default-image

Το πενταμελές κακουργιοδικείο - Analyst.gr

Απόψεις
Το πενταμελές κακουργιοδικείο - Analyst.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

"Υποθέτουμε ότι, κανένας δεν θα διακινδυνεύσει να ανάψει το ελληνικό πυροτέχνημα των περίπου 420 δις € εξωτερικών χρεών - αν και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, αφού η σπίθα είναι δυνατόν να προκύψει από κάτι εντελώς απρόβλεπτο".  

Μέχρι αργά χθες το βράδυ συνεδρίαζε στην κατά φαντασία Ουάσιγκτον της Ευρωζώνης, στο Βερολίνο, το «πενταμελές κακουργιοδικείο» της νομισματικής ένωσης: η καγκελάριος και μελλοντική αυτοκράτειρα, ο επίδοξος «αυλικός» της πρόεδρος της Γαλλίας, ο μη εκλεγμένος διοικητής της ΕΚΤ, εκπρόσωπος των διεθνών τοκογλύφων (άρθρο), η διευθύντρια των αρχιερέων της δύναμης, του ΔΝΤ, καθώς επίσης ο αρχηγός της Κομισιόν, πρώην πρωθυπουργός του μεγαλύτερου φορολογικού παραδείσου του πλανήτη και «άντρου» του τραπεζικού συστήματος.

Η συνεδρίαση έλαβε χώρα ερήμην του κατηγορουμένου, της Ελλάδας, ο οποίος, μεταξύ άλλων, ενοχοποιείται για δήθεν απάτη, έχοντας κρυφά σχέδια «καταδολίευσης» των πιστωτών της χώρας του (άρθρο) - ενώ ο στόχος των αυτοδιορισμένων συνέδρων είναι η αποστολή ενός τελεσιγράφου στην πατρίδα μας, όπου είτε θα αποδέχεται τους όρους των δανειστών της, ως θα έχουν (take it or leave it), είτε θα καταδικασθεί σε θάνατο!

Οι όροι βέβαια υποθέτουμε πως θα οδηγούν ξανά στο θάνατο - όχι όμως στην ξαφνική του μορφή αλλά σταδιακά, αργά, έτσι ώστε να μπορέσει να αποφύγει τη «μόλυνση» της από την ελληνική ασθένεια η υπόλοιπη Ευρωζώνη και ο πλανήτης. Παράλληλα, θα απαιτηθεί πιθανότατα να εγκατασταθεί ξανά η σκιώδης κυβέρνηση των δανειστών, έτσι ώστε να λεηλατηθεί μεθοδικά η ιδιωτική και η δημόσια περιουσία των Ελλήνων - με τη βοήθεια της αύξησης/διεύρυνσης της φορολογίας, των αποκρατικοποιήσεων σε τιμές εκποίησης που θεωρούνται ως η απόλυτη προτεραιότητα της Γερμανίας κοκ.

Την ίδια στιγμή πληθαίνουν τα δημοσιεύματα, κυρίως των γερμανικών ΜΜΕ, έτσι ώστε να «ενορχηστρωθούν» σωστά οι προσπάθειες των δανειστών της χώρας μας - όπως το κατωτέρω της «Die Zeit», με τον τίτλο «Μία χώρα σε ασφυκτικό στραγγαλισμό» (σε ελεύθερη μετάφραση), το οποίο γράφτηκε δυστυχώς από έναν εκλεκτό «Έλληνα της διασποράς» που όμως υπηρετεί έναν γερμανικό οικονομικό οργανισμό (DIW):

