default-image

Ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός - Analyst.gr

Απόψεις
Ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός - Analyst.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είναι ανόητο να πιστεύει κανείς πως θα επιτραπεί στην Ελλάδα να χρεοκοπήσει, αθετώντας οφειλές που ξεπερνούν τα 500 δις € (δημόσιο 320 δις €, τράπεζες στον ELA πάνω από 80 δις €, Target II υπόλοιπα στα 116 δις €, εξωτερικά ιδιωτικά χρέη) - όταν η πτώχευση της Lehman Brothers, με σχετικά ανάλογα χρέη (613 δις $), κόστισε στον πλανήτη πάνω από 15 τρις $ (πηγή), πυροδοτώντας τη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική κρίση στην ιστορία.

Πόσο μάλλον όταν κανένας δεν μπορεί να αποκλείσει τη μόλυνση της Ιταλίας, το δημόσιο χρέος της οποίας είναι της τάξης των 2,7 τρις $ (132,1% ενός ΑΕΠ ύψους 2,07 τρις $), με πολλούς «σκελετούς» κρυμμένους στο εθνικό της λογιστήριο, καθώς επίσης με έναν έντονα υπερχρεωμένο τραπεζικό τομέα - ή της Ισπανίας, με δημόσιο χρέος μεγαλύτερο από 1,3 τρις $ (97,7% του ΑΕΠ), όταν ακόμη υποφέρει από τη φούσκα ακινήτων και τη μεγάλη κρίση των τραπεζών της.

Δεν μπορεί κανείς επίσης να κρίνει, εάν ήταν απλά ανόητη ή ενδοτική πράξη, η υπογραφή του πρώτου μνημονίου το Μάιο του 2010 - όταν δεν υπήρχε καμία αμφιβολία, σχετικά με τη βόμβα μεγατόνων που αποτελούσε τότε η Ελλάδα, τοποθετημένη στα θεμέλια του πλανήτη (ανάλυση Απριλίου 2010).

Ανεξάρτητα όμως από όλα αυτά (για τα οποία φυσικά ανησυχεί περισσότερο από όλους η πιο υπερχρεωμένη χώρα του πλανήτη, οι Η.Π.Α., έχοντας δημόσιο χρέος άνω των 18 τρις $, συνολικό στα 50 τρις $), με τα χρέη των κρατών να αυξάνονται συνεχώς, με τα βασικά επιτόκια να είναι καθηλωμένα στο μηδέν, καθώς επίσης με τις τιμές των μετοχών στα χρηματιστήρια να ακολουθούν μία διαρκή ανοδική πορεία, με ελάχιστα διαλείμματα, δεν υπάρχει κανένας επενδυτής στον πλανήτη που να αισθάνεται ασφαλής.

Η εποχή της ευφορίας  

Για να συνειδητοποιήσουμε τη διαφορά με το παρελθόν, οφείλει κανείς να αναφέρει πως στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο Dow Jones ήταν στις περίπου 1.000 μονάδες (σήμερα στις 18.000) - ενώ η σχέση της τιμής προς τα κέρδη των μετοχών βρισκόταν αισθητά κάτω του 10 (σήμερα ξεπερνάει το 20).

Οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων υπερέβαιναν το 10% ετησίως, οι τράπεζες, καθώς επίσης οι χρηματαγορές ήταν αυστηρά ρυθμισμένες από τα κράτη και τα υψηλά ίδια κεφάλαια σε όλες τις επιχειρήσεις αποτελούσαν τον κανόνα - ενώ όλα σχεδόν τα επικίνδυνα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ήταν απαγορευμένα.

Αμέσως μετά όμως, με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, ξεκίνησε η νικηφόρα πορεία του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού - με τις τράπεζες, καθώς επίσης με τις χρηματαγορές να απορρυθμίζονται (απελευθερώνονται), με την είσοδο της Κίνας να οδηγεί στη ραγδαία πτώση των μισθών, οπότε σε έναν χαμηλό πληθωρισμό, με την κατάρρευση του κομμουνισμού να πλημμυρίζει με ακόμη περισσότερους λαούς το καπιταλιστικό σύστημα κοκ.

Στη συνέχεια, τα επιτόκια ακολουθούσαν μία και μόνο κατεύθυνση - καθοδική, με εποχιακές διακυμάνσεις (γράφημα). Τα περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, κυρίως οι μετοχές και τα ακίνητα, ωφελήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από αυτήν την εξέλιξη, καταγράφοντας τεράστια κέρδη - αφού ίσχυε ο βασικός κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο όσο χαμηλότερα είναι τα επιτόκια, τόσο περισσότερα μπορεί να πληρώσει κανείς για ένα πάγιο στοιχείο (για ένα σπίτι, για μία μετοχή κλπ.).

