default-image

Ο γαλλογερμανικός πόλεμος - Analyst.gr

Απόψεις
Ο γαλλογερμανικός πόλεμος - Analyst.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μέχρι πρόσφατα, δεν είχε εκλεγεί ποτέ πρωθυπουργός στην Ελλάδα, πρόεδρος ενός μάλλον ανεπαρκούς, άπειρου, αριστερίζοντος και μη συνεκτικού κόμματος, ο οποίος να έχει πει, μη συνειδητά ίσως, τόσα πολλά τερατώδη ψέματα - μέσα από μία ατελείωτη σειρά υπερβολικών προεκλογικών υποσχέσεων και δεσμεύσεων που δεν ήταν δυνατόν να τηρηθούν.

Δεν θυμόμαστε επίσης κάποιον Έλληνα ηγέτη, ο οποίος να έχει κάνει τόσα πολλά λάθη, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα - παροιμιώδη σφάλματα που κόστισαν άδικα δεκάδες δισεκατομμύρια στη χώρα του. Ταυτόχρονα όμως, ο πρωθυπουργός είναι μακράν ο πιο τυχερός διαχρονικά, για τους εξής τουλάχιστον λόγους:

(α) Έχει απέναντι του μία ευρύτερη αντιπολίτευση που για πρώτη φορά συντάχθηκε μαζί του, ψηφίζοντας το δυσμενέστερο όλων των μνημονίων (άρθρο) - με αποτέλεσμα να εμποδίσει η ίδια την εύλογη ανατροπή του, να «καθαρίσει» την παράταξη του από τους «αντιφρονούντες», καθώς επίσης να εξουδετερώσει από μόνη της τις δικές της ελπίδες να συνδράμει ενεργητικά στη διακυβέρνηση της χώρας.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα περισσότερα μικρά κόμματα «κατάντησαν» με δική τους ευθύνη υποχείριο του, περιμένοντας ένα απλό του νεύμα για να συνεργαστούν - γεγονός που ασφαλώς πανικοβάλλει, τρομοκρατεί καλύτερα τη συγκυβερνούσα παράταξη, η οποία υποχρεώθηκε  ουσιαστικά στο ρόλο ενός άβουλου «πιονιού», έρμαιο στις διαθέσεις του σκακιστή.

Όσον αφορά δε το «πάλαι ποτέ» ισχυρό σοσιαλιστικό κόμμα, δεν έχουν «απορροφηθεί» μόνο τα στελέχη και οι εκλογείς του αλλά, επίσης, η ιδεολογία του, όπως και οι συνεργαζόμενες μαζί του παρατάξεις στην Ευρώπη - μετά την αριστοτεχνική κυβίστηση του πρωθυπουργού, ο οποίος είχε την τύχη να τα καταφέρει, χωρίς να χαθεί το αριστερό «άρωμα» του.

(β)  Αντιμετωπίζει μία αξιωματική αντιπολίτευση που δεν είναι σε θέση να αναδείξει στις εσωκομματικές εκλογές έναν μελλοντικό υποψήφιο πρόεδρο τουλάχιστον μη γραφικό, μη νεοφιλελεύθερο, μη παιδαριώδη και μη φθαρμένο, με μηδενικές ηγετικές ικανότητες - ενώ έχει χάσει εντελώς τον πολιτικό προσανατολισμό της.

(γ)  Ηγείται ενός λαού που έχει αποδεχθεί για πρώτη φορά αμαχητί την ήττα του από τους δανειστές, θεωρώντας πλέον νομοτελειακά τα μνημόνια, τις ιδιωτικοποιήσεις, τους υπερβολικούς φόρους και τις μειώσεις των εισοδημάτων του - ενώ κατηγορεί τον εαυτό του για λάθη που ασφαλώς δεν έκανε, όπως συμβαίνει με όλους τους ηττημένους, αρνούμενος ή φοβούμενος να αντισταθεί στην επερχόμενη ληστεία του (κατασχέσεις, πλειστηριασμοί, ενδεχομένως κούρεμα καταθέσεων κοκ.).