«Όταν η νέα αριστερή-δεξιά δημαγωγική κυβέρνηση ανέλαβε την ηγεσία της Ελλάδας, στα τέλη Ιανουαρίου, κλιμάκωσε αμέσως τις διαδικασίες. Στις διαπραγματεύσεις εντός της Ευρωζώνης επέλεξε ως τακτική τη σύγκρουση αντί τη συνεργασία. Έτσι, «σνόμπαρε» μέσα σε μία εβδομάδα όλους τους Ευρωπαίους εταίρους της - με έναν πρωθυπουργό που είχε υποσχεθεί στους Έλληνες να καταργήσει όλες τις μεταρρυθμίσεις, με έναν υπουργό οικονομικών που μέχρι σήμερα «συγχέει» την αίθουσα των διαπραγματεύσεων με αυτήν των πανεπιστημιακών μαθημάτων, καθώς επίσης με έναν υπουργό ενέργειας που θα ήθελε να κρατικοποιήσει ολόκληρη την Ελλάδα.

Με τη συγκρουσιακή της πορεία, ήθελε να εκβιάσει μία πολιτική λύση της ελληνικής κρίσης χρέους - μία διαγραφή χρεών χωρίς περαιτέρω μεταρρυθμίσεις. Ήταν αλήθεια μία τακτική που υποσχόταν επιτυχία; Οι αμφιβολίες θα έπρεπε να υπάρχουν από την αρχή.

Σε περισσότερες από εκατό ημέρες έκτοτε, ο απολογισμός φαίνεται καταστροφικός. Η ελληνική κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη με ένα επικοινωνιακό χάος: τα στελέχη της έχουν τόσο συχνά εκφράσει αντικρουόμενες απόψεις, ώστε τα λόγια τους δεν έχουν πλέον μεγάλη αξιοπιστία. Το γεγονός αυτό επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το διαπραγματευτικό μαραθώνιο με την Ευρωζώνη - η οποία δεν θέλει πλέον να δει δηλώσεις μεταρρυθμίσεων σε πολυσέλιδα έγγραφα, αλλά την ψήφιση νόμων από το ελληνικό Κοινοβούλιο«.

Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, ο «συγγραφέας» προτείνει ουσιαστικά μία αλλαγή της διαπραγματευτικής τακτικής εκ μέρους των Ευρωπαίων (θα ήθελε πιθανότατα να είναι πολύ πιο αυστηρή, απολυταρχικότερη κατά κάποιον τρόπο), καθώς επίσης την άμεση διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος στην Ελλάδα, με το ερώτημα «Ευρώ και μνημόνια ή δραχμή».

Περαιτέρω, κατά την άποψη μας, η κυβέρνηση δεν συμπεριφέρεται ορθολογικά - αφού, παρά τα όσα ισχυρίζεται η γερμανική εφημερίδα, δεν επιδιώκει μία μακροπρόθεσμη επίλυση του προβλήματος που μας προκάλεσε η εφαρμογή μίας λανθασμένης στρατηγικής αντιμετώπισης της κρίσης: των γνωστών «μνημονίων» που οδήγησαν την Ελλάδα στην απόλυτη καταστροφή (ανάλυση).

Από την άλλη πλευρά η αξιωματική αντιπολίτευση, έχοντας δυστυχώς αναιρέσει τις σωστές προεκλογικές της δεσμεύσεις όταν έγινε κυβέρνηση το 2012, διαπράττοντας τεράστια σφάλματα, προσπαθεί σήμερα να πείσει τους Έλληνες ότι, δεν υπάρχουν πλέον τοποθετήσεις υπέρ και κατά των μνημονίων - αφού η επιλογή ήταν και είναι μονόδρομος.

Δυστυχώς όμως, στην προσπάθεια της να «εξορκίσει» το παρελθόν, διογκώνει τα λάθη της, αφού προφανώς υπάρχουν Έλληνες που τοποθετούνται υπέρ των μνημονίων, όπως η ίδια, καθώς επίσης εναντίον τους - με την έννοια πως ήταν η λάθος συνταγή για την αντιμετώπιση μία πράγματι υπαρκτής ασθένειας (ανάλυση), η οποία (ασθένεια) επιδεινώθηκε σημαντικά από τις ενδεχομένως σκόπιμες  ενέργειες της κυβέρνησης του 2010.

