

Μετά την απόρριψη της απόφασης του Διεθνούς Δικαστηρίου από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών, η Νικαράγουα κατέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα καταδικάζονταν από το Συμβούλιο Ασφαλείας, αλλά βέβαια οι ΗΠΑ άσκησαν βέτο στην απόφαση, η οποία ζητούσε τη συμμόρφωση όλων των κρατών στο διεθνές δίκαιο. Θα δυσκολευτείτε ιδιαίτερα να βρείτε οποιαδήποτε αναφορά στον Τύπο για όλα αυτά που λέω, γεγονός που έχει να κάνει με την πρώτη φάση του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας» και που προφανώς δεν είναι άσχετο.

Τι έγινε με τις άλλες χώρες της Κεντρικής Αμερικής; Αυτές την πλήρωσαν πολύ πιο ακριβά απ' ό,τι η Νικαράγουα. Στη Νικαράγουα ο στρατός υπερασπιζόταν το λαό. Στις άλλες χώρες η τρομοκρατική δύναμη που επιτέθηκε κατά του λαού ήταν ο ίδιος στρατός. Στο Σαλβαδόρ και στη Γουατεμάλα η κατάσταση ήταν ακόμα χειρότερη απ' ό,τι στη Νικαράγουα την ίδια εποχή. Στην πραγματικότητα, το Σαλβαδόρ έγινε ο κύριος αποδέκτης της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας εκείνη την εποχή (αφήνοντας στην άκρη το Ισραήλ και την Αίγυπτο, που αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία). Οι χειρότερες φρικαλεότητες έγιναν εκεί. Και ο «αντιτρομοκρατικός πόλεμος» στέφθηκε με επιτυχία. Αν θέλετε να μάθετε πόσο πέτυχε, αρκεί να ρίξετε μια ματιά στα έγγραφα που παρουσίασε το διαβόητο School of the Americas [μια στρατιωτική σχολή με έδρα το Φορτ Μπέννιγκ της Τζόρτζια, η οποία εκπαιδεύει Λατινοαμερικάνους κομάντος και μισθοφόρους].Ένα από τα συνθήματα τους - επιχειρήματα, κατ' αυτούς— ήταν (παραθέτω τα λεγόμενα τους) ότι ο αμερικανικός στρατός «βοηθούσε στην καταπολέμηση της "θεολογίας της απελευθέρωσης"».

Το θεωρώ αρκετά ακριβές. Ένας από τους κύριους στόχους του αμερικανικού «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας» ήταν η Καθολική Εκκλησία, η οποία είχε κάνει το μοιραίο σφάλμα να στραφεί προς το λεγόμενο «προνομιακό δικαίωμα των φτωχών», και κατά συνέπεια έπρεπε να τιμωρηθεί. Το Σαλβαδόρ αποτελεί τραγικό παράδειγμα.

Η δεκαετία του '80 ξεκίνησε με τη δολοφονία ενός αρχιεπισκόπου. Τελείωσε με τη δολοφονία έξι κορυφαίων ιησουιτών διανοουμένων. Και ο αμερικανικός στρατός καταπολέμησε τη «θεολογία της απελευθέρωσης».

Ένα ενδιαφέρον στοιχείο της κουλτούρας των δικών μας διανοουμένων είναι ότι κανείς δεν έχει την παραμικρή ιδέα. Κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου. Αν δολοφονούνταν έξι κορυφαίοι Τσέχοι διανοούμενοι κι ένας αρχιεπίσκοπος με την υποστήριξη της Ρωσίας, από δυνάμεις εξοπλισμένες και εκπαιδευμένες στη Ρωσία, θα το μαθαίναμε, θα ξέραμε τα ονόματα τους και θα διαβάζαμε τα βιβλία τους. Όμως μπορείτε να κάνετε ένα μικρό πείραμα και να ρωτήσετε όσους καλλιεργημένους ανθρώπους γνωρίζετε να σας πουν έστω και τα ονόματα των ιησουιτών διανοητών-τους κορυφαίους διανοούμενους της Λατινικής Αμερικής που δολοφονήθηκαν από τις επίλεκτες δυνάμεις τις οποίες εμείς εξοπλίσαμε και εκπαιδεύσαμε-ή του αρχιεπισκόπου ή κάποιου από τα άλλα εβδομήντα χιλιάδες θύματα, τα περισσότερα απ' τα οποία ήταν χωρικοί, ως συνήθως. Ξέρετε την απάντηση και χωρίς να ρωτήσετε, κι αυτό μας δίνει κάποιες πληροφορίες για τον εαυτό μας, κάτι που αξίζει να το γνωρίζουμε.

Αυτή είναι λοιπόν η επιτυχία του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας» στην Κεντρική Αμερική, που ήταν άλλωστε ο πρώτος στόχος.

Πηγή: gfragoulis

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News