(δ)  Η εφαρμογή του μνημονίου συνέπεσε με το μεγαλύτερο σκάνδαλο όλων των εποχών στη Γερμανία, λόγω του οποίου αναγκάσθηκε να σιωπήσει τόσο η καγκελάριος, όσο και ο υπουργός οικονομικών της, ηττώμενοι κατά κράτος από τις Η.Π.Α. (ανάλυση) - οπότε οι ελπίδες για μία καλύτερη αντιμετώπιση της Ελλάδας κλιμακώνονται, κυρίως στο θέμα της διαγραφής χρέους, με παραδόξως καλύτερο συνήγορο όλων το ΔΝΤ.

(ε)  Η εκλογή του συνέβη σε μία εποχή που η Ευρώπη κινδυνεύει να πνιγεί από τα κύματα των μεταναστών λόγω του πολέμου στη Συρία, ευρύτερα στη Μέση Ανατολή - με αποτέλεσμα να αναβαθμισθεί από πολλές διαφορετικές πλευρές η γεωπολιτική σπουδαιότητα  της Ελλάδας, ειδικά όσον αφορά τις Η.Π.Α. και τη Ρωσία.

(στ)  Ο πρόεδρος της Γαλλίας, μη έχοντας πλέον τη στήριξη του λαού του, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να χάσει τις εκλογές του 2017 από το «Εθνικό Μέτωπο», αποφάσισε επί τέλους να ορθώσει το ανάστημα του απέναντι στη Γερμανία, τοποθετούμενος παράλληλα εναντίον της πολιτικής λιτότητας - γεγονός που θα βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό την Ελλάδα να αντιμετωπίσει το δεύτερο μεγάλο αδιέξοδο της μετά το χρέος, τη δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης δηλαδή, μέσω των επενδύσεων και της τόνωσης της ζήτησης.

Με κριτήριο όλα τα παραπάνω, ο πρωθυπουργός δεν είναι μόνο πολύ τυχερός αλλά, επίσης, ο ιδανικός συνεργάτης των δανειστών και της Ευρώπης - αφενός μεν επειδή είναι παντοδύναμος στη Βουλή, αφετέρου λόγω του ότι έχει «μπλοκάρει» κυριολεκτικά όλες τις εξόδους κινδύνου των Ελλήνων Πολιτών είτε προς τα αριστερά, είτε προς τα δεξιά.

Έχοντας αποδείξει λοιπόν πως η τύχη είναι σημαντικότερη από τις ικανότητες ή/και την εξυπνάδα, δεν είναι απίθανο να εξελιχθεί σε έναν νέο «Ερτογάν» - υπενθυμίζοντας πως ο συγκεκριμένος πρόεδρος «ξεπούλησε» την Τουρκία, καθιστώντας την αποικία των γερμανικών και αμερικανικών πολυεθνικών (άρθρο).

Η επίθεση της Γαλλίας

Περαιτέρω, ειδικά όσον αφορά τη Γαλλία, φαίνεται πως κατανόησε τελικά αυτό που επισημαίνουμε συνεχώς - τις τεράστιες ζημίες δηλαδή που προξενεί στην Οικονομία της το μισθολογικό dumping της Γερμανίας, όπως συμβαίνει με όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης (άρθρο).

Στα πλαίσια αυτά, δύο Γάλλοι οικονομολόγοι (M. Le Moigne, X. Ragot), κατηγορούν ευθέως τη Γερμανία για τα οικονομικά προβλήματα της χώρας τους - με βάση μία έρευνα τους, στην οποία εξετάζεται ο βαθμός που επηρέασε η μισθολογική πολιτική της γειτονικής χώρας τα οικονομικά μεγέθη της Γαλλίας, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, η αδύναμη άνοδος των μισθών στη Γερμανία είναι υπεύθυνη τουλάχιστον για το ήμισυ των διαφορών στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών των δύο χωρών - ενώ έχει αυξήσει την ανεργία στη Γαλλία κατά 2%, κάτι που δεν θα είχε συμβεί εάν η Γερμανία συμπεριφερόταν έντιμα απέναντι στους εταίρους, καθώς επίσης στους δικούς της εργαζομένους (ανάλυση).