Συνεχίζοντας, αυτό που έχει απόλυτη ανάγκη η Ελλάδα και πρέπει να το επιδιώξει, χωρίς να αποδεχθεί έναν συμβιβασμό που θα την οδηγούσε σε έναν αργό, επώδυνο θάνατο, με τους Πολίτες της σκλάβους χρέους στο διηνεκές, καθώς επίσης με τα «εδάφη» της προτεκτοράτο της Γερμανίας, είναι τα εξής:

Η ανάκτηση της πιστοληπτικής ικανότητας του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα της

Η απελπιστική έλλειψη ρευστότητας που διαπιστώνεται στην Ελλάδα, δεν οφείλεται τόσο στην αδυναμία των τραπεζών να δανείσουν το κράτος, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, (αφού για κάθε πίστωση 100 € απαιτείται ως εγγύηση μόλις 1 € στην ΕΚΤ),  αλλά στη μη ύπαρξη αξιόχρεων δανειοληπτών - ως αποτέλεσμα της πολιτικής των μνημονίων που επιβλήθηκε στη χώρα.

Μεταξύ άλλων, η κατάρρευση των τιμών όλων των παγίων στη χώρα (ακίνητα, μετοχές κοκ.), «κόστους» περί το 1 τρις €, έχει εκμηδενίσει τις εγγυήσεις για την παροχή δανείων - ενώ η κατακόρυφη πτώση των εισοδημάτων έχει δημιουργήσει τους όγκους των κόκκινων δανείων, δυσχεραίνοντας τις τράπεζες, μειώνοντας ραγδαία τα έσοδα του δημοσίου (μηνιαία συσσωρεύονται περίπου 1 δις € ανεξόφλητες υποχρεώσεις στις εφορίες), την κατανάλωση, το ΑΕΠ κοκ.

Στα πλαίσια αυτά, η συνέχιση της αντιμετώπισης της κρίσης με τη μείωση των δαπανών, αντί με την αύξηση των εσόδων (ανάλυση), οδηγεί σε αδιέξοδο. Η μοναδική λύση είναι η διαγραφή δημοσίων χρεών, την οποία ασφαλώς δικαιούμαστε (ανάλυση) περισσότερο από τη Γερμανία το 1953, έτσι ώστε να μπορέσουν να διαγραφούν και ιδιωτικά χρέη - η αποκατάσταση ουσιαστικά της πιστοληπτικής ικανότητας τις χώρας, οπότε να μπορέσει να χρηματοδοτηθεί ξανά τόσο ο δημόσιος, όσο και ο ιδιωτικός τομέας από τις «αγορές».

Η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της

Η προσπάθεια να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας μόνο με τις μειώσεις των μισθών δεν οδηγεί πουθενά - αφού με τις υφιστάμενες βρισκόμαστε μόλις στη μέση του δρόμου (γράφημα), οπότε θα έπρεπε οι μισθοί να περιορισθούν στα 200 €, για να είναι η χώρα μας ανταγωνιστική με τη Γερμανία (ως οφείλει, αφού η ανταγωνιστικότητα είναι συγκριτικό μέγεθος - ανάλυση).

Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, χρειάζονται μεταρρυθμίσεις, η έλλειψη των οποίων επιβαρύνει συνεχώς τους μισθούς - με την ανταγωνιστικότητα να εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τα εξής:

(1)  Από τη διενέργεια επενδύσεων, οι οποίες πολλαπλασιάζουν την παραγωγικότητα των εργαζομένων. Για παράδειγμα, ένας γεωργός με ένα τρακτέρ, αυξάνει σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητα της εργασίας του.