Ανεξάρτητα λοιπόν από το που είχε επενδύσει κανείς τότε τα χρήματα του, σήμερα διαθέτει μία πολύ υψηλότερη περιουσία σχετικά με αυτήν που είχε πριν από 35 έτη - παρά τις ενδιάμεσες μεγάλες φούσκες και τα έντονα κραχ που μεσολάβησαν, μέσω των οποίων στην πραγματικότητα αυξάνονταν ακόμη περισσότερο τα κέρδη.

Το κραχ του 1987 είχε ήδη ξεχαστεί το 1988, η πτώχευση του κερδοσκοπικού κεφαλαίου LTCM θεωρήθηκε ως ένα ενοχλητικό λάθος πρωτάρηδων, η χρεοκοπία της Ρωσίας, η ασιατική κρίση, καθώς επίσης αυτή της Λατινικής Αμερικής ως ένα διάλειμμα, η φούσκα του διαδικτύου (2000) μία παρένθεση, η οποία αντιμετωπίσθηκε εύκολα από τις κεντρικές τράπεζες κοκ. Όποιος λοιπόν είχε το θάρρος να αγοράζει, όταν οι άλλοι κυριεύονταν από το φόβο, πολλαπλασίαζε τα χρήματα του - με μαθηματική ακρίβεια.

Όλοι εκείνοι δε που χρησιμοποιούσαν τη μόχλευση, αυξάνοντας σημαντικά τα κεφάλαια που τοποθετούσαν στις αγορές μέσω του δανεισμού τους, γινόντουσαν δισεκατομμυριούχοι, με ελάχιστη ουσιαστικά προσπάθεια και με ελεγχόμενο ρίσκο - σε πλήρη αντίθεση με την κούραση και τους κινδύνους που απαιτεί η δραστηριοποίηση στην πραγματική οικονομία. Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται η πορεία του βασικού αμερικανικού δείκτη, επίσης από το 1980 έως σήμερα - η οποία είναι αντιστρόφως ανάλογη από αυτήν των επιτοκίων.

Εν πρώτοις βέβαια ωφελήθηκε από τη συγκεκριμένη εξέλιξη και η πραγματική οικονομία - αφού ο ρυθμός ανάπτυξης αυξήθηκε, ενώ τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και τα νοικοκυριά, μπορούσαν να δανείζονται πολύ εύκολα με χαμηλά επιτόκια για καταναλωτικούς και επενδυτικούς σκοπούς.

Έτσι, οι ελεύθερες χρηματαγορές θεωρήθηκαν ως η μηχανή παραγωγής ευφορίας για τη Δύση - με αποτέλεσμα να απορρυθμίζονται (απελευθερώνονται) ακόμη περισσότερο οι τράπεζες, αφού ότι ήταν καλό για αυτές, ήταν άριστο για τα κράτη. Έως το 2008 όμως, όπου τα χρέη είχαν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, όπου το ρίσκο ήταν πλέον εκτός ελέγχου.

Η επιστροφή στην πραγματικότητα

Ο πλανήτης κινδύνευσε το 2008 να βυθιστεί στην ύφεση και στο χάος, με αφετηρία ένα κύμα χρεοκοπιών υπερχρεωμένων δανειοληπτών και βαριά άρρωστων τραπεζών, με τρομακτικές ελλείψεις κεφαλαίων.

Εν τούτοις, οι κεντρικές τράπεζες τα κατάφεραν ακόμη μία φορά, με το «τρικ» του μηδενισμού των βασικών επιτοκίων, καθώς επίσης της ποσοτικής διευκόλυνσης (QE) - κυρίως όμως με την ακόμη μεγαλύτερη κλιμάκωση των χρεών, τα οποία αυξήθηκαν κατά 57 τρις $ μετά το 2007 (γράφημα), ενώ συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία!

Όμως, το νέο τέχνασμα των κεντρικών τραπεζών δεν φαίνεται να έχει την προβλεπόμενη αποτελεσματικότητα - αφού σε ολόκληρο τον πλανήτη η οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται κάτω από το επίπεδο της εποχής πριν από την κρίση.