Αναλυτικότερα, τα εμπορικά ισοζύγια (γράφημα), καθώς επίσης τα ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών των δύο χωρών, ως προς το ΑΕΠ τους, εξελίσσονταν ταυτόσημα περίπου τη δεκαετία του 1990, με ελαφρώς υψηλότερα πλεονάσματα για τη Γαλλία - ενώ άρχισαν να χάνουν την επαφή μεταξύ τους με αφετηρία το 2000, όπου η Γερμανία απόκτησε πολύ μεγάλα πλεονάσματα, ενώ η Γαλλία βυθίστηκε τελικά στα ελλείμματα.

Περαιτέρω, μετά το 2000 η Γαλλία εξελίχθηκε στη χώρα με τις μεγαλύτερες εισαγωγές στην Ευρώπη, ενώ η Γερμανία στη νούμερο ένα εξαγωγική οικονομία του πλανήτη - προφανώς όχι μόνο με το μισθολογικό dumping που υιοθέτησε το 2000 αλλά, επίσης, με απάτες, όπως τεκμηριώθηκε από τη Volkswagen, με τις δωροδοκίες πολιτικών (διαφθορά) που βιώσαμε στην Ελλάδα, έχοντας τη βοήθεια της δικής της «Διεθνούς Διαφάνειας» (ανάλυση) κοκ.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, πάντοτε κατά τους Γάλλους συναδέλφους μας, το έλλειμμα της Γαλλίας το 2014 ανήλθε στα -53,8 δις €, όταν το πλεόνασμα της Γερμανίας εκτοξεύθηκε στα +291,94 δις €. Παράλληλα, οι μέσες ονομαστικές αμοιβές των Γάλλων εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εισφορών στους ανταγωνιστικούς εξαγωγικούς τομείς, κυρίως δηλαδή στη βιομηχανία, αυξήθηκαν μεταξύ των ετών 1993 και 2012 κατά 70%, ενώ στον τομέα των υπηρεσιών κατά 52% - κάτι που ισοδυναμεί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, οπότε ήταν φυσιολογικές.

Αντίθετα, οι μέσες ονομαστικές αμοιβές (μαζί με τον πληθωρισμό) στη βιομηχανία της Γερμανίας αυξήθηκαν κατά 51%, ενώ στις υπηρεσίες μόλις κατά 10% - με αποτέλεσμα το κόστος ανά μονάδα προϊόντος στη Γερμανία να είναι χαμηλότερο, συγκριτικά με τη Γαλλία. Επίσης σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες, όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί - σε όρους πραγματικών μεγεθών.

Ως εκ τούτου, οι Γάλλοι συμπεραίνουν πως η Γερμανία είναι ένοχος για τις ασυμμετρίες που επιδείνωσαν τα οικονομικά μεγέθη της χώρας τους, η οποία διατηρήθηκε έντιμα στο μέσον όρο της Ευρωζώνης - κοντά στη μαύρη γραμμή του παραπάνω γραφήματος, η οποία έχει καθορισθεί ως στόχος από την Κομισιόν (ΕΚΤ).

Δημοσιονομική επεκτατική πολιτική αντί λιτότητα 

Περαιτέρω, οι Γάλλοι τοποθετούνται υπέρ μίας ισορροπημένης πολιτικής προσφοράς και ζήτησης, για να καταπολεμηθεί η μειωμένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της χώρας τους - θεωρώντας πως οι επενδύσεις των γαλλικών εταιρειών θα αυξηθούν, αποδίδοντας καρπούς μετά από πέντε χρόνια, εάν ενισχυθούν με τη μείωση της φορολογίας και των λοιπών επιβαρύνσεων τους (πολιτική της προσφοράς).

Βραχυπρόθεσμα όμως αυτού του είδους τα μέτρα είναι καταδικασμένα στην αποτυχία. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ενισχυθεί παράλληλα η ζήτηση, έτσι ώστε να ακολουθήσει αμέσως η ανάπτυξη, βασισμένη στην εσωτερική κατανάλωση της χώρας - οπότε να καταπολεμηθεί η ανεργία (πολιτική της ζήτησης).

Υπενθυμίζουμε εδώ πως οι Γάλλοι εργοδότες παραπονιούνται συνεχώς για το υψηλό κόστος εργασίας στη χώρα τους, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ανταγωνιστικότητα τους στις διεθνείς αγορές - ενώ η σημερινή σοσιαλιστική κυβέρνηση ψήφισε το προηγούμενο έτος την ονομαζόμενη «Συμφωνία Υπευθυνότητας», η οποία προβλέπει τη μείωση των κοινωνικών εισφορών κατά 40 δις €, μεταξύ των ετών 2015 και 2017.