(2)  Από τη μείωση των φόρων οι οποίοι, αφενός μεν επιβαρύνουν δυσανάλογα τις τιμές των προϊόντων (ΦΠΑ), αφετέρου περιορίζουν τα κέρδη των επιχειρήσεων - με αποτέλεσμα τυχόν επιβάρυνση τους με αύξηση των μισθών, να τις οδηγεί στη χρεοκοπία.

(3)  Από τη γραφειοκρατία, η οποία αυξάνει το κόστος των επιχειρήσεων, φυσικά εις βάρος των μισθών των εργαζομένων, καθώς επίσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας. Για παράδειγμα, εάν ένα λογιστήριο μία ελληνικής εταιρείας χρειάζεται πέντε άτομα για να λειτουργήσει όπως απαιτείται από την απίστευτη γραφειοκρατία, ένα λογιστήριο μίας αντιστοίχου μεγέθους βρετανικής εταιρείας, χρειάζεται μόλις ένα άτομο.

(4)  Από τη διαφθορά, με την έννοια του χρηματισμού ορισμένων δημοσίων λειτουργών για την έγκριση επιχειρηματικών σχεδίων, για τη μη επιβολή των ως συνήθως παράλογων προστίμων κοκ. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται ξανά το κόστος των επιχειρήσεων, καθώς επίσης των προϊόντων που παράγουν, εις βάρος των εργαζομένων και των καταναλωτών.

(5)  Από τους υπερβολικούς τόκους, με τους οποίους επιβαρύνονταν ανέκαθεν οι ελληνικές επιχειρήσεις, συγκριτικά με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές - με το κόστος ξανά να οδηγεί στη μείωση των μισθών, καθώς επίσης στην αύξηση των τιμών, για να εξισορροπηθούν τα κέρδη των εταιριών.

(6) Από τις πιστώσεις, οι οποίες είναι κατά πολύ μεγαλύτερες σε χρονική διάρκεια, από τις υπόλοιπες χώρες - κοστίζοντας φυσικά τόκους, με τα ίδια ως άνω αποτελέσματα για τους εργαζομένους και τις τιμές.

(7) Από το χρόνο που χρειάζεται για την απονομή Δικαίου, ο οποίος αυξάνει τις ζημίες των επιχειρήσεων, λόγω αδυναμίας είσπραξης των οφειλών τους από τους πελάτες τους κοκ.

(8) Από την απαξίωση του χρηματιστηρίου, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να αδυνατούν να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους ή να αναζητήσουν άλλους τρόπους χρηματοδότησης (έκδοση εταιρικών ομολόγων).

(9)  Από τα χρήματα που ενώ δίνονται στην Ελλάδα από την Ευρώπη, για να διατεθούν στις επιχειρήσεις, δεν καταλήγουν σχεδόν ποτέ σε αυτές, για διάφορους λόγους.

Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με πάρα πολλές άλλες αδυναμίες του «συστήματος» (ειδικά για το δυσανάλογα αυξημένο «κόστος ζωής» που προκαλείται από τα παραπάνω) οι οποίες, εάν δεν διορθωθούν, δεν πρόκειται ποτέ να δημιουργηθούν εκείνες οι προϋποθέσεις, οι οποίες απαιτούνται για την αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων - της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, της μεθοδικής καταπολέμησης της ανεργίας και της ανόδου των μισθών.

Η ανάκτηση της πιστοληπτικής ικανότητας του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα της

Η απελπιστική έλλειψη ρευστότητας που διαπιστώνεται στην Ελλάδα, δεν οφείλεται τόσο στην αδυναμία των τραπεζών να δανείσουν το κράτος, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, (αφού για κάθε πίστωση 100 € απαιτείται ως εγγύηση μόλις 1 € στην ΕΚΤ),  αλλά στη μη ύπαρξη αξιόχρεων δανειοληπτών - ως αποτέλεσμα της πολιτικής των μνημονίων που επιβλήθηκε στη χώρα.

