default-image

Οι επικήδειοι λόγοι για τον αείμνηστο Οδυσσέα Τσαγκαράκη

Ελλάδα
Οι επικήδειοι λόγοι για τον αείμνηστο Οδυσσέα Τσαγκαράκη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Συγκλονισμένος είναι ακόμη ο εκπαιδευτικός και ακαδημαϊκός κόσμος από το θάνατο του Οδυσσέα Τσαγκαράκη, «θεμελιωτή» του τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ο Γρηγόρης Σηφάκης, πρόεδρος του συμβουλίου του πανεπιστημίου Κρήτης και η Αγγέλα Καστρινάκη, πρόεδρος του τμήματος Φιλολογίας απηύθυναν τους επικήδειους λόγους για τον αείμνηστο Οδυσσέα Τσαγκαράκη.

«Ένας από τους πρώτους καθηγητές της Φιλοσοφικής Σχολής και θεμελιωτές του Φιλολογικού Τμήματος του ΠΚ, ο Οδυσσέας Τσαγκαράκης, ξεκίνησε το ταξίδι του προς τα υπερκόσμια και αόρατα, εντελώς ξαφνικά· απλώς διακόπτοντας, ίσως για πρώτη φορά, τη συγγραφική του παραγωγή.

Ο Οδυσσέας είχε την τύχη να σπουδάσει την κλασική φιλολογία στη Γερμανία, όπου είχε πάει κατ' αρχήν για να δουλέψει ως εργάτης την εποχή της μεγάλης μετανάστευσης που ?ζησε η Ελλ?δα στις δεκαετίες του 1950 και '60. Μετά την αναγόρευσή του σε διδάκτορα, το 1966, από το διάσημο, και για τις ελληνικές σπουδές του, Πανεπιστήμιο του Μονάχου, εργάστηκε σε διάφορα μέρη, στην Ευρώπη και Αμερική, για να καταλήξει στο Πανεπιστήμιο της Νέας Γης (Newfoundland) του Καναδά, που ήταν ο τελευταίος σταθμός της ακαδημαϊκής του πορείας, πριν από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1983 και τη μόνιμη πια εγκατάστασή του, με την Αγγέλα και τα δυο μικρά τους παιδιά, στο Ρέθυμνο.

Ως συγγραφέας ο Οδυσσέας ήταν δημιουργικός και ασταμάτητος, τόσο στον χώρο της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας με τα βιβλία και τις μελέτες του σε επιστημονικά περιοδικά, που δημοσίευε σε τρεις γλώσσες, αγγλικά, γερμανικά και ελληνικά, πάνω σε μείζονες επιστημονικές περιοχές: την επική ποίηση και τον Όμηρο, και την πρώιμη λυρική ποίηση· όσο και στην πρωτότυπη λογοτεχνική παραγωγή του (τέσσερα μυθιστορήματα).

Όσο, τέλος, και στα ιστορικοπολιτικά του δοκίμια, που άρχισε να δημοσιεύει στο Βήμα από τον Μάϊο του 1999 ως τον Ιανουάριο του 2015, αλλά και σε πολλά blog (διαδικτυακές ιστοσελίδες) ?ως και τον περασμένο Ιούλιο. Και όπως πολλά από τα μελετήματά του για τον Όμηρο κερδίζουν από τη σύγκριση με ανάλογα στοιχεία περιεχομένου και μορφής που απαντούν στη νεοελληνική παραδοσιακή λογοτεχνία, την οποία γν?ριζε πολύ καλά, έτσι και, αντίστροφα, τα πιο εφήμερα άρθρα του στον τύπο κερδίζουν σε βάθος και αξιοπιστία από συνεχείς αναφορές και συγκρίσεις με παράλληλα, που ο σοφός συγγραφέας αντλεί από τους αρχαίους κλασικούς.

Χα?ρε, φίλτατ? ?δυσσέα. Η οδύνη του πένθους σου μεγάλη, αλλά το έργο σου θα συνεχίσει να διδάσκει και να εμπνέει μαθητές και φίλους.

Γ. Μ. Σηφάκης

Πρόεδρος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κρήτης»

«Οδυσσέα, τούτη τη φορά ξεκίνησες για το χωρίς επιστροφή ταξίδι. Αθέλητα, τελείως αθέλητα. Οι συνάδελφοί σου από το Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης σε αποχαιρετούμε με οδύνη.

Ζήσαμε μαζί χρόνια πολλά διδάσκοντας και οργανώνοντας το Τμήμα. Ήσουνα βέβαια εκεί πολύ πριν από μας, σχεδόν από όταν ιδρύθηκε το Τμήμα μας. Ήσουνα, άλλωστε, και ο πιο πρωινός από όλους μας: εσύ γυρνούσες όταν εμείς πηγαίναμε.

Θυμάμαι πάντα ένα βράδυ του Αυγούστου στη Σητεία πριν δέκα χρόνια περίπου, σε ένα από τα πολλά συνέδρια, για τις μαντινάδες, νομίζω. Μας εξιστόρησες τη ζωή σου, την μικρή Οδύσσειά σου προς τη γνώση και την καταξίωση. Αν σε σεβόμασταν ως δάσκαλο και ως συνάδελφο, σε θαυμάσαμε πολύ περισσότερο με αυτή την ιστορία, που μας είπες απλά και χαμογελαστά εκείνο το βράδυ.