Ο στόχος της είναι να αυξηθούν οι επενδύσεις, καθώς επίσης να προσλαμβάνονται περισσότεροι εργαζόμενοι από τις επιχειρήσεις - κάτι που φυσικά αποτελεί «όνειρο θερινής νυκτός» για την Ελλάδα, παρά το ότι βρίσκεται σε πολύ δυσμενέστερη θέση, έχοντας ανάγκη ακριβώς τα ίδια μέτρα με τη Γαλλία.

Εν τούτοις, κάτω από τις πιέσεις της Γερμανίας, ο Γάλλος υπουργός οικονομικών ανέβαλλε για τρεις μήνες τη μείωση των εισφορών που προβλέπονταν για τις αρχές του 2016 - λόγω των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού που παρουσίασε, με την ελπίδα πως θα εξοικονομήσει 1 δις €.

Ο προϋπολογισμός του 2016 όμως προβλέπει μεγάλες φορολογικές ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, της τάξης των 11 δις € συνολικά, καθώς επίσης προσλήψεις 8.000 επί πλέον δημοσίων υπαλλήλων - παρά το ότι η Γαλλία, με 5.400.000 δημοσίους υπαλλήλους, έχει στους τριπλάσιους συγκριτικά με τη Γερμανία (1.700.000).

Οι γερμανικές επιθέσεις

Αμέσως μετά την παρουσίαση του γαλλικού προϋπολογισμού η Γερμανία, ως συνήθως με τη βοήθεια των εντύπων της, ανέφερε με θράσος πως η Γαλλία διαθέτει μεν ικανούς managers, φιλόδοξους απόφοιτους Πανεπιστημίων, πολύ καλές υποδομές και μία πλούσια κουλτούρα, αλλά Πολίτες που κοιτούν προς τα πίσω, αναχρονιστικούς - αντί να συμβαδίζουν με τις προκλήσεις του μέλλοντος.

Επίσης ότι, επτά ολόκληρα χρόνια μετά το ξεκίνημα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, δεν κατάφερε να ξεφύγει από το τέλμα - αποτελώντας τον τελευταίο τροχό της Ευρωζώνης, με κριτήριο την πρόβλεψη για ανάπτυξη μόλις 1% το 2015. Οι μοναδικές ανοδικές της επιδόσεις είναι η αύξηση της ανεργίας, καθώς επίσης του δημοσίου χρέους της - το οποίο πλησιάζει στο 100% του ΑΕΠ της.

Εύλογα λοιπόν, πάντοτε κατά τους Γερμανούς, η Moody's μείωσε για τρίτη συνεχή φορά την πιστοληπτική της αξιολόγηση - πόσο μάλλον όταν οι απαιτούμενες οικονομικές  μεταρρυθμίσεις εφαρμόζονται πολύ αργά και διστακτικά.

Συνεχίζοντας, η μιζέρια της γαλλικής οικονομίας διαπιστώνεται από το ότι, για κάθε 100 € καθαρά έσοδα, ο απαιτούμενος τζίρος είναι κατά μέσον όρο 290 € - όταν στη Γερμανία ανέρχεται μόλις στα 172 €. Παράλληλα, διογκώνεται συνεχώς ο αχόρταγος κρατικός μηχανισμός της, ο οποίος καταβρόχθισε περισσότερα από 1,2 τρις € αυτό το έτος - πάνω από το 40% του ΑΕΠ της (2,8 τρις $), ενώ οι συνολικές δημόσιες δαπάνες είναι της τάξης του 57% του γαλλικού ΑΕΠ.