Μεταξύ άλλων, η κατάρρευση των τιμών όλων των παγίων στη χώρα (ακίνητα, μετοχές κοκ.), «κόστους» περί το 1 τρις €, έχει εκμηδενίσει τις εγγυήσεις για την παροχή δανείων - ενώ η κατακόρυφη πτώση των εισοδημάτων έχει δημιουργήσει τους όγκους των κόκκινων δανείων, δυσχεραίνοντας τις τράπεζες, μειώνοντας ραγδαία τα έσοδα του δημοσίου (μηνιαία συσσωρεύονται περίπου 1 δις € ανεξόφλητες υποχρεώσεις στις εφορίες), την κατανάλωση, το ΑΕΠ κοκ.

Στα πλαίσια αυτά, η συνέχιση της αντιμετώπισης της κρίσης με τη μείωση των δαπανών, αντί με την αύξηση των εσόδων (ανάλυση), οδηγεί σε αδιέξοδο. Η μοναδική λύση είναι η διαγραφή δημοσίων χρεών, την οποία ασφαλώς δικαιούμαστε (ανάλυση) περισσότερο από τη Γερμανία το 1953, έτσι ώστε να μπορέσουν να διαγραφούν και ιδιωτικά χρέη - η αποκατάσταση ουσιαστικά της πιστοληπτικής ικανότητας τις χώρας, οπότε να μπορέσει να χρηματοδοτηθεί ξανά τόσο ο δημόσιος, όσο και ο ιδιωτικός τομέας από τις «αγορές».

Η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της

Η προσπάθεια να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας μόνο με τις μειώσεις των μισθών δεν οδηγεί πουθενά - αφού με τις υφιστάμενες βρισκόμαστε μόλις στη μέση του δρόμου (γράφημα), οπότε θα έπρεπε οι μισθοί να περιορισθούν στα 200 €, για να είναι η χώρα μας ανταγωνιστική με τη Γερμανία (ως οφείλει, αφού η ανταγωνιστικότητα είναι συγκριτικό μέγεθος - ανάλυση).

Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, χρειάζονται μεταρρυθμίσεις, η έλλειψη των οποίων επιβαρύνει συνεχώς τους μισθούς - με την ανταγωνιστικότητα να εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τα εξής:

(1)  Από τη διενέργεια επενδύσεων, οι οποίες πολλαπλασιάζουν την παραγωγικότητα των εργαζομένων. Για παράδειγμα, ένας γεωργός με ένα τρακτέρ, αυξάνει σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητα της εργασίας του.

(2)  Από τη μείωση των φόρων οι οποίοι, αφενός μεν επιβαρύνουν δυσανάλογα τις τιμές των προϊόντων (ΦΠΑ), αφετέρου περιορίζουν τα κέρδη των επιχειρήσεων - με αποτέλεσμα τυχόν επιβάρυνση τους με αύξηση των μισθών, να τις οδηγεί στη χρεοκοπία.

(3)  Από τη γραφειοκρατία, η οποία αυξάνει το κόστος των επιχειρήσεων, φυσικά εις βάρος των μισθών των εργαζομένων, καθώς επίσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας. Για παράδειγμα, εάν ένα λογιστήριο μία ελληνικής εταιρείας χρειάζεται πέντε άτομα για να λειτουργήσει όπως απαιτείται από την απίστευτη γραφειοκρατία, ένα λογιστήριο μίας αντιστοίχου μεγέθους βρετανικής εταιρείας, χρειάζεται μόλις ένα άτομο.

(4)  Από τη διαφθορά, με την έννοια του χρηματισμού ορισμένων δημοσίων λειτουργών για την έγκριση επιχειρηματικών σχεδίων, για τη μη επιβολή των ως συνήθως παράλογων προστίμων κοκ. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται ξανά το κόστος των επιχειρήσεων, καθώς επίσης των προϊόντων που παράγουν, εις βάρος των εργαζομένων και των καταναλωτών.