Φτωχόπαιδο από χωριό του Λασιθίου, μάζευες, μαζί με τ' άλλα φτωχόπαιδα του χωριού, μ' ένα πεταμένο τενεκάκι το λάδι που έσταζε από τα ελαιουργεία, και με τις δεκάρες που σας έδιναν αγοράζατε εκείνο το πολύτιμο είδος, τις καρμέλες του μπακάλη. Ύστερα πήγες μονάχος με τον αδελφό σου στην πόλη, τη Σητεία, για να φοιτήσεις στο γυμνάσιο. Οι γονείς σου άντεχαν να σου στέλνουν αγαθά μόνο σε είδος. Κι εσύ, μικρό παιδάκι, όταν ήθελες λίγο να ξεσκάσεις, έδινες ένα αβγό αντί για εισιτήριο στον μοναδικό κινηματογράφο. Και πώς να συνεχίσεις μετά το γυμνάσιο; Πού θα έβρισκες τα χρήματα ακόμα και για τα ναύλα, για να φτάσεις ως τον Πειραιά; Εργάστηκες στα νταμάρια, κουβαλώντας στους ώμους την πέτρα.

Ο αδελφός σου όμως ήταν ήδη στην Αθήνα. Έβγαζε το ψωμί του παίζοντας σαξόφωνο, νομίζω, σ' ένα κέντρο. Ποιος ξέρει πώς ζήσατε σε ένα καμαράκι στην πρωτεύουσα; Δεν γινόταν να μείνεις περισσότερο εκεί, άνεργος. Έφυγες στη Γερμανία. Δούλεψες ανειδίκευτος εργάτης στο εργοστάσιο. Είχες μαζί σου και μια γραμματική, ένα λεξικό. Βάλθηκες να μαθαίνεις τη δύσκολη γλώσσα. Κι έπειτα, μόλις κατέκτησες το πρώτο σκαλί, ζήτησες να δουλέψεις στη βάρδια της νύχτας στο εργοστάσιο, για να μπορείς να σπουδάσεις την ημέρα. Πήγες λοιπόν στο Πανεπιστήμιο. Πότε κοιμόσουν, πότε άφηνες το σώμα σου και το μυαλό σου να ξαποστάσει;

Οι καθηγητές σου σε εντόπισαν νωρίς? το νεαρό φτωχό ελληνόπουλο, κατάλαβαν, είχε θέληση, ακάματη εργατικότητα, ευφυΐα. Ο περίφημος Bruno Schnell σε βοήθησε. Παράλληλα με τις προπτυχιακές σπουδές σου άρχισες και διατριβή. Και το 1966 ήσουν κιόλας διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Αυτό σου άνοιξε αμέσως την πόρτα της πανεπιστημιακής καριέρας - κι έφυγες για τον Καναδά. Πώς; Είχες στείλει τα χαρτιά σου, κι εκείνοι σου έγραψαν: «Ελάτε για συνέτευξη».-«Δεν μπορώ, απάντησες, δεν έχω λεφτά να βγάλω εισιτήριο». Κι ήρθαν αυτοί στη Γερμανία και σε πήραν μαζί τους.

Με πόση γλύκα, αλήθεια, μας εξιστόρησες εκείνο το βράδυ στη Σητεία την πρώτη επιστροφή σου στην πατρίδα. Είχες αγοράσει, είπες, μια πελώρια αμαξάρα, μια λιμουζίνα. «Ήθελα, παιδιά μου, να κάνω κι εγώ τη φιγούρα μου», μας είπες. Επιθυμούσες και να βρεις ένα κορίτσι από τον τόπο σου. Και το ανακάλυψες αμέσως. Ήταν η στρογγυλομάγουλη, καλή Αγγέλα. Την είδες πίσω από ένα τζάμι, αν θυμάμαι σωστά. Εκείνη πήγαινε σε γάμο και φορούσε τα καλά της. «Αυτήν θέλω», είπες - και την πήρες. Ήξερες να κατακτάς με το σπαθί σου, και την γνώση και την καλή σου.

Ζήσαμε χρόνια καλά στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Φτιάξαμε, όπως παραδέχονται πολλοί, το καλύτερο φιλολογικό Τμήμα της Ελλάδας. Συνέβαλες με τις βαθιές γνώσεις και την πλούσια εμπειρία σου. Ο φίλος σου ο Γρηγόρης Σηφάκης θα τα πει σε λίγο καλύτερα από μένα. Εγώ να μαρτυρήσω πως αν και φαινόσουν σοβαρός και αυστηρός, κάποτε και άτεγκτος, ήσουν γλυκός πάντα και προσηνής με όσους αγαπούσες. Με το διακριτικό σου γέλιο και τον ενθουσιασμό στα μάτια. Με το καπελάκι σου κι ένα πρόσωπο που έμενε πάντα ροδαλό.

Οδυσσέα, συνάδελφέ μας, έφτιαξες πολλά πράγματα στη ζωή σου, βιβλία και παιδιά και εγγόνια. Η ζωή σου υπήρξε πλούσια. Πλούσια θα είναι και η μνήμη που θα αφήσεις. Εμείς, οι μικροί σου συνάδελφοι της φιλολογίας, θα θυμόμαστε πάντα το παράδειγμά σου και θα σε μνημονεύουμε.

Αγγέλα Καστρινάκη

Πρόεδρος του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης»

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News