Η Γερμανία κατηγορεί επίσης τη Γαλλία για δειλία, καθώς επίσης για συμπλέγματα κατωτερότητας - ως αποτέλεσμα της κρίσης, αφού της λείπει εμφανώς η θέληση για τις απαιτούμενες αλλαγές. Οι Πολίτες της δε προσπαθούν να κρατηθούν πανικοβλημένοι από τα επιτεύγματα της χώρας τους τον περασμένο αιώνα - όταν μετρούσε ακόμη κάτι στο παγκόσμιο στερέωμα. Αυτός είναι ο λόγος που οδηγούνται μαζικά στο ακροδεξιό εθνικιστικό κόμμα, όπου η ηγέτης του, ως ένας θηλυκός «Ρομπέν των δασών», τοποθετείται εναντίον του μεγάλου κεφαλαίου και της Ευρωζώνης.

Επί πλέον, θέλουν να επιβάλλουν δασμούς στις εισαγωγές, ενώ δεν ντρέπονται να διώχνουν τους μετανάστες, κατηγορώντας τους πως έχουν στόχο να εκμεταλλευτούν το κοινωνικό σύστημα της χώρας τους - όταν η δεξιά παράταξη του κ. Sarkozy αυξάνει τη δημοφιλία της, παρουσιάζοντας τη Γαλλία σαν μία «Χριστιανική-Εβραϊκή χώρα λευκής ράτσας», ισχυριζόμενη πως οι Πολίτες θα καταστραφούν από τα κύματα των προσφύγων.

Ολοκληρώνοντας, οι κατηγορίες των Γερμανών δεν έχουν τελειωμό, εξευτελίζοντας τη Γαλλία πολύ περισσότερο, από ότι την Ελλάδα στο παρελθόν - επικεντρώνοντας τις επιθέσεις τους στην εργατική νομοθεσία της χώρας και στα συνδικάτα, καθώς επίσης στον πρόεδρο της, τον οποίο θεωρούν υπεύθυνο για την «κατάντια» της οικονομίας.

Εύλογα λοιπόν απορεί κανείς με την ανεκτικότητα της γαλλικής κυβέρνησης απέναντι στη Γερμανία, καθώς επίσης των Γάλλων Πολιτών - οι οποίοι, αντί να εξεγείρονται εναντίον της πολιτικής τους ηγεσίας, θα έπρεπε να συνειδητοποιήσουν ποιός είναι ο πραγματικός εχθρός της Ευρώπης και της πατρίδας τους.

Η Ελλάδα έχει μία πολύ μεγάλη ευκαιρία να λύσει ριζικά τα προβλήματα της, η οποία οφείλεται αποκλειστικά και μόνο σε τυχαία γεγονότα - μία ευκαιρία που δεν πρέπει για κανένα λόγο να χαθεί, αφού πολύ δύσκολα θα δημιουργηθούν ξανά τόσο ευνοϊκές συνθήκες.

Όσον αφορά την Ευρωζώνη, ο κίνδυνος να διαλυθεί με αποκλειστική υπαιτιότητα της αλαζονικής, αμετανόητης Γερμανίας, μίας καθ' όλα διεφθαρμένης χώρας, η οποία αρνείται ακόμη και τα αυτονόητα, όπως την πληρωμή των κατοχικών δανείων στην πατρίδα μας (ανάλυση), είναι πολύ μεγάλος - κλιμακούμενος καθημερινά, ενώ δεν πρέπει να υποτιμάει κανείς την πιθανή, κρυφή πρόθεση της πρωσικής κυβέρνησης να ακολουθήσει μία δική της, αυτόνομη πορεία (άρθρο).

Διαφορετικά δεν είναι εύκολο να εξηγηθούν οι επιθέσεις εναντίον της Γαλλίας, πόσο μάλλον ο απίστευτος εξευτελισμός της υπερήφανης αυτής χώρας - η οποία έχει υποφέρει τα πάνδεινα από τη Γερμανία τον προηγούμενο αιώνα.

Στα πλαίσια αυτά, η χώρα μας πρέπει επίσης να είναι προετοιμασμένη για απρόσμενες εξελίξεις, οι οποίες θα προκύψουν είτε από τη Μέση Ανατολή, είτε από την Ευρώπη - το αργότερο το 2017 ή όταν η Ιταλία συμμαχήσει με τη Γαλλία, αφού δυστυχώς η Ισπανία είναι πλήρως υποταγμένη στην καγκελάριο (εκτός εάν υπάρξει αλλαγή της κυβέρνησης της).

Άρης Οικονόμου, Senior Analyst (finance & markets)

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News