Εν τούτοις, το ένα τέταρτο όλων των ομολόγων των χωρών της Ευρωζώνης, ύψους περίπου 1,5 τρις €, εκδιδόμενα εν μέρει από υπερχρεωμένα κράτη, διαπραγματεύονται με αποδόσεις κάτω από το μηδέν - ενώ οι τιμές των χρηματιστηρίων συνεχίζουν την ξέφρενη πορεία τους.

Φυσικά δεν υπάρχει κάποια άλλη εξήγηση του φαινομένου, εκτός από το ότι οι επενδυτές προσπαθούν να εκμεταλλευθούν όσο περισσότερο μπορούν τα μηδενικά επιτόκια, καθώς επίσης τις τεράστιες ποσότητες των νέων χρημάτων, για να αγοράσουν πάγια - έχοντας την πεποίθηση πως θα προλάβουν να τα πουλήσουν ξανά με κέρδος, πριν ξεκινήσει το νομοτελειακό κραχ (ανάλυση).\

Τοποθετούν δε ως φυσιολογικό «προειδοποιητικό σινιάλο» την ημερομηνία που η Fed θα προαναγγείλει την αύξηση των επιτοκίων - με την έννοια πως τότε θα ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση, η οποία κανένας δεν ξέρει που θα καταλήξει.

Φυσικά καταγράφονται ήδη ζημίες - όπως, για παράδειγμα, αυτές που έχουν υποστεί όσοι αγόρασαν στα μέσα Απριλίου δεκαετή γερμανικά ομόλογα με απόδοση 0,05%. Οι επενδυτές αυτοί θα χρειαστούν, μετά τα τελευταία γεγονότα (αύξηση του γερμανικού επιτοκίου) πάνω από 200 χρόνια, για να καλύψουν τις απώλειες που υπέστησαν μόλις σε τρεις εβδομάδες.

Ολοκληρώνοντας, τα τελευταία 35 χρόνια ανοδικών τιμών και ευφορίας δεν αποτελούν τον κανόνα στον πλανήτη, όπως δυστυχώς νομίζουμε, αλλά την απόλυτη εξαίρεση - η οποία προκλήθηκε από έναν μοναδικό στην ιστορία συνδυασμό συνεχώς φθηνότερου χρήματος, μίας διαρκούς αύξησης των χρεών, μίας μειωμένης ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς επίσης μίας ασύμμετρης παγκοσμιοποίησης της οικονομίας.

Όλες αυτές οι τάσεις όμως οδηγούνται στο τέλος τους, αφού βρισκόμαστε στην κορυφή του βουνού, απειλούμενοι με μία περισσότερο ή λιγότερο επικίνδυνη πτώση - η οποία δεν θα αργήσει να συμβεί, ακόμη και αν προηγηθεί μία καινούργια φούσκα, πριν από την τελική έκρηξη. Χρειάζεται άλλωστε μόνο μία μικρή σπίθα, για να ξεσπάσει η πυρκαγιά - αφού το δάσος είναι πλέον αθεράπευτα αποξηραμένο.

Όλοι εκείνοι δε που χρησιμοποιούσαν τη μόχλευση, αυξάνοντας σημαντικά τα κεφάλαια που τοποθετούσαν στις αγορές μέσω του δανεισμού τους, γινόντουσαν δισεκατομμυριούχοι, με ελάχιστη ουσιαστικά προσπάθεια και με ελεγχόμενο ρίσκο - σε πλήρη αντίθεση με την κούραση και τους κινδύνους που απαιτεί η δραστηριοποίηση στην πραγματική οικονομία. Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται η πορεία του βασικού αμερικανικού δείκτη, επίσης από το 1980 έως σήμερα - η οποία είναι αντιστρόφως ανάλογη από αυτήν των επιτοκίων.

Εν πρώτοις βέβαια ωφελήθηκε από τη συγκεκριμένη εξέλιξη και η πραγματική οικονομία - αφού ο ρυθμός ανάπτυξης αυξήθηκε, ενώ τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και τα νοικοκυριά, μπορούσαν να δανείζονται πολύ εύκολα με χαμηλά επιτόκια για καταναλωτικούς και επενδυτικούς σκοπούς.

Έτσι, οι ελεύθερες χρηματαγορές θεωρήθηκαν ως η μηχανή παραγωγής ευφορίας για τη Δύση - με αποτέλεσμα να απορρυθμίζονται (απελευθερώνονται) ακόμη περισσότερο οι τράπεζες, αφού ότι ήταν καλό για αυτές, ήταν άριστο για τα κράτη. Έως το 2008 όμως, όπου τα χρέη είχαν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, όπου το ρίσκο ήταν πλέον εκτός ελέγχου.