(5)  Από τους υπερβολικούς τόκους, με τους οποίους επιβαρύνονταν ανέκαθεν οι ελληνικές επιχειρήσεις, συγκριτικά με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές - με το κόστος ξανά να οδηγεί στη μείωση των μισθών, καθώς επίσης στην αύξηση των τιμών, για να εξισορροπηθούν τα κέρδη των εταιριών.

(6) Από τις πιστώσεις, οι οποίες είναι κατά πολύ μεγαλύτερες σε χρονική διάρκεια, από τις υπόλοιπες χώρες - κοστίζοντας φυσικά τόκους, με τα ίδια ως άνω αποτελέσματα για τους εργαζομένους και τις τιμές.

(7) Από το χρόνο που χρειάζεται για την απονομή Δικαίου, ο οποίος αυξάνει τις ζημίες των επιχειρήσεων, λόγω αδυναμίας είσπραξης των οφειλών τους από τους πελάτες τους κοκ.

(8) Από την απαξίωση του χρηματιστηρίου, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να αδυνατούν να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους ή να αναζητήσουν άλλους τρόπους χρηματοδότησης (έκδοση εταιρικών ομολόγων).

(9)  Από τα χρήματα που ενώ δίνονται στην Ελλάδα από την Ευρώπη, για να διατεθούν στις επιχειρήσεις, δεν καταλήγουν σχεδόν ποτέ σε αυτές, για διάφορους λόγους.

Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με πάρα πολλές άλλες αδυναμίες του «συστήματος» (ειδικά για το δυσανάλογα αυξημένο «κόστος ζωής» που προκαλείται από τα παραπάνω) οι οποίες, εάν δεν διορθωθούν, δεν πρόκειται ποτέ να δημιουργηθούν εκείνες οι προϋποθέσεις, οι οποίες απαιτούνται για την αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων - της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, της μεθοδικής καταπολέμησης της ανεργίας και της ανόδου των μισθών.

Ολοκληρώνοντας, οι παραπάνω μεταρρυθμίσεις θα αύξαναν την ανταγωνιστικότητα της χώρας μας, θα οδηγούσαν στη διεξαγωγή επενδύσεων, στις υψηλότερες εξαγωγές (ανάλυση), στην αύξηση του ΑΕΠ, των εσόδων του κράτους κοκ. - με αποτέλεσμα να μπορούν στη συνέχεια να αυξηθούν οι μισθοί και οι συντάξεις, καθώς επίσης να δρομολογηθούν τα κοινωνικά μέτρα που έχει αναγγείλει η κυβέρνηση προεκλογικά.

Εάν λοιπόν έχει σε κάτι δίκιο η Τρόικα και το «πενταμελές ιερατείο» είναι στο ότι, κοινωνικά μέτρα και αυξήσεις μισθών δεν γίνονται με δανεικά, όπως δυστυχώς θέλει η κυβέρνηση - αλλά μόνο με την επάνοδο της χώρας σε πορεία ανάπτυξης, η οποία είναι αδύνατη χωρίς την ονομαστική διαγραφή του δημοσίου χρέους τουλάχιστον κατά 50%, έτσι ώστε να μπορέσουν να διαγραφούν στη συνέχεια και ιδιωτικά χρέη, χωρίς να χρεοκοπήσουν οι τράπεζες.

Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι ένας σύγχρονος οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου - όπου και δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά για αρκετά χρόνια, με ιδιόκτητες επιχειρήσεις σε όλες τις πόλεις της Γερμανίας. Έχει  εκδώσει τρία βιβλία αναφορικά με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, ενώ έχει δημοσιεύσει πάνω από 2.500 αναλύσεις σε ηλεκτρονικά και έντυπα μέσα, με κέντρο βάρους την εθνική και διεθνή μακροοικονομία, καθώς επίσης το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Για το πλήρες βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα, πατήστε εδώ.

( e-mail: [email protected] )

Πηγή: Analyst.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News