Η επιστροφή στην πραγματικότητα

Ο πλανήτης κινδύνευσε το 2008 να βυθιστεί στην ύφεση και στο χάος, με αφετηρία ένα κύμα χρεοκοπιών υπερχρεωμένων δανειοληπτών και βαριά άρρωστων τραπεζών, με τρομακτικές ελλείψεις κεφαλαίων.

Εν τούτοις, οι κεντρικές τράπεζες τα κατάφεραν ακόμη μία φορά, με το «τρικ» του μηδενισμού των βασικών επιτοκίων, καθώς επίσης της ποσοτικής διευκόλυνσης (QE) - κυρίως όμως με την ακόμη μεγαλύτερη κλιμάκωση των χρεών, τα οποία αυξήθηκαν κατά 57 τρις $ μετά το 2007 (γράφημα), ενώ συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία!

Όμως, το νέο τέχνασμα των κεντρικών τραπεζών δεν φαίνεται να έχει την προβλεπόμενη αποτελεσματικότητα - αφού σε ολόκληρο τον πλανήτη η οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται κάτω από το επίπεδο της εποχής πριν από την κρίση.

Εν τούτοις, το ένα τέταρτο όλων των ομολόγων των χωρών της Ευρωζώνης, ύψους περίπου 1,5 τρις €, εκδιδόμενα εν μέρει από υπερχρεωμένα κράτη, διαπραγματεύονται με αποδόσεις κάτω από το μηδέν - ενώ οι τιμές των χρηματιστηρίων συνεχίζουν την ξέφρενη πορεία τους.

Φυσικά δεν υπάρχει κάποια άλλη εξήγηση του φαινομένου, εκτός από το ότι οι επενδυτές προσπαθούν να εκμεταλλευθούν όσο περισσότερο μπορούν τα μηδενικά επιτόκια, καθώς επίσης τις τεράστιες ποσότητες των νέων χρημάτων, για να αγοράσουν πάγια - έχοντας την πεποίθηση πως θα προλάβουν να τα πουλήσουν ξανά με κέρδος, πριν ξεκινήσει το νομοτελειακό κραχ (ανάλυση).

Τοποθετούν δε ως φυσιολογικό «προειδοποιητικό σινιάλο» την ημερομηνία που η Fed θα προαναγγείλει την αύξηση των επιτοκίων - με την έννοια πως τότε θα ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση, η οποία κανένας δεν ξέρει που θα καταλήξει.

Φυσικά καταγράφονται ήδη ζημίες - όπως, για παράδειγμα, αυτές που έχουν υποστεί όσοι αγόρασαν στα μέσα Απριλίου δεκαετή γερμανικά ομόλογα με απόδοση 0,05%. Οι επενδυτές αυτοί θα χρειαστούν, μετά τα τελευταία γεγονότα (αύξηση του γερμανικού επιτοκίου) πάνω από 200 χρόνια, για να καλύψουν τις απώλειες που υπέστησαν μόλις σε τρεις εβδομάδες.

Ολοκληρώνοντας, τα τελευταία 35 χρόνια ανοδικών τιμών και ευφορίας δεν αποτελούν τον κανόνα στον πλανήτη, όπως δυστυχώς νομίζουμε, αλλά την απόλυτη εξαίρεση - η οποία προκλήθηκε από έναν μοναδικό στην ιστορία συνδυασμό συνεχώς φθηνότερου χρήματος, μίας διαρκούς αύξησης των χρεών, μίας μειωμένης ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς επίσης μίας ασύμμετρης παγκοσμιοποίησης της οικονομίας.

Όλες αυτές οι τάσεις όμως οδηγούνται στο τέλος τους, αφού βρισκόμαστε στην κορυφή του βουνού, απειλούμενοι με μία περισσότερο ή λιγότερο επικίνδυνη πτώση - η οποία δεν θα αργήσει να συμβεί, ακόμη και αν προηγηθεί μία καινούργια φούσκα, πριν από την τελική έκρηξη. Χρειάζεται άλλωστε μόνο μία μικρή σπίθα, για να ξεσπάσει η πυρκαγιά - αφού το δάσος είναι πλέον αθεράπευτα αποξηραμένο.

Άρης Οικονόμου, Senior Analyst (finance & markets)

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News